Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος οι παραφυάδες και ένα μεγάλο μέρος του κοπαδιού μεταφέρθηκε στα ημιορεινά της Πίνδου για τις φθινοπωρινές ανθοφορίες. Κισσός, ακονιζιά, αρκουδόβατος απ’ τα τέλη Σεπτεμβρίου, ρείκι τον Οκτώβριο και κουμαριά το Νοέμβριο εξασφαλίζουν στα μελίσσια τις προμήθειες του χειμώνα και αν ο καιρός είναι ευνοϊκός δίνουν και τρύγο.
Φθινόπωρο και άνοιξη στη λίμνη Πουρναρίου.
Τελευταία όμως, όλο και πιο συχνά το φθινόπωρο είναι φτωχό. Οι υψηλές θερμοκρασίες και η παρατεταμένη ανομβρία των δύο πρώτων μηνών, που τείνουν να γίνουν καθεστώς, δε δίνουν τη δυνατότητα στα φυτά να ευδοκιμήσουν. Η ανθοφορία της ερείκης διαρκεί ελάχιστα πια, με αποτέλεσμα οι μέλισσες να μη μπορούν να την εκμεταλλευτούν και να χάνουν την πολύτιμη για την εποχή ανάπτυξη που προσφέρει.
Και ενώ η κουμαριά θεωρείται πιο ανθεκτική στις καιρικές μεταβολές, τελευταία δείχνει ότι επηρεάζεται καθοριστικά και αυτή από την κλιματική αλλαγή. Η κουμαριά για να αποδώσει χρειάζεται βροχές στις αρχές του φθινοπώρου και κρύο κατά την άνθιση, ή πιο σωστά τις συνηθισμένες για την εποχή του Νοεμβρίου θερμοκρασίες. Όμως φέτος ούτε βροχές είχαμε κατά την περίοδο Σεπτεμβρίου- Οκτωβρίου, ενώ οι θερμοκρασίες μέχρι και τα μέσα Νοεμβρίου ήταν αρκετά υψηλές με αποτέλεσμα να «στεγνώσει» το άνθος.
Από τότε και μετά ο καιρός χάλασε απότομα και οι μέλισσες κλείστηκαν στις κυψέλες τους με αποτέλεσμα να μη συλλέξουν μέλι. Φαίνεται ότι πλέον έχουν χαθεί οριστικά οι εποχές του φθινοπώρου και της άνοιξης και έχουμε μόνο δύο εποχές με μια απότομη και εξαιρετικά σύντομη μεταβατική περίοδο, ένα φαινόμενο αρκετά αρνητικό για την παραγωγή μελιού.