Το περασμένο έτος σημειώθηκε για πρώτη φορά πτώση- έστω και μικρή- στις απώλειες των μελισσών παγκοσμίως, ο αριθμός των οποίων μειώνεται διαρκώς τις τελευταίες δεκαετίες. Ο εντομολόγος Dennis van Engelsdorp, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Maryland, που είχε πραγματοποιήσει τη σχετική έρευνα, είχε χαρακτηρίσει τα νέα «καλύτερα από ό,τι θα μπορούσαν να είναι»-, παρότι παρουσιαζόταν μείωση 23% του αριθμού των σμηνών μελισσών παγκοσμίως.
Ο συνεργάτης του, Jeff Petis, από την άλλη, σε συνέντευξη του στους New York Times είχε σημειώσει πως, ουσιαστικά, ένας χρόνος δεν αλλάζει κάτι. Όπως φαίνεται είχε δίκιο.
Η νέα έρευνα του van Engelsdorp και των συναδέλφων του αναφέρει πως ποσοστό μεγαλύτερο του 40% των μελισσών παγκοσμίως, πέθανε κατά τον φετινό χρόνο. Πρόκειται για το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας, έως και σήμερα.
Εκείνη, όμως, που παρουσιάζει πραγματικό ενδιαφέρον είναι η σχετική δήλωση του Keith Delaplane, του πανεπιστημίου της Georgia, ο οποίος διασαφήνισε πως «αυτό που βλέπουμε με το πρόβλημα όσον αφορά τις μέλισσες, είναι απλώς μια ηχηρή ειδοποίηση για τα γενικώς άσχημα που συμβαίνουν γενικότερα με τα οικοσυστήματα μας».
Και πρόσθεσε πως «εμείς απλώς τυχαίνει να το παρατηρούμε με τις μέλισσες, επειδή είναι τόσο εύκολο να τις μετρήσεις».
Το υπουργείο Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, από την πλευρά του, επισημαίνει την συμβολή των μελισσών στις καλλιέργειες της χώρας, καθώς εκτιμάται πως προσθέτουν 15 δισεκατομμύρια δολάρια στην συνολική τους αξία. Αντίστοιχα, στην Ευρώπη η αξία εκτιμάται στα 22 δισεκατομμύρια ευρώ και στα 153 δισεκατομμύρια ευρώ παγκοσμίως.
«Αν οι απώλειες των μελισσών παραμείνουν στο 33%», σημειώνει το υπουργείο, «θα μπορούσε να απειληθεί η οικονομική βιωσιμότητα του κλάδου. Οι μέλισσες δεν θα εξαφανιστούν τελείως, αλλά το κόστος της συντήρησης τους θα αυξανόταν και τα αυξημένα κόστη θα έφταναν, τελικώς, στους καταναλωτές μέσα από υψηλότερες τιμές προϊόντων. Τώρα είναι ο καιρός για την έρευνα στην ουσία των αιτιών και της αντιμετώπισης, πριν συντελεστεί μια γεωργική κρίση».
Εξάλλου, έρευνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρει πως από τα 1.965 είδη μελισσών στην Ευρώπη, το 9.2% αντιμετωπίζει κίνδυνο αφανισμού, μόλις 12.6% εμφάνιζε σταθερότητα και- εξίσου αρνητική επίδοση- το 0.7% εμφάνισε αύξηση.
Με τoν αρμόδιο Επίτροπο για το Περιβάλλον, τις Θαλάσσιες Υποθέσεις και την Αλιεία, Karmenu Vella, να χαρακτηρίζει τα ευρήματα της έρευνας «βαθιά ανησυχητικά».
«Η ποιότητα της ζωής μας και του μέλλοντος μας», σημείωσε, «εξαρτάται από τις πολλές υπηρεσίες τις οποίες η φύση μας παρέχει δωρεάν. Εάν δεν εντοπίσουμε τους λόγους πίσω από αυτή τη μείωση των μελισσών και δράσουμε επειγόντως για να τη σταματήσουμε, θα μπορούσαμε να πληρώσουμε ένα πραγματικά βαρύ τίμημα».
Η ακριβής αιτία της υψηλής θνησιμότητας των μελισσών παγκοσμίως δεν έχει διασαφηνιστεί, με μια ένα ευρύ σύνολο παραγόντων να καταδεικνύεται, το οποίο μεταξύ άλλων περιλαμβάνει την αυξημένη χρήση φυτοφαρμάκων, τις ακραίες καιρικές συνθήκες, την αύξηση ασθενειών και την συμβολή παρασίτων, καθώς και τις επιπλοκές και δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μέλισσες όσον αφορά τη σίτιση τους.
πηγές: Washington Post, The Guardian, Bee Informed