Πίσω στο βουνό!

Αφού τρυγήσαμε το μέλι της βελανιδιάς στα Όρη του Βάλτου στην νότια Πίνδο τον Αύγουστο, μεταφέραμε τα μελίσσια μας στον κάμπο της Άρτας, ώστε να ξεκουραστούν και να βρουν τις απαραίτητες γυρούλες, που θα τα βοηθούσαν να ανανεωθούν για το φθινόπωρο.

Το φθινοπωρινό μελισσοκομείο στις πλαγιές του Κορφοβουνίου Άρτας, πάνω απ’ την λίμνη του Πουρναρίου.

Για τους περισσότερους μελισσοκόμους της Ηπείρου, ο Αύγουστος είναι μήνας ξεκούρασης. Πέρα απ’ αυτούς που θα επιχειρήσουν να μετακινηθούν στα πεύκα, οι υπόλοιποι δεν έχουν κάποια μεγάλη ανθοφορία να κυνηγήσουν και έτσι αρκούνται στο να προετοιμάσουν τα μελίσσια τους για το φθινόπωρο. Για εμάς όμως ήταν ένας δύσκολος μήνας. Κι αυτό γιατί τα μελίσσια τα οποία αγοράσαμε τον Φλεβάρη ήταν πολύ ταλαιπωρημένα και με μεγάλης ηλικίας βασίλισσες, ενώ και τα δικά μας ήταν καιρός πια να ανανεωθούν.

Η λίμνη Πουρναρίου το φθινόπωρο.

Έτσι αποφασίσαμε να αλλάξουμε όλες τις βασίλισσες μέσα στο καλοκαίρι, με στόχο να μπουν τα μελίσσια με νέες, δυνατές που θα κατάφερναν να ανανεώσουν καλύτερα τους πληθυσμούς και κατά συνέπεια να ξεχειμωνιάσουν χωρίς προβλήματα. Τα πράγματα πήγαν εξαιρετικά καλά και μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτέμβρη σχεδόν όλα τα μελίσσια είχαν καταφέρει να έχουν νέες, γονιμοποιημένες βασίλισσες.

Ο μελισσόκηπος στο βουνό.

Ενώ όμως είχαμε φτάσει στα τέλη του Σεπτέμβρη, ο καιρός θύμιζε καλοκαίρι. Ξηρασία και υψηλές θερμοκρασίες δημιουργούσαν αμφιβολίες για το κατά πόσον τα φυτά στο βουνό θα μπορούσαν να αποδώσουν και πράγματι σε μια διερευνητική βόλτα η κατάσταση ήταν απελπιστική. Το ρείκι σχεδόν ξερό, ο κισσός είχε ξεγελαστεί και δεν είχε ανοίξει ακόμη, ο αρκουδόβατος με κίτρινα μαραμένα φύλλα και μόνο η ακονιζιά έδειχνε σημάδια ζωής…

Φθινοπωρινή ερείκη (σουσούρα) σε τραγική κατάσταση λόγω της ξηρασίας.

Έχοντας κόψει πολλές παραφυάδες για να αυξήσουμε τον αριθμό των μελισσοσμηνών, ουσιαστικά είχαμε αποδυναμώσει τους πληθυσμούς και αν συνυπολογίσει κανείς σε αυτό και το κενό που υπήρξε στους γόνους λόγω της αλλαγής των βασιλισσών, εγείρονταν ερωτήματα για το αν θα καταφέρναμε να βγάλουμε το χειμώνα. Τελικά τις πρώτες μέρες του Οκτώβρη ξεκινήσαμε να φορτώνουμε μελίσσια για τις βουνοπλαγιές της Πίνδου.

Στο βάθος η λίμνη του Πουρναρίου, όπως φαίνεται απ’ το μελισσοκομείο.

Τα πρώτα μελίσσια μεταφέρθηκαν στις πλαγιές πάνω απ’ τη λίμνη Πουρναρίου, σε σχετικά χαμηλό υψόμετρο 360-380 μέτρων, ώστε να μην έχει πολύ κρύο. Τα φυτά, εκτός της ακονιζιάς, δεν είχαν ανοίξει ακόμα, κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Με τον αριθμό των μελισσιών να έχει αυξηθεί πολύ και τις περιοχές στο βουνό όπου μπορούν να στηθούν μελισσοκομεία λίγες, έπρεπε να βρεθεί και δεύτερη τοποθεσία. Το γεγονός αυτό το είδα περισσότερο ως ευκαιρία να δοκιμάσω και άλλες περιοχές για το φθινόπωρο πέρα από τους πρόποδες των Τζουμέρκων.

Ο Άραχθος κάπου ανάμεσα στον κάμπο της Άρτας και τον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων.

Έτσι μεταφέραμε αρκετά μελίσσια νοτιότερα στα σύνορα των νομών Άρτας και Αιτωλοακαρνανίας στις εκβολές του ποταμού Βωβού. Εκεί μας δόθηκε η ευκαιρία να δημιουργήσουμε ένα απάνεμο μελισσοκομείο σε πολύ χαμηλό υψόμετρο (120-130 μέτρα) δίνοντας την ευκαιρία στα μελίσσια να παραμείνουν ζεστά μέχρι αργά το φθινόπωρο, έχοντας παράλληλα πρόσβαση στα ίδια φυτά με το άλλο μελισσοκομείο στη λίμνη. Τα μελίσσια είναι ισοδύναμα και έτσι κατά το τέλος Νοέμβρη θα έχουμε μια εικόνα για το πια περιοχή απέδωσε καλύτερα.

Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε τις αναμενόμενες βροχές και λίγο πολύ τα φυτά παραμένουν στην ίδια κατάσταση. Σε ενδεικτικές επιθεωρήσεις παρατηρήσαμε ότι τα μελίσσια βρίσκουν μεν αρκετή γύρη από την ακονιζιά, όμως το κρύο της τελευταίας εβδομάδας δεν τα αφήνει να αναπτυχθούν όπως θα θέλαμε. Θα δείξει. Έχουμε 50 μέρες ακόμα να δούμε πως θα εξελιχθεί αυτό το ξηρό φθινόπωρο.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *