Το γεφύρι της Κόνιτσας

Στην νοτιοδυτική άκρη της πόλης, ακριβώς στην είσοδο της χαράδρας του Αώου, βρίσκεται το μεγάλο μονότοξο γεφύρι της Κόνιτσας, το οποίο κτίστηκε το 1870- 71 από συνεργείο 50 μαστόρων με επικεφαλής τον πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζο από την Πυρσόγιαννη. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι που βρίσκεται στην Ήπειρο.

konitsa1

Το γεφύρι χτίστηκε με δωρεές των κατοίκων της πόλης και κυρίως του Γιαννιώτη Ιωάννη Λούλη, ο οποίες διέθεσε περίπου τα μισά από τα 120.000 γρόσια που κόστισε η κατασκευή του. Το 1823 ο Δημήτριος Λιάμπεης μαζί με άλλους κατοίκους της Κόνιτσας έχτισαν ξύλινη γέφυρα η οποία κατέρρευσε το 1833 σε μία μεγάλη κατεβασιά του Αώου.

konitsa2

Την ίδια χρονιά ο Παναγιώτης Σκουμπουρδής καί ο Βασίλειος Μάσιος ξανάστησαν στο ίδιο σημείο την ξύλινη γέφυρα η οποία όμως έπεσε λίγα χρόνια αργότερα. Έτσι το 1870 αποφασίστηκε να γίνει μία πέτρινη γέφυρα.

konitsa1

Το σημερινό  πέτρινο γεφύρι έχει διαστάσεις 36 μέτρα άνοιγμα και 20 μέτρα ύψος ενώ κάτω από την καμάρα του διακρίνεται η μικρή καμπάνα που σήμαινε για να προειδοποιήσει τους περαστικούς να μην διαβούν το γεφύρι όταν φυσούσε δυνατός άνεμος από το εσωτερικό της χαράδρας, οπότε και υπήρχε κίνδυνος να παρασυρθούν και να πέσουν.

konitsa3

Η τοποθεσία που βρίσκεται είναι μαγευτική με τον Αώο ποταμό να ρέει κάτω από την καμάρα του και το φαράγγι του Αώου να εντυπωσιάζει με την απίστευτη φυσική ομορφιά του.

πηγές: Δήμος Κόνιτσας, Πέτρινα Γεφύρια της Ελλάδος

 

Το φαράγγι που ενώνει δύο γίγαντες

Στην καρδιά της Πίνδου δύο από τα ομορφότερα χωριά της Ελλάδας ενώνονται με δύο μονοπάτια και χωρίζονται από έναν ποταμό που αυτή την εποχή περιβάλλεται από ένα πυρρόξανθο δάσος.

pindos1Σε πολλά σημεία του φαραγγιού δημιουργούνται μικρές, ειδυλλιακές λίμνες.

Στα νοτιοανατολικά του Νομού Ιωαννίνων, εκεί όπου ο τεράστιος Λάκμος ενώνεται με τα Τζουμέρκα, δύο χωριά έχουν την τύχη να έχουν στα πόδια τους ένα φαράγγι εκπληκτικής ομορφιάς το οποίο διακρίνεται για την άγρια, ανέγγιχτη φύση του. Για πολλούς ταξιδιώτες το Συρράκο και οι Καλαρρύτες ανήκουν, απλά και χωρίς μεγάλο συναγωνισμό, στα ομορφότερα ορεινά χωριά της Ελλάδας. Χτισμένα στις πλαγιές των μικρότερων βουνών που ενώνουν το όρος Περιστέρι (Λάκμος) με την Καλιακούδα (βορειότερη κορυφογραμμή των Τζουμέρκων), οι δύο παραδοσιακοί οικισμοί περιβάλλονται από πυκνά δάση που τα διατρέχουν δεκάδες ρέματα που γεννιούνται στις χιονάδες των μεγάλων κορυφών.

Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες διατηρούν στο απόλυτο την παραδοσιακή ηπειρώτικη αρχιτεκτονική με τα πετρόχτιστα σπίτια και τις χαρακτηριστικές στέγες από σχιστόλιθο και κατέχουν ξεχωριστή θέση στα βλαχοχώρια της περιοχής που περιλαμβάνουν ακόμα το Παλαιοχώρι, το Βαθύπεδο και το Ματσούκι. Η γύρω περιοχή είναι γεμάτη από τοπωνύμια με υπέροχες βλάχικες ονομασίες αλλά και απομακρυσμένα ξωκλήσια και μονές, με κυρίαρχη τη Μονή Κηπίνας, που αξίζει κανείς να επισκεφθεί.

pindos4Μικρά γεφύρια σάς μεταφέρουν από τη μία όχθη του Χρούσια στην άλλη.

Τα δύο χωριά έχουν ως ξεκάθαρο σύνορο ένα φαράγγι που είναι γνωστό με διάφορα ονόματα, από τα οποία έχει επικρατήσει η ονομασία Φαράγγι του Σταυραετού. Στην κοίτη του φαραγγιού κυλάει ο ποταμός Χρούσιας, που πήρε το όνομά του από τον μυθολογικό γενάρχη των βασιλιάδων της Ηπείρου Χρούσιο, γιο του Νεοπτόλεμου κι εγγονό του Αχιλλέα. Ο Χρούσιας γεννιέται στον Μέγα Τράπο, στην Πλάκα και την Κουρκούμπετα, τις νοτιότερες ψηλές κορυφές του Λάκμου, και με κατεύθυνση προς τα νότια ενώνεται μετά από τέσσερα χιλιόμετρα με το ρέμα Ξερολάγκαδο που έρχεται από το διάσελο της Γκρουμιλιάσας.

Στη συνέχεια ο ποταμός περνάει ανάμεσα από τα δύο χωριά, όπου σχηματίζεται το φαράγγι, και λίγο μετά στρέφεται προς τα δυτικά, όπου ενώνεται με τον Μελισσουργιώτικο και μαζί πλέον κυλάνε προς τον μεγάλο Αραχθο ποταμό.

Περπάτημα στο φαράγγι
Το συνολικό μήκος του φαραγγιού δεν ξεπερνάει, χονδρικά, τα 6 χλμ., και οι παλιές πλακόστρωτες στράτες που ένωναν τα δύο χωριά σάς κατεβάζουν εύκολα στην καρδιά του. Τα κύρια μονοπάτια τέμνουν κάθετα το φαράγγι στο βόρειο και το νότιο τμήμα του, δημιουργώντας έτσι μια κυκλική διαδρομή που περιλαμβάνει και αρκετό περπάτημα σε χωματόδρομους και άσφαλτο.

pindos2Οι πέτρινοι παλιοί νερόμυλοι ορίζουν το φθινοπωρινό τοπίο.

Ομως, αξίζει κανείς να κατέβει στην κοίτη και να περπατήσει παράλληλα με τον Χρούσια στα μικρότερα μονοπάτια που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι για να κατέβουν στον ποταμό, στους νερόμυλους, στα μικρά τους μποστάνια κοντά στις όχθες. Το μόνο πρόβλημα που μπορεί να συναντήσετε είναι η πυκνή βλάστηση που σε λίγα σημεία μπορεί να σας μπερδέψει. Με αφετηρία λοιπόν το Συρράκο και τα 1.150 μέτρα υψόμετρο, το πλακόστρωτο μονοπάτι φτάνει στην κοίτη του ποταμού, όπου βρίσκονται διάσπαρτοι παλιοί πετρόκτιστοι μύλοι και γεφύρια. Από εδώ μικρές διαδρομές σάς οδηγούν πιο βόρεια σε μια παράλληλη πορεία που συναντάει κανείς καταρράκτες και λιμνούλες, ανάμεσα στα κάθετα βράχια του φαραγγιού.

Για όσους διαθέτουν πιο εξερευνητικό πνεύμα, αξίζει να ακολουθήσουν προς τα νότια την κοίτη και να περπατήσουν μέσα στο πυκνό δάσος σε μια πορεία περίπου 2,5 χιλιομέτρων η οποία ενώνει το βόρειο πλακόστρωτο μονοπάτι με το νότιο. Κοντά στο τέλος της διαδρομής υπάρχει και το περίφημο γεφύρι της Κουιάσας. Η βλάχικη ονομασία του σημαίνει «σκιερός τόπος» και το μονότοξο γεφύρι με ύψος 18 μέτρα και μήκος 20 μέτρα στέκεται ακόμα ακμαίο, ενώνοντας τις δύο όχθες του Χρούσια. Από εδώ διαλέξτε να ανεβείτε στους Καλαρρύτες από το μονοπάτι και όχι από την άσφαλτο, σε μια μικρή διαδρομή που κοιτάει το πέταλο του Μπάρου και την επιβλητική κορφή του Καταραχιά.

Παρθένα, άγρια φύση
Η ονομασία Σταυραετός του φαραγγιού δεν είναι τυχαία, καθώς στην περιοχή ζουν μεγάλα σπάνια αρπακτικά της ορνιθοπανίδας, μαζί με δεκάδες άλλα μεγάλα και θαυμαστά ζώα.

pindos3Το παραδοσιακό Συρράκο είναι η αφετηρία για τις πεζοπορίες σας.

Οι ντόπιοι συμβουλεύουν τους πεζοπόρους να τραγουδάνε και να φωνάζουν στα περπατήματά τους, και αυτό γιατί μέσα στην πυκνή βλάστηση μπορεί να κρύβεται κάποια αρκούδα που κατέβηκε για αναζήτηση τροφής στο ποτάμι. Στον ουρανό πετάνε μεγαλόπρεποι χρυσαετοί, φιδαετοί και πετρίτες, στα κρύα νερά του ποταμού οι βίδρες κυνηγάνε ψάρια και καβούρια και μπορεί από μακριά να δείτε κάποιο ζαρκάδι να χώνεται με σβελτάδα στα πυκνά βάτα.

Το ιδιαίτερο γνώρισμα του φαραγγιού είναι η μεγάλη ποικιλία από δέντρα, η οποία δημιουργεί ένα πλούσιο μεικτό δάσος. Αυτή την εποχή μάλιστα τα δέντρα χαρίζουν στον ταξιδιώτη ένα πολύχρωμο σκηνικό, καθώς οι βελανιδιές, οι φλαμουριές, τα πλατάνια, οι κουτσουπιές και ένα σωρό άλλα είδη γεμίζουν από καφετιά, κόκκινα και κίτρινα χρώματα.

Κείμενο: Δαυίδ Κουτσογιαννόπουλος
Φωτογραφίες: ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΗΛΑΣ
πηγή: Έθνος

Η ώρα για τα χειμαδιά έφτασε

Οι νομάδες δεν έχουν μόνιμη κατοικία. Δεκέμβρης πια και το κρύο στα βουνά ήρθε. Ώρα για τα μελίσσια να πάρουν το δρόμο για τα χειμαδιά κάτω στον κάμπο, όπου θα περάσουν το χειμώνα.

keramates4

Έπειτα από τρεις μήνες στις πλαγιές γύρω από τη λίμνη Πουρναρίου, όπου είχαμε ξεκινήσει για το ρείκι, αλλά τελικά τρυγήσαμε την κουμαριά, είχε έρθει πια η ώρα να αφήσουμε εκείνο το εκπληκτικό τοπίο για τη μονοτονία, αλλά και την ασφάλεια του κάμπου. Με καθαρό ουρανό και πανσέληνο, η μεταφορά ήταν πολύ εύκολη και το μόνο μας πρόβλημα ήταν το κρύο. Για πρώτη φορά επιλέξαμε να αλλάξουμε περιοχή για το ξεχειμώνιασμα. Ο λόγος ήταν γιατί εκεί που ξεχειμωνιάζαμε τις προηγούμενες χρονιές υπήρχε μεγάλη πυκνότητα δέντρων που δημιουργούσε πολύ υγρασία στο έδαφος, ενώ τα μελίσσια δεν είχαν τη μέγιστη δυνατή έκθεση στον ήλιο.

keramates1

Επίσης η πρόσβαση, το φόρτωμα και το ξεφόρτωμα ήταν δυσκολότερο. Το συγκεκριμένο κτήμα σχεδόν καταστράφηκε από τους παγετούς του 2015 και από τότε δεν κατάφερε να αναρρώσει… Είναι πολύ άσχημο να βλέπεις καμμένη γη, αυτό το μέρος που κάποτε ήταν γεμάτο πορτοκαλιές. Δυστυχώς ολόκληρη η περιοχή δείχνει σημάδια εγκατάλειψης, καθώς η πτωτική τιμή του πορτοκαλιού έχει αναγκάσει τους περισσότερους παραγωγούς να τα παρατήσουν ή να δοκιμάσουν αλλάξουν καλλιέργειες.

keramates2

Το μεγαλύτερο κομμάτι του κάμπου της Άρτας βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση, στην οποία όμως οδηγούμαστε με τον αυτόματο πιλότο. Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο, ο κάθε ένας πράττει ανάλογα με το τι ελπίζει ότι θα του αποφέρει κέρδος και αυτό δεν γνωρίζουμε που θα καταλήξει. Εμείς πάλι με τη σειρά μας ελπίζουμε οι μέλισσες να βοηθήσουν το κτήμα να επανέλθει, όσο γίνεται πια, αλλά και η παρουσία μας εκεί να του δώσει λίγη από τη ζωή που είχε κάποτε.

keramates3

Αρχικά όμως θα αφήσουμε τις μέλισσες να ηρεμήσουν, να συνηθίσουν το νέο τους περιβάλλον και να εξερευνήσουν την περιοχή. Εμείς όπως πάντα θα παρακολουθούμε διακριτικά.

Τρυγήσαμε μέλι κουμαριάς!

Στις αρχές του φθινοπώρου μεταφέραμε τα μελίσσια μας στις κατάφυτες πλαγιές της οροσειράς της Πίνδου, γύρω από τη λίμνη Πουρναρίου, σε υψόμετρο 450 μέτρων. Ο αρχικός μας στόχος ήταν η ανθοφορία της ερείκης, η οποία όμως ενώ βοήθησε τα μελίσσια να αναπτυχθούν, δεν έδωσε μέλι ώστε να πάρουμε. Μετά τον Οκτώβρη το μόνο φυτό που μπορεί να δώσει μέλι είναι αυτό της κουμαριάς.

koumariaΤο μέλι της κουμαριάς.

Από την κουμαριά προκύπτει ένα σπάνιο και πολύ ιδιαίτερο μέλι με χαρακτηριστική υπόπικρη γεύση, σκουροχάλκινο χρώμα και αρωματικές νότες πικρής καραμέλας. Είναι σπάνιο γιατί η συλλογή του είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Δεν εξαρτάται ούτε από τους χειρισμούς του μελισσοκόμου, αλλά ούτε και από τις μέλισσες. Λίγο μετά τη συγκομιδή του κρυσταλλώνει αποκτώντας μια πολύ ξεχωριστή βουτυρένια υφή. Η υπόπικρη γεύση του, στην οποία οφείλει και την διεθνή ονομασία του ως “bitter honey” αποδίδεται στο γλυκοζίδιο αρβουτίνη.

koumaria3Το μελισσοκομείο στη λίμνη Πουρναρίου, στην Πίνδο, απ’ όπου τρυγήσαμε το μέλι της κουμαριάς.

Το μέλι κουμαριάς εμφανίζει υψηλή περιεκτικότητα σε φαινόλες, τανίνες, που έχουν αντισηπτικές ιδιότητες για το ουροποιητικό σύστημα και έντονη αντιοξειδωτική δράση η οποία έχει αποδοθεί στις υψηλές συγκεντρώσεις 2,5-υδροξυφαινυλαοξικό οξύ (homogentisic acid). Οι θερμίδες που εμπεριέχει το μέλι κουμαριάς είναι λιγότερες από τα άλλα μέλια λόγω του χαμηλού ποσοστού γλυκόζης και φρουκτόζης και έτσι συνίσταται σε περιπτώσεις δίαιτας. Το συγκεκριμένο μέλι χρησιμοποιείται στο εξωτερικό από μεγάλους σεφ για τη δημιουργία γκουρμέ πιάτων, καθώς συνδυάζοντας την υπόπικρη γεύση του αναδεικνύουν τις αντιθέσεις.

koumaria1Το μελισσοκομείο στη λίμνη Πουρναρίου, στην Πίνδο, απ’ όπου τρυγήσαμε το μέλι της κουμαριάς.

Μπορείτε να κρατήσετε σε μια “ημικρυσταλλωμένη” κατάσταση το μέλι, αφήνοντάς το κοντά στο καλοριφέρ ή δίπλα στο τζάκι. Έτσι θα του δώσετε μια μοναδική κρεμώδη υφή στην οποία μπορείτε να βουτήξετε ώριμα και παλαιωμένα κίτρινα τυριά, αναδεικνύοντας την δυναμική της αντίθεσης των γεύσεων. Επίσης μπορείτε να δοκιμάσετε την κουμαριά σε αφέψημα φασκόμηλου, το οποίο είναι και αυτό πικρό, ώστε να διαπιστώσετε την αρμονία των δύο γεύσεων. Τέλος το μέλι κουμαριάς είναι εκπληκτικό όταν συνδυαστεί με φρέσκια γύρη στο γιαούρτι.

Δοκιμάστε το!

Η κουμαριά πάει καλά!

Παρά τις βροχές και το κρύο που επικράτησαν στην περιοχή γύρω από τη λίμνη του Πουρναρίου στην Πίνδο, την τελευταία εβδομάδα οι μέλισσες έχουν αρχίσει και σφραγίζουν πλέον το μέλι της κουμαριάς και εκτός εξαιρετικού απροόπτου θα τρυγήσουμε τις επόμενες ημέρες.

bees-pindos1

Αρχικά οι μέλισσες δούλεψαν στα ρείκια, τις ακονιζιές, τους κισσούς και τον αρκουδόβατο, φυτά τα οποία τα βοήθησαν να αναπτύξουν ικανοποιητικούς πληθυσμούς ώστε να εκμεταλλευτούν την ανθοφορία της κουμαριάς που ακολουθούσε και είναι και η τελευταία της χρονιάς.

koumaria

Από την κουμαριά προκύπτει ένα πολύ ιδιαίτερο μέλι με χαρακτηριστική υπόπικρη γεύση, σκουροχάλκινο χρώμα και αρωματικές νότες πικρής καραμέλας, το οποίο λίγες ημέρες μετά τη συλλογή του κρυσταλλώνει και αποκτά μια βουτυρένια υφή. Το μέλι της κουμαριάς είναι ένα σπάνιο μέλι καθώς η συλλογή του είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Οι κουμαριές φύονται σε ημιορεινές περιοχές και την περίοδο που ανθίζουν το κρύο έχει ήδη κάνει την εμφάνισή του και οι μέλισσες ελαττώνουν κατά πολύ τις πτήσεις τους.

kostasΧρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κ. Κώστα για τη βοήθεια που μας έχει προσφέρει για να τρυγηθεί αυτό το μέλι!

Μέλι πλούσιο σε ιχνοστοιχεία και βιταμίνες, περιέχει αρβουτίνη και τανίνες, που έχουν αντισηπτικές ιδιότητες για το ουροποιητικό σύστημα και κατεβάζει την πίεση. Σε σύγκριση με τα άλλα μέλια έχει το χαμηλότερο ποσοστό γλυκόζης-φρουκτόζης και κατά συνέπεια και τις λιγότερες θερμίδες.

Άρτα: Γέφυρα στους αιώνες

Η διαχρονική συνέχεια της Αρτας είναι πραγματικά σπάνια: από την αρχαία Αμβρακία μέχρι το Δεσποτάτο της Ηπείρου και το σήμερα, η Αρτα πάντα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή, κάτι που συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας.

arta1Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου, μετά τα Ιωάννινα, και μία από εκείνες τις πόλεις που έχουν συνδέσει άρρηκτα το όνομά τους με το πιο σπουδαίο τους αξιοθέατο: κι αν ακόμα δεν έχεις έρθει ποτέ, ξέρεις τι πρέπει να δεις οπωσδήποτε στην Αρτα. Ενα είναι το γεφύρι άλλωστε που ξέρεις από μικρός, το γεφύρι της Αρτας, το χιλιοτραγουδισμένο και πολυθρύλητο. Και δικαίως βέβαια: μπορεί να μην είναι το πιο περίπλοκο τεχνικά (εκτός κι αν έλεγε την αλήθεια ο θρύλος με τη γυναίκα του πρωτομάστορα…), όμως λίγο η λαϊκή δοξασία, λίγο το γεγονός πως για κάποιο διάστημα αποτελούσε το σύνορο ανάμεσα στην απελευθερωμένη και την ακόμη υπόδουλη Ελλάδα, το γεφύρι απέκτησε σχεδόν μυθικές διαστάσεις.

Το πέτρινο γεφύρι λοιπόν που ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού Αραχθου, βρίσκεται στην είσοδο της σύγχρονης πόλης της Αρτας. Με μήκος 145 μ., 4 συνολικά καμάρες, το γεφύρι αυτό του 17ου αι. δικαιολογεί και επιβεβαιώνει τις προσδοκίες. Απέναντι ακριβώς, θα δεις το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο Αρτας, καθώς και τον Πλάτανο του Αλή, όπως λέγεται το γέρικο πλατάνι όπου λέγεται πως… κρεμούσε ο τρομερός πασάς τους εχθρούς του.

Πέρα από τους θρύλους και τις δοξασίες πάντως, η Αρτα έχει παρόν· και το ζει έντονα. Για να τη γνωρίσεις θα πρέπει να σεργιανίσεις τους κεντρικούς της πεζόδρομους, την Σκουφά, την Αγίου Κωνσταντίνου, τη Μάτσου και την Παντοκράτορος, καθώς και τις πλατείες Κιλκίς και Εθνικής Αντιστάσεως, όπου χτυπάει η καρδιά της σύγχρονης Αρτας. Σημείο αναφοράς είναι το περίφημο Ρολόι, ένας παλιός οθωμανικός πύργος του 19ου αι., και βέβαια το Κάστρο, ο σταθερός φρουρός της πόλης, που έχτισαν τον 13ο αι. οι Κομνηνοί του Βυζαντίου, όταν η πόλη ήταν η πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Μπροστά από το Κάστρο εκτείνεται μία από τις πιο χαρακτηριστικές συνοικίες της Αρτας, η γειτονιά των Ταμπακιάδων, με τα χαμηλά σπίτια και τις γραφικές αυλές. Για μια πανοραμική άποψη της πόλης μπορείς να ανέβεις στην Περάνθη, έναν πευκόφυτο λόφο με θέα σε όλη την πόλη και τον ποταμό Αραχθο.

arta10Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το καύχημα των Κομνηνών

Από τον πρωτότυπο αρχιτεκτονικό της τύπο και μόνο αντιλαμβάνεσαι πως εδώ πρέπει να συμβαίνει κάτι σπουδαίο. Ο λόγος γίνεται βέβαια για τον εντυπωσιακό ναό της Παναγίας της Παρηγορήτισσας, στο κέντρο της πόλης, δίπλα στην πολυσύχναστη πλατεία Σκουφά. Ο πελώριος, κυβόσχημος ναός δεν μοιάζει με κανέναν άλλον που έχεις δει: αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός των Κομνηνών, των βυζαντινών αρχόντων του Δεσποτάτου της Ηπείρου, που μέλημά τους ήταν να κατασκευάσουν κάτι καινοτόμο και εντελώς ασυνήθιστο για να στεγάσει τη Μητρόπολη της πολιτείας. Ο στόχος επετεύχθη, όπως θα διαπιστώσεις.

Ο ναός χτίστηκε την περίοδο 1285-1289 (κατά μία από τις επικρατέστερες εκδοχές) από τον Μιχαήλ Β’ Νικηφόρο Α’ Κομνηνό Δούκα, συνεχίζοντας στην ουσία μια παλαιότερη κατασκευή που μάλλον δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αν και έχουν περάσει κοντά οκτακόσια χρόνια από τα εγκαίνια του ναού, πολλά είναι τα ιδιαίτερα στοιχεία του που ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζουν, όπως η οροφή με τους πέντε πλίνθινους τρούλους ή η σπάνια μείξη διαφορετικών τεχνοτροπιών που εναρμονίζονται χωρίς χτυπητές αντιθέσεις: ανάγλυφες διακοσμήσεις με προφανή τη φράγκικη επιρροή δίπλα σε αρχαιοελληνικούς μαιάνδρους, ενώ παραδίπλα, στα τόξα, παρατηρείς γοτθική γλυπτή διακόσμηση, κατά πάσα πιθανότητα έργο Ιταλών μαστόρων που εργάζονταν στην κατασκευή του ναού.

arta11Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ακόμη ένα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ο κεντρικός τρούλος της Παρηγορήτισσας. Από τη μια, βλέπεις να στολίζει τον τρούλο ένα πελώριων διαστάσεων περίτεχνο ψηφιδωτό που απεικονίζει τον Παντοκράτορα, κάτι ιδιαίτερα σπάνιο στους ελληνορθόδοξους ναούς· και από την άλλη, παρατηρείς πως ο τρούλος αυτός στηρίζεται σε πανύψηλους κίονες, κάτι που επίσης δεν απαντάται συχνά. Αξίζει μάλιστα να παρατηρήσεις πως όσο ορθώνονται προς την οροφή, οι κίονες σμικραίνουν, έτσι ώστε όταν πια συναντούν τον τρούλο να δίνουν μια αίσθηση «πυραμίδας».

Η Παναγιά η Παρηγορήτισσα μπορεί να είναι ο πιο εντυπωσιακός ναός στην Αρτα, δεν είναι όμως και ο παλαιότερος. Τον «τίτλο» αυτό έχει ο βυζαντινός ναός του Αγίου Βασιλείου, με την εντυπωσιακή κεραμοπλαστική διακόσμηση, χτισμένος κι αυτός τον 13ο αι., σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις των ειδικών μελετητών.

Μια ανέλπιστη ανακάλυψη
Γεμάτη βυζαντινά μνημεία είναι η Αρτα. Μέσα στα σπλάχνα της πόλης θα ανακαλύψεις ωστόσο και ένα μνημείο που θα σε πάει πολύ πιο πίσω στον χρόνο. Οι εργασίες που γίνονταν σε ένα οικόπεδο της πόλης έφεραν στο φως τα απομεινάρια ενός αρχαίου ναού δωρικού ρυθμού, περίπου του 500 π.Χ. Είναι ο ναός του Απόλλωνα Πύθιου Σωτήρα, από τους πλέον σημαίνοντες λατρευτικούς χώρους της αρχαίας Αμβρακίας, από τον οποίο διασώζονται μονάχα η κρηπίδα και η ευθυντηρία (η επίστρωση των θεμελίων), καθώς και το θεμέλιο του βάθρου όπου δέσποζε ο ανδριάντας του θεού. Η είσοδος στον χώρο είναι ελεύθερη για το κοινό.

arta2Τμήμα της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου, με το παλιό σχολείο να διακρίνεται ολόκληρο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το χωριό της λίμνης

Δημιουργήθηκε ως απόρροια των υδροηλεκτρικών και αρδευτικών έργων στην περιοχή, και κυρίως χάρη στην κατασκευή του φράγματος Πουρναρίου. Η ομώνυμη τεχνητή λίμνη, λίγα μόλις χιλιόμετρα βόρεια της Αρτας, έφερε πράγματι τα ποθητά αποτελέσματα των ιθυνόντων, πότισε τις καλλιέργειες, παράλληλα ωστόσο έφερε μοιραία και την εξαφάνιση ενός ολόκληρου χωριού. Εξαφάνιση; Κι όμως, όχι οριστική! Κάθε φορά που τα νερά της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου αποσύρονται, λόγω εποχής, αποκαλύπτονται κάποια από τα παλιά κτίσματα της Κάτω Κλημεντίνης, ένας οικισμός που είχε ήδη εγκαταλειφθεί λίγο πριν από την κατασκευή του φράγματος. Οι εικόνες που δημιουργούνται είναι στ’ αλήθεια υποβλητικές: φαντάσου ένα ολόκληρο σχολείο να ξεμυτίζει σιγά-σιγά μέσα από τα νερά, σαν ένα μήνυμα από το παρελθόν, κι έπειτα να βυθίζεται και πάλι όταν η στάθμη της λίμνης επανέρχεται σε υψηλότερα επίπεδα.

arta3Ηλιοβασίλεμα στην Κορωνησία.  Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Νησί με τα όλα του…

Κορωνησία όνομα και πράγμα! Τι κι αν μπορείς να έρθεις και με το αυτοκίνητό σου ή ακόμα και πεζός; Η Κορωνησία είναι νησί με τα όλα του, και μάλιστα με πολύ περισσότερα από όσα ίσως θα περίμενες να συναντήσεις σε ένα τόσο δα νησάκι καταμεσής του Αμβρακικού. Με περίπου 25 χλμ. να τη χωρίζουν από την Αρτα, η Κορωνησία είναι ένας μικρός παράδεισος για τους παρατηρητές πουλιών, για υπαίθριες δραστηριότητες, για περιηγητές που γοητεύονται από βυζαντινά μνημεία (έχει κι απ’ αυτά!), ακόμα και για τους… καλοφαγάδες. Η μεγάλη πλειονότητα των περίπου 350 μόνιμων κατοίκων της Κορωνησίας ασχολούνται με την αλιεία, πράγμα που σημαίνει πως το φρέσκο ψάρι δεν λείπει ποτέ από τα (άφθονα) ταβερνάκια του μικρού νησιού.

Στην Κορωνησία μην παραλείψεις να σταθείς στον βυζαντινό ναό της Παναγίας (7ος ή 10ος αι.) με τον ωραίο τρούλο, ενώ αν θέλεις να ασχοληθείς, έστω και ερασιτεχνικά, με το birdwatching στην περιοχή, μπορείς να απευθυνθείς στο Κέντρο Ερευνας και Πληροφόρησης (τηλ. 26810 74772). Τέλος, αν και ο κόλπος του Αμβρακικού δεν ενδείκνυται γενικά για μπάνιο, καθώς σε πολλά σημεία ο βυθός είναι βαλτώδης, περιμετρικά της Κορωνησίας θα βρεις μικρές παραλίες που είναι κατάλληλες για κολύμπι. Θυμήσου ακόμα πως στο νησί γίνεται μεγάλη γιορτή τον Δεκαπενταύγουστο, όπου ξεχωρίζει η Γιορτή της Σαρδέλας.

arta4Οι βάρκες ξεμυτίζουν ανάμεσα από τους καλαμιώνες στις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Πέτρινα αριστουργήματα
Στο σκληρό ηπειρώτικο τοπίο μία λύση είχαν οι παλιοί κάτοικοι ώστε να μη μένουν αποκομμένοι από τον κόσμο: να δαμάσουν τη γη φτιάχνοντας γεφύρια. Κι έτσι, οι Ηπειρώτες μάστορες έβαλαν όλο το μεράκι και την τέχνη τους, και από τα χέρια τους βγήκαν αριστουργήματα που μένουν ακλόνητα στο πέρασμα των δεκαετιών και των αιώνων. Σ’ ολόκληρη την Ηπειρο και τη Δυτική Μακεδονία θα συναντήσεις άπειρα τέτοια γεφύρια, ένα ωστόσο από αυτά είναι το πιο ονομαστό: είναι το περίφημο γεφύρι της Πλάκας, που ζεύγει τις όχθες του ποταμού Αραχθου, πολύ κοντά στην πόλη της Αρτας. Το γεφύρι χτίστηκε στα 1866 -η λαϊκή δοξασία μάλιστα θέλει να επαναλαμβάνεται κι εδώ ο θρύλος «να στεριώσουν άνθρωπο»- και είναι το μεγαλύτερο μονότοξο στα Βαλκάνια, με τόξο ανοίγματος 40 μ., μήκος 61 μ. και μέγιστο ύψος 21 μ.

arta5Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ασπιλη Αθαμανία

Μία από τις πιο συγκλονιστικές περιοχές της Αρτας, της Ηπείρου κι ολόκληρης της Ελλάδας συνοψίζεται σε μία λέξη: Τζουμέρκα. Παραδοσιακά χωριά που «φυτρώνουν» στις κατάφυτες πλαγιές, άφθονα τρεχούμενα νερά, οροσειρές που κόβουν την ανάσα και συνθέτουν έναν φυσικό καμβά ανυπέρβλητης ομορφιάς, πέρα από κάθε περιγραφή.

Τα Αθαμανικά Ορη, όπως είναι και η επίσημη ονομασία της οροσειράς που γνωρίζουμε ως «Τζουμέρκα», αποτελούν κομμάτι της Πίνδου, το βορειότερο μάλιστα τμήμα τους ανήκει διοικητικά στα Ιωάννινα, με το κεντρικό και νότιο να ανήκουν στην Αρτα. Με αφετηρία την πρωτεύουσα του νομού, μπορείς να ακολουθήσεις διαδρομές είτε προς τα Αγναντα είτε αρχικά προς τα Θεοδώριανα, που θα σε περάσουν από περιοχές σπάνιας φυσικής ομορφιάς, χωρίς μάλιστα να παρουσιάζουν ιδιαίτερες δυσκολίες για τον οδηγό, ειδικά αυτήν την εποχή: ολόκληρη η διαδρομή άλλωστε είναι πλέον ασφαλτοστρωμένη.

Εκκινώντας λοιπόν από την Αρτα, μια διαδρομή που συστήνεται για να γνωρίσεις τα αρτινά Τζουμέρκα είναι εκείνη με κατεύθυνση τα ορεινά Αγναντα. Ο δρόμος θα σε περάσει πρώτα από την τεχνητή λίμνη Πουρναρίου και το χωριό της Ροδαυγή, για να συνεχίσει έπειτα προς την Πλατανούσσα και το Μονολίθι. Από το χωριό αυτό ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει, για να φτάσει στον ποταμό Αραχθο και το περίφημο γεφύρι της Πλάκας (το αυτοκίνητο περνάει από τη σύγχρονη γέφυρα). Από εδώ τα Αγναντα απέχουν μόλις 7,5 χλμ., κι αυτά μάλιστα σε πολύ όμορφη διαδρομή. Το υψόμετρο στο κεφαλοχώρι των Αγνάντων φτάνει περίπου τα 700 μ.· το χωριό μάλιστα διαθέτει και αρκετές υποδομές, αν θελήσεις να διανυκτερεύσεις εδώ ή να έχεις τον οικισμό ως αφετηρία για εξορμήσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Συνεχίζοντας λίγο βορειότερα, στα όρια πια με τα Ιωάννινα, θα συναντήσεις το χωριό Κτιστάδες, με το όνομά του να αποκαλύπτει γρήγορα την ιδιαίτερη τέχνη των κατοίκων του. Οι Κτιστάδες απέχουν από την Αρτα περίπου 63 χλμ., ωστόσο για να φτάσεις στο επόμενο από τα τζουμερκοχώρια της διαδρομής θα πρέπει να… πατήσεις Ιωάννινα, να ακολουθήσεις δηλαδή τον δρόμο που για λίγο μπαίνει μέσα στα όρια του γειτονικού νομού.

arta7Οι γραφικοί Μελισσουργοί, με την «άγρια» θέα στα βουνά. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Μελισσουργοί και Θεοδώριανα
Περίπου 73 χλμ. από την Αρτα, οι ορεινοί Μελισσουργοί είναι σίγουρα από τα ωραιότερα χωριά των Τζουμέρκων. Εχεις από τη μια ένα πανέμορφο και φροντισμένο χωριό, με τη γραφική πλατεία του, τον ναό του Αγίου Νικολάου, ακόμα κι έναν μικρό καταρράκτη λίγο έξω από τον οικισμό, κι από την άλλη μια εκπληκτική θέα στα άγρια βουνά, που ολοκληρώνει την υπέροχη αίσθηση που σου αφήνει το χωριό.

Για να συνεχίσεις τη διαδρομή σου στα αρτινά τζουμερκοχώρια μετά τους Μελισσουργούς, θα πρέπει να πάρεις τον δρόμο από τον οποίο ήρθες, με κατεύθυνση προς τα Αγναντα. Από εκεί, στρίψε αριστερά προς τον Καταρράκτη, ένα χωριό που θεωρείται από τα πιο ανερχόμενα τουριστικά. Το πιο εντυπωσιακό αξιοθέατο του χωριού δεν είναι άλλο από τους διπλούς καταρράκτες λίγο έξω από τον οικισμό (γύρω στα 4 χλμ.): θα πρέπει να θυμάσαι ωστόσο πως αυτήν την εποχή οι καταρράκτες ουσιαστικά στερεύουν (καλοκαίρι γαρ…), έχε στον νου σου ωστόσο πως τον χειμώνα τα νερά τους χυμούν ορμητικά στην πλαγιά, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό θέαμα. Πολύ κοντά στον Καταρράκτη βρίσκεται και το Δασικό Χωριό Κέδρος.

arta6Το παλιό και το νέο γεφύρι στα Θεοδώριανα. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Περιήγησης συνέχεια, κατεύθυνση προς τον Νότο και σειρά έχει η Κυψέλη, περίπου 23 χλμ. από τον Καταρράκτη (και 60 από την Αρτα). Εδώ αξίζει να σταθείς στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ζωής του ντόπιου Παντελή Καραλή, στην πλατεία του χωριού, που φιλοξενεί εκατοντάδες (ίσως πλέον και χιλιάδες) εκθέματα από το σπίτι, το χωράφι, το κοπάδι του παραδοσιακού Αρτινού (τηλ. 26850 71390).

Συνεχίζοντας έρχεσαι στο όμορφο Βουργαρέλι, από τα μεγαλύτερα τζουμερκοχώρια, έπειτα στο χωριό Αθαμάνιο για να καταλήξεις ύστερα από συνολικά 75 χλμ. (από την Αρτα) στα Θεοδώριανα: ένα από τα πιο όμορφα αθαμανικά χωριά, με απίστευτα πλούσια νερά που φροντίζουν να χαρίζουν τη δροσιά τους χειμώνα-καλοκαίρι.

arta8Στο αρχαιολογικό μουσείο της Αρτας. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Η αίγλη της Αμβρακίας

Αν οι βόλτες στα μουσεία και στους πολιτιστικούς χώρους είναι για σένα αναπόσπαστο κομμάτι ενός ταξιδιού, η επίσκεψη στην Αρτα είναι ό,τι ιδανικότερο. Κι αν πάλι δεν είσαι (ακόμα) φανατικός των μουσείων, πάλι η επίσκεψη στην Αρτα είναι αυτή που θα σε κάνει να αναθεωρήσεις.

Ξεκίνημα με το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, ένας νέος χώρος-κύτταρο πολιτισμού, με την άψογη διαρρύθμιση των χώρων να συμβάλλει στην καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων, με επίκεντρο βέβαια την ιστορία της αρχαίας Αμβρακίας. Το μουσείο διακρίνεται σε τρεις ενότητες, «τα εν δήμω», «τα εν οίκω» και «τα εν τάφω», όπου και παρουσιάζονται ευρήματα από ανασκαφές στην περιοχή, που τοποθετούνται χρονολογικά από την παλαιολιθική εποχή έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η πλειονότητα των εκθεμάτων προέρχεται από τις έρευνες στο πρυτανείο, το μικρό και το μεγάλο θέατρο, τον ναό του Απόλλωνα και τα δύο αρχαία νεκροταφεία που έχουν εντοπιστεί στη σημερινή Αρτα.

arta9Το Λαογραφικό Μουσείο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το Ιστορικό Μουσείο Σκουφά είναι μία ακόμα απαραίτητη στάση σε μια επίσκεψη στην Αρτα. Το θέμα και εδώ είναι η ιστορία της πολιτείας από τα χρόνια της αρχαιότητας μέχρι τις μέρες μας, που εδώ ωστόσο δίνεται με τρόπο διαφορετικό. Η ιστορία της Αρτας παρουσιάζεται μέσα από σκηνογραφικές συνθέσεις που αναπαριστούν σκηνές τόσο από την καθημερινότητα όσο και από συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες. Το μουσείο αφιερώνει συνθέσεις στην αρχαία Αμβρακία, στη βυζαντινή εποχή, στην Τουρκοκρατία, στην απελευθερωμένη πια Αρτα καθώς και σε διάφορες κοινωνικές και επαγγελματικές δραστηριότητες των Αρτινών.

Το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που στέκει απέναντι στο γεφύρι της Αρτας, που κάποτε λειτουργούσε ως μεθοριακός σταθμός, σήμερα στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της Αρτας. Η εντυπωσιακή όσο και φροντισμένη του εμφάνιση, με το έντονο κόκκινο χρώμα, δεν προδίδει ούτε κατά διάνοια την ηλικία του (χτίστηκε το 1864), ωστόσο είναι στο εσωτερικό του εκεί όπου αρχίζει να εκτυλίσσεται το πραγματικό ταξίδι στο παρελθόν. Το Λαογραφικό λοιπόν περιλαμβάνει πλούσιες συλλογές που εκθέτουν με προσεγμένο τρόπο τη ζωή στην Αρτα: το κοινωνικό γίγνεσθαι, τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, τις αγροτικές ασχολίες, τη ζωή στο σπίτι και την οικογένεια, τα εργαστήρια των επαγγελματιών, ακόμη και το γνωστό καρναβάλι της Αρτας.

Σημαντικά μουσεία και χώροι πολιτισμού που θα πρέπει να επισκεφθείς είναι ακόμα το Μουσείο Κλασικών Αρχαιοτήτων, στη Μονή της Παρηγορήτισσας, η Δημοτική Πινακοθήκη «Γ. Μόραλης» με μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, ενώ αρκετά έξω από την πόλη, στην τοποθεσία Κόπραινα, στις όχθες του Αραχθου, θα βρεις το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, το Μουσείο Αλιείας και το Μουσείο Φάρων.

Αρχαιολογικό Μουσείο Αρτας (θέση Τρίγωνο, 26810 21191, http://www.artasmuseum.gr/)

Ιστορικό Μουσείο Σκουφά (πλατεία Σκουφά, 26810 22795) Λαογραφικό Μουσείο Σκουφά (Γέφυρα Αραχθου, 26810 22192).

Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Αραχθου (Κόπραινα, 26810 69654, http://kpe-arach.art.sch.gr/).

Πηγή: Έθνος (κείμενο: Γιάννης Μαντάς)

Επιστρέψαμε από Χαλκιδική με πευκόμελο!

Μόλις μπήκε το φθινόπωρο και αφού πληροφορηθήκαμε ότι το πεύκο έχει αρχίσει να δίνει, επιλέξαμε τα πιο δυνατά μας μελίσσια, τα φορτώσαμε και ξεκινήσαμε για την Χαλκιδική. Αυτή ήταν η πιο μακρινή (460χλμ από την Άρτα).

aa

Ξεφορτώσαμε το ξημέρωμα και οι μέλισσες έπιασαν αμέσως δουλειά. Είχαν καιρό να βρεθούν σε περιοχή όπου η φύση θα τους προσέφερε απλόχερα τέτοια αφθονία τροφής και οι μέλισσες αυτές τις ευκαιρίες δεν τις αφήνουν να πάνε χαμένες· τα δέντρα πραγματικά έσταζαν. Το μέλι που τρυγήσαμε είναι εξαιρετικής ποιότητας, σκουρόχρωμο, με ιδιαίτερο άρωμα και όχι πολύ γλυκιά γεύση, λόγω της χαμηλής συγκέντρωσης σακχάρων.

ab

Το πευκόμελο είναι ένα μέλι μοναδικό παγκοσμίως, καθώς παράγεται αποκλειστικά στη λεκάνη της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Προέρχεται από τις μελιτώδεις εκκρίσεις του «εργάτη» του πεύκου. Θεωρείται ένα απ’ τα θρεπτικότερα μέλια, χάρη στα πολλά ιχνοστοιχεία και ανόργανα άλατα που περιέχει. Είναι πλουσιότερο από τα ανθόμελα σε ιχνοστοιχεία, έχει λιγότερες θερμίδες ενώ είναι ιδανικό για τις παθήσεις του λαιμού και τις αναιμίες.

Δοκιμάστε το!

Συρράκο – Καλαρρύτες: Tαξίδι στα μέρη του Κώστα Κρυστάλλη και στα απόκρημνα δίδυμα χωριά

Όλοι γνωρίζουν το Μέτσοβο, τα Ζαγοροχώρια, όχι, όμως τη επιβλητική γαλήνη των δύο χωριών! Όπως κάθε φοιτητής και φοιτήτρια που σπούδασε στα Γιάννενα και σέβεται τον εαυτό του, την Ήπειρο την έχω γυρίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό και επανέρχομαι συχνά-πυκνά για να δω… αν είναι όλα εντάξει.

a3

Ενώ όμως τα Ζαγοροχώρια, την Κόνιτσα και το Μέτσοβο τα ξέραμε σχεδόν από την αρχή σαν την παλάμη του χεριού μας, υπήρχαν δύο χωριά που δεν είχαμε καταφέρει να επισκεφθούμε, παρόλο που τα είχαμε βάλει στο μάτι. Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες, αν και απέχουν από τα Γιάννενα καμιά πενηνταριά χιλιόμετρα, δεν είναι προορισμός, στον οποίο πετάγεσαι για να πιεις καφέ – απαιτούν σεβασμό και… ύπνο. Αυτήν τη φορά, λοιπόν, στις παραδοσιακές διανυκτερεύσεις στα Ζαγόρια προσθέσαμε και τρεις στο Συρράκο και ξεκινήσαμε να γνωρίσουμε καινούργια μέρη.

Η αλήθεια είναι ότι αυτό το ξεκίνημα με ζόρισε αρκετά. Ο δρόμος για το Συρράκο ουσιαστικά ολοκληρώθηκε μέσα στη δεκαετία του ’90 και δεν είναι τυχαία αυτή η αργοπορία. Στενός, απότομος, με κατολισθήσεις κατά τόπους, υψώνεται πάνω από βαθιές χαράδρες και είναι μια μικρή δοκιμασία για όσους έχουν ακροφοβία. Αν και αρχικά ήμουν μάλλον πανικόβλητη, είναι τέτοια η ομορφιά του τοπίου, που κάποια στιγμή ξεχνάς την τρομάρα σου κι αρχίζεις να χαζεύεις τα επιβλητικά βουνά, τα νερά που κυλούν στο πολύ βάθος και τις πράσινες πλαγιές που τιμούν με κέφι πρόβατα, κατσίκια και, όπως μάθαμε στο χωριό, αγριογούρουνα.

Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, τα αγριογούρουνα έχουν πολλαπλασιαστεί στην περιοχή και κάθε βράδυ οι ντόπιοι τα βλέπουν να ανεβαίνουν πάνω από το Συρράκο για να φάνε. Όσο για το τι τρώνε, έχω να κάνω δύο καταγγελίες: βολβούς λουλουδιών, σύμφωνα με την ιδιοκτήτρια του ξενώνα όπου έμεινα, γεγονός που τη στενοχωρεί ιδιαίτερα, αλλά και καλαμπόκια και ό,τι άλλο τους γυαλίσει από τα μικρά μποστάνια που διατηρούν οι κάτοικοι, όπως άκουσα να λέει ένας τσαντισμένος παππούς, πίνοντας τσίπουρο.

Η όποια ταλαιπωρία της διαδρομής ξεχνιέται αυτομάτως τη στιγμή που αντικρίζει κανείς το Συρράκο: αγέρωχο, πέτρινο, γαντζωμένο σε μια κάθετη πλαγιά, προκαλεί θαυμασμό με την πρώτη ματιά. Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο τρόπος που η ανθρώπινη θέληση κατάφερε να δαμάσει το τοπίο, με αποτέλεσμα ένα παραμυθένιο χωριό με πέτρινα σπίτια, βρύσες, γεφύρια και καλντερίμια με τόσο απότομη κλίση που η γκλίτσα είναι απαραίτητο και καθόλου φολκλόρ αξεσουάρ. Εννοείται ότι στο χωριό δεν μπαίνουν αυτοκίνητα. Η κεντρική του είσοδος είναι μια πέτρινη πύλη, η Λεύκα, με καλντερίμι που οδηγεί σε δυο γεφυράκια και ύστερα από λίγο περπάτημα στην κεντρική πλατεία.

Υπάρχει, επίσης, ένας περιφερειακός δρόμος με τον οποίο φτάνει κανείς λίγο πιο κοντά στους ξενώνες του χωριού. Από κει και πέρα ετοιμαστείτε για πολύ και απολαυστικό περπάτημα. Οτιδήποτε διαθέτει ρόδες είναι πλέον άχρηστο. Η δυσκολία στην πρόσβαση μας έκανε να αναρωτηθούμε πώς το Συρράκο βρίσκεται σε τόσο καλή κατάσταση, με τη συντριπτική πλειονότητα των κτισμάτων του να είναι άριστα συντηρημένη. Ρωτώντας, μάθαμε ότι δύο ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στην «ανάσταση» του χωριού, το οποίο είχε εγκαταλειφθεί σχεδόν μετά τον Εμφύλιο: η διάνοιξη του δρόμου και ο ερχομός των Αλβανών στην Ελλάδα. Όπως μας εξήγησαν, οι μετανάστες από την Αλβανία ανέλαβαν το δύσκολο έργο της μεταφοράς οικοδομικών και άλλων υλικών στα απότομα καλντερίμια του χωριού. Μέχρι σήμερα, κάθε χρόνο έρχονται στο Συρράκο και φεύγουν μόνο κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Την εμφάνισή τους έχουν κάνει και μικρά ερπυστριοφόρα μηχανήματα μεταφοράς, ενώ απουσιάζουν τα γαϊδούρια ως ασύμφορα – «ταΐστε τα εσείς τον χειμώνα», μας είπαν χαρακτηριστικά.

a2

Τη βόλτα μας στο χωριό την ξεκινήσαμε από την κεντρική πλατεία, που ακόμα κι αυτή απλώνεται σε επίπεδα και διαθέτει τις απαραίτητες ταβέρνες για να φάτε, να πιείτε και να ξαναπιείτε. Εκεί, κάτω από έναν εντυπωσιακό θόλο βρίσκεται και η πηγή Γκούρα, που, απ’ ό,τι φαίνεται, είναι και σημείο συνάντησης. «Γκούρα» στα βλάχικα σημαίνει «στόμα», ενώ βλάχικα μιλούσαν και οι άνθρωποι γύρω μας, καθώς οι μεγαλύτεροι σε ηλικία κάτοικοι τα χρησιμοποιούν συστηματικά και, όπως μας είπαν, μοιάζουν με τα ρουμάνικα – οι νεότεροι δυστυχώς δεν τα γνωρίζουν.

Όσο κι αν προσπαθήσαμε, δεν μπορέσαμε να πιάσουμε κουβέντα – το ίδιο συνέβη την άλλη μέρα και στους Καλαρρύτες. Στην πλατεία βρίσκεται ο Άγιος Νικόλαος με το ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τον χρυσοΰφαντο ρωσικό επιτάφιο. Αν αναρωτιέστε τι δουλειά έχει ο Άγιος Νικόλαος στα 1.150 μέτρα υψόμετρο, λάβετε υπόψη ότι αντίστοιχες εκκλησίες συναντάμε σε πολλά ορεινά της Ηπείρου, μια και οι κάτοικοί τους ασχολούνταν με το εμπόριο και ταξίδευαν πολύ, οπότε χρειάζονταν και την ανάλογη προστασία. Οι Συρρακιώτες έμποροι, μάλιστα, ήταν τόσο δαιμόνιοι, που κατάφεραν να προμηθεύσουν με τις περίφημες αδιάβροχες κάπες από κατσικίσιο μαλλί που φτιάχνονταν στο χωριό ακόμα και τον στρατό του Μεγάλου Ναπολέοντα!

Επόμενο σημείο ενδιαφέροντος είναι το σπίτι του «Τραγουδιστή του χωριού και της στάνης», Κώστα Κρυστάλλη, το οποίο σήμερα έχει γίνει μουσείο και στεγάζει και τη βιβλιοθήκη του χωριού, ενώ αξίζει να δείτε και το Λαογραφικό Μουσείο που δημιούργησε και δώρισε μετά τον θάνατό της η Ερμηνεία Φωτιάδου. Από τον ενθουσιασμό με τον οποίο θα σας ξεναγήσει ο υπεύθυνος του μουσείου θα καταλάβετε πόσο αγαπούν το χωριό τους οι Συρρακιώτες, οι οποίοι το κατακλύζουν κάθε Αύγουστο για το μεγάλο πανηγύρι της Παναγίας –«κάθε δωμάτιο και οικογένεια»–, αφήνοντάς το τον χειμώνα σε όσους ασχολούνται με τον τουρισμό, μια και το μυστικό το έχουν μάθει πλέον αρκετοί και το Συρράκο έχει επισκέπτες όλο τον χρόνο.

Όταν φτάσαμε στο Συρράκο, μετά από τρεις μέρες με πολλά χιλιόμετρα στα Ζαγόρια, είχαμε αποφασίσει ότι η μόνη οδική μετακίνηση που θα κάναμε θα ήταν για να δούμε τους Καλαρρύτες. Απαραίτητη, όμως, σύμφωνα με τη σπιτονοικοκυρά μας, ήταν μια στάση στη Μονή Κηπίνας και ήταν τέτοια η σιγουριά της, που δεν σήκωνε αντιρρήσεις. Συνήθως το κλειδί για το μοναστήρι το παίρνει κανείς από το καφενείο του χωριού(!), τον Αύγουστο όμως μένει ανοιχτό καθημερινά, μια και η περιοχή είναι γεμάτη επισκέπτες που έχουν ακούσει τις ανάλογες θερμές συστάσεις. Φτάνοντας στο μοναστήρι, η πρώτη εικόνα είναι εντυπωσιακή. Ένα Μέγα Σπήλαιο τσέπης από πέτρα, σχεδόν αόρατο από μακριά, χτισμένο το 1212 από τον Αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο.

Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι ιδρύθηκε από έναν υποψήφιο ηγούμενο που αποχώρησε από τη Μονή Βύλιζας μαζί με άλλους μοναχούς, όταν έχασε στις εκλογές, ενώ η πιο θεάρεστη εκδοχή αφηγείται ότι από τη γειτονική Βύλιζα οι μοναχοί έβλεπαν κάθε βράδυ μια μικρή φλόγα αναμμένη, μέχρι που αποφάσισαν να φτιάξουν στο σημείο ένα μοναστήρι – διαλέγετε και παίρνετε. Πάνω από τη μονή μπορεί κανείς να δει ό,τι απέμεινε από τις φιλόδοξες προσπάθειες επέκτασής της, οι οποίες εγκαταλείφθηκαν μετά τη θανάσιμη πτώση ενός καλόγερου καθώς μετέφερε υλικά, γεγονός που θεωρήθηκε θεϊκό σημάδι. Μπαίνοντας στο μοναστήρι, ο επισκέπτης περνά πάνω από μια ξύλινη γέφυρα, η οποία σε περίπτωση κινδύνου σηκωνόταν, μετατρέποντάς το σε απόρθητο φρούριο. Ο μικρός ναός έχει για στέγη τον βράχο, λαξεμένο για να σχηματίζει θόλο, κι ένα όμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο, ακριβές αντίγραφο –όπως διαπιστώσαμε εκ των υστέρων– του αυθεντικού τέμπλου του 18ου αιώνα, που το 1997 κλάπηκε ολόκληρο(!) από αρχαιοκάπηλους κι είναι ακόμα άφαντο. Δίπλα από την εκκλησία ξεκινά ένα σπήλαιο, το οποίο επισκέφθηκε το 1815 ο Πουκεβίλ, βλέποντας όμως μόνο την αρχή του.

Σήμερα μπορεί κανείς να ακολουθήσει μια διαδρομή 300 περίπου μέτρων, αν δεν τον ενοχλούν οι νυχτερίδες, αρκεί να έχει μαζί του έναν υποτυπώδη, έστω, φακό, μια και ο χώρος είναι σχεδόν αφώτιστος. Αξίζει, τέλος, να δείτε το αρχονταρίκι και τα κελιά που είναι κυριολεκτικά τρυπωμένα στον βράχο και κρέμονται στο κενό. Αν είστε παρατηρητικοί, θα εντοπίσετε να κρέμεται σε έναν τοίχο ένα υφαντό «Πάτερ Ημών» – δεν έχει τύχει ποτέ να δω κάτι παρόμοιο και μου έκανε μεγάλη εντύπωση.

a4

Οι Καλαρρύτες και το Συρράκο είναι δίδυμα χωριά εκατέρωθεν του φαραγγιού, με βίους παράλληλους από τον 14ο αιώνα, όταν και ιδρύθηκαν από Βλάχους βοσκούς. Η μόνη εποχή που διαφοροποιήθηκε η μοίρα τους ήταν το 1881, όταν ως σύνορο του ελληνικού κράτους ορίστηκε το Φαράγγι του Χρούσια, με αποτέλεσμα το Συρράκο να μείνει «τουρκοχώρι» και οι Καλαρρύτες να γίνουν «ελληνοχώρι», όπως χαρακτηριστικά μας είπαν. Η απόσταση που χωρίζει τα δυο χωριά είναι περίπου σαράντα λεπτά με τα πόδια ή με το αυτοκίνητο. Η ζέστη και η επερχόμενη βροχή λειτούργησαν αποτρεπτικά κι έτσι δεν αποφασίσαμε να πάρουμε το μονοπάτι που διασχίζει το φαράγγι κι ενώνει τα δύο χωριά – άλλωστε, ήταν και η Κηπίνα στη μέση.

Φτάσαμε στο χωριό και το πρώτο που αντικρίσαμε ήταν ένας αγωγιάτης με τα τρία του γαϊδούρια, μια κι οι Καλαρρύτες είναι πιο «απλωτό» χωριό, με καλντερίμια λιγότερο επικίνδυνα για τα υπομονετικά τετράποδα απ’ ό,τι αυτά του Συρράκου, οπότε οι μεταφορές δεν έπαψαν να γίνονται με ζώα – φυσικά, και στους Καλαρρύτες αφήνεις το αυτοκίνητο έξω από τον οικισμό. Οι Καλαρρυτινοί ήταν διάσημοι για την ασημουργία τους, στην οποία και οφείλεται η χρυσή εποχή του χωριού, στα τέλη του 18ου αιώνα, όταν οι έμποροι πουλούσαν την πραμάτεια τους σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ υπάρχει Μουσείο Αργυροχρυσοχοΐας, το οποίο δυστυχώς δεν κατέστη δυνατό να δούμε, καθότι κλειστό. Αρκεστήκαμε, λοιπόν, στην πληροφορία ότι ο πασίγνωστος Bulgari κατάγεται από δω και πήγαμε να πιούμε καφέ στο άλλο… μουσείο του χωριού.

Πρόκειται για το καφενείο «Άκανθος», ηλικίας 176 ετών, που λειτουργεί ασταμάτητα από το 1840. Ο Ναπολέων Ζαγκλής αποφάσισε τη δεκαετία του ’90 να εγκαταλείψει την πολυεθνική όπου εργαζόταν και να αναλάβει το καφενείο του προπάππου του – απ’ ό,τι φαίνεται, δεν το έχει μετανιώσει καθόλου. Την ώρα του καφέ έπιασε και καταιγίδα, οπότε ακολούθησαν και τα σχετικά τσίπουρα με εξαιρετικό μεζέ, μια και στον «Άκανθο» σερβίρεται και καλομαγειρεμένο φαγητό, που αν κατάλαβα καλά, μάλλον κάποιοι ντόπιοι το παίρνουν και για το σπίτι. Η βόλτα που κάναμε μετά τη βροχή αποκάλυψε ένα πανέμορφο χωριό με πέτρινα αρχοντικά, συντηρημένα με σεβασμό, ενώ η έκπληξη της ημέρας –δεν είμαι σίγουρη ότι ήταν ευχάριστη– ήταν δύο ελαφάκια που εντοπίσαμε να βόσκουν ήσυχα σε έναν περιφραγμένο χώρο, κάνοντάς μας να αναρωτηθούμε μήπως έχουμε χάσει σε τέτοιο βαθμό την επαφή με τη φύση, που μπερδεύουμε τα κατσίκια με τα ελάφια.

a5

Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες ήταν αντικείμενο του πόθου μας για πολλά χρόνια και τώρα που τα γνώρισα τα θεωρώ από τα ωραιότερα ορεινά χωριά της Ελλάδας. Όσο για το Συρράκο, το τοποθετώ μετά βεβαιότητας στην πρώτη τριάδα. Η ζεστασιά των ανθρώπων, η αυθεντική φιλοξενία, το «άγριο» τοπίο, το πέτρινο αρχοντικό του 1864 με το… σαγηνευτικό πρωινό και τους ανοιχτόκαρδους ιδιοκτήτες με κέρδισαν από την πρώτη στιγμή. Θα επιστρέψω με την πρώτη ευκαιρία, μια κι έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου αυτήν τη φορά να κάνω και πεζοπορία. Άλλωστε στην επιστροφή η διαδρομή δεν μου φάνηκε τόσο επικίνδυνη, τη συνήθισα.

πηγή: Lifo, της Κορίνας Φαρμακόρης

Οι μέλισσες δουλεύουν εντατικά!

Καιρό είχαμε να δούμε τέτοια ένταση στο μελισσοκομείο. Ήταν ακόμα πρωί, αλλά οι μέλισσες εργάζονταν ήδη πυρετωδώς όταν φτάσαμε για την επιθεώρηση. Από την άνοιξη είχαμε να δούμε τέτοιους ρυθμούς. Ο καιρός βοηθάει πολύ, καθώς το πρώτο μισό του Σεπτέμβρη έβρεξε αρκετά και ποτίστηκε η γη, ενώ τώρα έχει καλοκαιρία, δίνοντας την ευκαιρία στις μέλισσες να δουλεύουν εντατικά μέχρι αργά το βράδυ.

2Το μελισσοκομείο στην οροσειρά της Πίνδου με φόντο τη λίμνη του Πουρναρίου.

Η περιοχή έχει ιδιαίτερα πλούσια χλωρίδα. Υπάρχουν εκτός από την φθινοπωρινή ερείκη (σουσούρα), πολλοί κισσοί, αρκουδόβατοι, ακονιζιές αλλά και αρκετά αγριολούλουδα. Ο αρκουδόβατος δίνει ένα πολύ ωραίο άρωμα σε ολόκληρη την περιοχή. Αρκεί μια βόλτα ανάμεσα στους κισσούς και τα ρείκια για να καταλάβεις ότι οι μέλισσες δουλεύουν. Το βουητό ακούγεται από μακριά και μάλιστα πολλές φορές, λόγω της πυκνής βλάστησης δεν μπορείς να καταλάβεις από που ακριβώς προέρχεται.

1Φθινοπωρινή ερείκη. Μαζί με την καστανιά παράγουν την ποιοτικότερη γύρη.

Δεν χρειάζεται να ανοίξεις κυψέλη για να δεις ότι οι μέλισσες δουλεύουν. Κοιτάζοντας απλά το μελισσοκομείο από απόσταση θα δεις ότι πετούν με εντατικούς ρυθμούς, ενώ παρατηρώντας τις εισόδους θα δεις να εισέρχονται αρκετές συλλέκτριες με γύρη στα πόδια. Οι μέλισσες γνωρίζουν ότι έρχεται ο χειμώνας και ότι πρέπει να συλλέξουν προμήθειες αρκετές ώστε να τον αντιμετωπίσουν χωρίς πολλές δυσκολίες.

3Η βορινή οπτική του μελισσοκομείου.

Οι μέλισσες προέρχονται από μια περίοδο που δεν υπήρχαν πολλές ανθοφορίες (Αύγουστος). Τα φυτά που ανθίζουν αυτή την εποχή στις πλαγιές των βουνών (350μ – 600μ υψόμετρο) είναι γυρεοδοτικά γεγονός που βοηθά τα μελίσσια να φτιάξουν γόνους και να ανανεώσουν πληθυσμούς. “Με όσο πιο νεαρές μέλισσες μπεις στο χειμώνα τόσο δυνατότερος θα βγεις την άνοιξη” έλεγε ο δάσκαλός μου και δεν είχε άδικο. Οι φθινοπωρινές μέλισσες θα αντέξουν περισσότερο γιατί δεν είναι τόσο κουρασμένες.

2Πλαγιά στην Πίνδο με ανθισμένα ρείκια το φθινόπωρο.

Η γύρη της ερείκης είναι εξαιρετικής ποιότητας και σε συνδυασμό με την αφθονία γύρης και των υπόλοιπων φυτών βοηθά τα μελίσσια να αναπτύξουν μεγάλους γόνους. Εμείς ελπίζουμε ο καιρός να κρατήσει έτσι και οι μέλισσες να συλλέξουν και αρκετό νέκταρ ώστε να παράξουν μέλι ερείκης σε αμιγή μορφή. Το μέλι της ερείκης εξάλλου είναι εξαιρετικό και γευστικά αλλά και από θρεπτικής αξίας.

Ανηφορίζοντας για το ρείκι

Έπειτα από ένα μικρό διάλειμμα μετά τον τρύγο στις βελανιδιές, ανηφορίσαμε και πάλι, αυτή τη φορά για το ρείκι (σουσούρα). Αδυνατώντας να χρησιμοποιήσουμε την περιοχή που επισκεπτόμασταν τα τελευταία δύο χρόνια, αρχίσαμε από τα μέσα Σεπτέμβρη να οργώνουμε τις πλαγιές της νότιας Πίνδου, από την Αιτωλοακαρνανία μέχρι τα σύνορα με τα Ιωάννινα για να βρούμε την περιοχή με το περισσότερο ρείκι.

1Η εντυπωσιακή θέα απ’ το μελισσοκομείο. Στο βάθος η λίμνη Πουρναρίου.

Αποστολή που αποδείχτηκε δύσκολη, καθώς δεν είναι εύκολη η αναγνώριση πριν την ανθοφορία του χαμόρεικου, όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι. Αφού ανθίσει οι πλαγιές κοκκινίζουν και μπορείς να διακρίνεις αν κάποια περιοχή υπερέχει αλλά πριν, το ρείκι είναι σχεδόν ξύλο και ανάμεσα στα πουρνάρια και τις βελανιδιές είναι δύσκολο να πεις αν υπάρχει σε αφθονία. Η αλήθεια είναι πάντως ότι από την Αμφιλοχία μέχρι την Φλωριάδα και από το Διάσελλο, την Άνω Πέτρα, την Μαρκινιάδα και μέχρι το Ξηροβούνι όλες οι περιοχές σε υψόμετρο από 350 έως 550 μέτρα έχουν αρκετό ρείκι.

5Ο δρόμος που οδηγεί στο μελισσοκομείο. Η οδική πρόσβαση είναι πολύ δύσκολη και οι πλαγιές απότομες.

Τελικά έπειτα από πολλές περιπέτειες καταλήξαμε σε μια περιοχή κοντά στο Κορφοβούνι. Η περιοχή εξάλλου γύρω από τη λίμνη του Πουρναρίου θεωρείται εξαιρετική. Εδώ συνδυάζονται τα πάντα. Υπάρχουν κισσούδια, τα οποία έχουν ανοίξει και δίνουν την πρώτη γύρη του φθινοπώρου, υπάρχουν ρείκια, τα οποία πέταξαν ήδη τα πρώτα μπουμπούκια, ακονιζιές και φυσικά κουμαριές, που θα τροφοδοτούν από τα τέλη Οκτώβρη τα μελίσσια μέχρι να μπει ο χειμώνας.

6Το φορτηγό με τα μελίσσια λίγο πριν το ξεφόρτωμα.

Η μεταφορά αυτή ήταν ιδιαίτερη και για έναν ακόμη λόγο. Τα μελίσσια μεταφέρονται τη νύχτα, που οι μέλισσες έχουν επιστρέψει και είναι μέσα στις κυψέλες τους. Για πρώτη φορά επιλέξαμε να μην μετακινηθούμε αφού σουρουπώσει, αλλά τα ξημερώματα, ώστε να μας βρει η ανατολή στο ξεφόρτωμα και να γίνουν όλα πιο εύκολα. Πράγματι γύρω στις 4:00 ξεκινήσαμε να φορτώνουμε στον κάμπο και αν και καθυστερήσαμε λίγο προλάβαμε το ξημέρωμα.

2Ο χώρος που στήθηκε το μελισσοκομείο, πριν και μετά.

Το Κορφοβούνι παλιά είχε σλάβικο όνομα και λεγόταν Μπρένιτσα. Σήμερα απαριθμεί γύρω στους 600 κατοίκους. Η οδική πρόσβαση είναι πολύ δύσκολη και οι πλαγιές απότομες με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελάχιστα μέρη που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μελισσοκομείο. Ας είναι καλά ο κύρ Κώστας, που μας παραχώρησε ένα μικρό χώρο απ’ το χωράφι του. Η θέα από εδώ είναι εκπληκτική. Δεν μπορείς να μην σταθείς για να κοιτάξεις τη λίμνη· την οροσειρά που σχηματίζουν τα βουνά πίσω της, αλλά και τα Τζουμέρκα στο βάθος που στέκονται επιβλητικά.

3Έπειτα από αρκετό κουβάλημα, τοπία σαν κι αυτό σε αποζημιώνουν.

Η λίμνη Πουρναρίου είναι αποτέλεσμα της δημιουργίας του φράγματος Πουρναρίου που εξυπηρετεί υδροηλεκτρικούς σκοπούς και αρδευτικές ανάγκες της περιοχής. Η ιχθυοπανίδα της λίμνης αποτελείται από κυπρίνους, στρωσίδια, πινδοβίνους, μπριάνες, λιάρες, μουστακάτα, χέλια καθώς επίσης και πέστροφες. Στη λίμνη ευδοκιμεί και η ορνιθοπανίδα με τους νυχτοκόρακες, πρασινοκεφαλόπαπιες, αλκυόνες, φαλαρίδες, σαρδέλες, καστανοκεφαλόγλαροι και ποταμοσφυριχτές να αποτελούν τα σημαντικότερα είδη που συναντώνται στη περιοχή.

4Οι μέλισσες ήταν πολύ υπομονετικές και δεν αντιμετωπίσαμε ιδιαίτερα απρόοπτα. Ο διάτρητος, αεριζόμενος πάτος βοηθάει πολύ σ’ αυτό.

Εδώ θα μείνουμε μέχρι το τέλος του φθινοπώρου. Στόχος μας είναι να δυναμώσουμε τις παραφυάδες μας, με την εξαιρετικής ποιότητας γύρη της ερείκης και να ξεχειμωνιάσουν χωρίς προβλήματα, αλλά και να συλλέξουν προμήθειες, τα δυνατά μελίσσια μας, ικανές για να βγάλουν το χειμώνα. Ελπίζουμε αν πάει καλά ο καιρός και καταφέρουν να μαζέψουν και περίσσευμα να κάνουμε και τρύγο. Είτε στο ρείκι, που δίνει ένα μέλι γλυκό, κοκκινωπό με χαρακτηριστικό, λεπτό άρωμα, είτε στην κουμαριά απ’ την οποία προκύπτει ένα σπάνιο και πολύ ιδιαίτερο μέλι με χαρακτηριστική υπόπικρη γεύση, σκουροχάλκινο χρώμα και αρωματικές νότες πικρής καραμέλας.