Η βιομηχανία αμυγδάλου της Αυστραλίας αναζητά 70.000 νέα μελίσσια για τα επόμενα πέντε χρόνια, ώστε να γίνει με επιτυχία η επικονίαση. Στους οπωρώνες αμυγδάλων χρησιμοποιούνται σήμερα 195.000 κυψέλες κατά την περίοδο της ανθοφορίας, αλλά καθώς νέα δέντρα φυτεύονται συνεχώς, οι κυψέλες αυτές δεν επαρκούν, ώστε να γίνει σωστά η γονιμοποίηση.
Σύμφωνα με τον Μπεν Μπράουν, τεχνικό διευθυντή της Select Harvests, ενός εκ των μεγαλύτερων παραγωγών αμυγδάλου και μεταποίησης ξηρών καρπών της Αυστραλίας, η περιοχή κατά μήκος του ποταμού Μάρρεϋ, βόρειο-δυτικά της Βικτώρια, θα πρέπει να προσελκύσει άμεσα περισσότερους μελισσοκόμους από πολλά κράτη.
Τα αμύγδαλα είναι το πιο πολύτιμο εξαγώγιμο προϊόν της Αυστραλίας φέρνοντας κάθε χρόνο περίπου 1 δις δολάρια. Λίγο πριν την ανθοφορία, χιλιάδες μελίσσια εγκαθίστανται σε όλα τα μέρη της ανατολικής και νοτιοανατολικής Αυστραλίας. «Κυψέλες αρχίζουν να καταφθάνουν στους οπωρώνες κατά τα τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου, οπότε και ξεκινάει η ανθοφορία στην Αυστραλία. Θα παραμείνουν εκεί για 2 περίπου εβδομάδες» λέει ο Μπράουν.
Η Select Harvests δαπανά 3 εκατομμύρια δολάρια για να ενοικιάσει 30.000 μελίσσια για αυτόν τον συγκεκριμένο μήνα. Αν οι μέλισσες δεν γονιμοποιήσουν τα άνθη τότε η παραγωγή θα είναι μικρότερη και ο καρπός χαμηλότερης ποιότητας. Μεγάλη και συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση έχει οδηγήσει σε μεγάλης κλίμακας φύτευση νέων δέντρων. Οι οπωρώνες αμυγδάλων στην Αυστραλία κάλυπταν 280.000 στρέμματα κατά το περασμένο έτος, αλλά αναμένεται να προστεθούν 100.000 με 140.000 στρέμματα την επόμενη πενταετία.
«Αν φυτευτούν 100.000 νέα στρέμματα με αμυγδαλιές θα χρειαστούν περίπου 265.000 κυψέλες συνολικά. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 195.000» είπε ο Μπράουν. «Αν τελικά φτάσουμε τα 140.000 στρέμματα, τότε θα χρειαστούμε 300.000 κυψέλες.» Σύμφωνα με τον Μπράουν η ζήτηση αυτή θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για τη βιομηχανία μελισσοκομίας. «Εμείς το βλέπουμε ως θετική ευκαιρία», είπε.
«Για τους μελισσοκόμους η ενοικίαση κυψελών για την επικονίαση είναι ένα βασικό μέρος του εισοδήματός τους» το οποίο φυσικά συμπληρώνεται από την παραγωγή μελιού και των υπολοίπων προϊόντων κυψέλης. Στην Ελλάδα πάλι οι μελισσοκόμοι διώκονται, απ’ τη μια μεριά απ’ τους αγρότες που ψεκάζουν πάνω στην ανθοφορία μέρα μεσημέρι, χωρίς να σκέφτονται ότι αυτό είναι στην ουσία εις βάρος της παραγωγής τους, αλλά και απ’ την άλλη απ’ την πολιτεία, που με ασαφείς νόμους ταυτίζει τους αγροτικούς και δασικούς δρόμους με την έννοια «δημόσιος», διώχνοντας τα μελίσσια απ’ το φυσικό τους χώρο. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που αντί να διευκολύνει τους μελισσοκόμους τους θέτει υπό καθεστώς διωγμού.