Το Κεντρικό Ζαγόρι (από τις σλαβικές λέξεις za που σημαίνει «πίσω» και gora που σημαίνει «βουνό»), εκτός από τα πανέμορφα χωριά του, περιλαμβάνει και μια σειρά από παρεμβάσεις στη φύση που όχι μόνο δεν την προσβάλλουν αλλά δείχνουν και πόσο αρμονικά μπορεί να συνυπάρξει με τον άνθρωπο. Οι Ηπειρώτες μαστόροι σμίλεψαν την πέτρα κι έφτιαξαν γεφύρια, λιθόστρωτα μονοπάτια και σκάλες, να χαίρεσαι να τα βλέπεις και να τα περπατάς και τις τέσσερις εποχές του χρόνου. Και το κάθε ένα από αυτά έχει τη δική του ιστορία, τυλίγεται με τους δικούς του μύθους, με τους δικούς του θρύλους…

Το μικροσκοπικό τοξωτό γεφυράκι του καπετάν Αρκούδα («εδώ εφονεύθη από τουρκικό βόλι ο οπλαρχηγός Γεώργιος Αρκούδας την 6η Αυγούστου του 1906», αναγράφει η ταμπέλα) στον Ξηροπόταμο, λίγο έξω από το Δίλοφο, προϊδεάζει για τις αριστουργηματικές, μέσα στην απλότητά τους, ανθρώπινες κατασκευές προκειμένου να δαμαστούν τα ρέματα, τα φαράγγια και τα υψώματα για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των χωριών.
Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γοητεία του μικρού Δίλοφου. Χτισμένο εξ ολοκλήρου από φυσική πέτρα και πνιγμένο μέσα στο πυκνό δάσος από μαυρόπευκα και βελανιδιές, μόλις που διακρίνεται. Ενα τετραώροφο αρχοντικό στην είσοδό του φτιάχτηκε για να ατενίζει προς το Κουκούλι, μια και η κυρά του ιδιοκτήτη καταγόταν από εκεί κι ήθελε να έχει καθημερινή οπτική επαφή με το χωριό της. Ο Διλοφιώτης άρχοντας δεν της χάλασε το χατίρι, χτίζοντας για χάρη της το ψηλότερο ζαγορίσιο αρχοντικό (13,5 μέτρα).
Το Καλογερικό γεφύρι ή γεφύρι του Πλακίδα κι από πίσω οι Κήποι. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Βίκος και βικογιατροί
Η γραφική πλατεία με το κτίριο της Αναγνωστοπούλειου Σχολής (1855), ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου (1857), τα ανηφορικά καλντερίμια με τις μικρές αυλόπορτες και η παντελής έλλειψη οποιασδήποτε νεωτεριστικής αρχιτεκτονικής διάστασης δίνουν στο Δίλοφο μια εικόνα σχεδόν παραμυθένια. Στον δρόμο προς τους Κήπους το γεφύρι του Κόκκορου ποζάρει σαν καλλονή. Κατασκευάστηκε στα μέσα του 18ου αιώνα για να δαμάζει τις δύο απότομες βραχώδεις πλευρές του ρέματος του Βίκου, εξυπηρετώντας την επικοινωνία ανάμεσα στα χωριά Δίλοφο, Κήποι και Κουκούλι.
Οι περιγραφές περιττεύουν και για το Κουκούλι, επίσης άβατο για τα αυτοκίνητα. Σπουδαία αρχοντικά (Κόκκορου, Πλακίδα) βρίσκονται διάσπαρτα στο χωριό, που έχει σαν πυρήνα την πλατεία με τον ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου και το συγκρότημα του παλιού σχολείου με τις καμάρες και τις βρύσες. Το μουσείο – βοτανική συλλογή του Κουκουλιώτη λαογράφου και φυσιοδίφη Κώστα Λαζαρίδη στεγάζεται στο συντηρημένο πατρικό σπίτι του και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ταξινομημένα περίπου 1.260 είδη φυτών του Ζαγορίου, που αποτέλεσαν το συνταγολόγιο των περίφημων βικογιατρών, των πρακτικών γιατρών που έφτασαν να κατέχουν ακόμη και πολύ υψηλά αξιώματα ως ιατρικοί σύμβουλοι των σουλτάνων.
Οι Κήποι ήταν η παλιά πρωτεύουσα του Ζαγορίου. (Φωτογραφία: Αντώνης Δήμας)
Εξω από το κεφαλοχώρι των Κήπων, παλιάς πρωτεύουσας του Ζαγορίου, συναντιούνται τα ρέματα Ξηροπόταμος, Μπαγιώτικο και Βικάκι που μαζί θα κατευθυνθούν βόρεια σχηματίζοντας το περίφημο φαράγγι του Βίκου.
Το περίτεχνο τρίτοξο Καλογερικό ή γεφύρι του Πλακίδα (1814), με τη μοναδική αρμονία των τόξων του, ενώνει τις όχθες του Μπαγιώτικου σαν κάμπια σε κίνηση. Το ντελικάτο πέρασμα στην απέναντι όχθη αποτελεί μοναδική εμπειρία. Λίγο πιο κάτω, στην έξοδο του φαραγγιού Βικάκι, το γεφύρι του Κοντοδήμου, διερμηνέα της γαλλικής πρεσβείας στην Πόλη, χτίστηκε το 1753 για την επικοινωνία των Κήπων με το Κουκούλι.
Στον δρόμο για τους Νεγάδες, τα περίφημα γεφύρια του Μύλου και του Πιτσιώνη (έχτισε το γεφύρι το 1830 εκεί που κόντεψε να πνιγεί), καθώς και άλλα μικρότερα αλλά εξίσου γοητευτικά, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ολοήμερα tour γεφυριών που συνδέονται μεταξύ τους με μονοπάτια και λιθόστρωτα.
Συνεπαρμένος από την αρμονική συνύπαρξη φυσικού μεγαλείου και ανθρώπινων κατασκευών, κατευθύνομαι στους άγνωστους -στις τρεις μέχρι τώρα επισκέψεις μου στα Ζαγοροχώρια- Νεγάδες (1.060 μ.).
Το φαράγγι του Βίκου, έτσι όπως φαίνεται από την Οξιά. (Φωτογραφία: Αντώνης Δήμας)
Μια αμαζόνα στα Σουδενά
Αφήνω την κοιλάδα του Μπαγιώτικου και ακολουθώντας παράλληλη πορεία με το ρέμα της Γεφυρίτσας, μέσα σε δάσος βελανιδιάς που φορά τα χρώματα του φθινοπώρου, φτάνω στο αρχοντοχώρι του Κεντρικού Ζαγορίου, με τα σκουρόχρωμα σπίτια και τα ψηλά αρχοντικά των Νεγαδιτών που διέπρεψαν στην πολιτική και οικονομική ζωή της Μολδοβλαχίας από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα. Ο τρισυπόστατος ναός του Αγίου Γεωργίου με το εξάγωνο καμπαναριό θα συμπληρώσει την εικόνα ενός ακόμη αρχιτεκτονικού διαμαντιού στο Κεντρικό Ζαγόρι.
Δεν είχα ποτέ επισκεφτεί τον Ελαφότοπο. Στον Κάμπο των Σουδενών (Πεδινών) βρήκα την αφορμή. Ο κύριος Αλκιβιάδης και η αμαζόνα κυρά του. Το τοπίο γύρω από το μικρό οροπέδιο τραχύ, με κέδρα, πουρνάρια, σφεντάμια κι αγριοκερασιές. Οι καλλιέργειες στον κάμπο φτωχές, με κρεμμύδια, πατάτες και λίγα κολοκύθια.
«Οι νέοι έφυγαν, οι γέροι το παλεύουν», μου εξομολογείται ο γέροντας. Ο Ελαφότοπος (1.100 μ.) είναι ένας πανέμορφος οικισμός με καλντερίμια και πέτρινες βρύσες, με εξαίρετα δείγματα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και υποδειγματικό λαογραφικό μουσείο. Πείστηκα από τις περιγραφές και αποφάσισα να ακολουθήσω το μονοπάτι Ελαφότοπου – Βίκου μέχρι τη θέση Καστρί για να δω τη θέα στα βράχια της Αστράκας από μια άλλη, άγνωστη προοπτική.
Ορεινές αγελάδες βόσκουν ανέμελα στις πλαγιές του Στούρου, ελληνικοί ποιμενικοί με δήθεν απειλητικές διαθέσεις αρχικά και με χαρούμενη διάθεση στη συνέχεια με ακολουθούν μέχρι το Καστρί, ένα μοναδικό μπαλκόνι απέναντι από τους Πύργους της Αστράκας. Τα σύννεφα πυκνώνουν και η φθινοπωρινή καταιγίδα της Πίνδου δεν αργεί να ξεσπάσει.
Στο Δίλοφο θα βρείτε τα ωραιότερα καλντερίμια του Ζαγορίου. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω, φτάνω στο αυτοκίνητο ασθμαίνοντας και στάζοντας. Από τον Ελαφότοπο κατηφορίζω πάλι στον κάμπο των Πεδινών. Ασπρες κουκκίδες τα αιγοπρόβατα, βόσκουν στον πάλαι ποτέ σιτοβολώνα του Ζαγορίου. Στην είσοδο των Κάτω Πεδινών ο ναός των Ταξιαρχών με την αθωνίτικη αρχιτεκτονική και στο μεσοχώρι το Παρθεναγωγείο γοητεύουν τους σπάνιους επισκέπτες του χωριού, μια και αυτό δεν φημίζεται για την τουριστική υποδομή του.
Αντίθετα, τα Ανω Πεδινά συγκεντρώνουν κάποιους από τους καλύτερους ξενώνες των Ζαγοροχωρίων. Στην είσοδο του χωριού που περηφανεύεται για το λαμπρό τέκνο του, τον δάσκαλο του Γένους, Νεόφυτο Δούκα, δεσπόζει η φρουριακή μονή Ευαγγελιστρίας με εξαιρετικές αγιογραφίες και σπάνια κειμήλια. Ξεχωρίζουν, ακόμα, τα κτίρια της Λαμπριάδειου Χειροτεχνικής Σχολής, το κλειστό πλέον σχολείο του χωριού που στεγάζει τη βιβλιοθήκη του Νεοφύτου Δούκα και η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.
Μονοπάτι πάνω από το φαράγγι του Βίκου που οδηγεί από τη μονή της Αγ. Παρασκευής στα ασκηταριά. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Στο χωριό των Ριζάρη
Μόλις 1,2 χλμ. από την έξοδο των Ανω Πεδινών σχηματίζεται το τρίστρατο που οδηγεί στους Κήπους (δεξιά), ενώ ευθεία ανηφορίζει στη Βίτσα και στο Μονοδένδρι, δύο από τα διασημότερα χωριά όλου του Ζαγορίου.
Η «τουριστικοποιημένη» Βίτσα αποτελείται από τις συνοικίες της Κάτω και Ανω Βίτσας. Το εντυπωσιακότερο κτίριο του χωριού είναι η Βριζοπούλειος Σχολή, ενώ ενδιαφέρουσες είναι οι εκκλησίες της Κοίμησης της Θεοτόκου στον κάτω μαχαλά και του Αγίου Νικολάου και των Ταξιαρχών στον άνω.
Η Βίτσα συνδέεται με το Κεντρικό Ζαγόρι μέσω της σκάλας της, ενός ελικοειδούς λιθόστρωτου μονοπατιού που κατεβάζει στο δίτοξο γεφύρι του Μίσιου. Οδηγώ μέχρι το Μονοδένδρι (1.060 μ.) που αυτονομήθηκε από τη Βίτσα το 1753 (αποτελούσε τον άνω μαχαλά της). Πήρε το όνομά του από το τεράστιο έλατο που βρισκόταν κάποτε κοντά στον ναό του Αγίου Μηνά. Ως ιδιαίτερη πατρίδα των αδελφών Ριζάρη, βρίθει δημοσίων κτιρίων (Ριζάρειος Σχολή, Ριζάρειο Εκθεσιακό Κέντρο, Ριζάρειο Χειροτεχνικό Κέντρο), σπουδαίων αρχοντικών, εκκλησιών (ξεχωρίζουν η τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Αθανασίου και ο ναός του Αγίου Μηνά) και δικτύου καλντεριμιών.
Το Κουκούλι, με τα αρχοντικά, τον ναό της Κοίμησης και το συγκρότημα του παλιού σχολείου με τις καμάρες. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Ενα από αυτά με οδηγεί στη μονή της Αγίας Παρασκευής, που είναι το πιο φημισμένο μοναστήρι του Ζαγορίου, με μοναδική θέση στο φαράγγι του Βίκου. Πάνω από το Μονοδένδρι, στην περιοχή Θεόκτιστα, περπατώ σε πετροδάσος, εκεί που οι σχιστολιθικοί σχηματισμοί ξεπερνούν και την πιο αχαλίνωτη φαντασία, για να καταλήξω στο μπαλκόνι της Οξιάς (1.320 μέτρα) με την ανεμπόδιστη θέα στο φαράγγι του Βίκου και κυρίως στον Μέγα Λάκκο, το πιο παρθένο παρακλάδι του φαραγγιού…
Η διάσχιση αποτελεί πραγματική πρόκληση. Από το Μονοδένδρι μέχρι τον πάτο του φαραγγιού απαιτείται περίπου μία ώρα και άλλες πέντε ώρες διάσχιση μέχρι το χωριό Βίκος, στο Δυτικό Ζαγόρι, που από τον δρόμο απέχει 16 χιλιόμετρα από το Μονοδένδρι.
Ευλογημένη διαδρομή
Η κύρια είσοδος του Κεντρικού Ζαγορίου είναι το χωριό Ασπράγγελοι, όπου και το Κέντρο Ενημέρωσης για τον Εθνικό Δρυμό. Η δεξιά οδός οδηγεί στα χωριά που φωλιάζουν στις πίσω πλαγιές (όπως αυτό φαίνεται από τα Γιάννενα) του κατάφυτου βουνού Μιτσικέλι.
Η φρουριακή μονή Ευαγγελιστρίας στα Ανω Πεδινά. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Η Ελάτη (960 μ.) πνιγμένη σε σύμμικτο δάσος ελάτων, μαυρόπευκων και βελανιδιών προσφέρει την πιο ολοκληρωμένη πανοραμική θέα στις πλαγιές της Τύμφης, ενώ το Δίκορφο (1.000 μ.), με την ελάχιστη τουριστική αξιοποίηση, θυμίζει την εποχή του παλιού Ζαγορίου. Η εκκλησία του Αγίου Μηνά και το κτίριο του Αρρεναγωγείου δεσπόζουν στο χωριό και αποτελούν τα μεγαλύτερα οικοδομήματα του γραφικότατου και τουριστικά ανεπιτήδευτου Δίκορφου.
Ο δρόμος συνεχίζει σκαρφαλωμένος στη βορειοανατολική πλαγιά του βουνού, μέσα σε εκπληκτικό τοπίο, προς τα μικροσκοπικά χωριά του Μανασσή και του Καλουτά με το δίτοξο γεφυράκι στον Ροδόλακκο και τελειώνει στο εξίσου μικρό και πανέμορφο Διπόταμο, που στέκεται στην κορυφή ενός καταπράσινου λόφου στο βορειοανατολικό άκρο του Μιτσικελίου. Ακόμη 12 χιλιόμετρα ευλογημένης διαδρομής και φτάνω στους Φραγκάδες, που κάηκαν από τους Γερμανούς το 1943, όμως διατηρούν αρκετή από την παλιά γοητεία τους, με την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, την ευρύχωρη πλατεία, τον μεγάλο πλάτανο, κάποια πετρόκτιστα σπίτια, καλντερίμια και βρύσες…
Παράλληλα με τον Αώο
Για να γνωρίσω τα πιο απομακρυσμένα από τα χωριά του Κεντρικού Ζαγορίου κάνω τον μεγάλο κύκλο. Παίρνω τον δρόμο Κόνιτσας-Δίστρατου και οδηγώ παράλληλα με τον Αώο που κυλά αφρισμένος ανάμεσα στην Τύμφη και στον Σμόλικα. Στο χωριό Παλιοσέλι, παίρνοντας νότια πορεία, κατευθύνομαι στο Βρυσοχώρι με τις τέσσερις εκκλησιές, τις 22 βρύσες και τη μοναδική θέα στις κορυφές της Τσούκα Ρόσα.
Σκηνικό μαγείας στο φαράγγι Βικάκι, που βρίσκεται κοντά στον Βίκο. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Λίγα μένουν από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του χωριού, μια και αυτό έπεσε θύμα της θηριωδίας των Γερμανών που το κατέκαψαν. Ατέλειωτα δάση με μαυρόπευκα αποτελούν τη μοναδική πηγή πλούτου αυτών των απομακρυσμένων χωριών. Εδώ όλοι ασχολούνται με την υλοτομία. Πέντε χιλιόμετρα μετά το Βρυσοχώρι συναντώ το Ηλιοχώρι (1.050 μ.), χτισμένο σε κατάφυτη πλαγιά. Πανέμορφη η εκκλησία του Αγίου Νικολάου και άξιος προσοχής ο γιγάντιος πλάτανος στην κεντρική πλατεία.
Η νότια πορεία συνεχίζεται και με γενναία δυτική παράκαμψη -πάντα κινούμενος σε δασικό τοπίο ανυπέρβλητης ομορφιάς και σε δρόμο που δείχνει να υποχωρεί στις ορέξεις του καιρού- φτάνω στη Λαΐστα, το πιο απομονωμένο και απομακρυσμένο Ζαγοροχώρι. Επιστρέφω στον οδικό άξονα, περνώ τον Γυφτόκαμπο και τις Σαρακατσάνικες Στάνες με τις παρειές του δρόμου γεμάτες ευθυτενείς κορμούς από κομμένα μαυρόπευκα.
Συναντώ κοπάδια με άλογα πάνω και απολαμβάνω τη θέα της μικρής χαράδρας του Γυφτόκαμπου από τη θέση Μπόκοβο. Συνεχίζω με δυτική κατεύθυνση, περνώ από το Σκαμνέλι (δυστυχώς εδώ ο τσίγκος έχει αντικαταστήσει την πέτρα) και επιτέλους φτάνω στο Τσεπέλοβο, την πρωτεύουσα του Δήμου Τύμφης, με τα σκουρόχρωμα αρχοντικά με φόντο τα βράχια της Τύμφης, τα υπέροχα καλντερίμια, την εκκλησία-στολίδι του Αγίου Νικολάου με το εξάγωνο καμπαναριό.
Το Δίκορφο, με την ελάχιστη τουριστική αξιοποίηση, θυμίζει την εποχή του παλιού Ζαγορίου. Η εκκλησία του Αγίου Μηνά και το κτίριο του Αρρεναγωγείου δεσπόζουν στο χωριό.(Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Φινάλε στο Μπελόη
Επτά χιλιόμετρα από το Τσεπέλοβο απέχει το αγαπημένο μου χωριό, το μικροσκοπικό Καπέσοβο (1.120 μ.). Με υπέροχα ζαγορίσια αρχοντικά και εξαιρετικά καλντερίμια μπήκε στην καρδιά μου από τις χιονισμένες χριστουγεννιάτικες μέρες που πέρασα εδώ πριν από κάποια χρόνια. Το χωριό αναπτύσσεται γύρω από την τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Νικολάου, διακοσμημένη με τοιχογραφίες Καπεσοβιτών αγιογράφων, η φήμη των οποίων ξεπέρασε τα όρια της περιοχής.
Η Πασχάλειος Σχολή, το μεγαλύτερο σχολείο στο Ζαγόρι, διαθέτει 14 αίθουσες και τώρα στεγάζει μικρό λαογραφικό μουσείο και σπουδαία βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία. Ανάμεσά τους και ένα από τα πρωτότυπα αντίγραφα της Μεγάλης Χάρτας του Ρήγα Φεραίου.
Ενας φιδογυριστός δρόμος 9 χλμ. ενώνει το Καπέσοβο με το Βραδέτο, τη στέγη του Ζαγορίου. Εγώ προτιμώ και πάλι την παραδοσιακή πρόσβαση από τη Σκάλα του Βραδέτου, μοναδικό τρόπο επικοινωνίας του χωριού με τον έξω κόσμο μέχρι το 1974. Μια σκάλα-αποθέωση της ηπειρώτικης μαστοριάς – τρεις «λωρίδες κυκλοφορίας» πάνω σε αριστουργηματικό καλντερίμι.
Η Σκάλα του Βραδέτου, του χωριού που φύλαγε για χρόνια μονάχη η θεία Κωστάντω διατηρώντας το μικρό καφενεδάκι στην πλατεία. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Η μεσαία για τα μουλάρια, στρωμένη με μαύρη πέτρα για να μη γλιστράνε, δεξιά κι αριστερά οι λωρίδες των ανθρώπων φτιαγμένες με άσπρη πέτρα και ούγιες για να ακολουθούν τον ανθρώπινο βηματισμό. Η σκάλα με τα 39 πέταλα και τα 1.100 σκαλοπάτια φτάνει μέχρι κοντά στο εκκλησάκι του Αϊ-Θανάση του Βραδέτου. Τριάμισι συνολικά τα χιλιόμετρα της διαδρομής. Μια κατασκευή απαράμιλλης τεχνικής που μετουσιώθηκε σε αληθινό έργο τέχνης…
Φτάνω στο Βραδέτο (1.340 μ.), στο χωριό που ανέδειξε μεγάλους ευεργέτες (αδελφοί Κοντοδήμου, Αναστάσιος Σακελλάρης), που φύλαγε για χρόνια μονάχη η θεία Κωστάντω διατηρώντας το μικρό καφενεδάκι στην πλατεία. Ο ναός της Γέννησης της Θεοτόκου, με την απλότητα που τον διακρίνει, περιγράφει την ακμή του χωριού τον 18ο αιώνα, όταν χτίστηκαν το σχολείο, η πλατεία και τα θαυμάσια λιθόστρωτα.
(Φωτογραφία: Αντώνης Δήμας)
Αφήνω το Βραδέτο με βορειοδυτική κατεύθυνση και ανάμεσα σε κοπάδια με ζαγορίσια μοσχαράκια κατευθύνομαι στο Μπελόη, το σημαντικότερο μπαλκόνι θέας του θαύματος που ακούει στο όνομα «φαράγγι του Βίκου». Το οδοιπορικό στον τόπο «πίσω από το βουνό» τελειώνει εδώ, με εικόνες που αξίζουν όσο χιλιάδες λέξεις…
Εθνικός δρυμός Βίκου – Αώου
Τα χωριά Μονοδένδρι, Βίκος, Μικρό και Μέγάλο Πάπιγκο βρίσκονται εντός του δρυμού. Από τα θαύματα της φύσης που περικλείονται στα όριά του ξεχωρίζουν το φαράγγι του Βίκου, ο Βοϊδομάτης που έχει τις πηγές του μέσα στο φαράγγι και η υποαλπική Δρακολίμνη. Ο δρυμός, με τον πλούτο των οικοσυστημάτων του, παραμένει ένα από τα καταφύγια άγριας ζωής στην Ευρώπη.
Τσεπέλοβο, η έδρα του Δήμου Τύμφης, με τα σκουρόχρωμα αρχοντικά με φόντο τα βράχια της Τύμφης, τα καλντερίμια και την εκκλησία-στολίδι του Αγίου Νικολάου
(Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)
Σημεία θέας
Οξιά: Με δασικό δρόμο από το Μονοδένδρι προσεγγίζεται το μπαλκόνι της Οξιάς (1.320 μ.), που στέκεται αντικριστά στον Μεγάλο Λάκκο, το μεγάλο παρακλάδι του φαραγγιού του Βίκου.
Μπελόη: Μπελόη στα σλάβικα σημαίνει «ωραία θέα» και από τη θέση αυτή, στα 1.400 μέτρα υψόμετρο, απλώνεται μεγαλοπρεπές όλο το φαράγγι. Η προσέγγιση από το χωριό Βραδέτο μπορεί να συμπληρωθεί με την ανάβαση της περίφημης Σκάλας του Βραδέτου. Πραγματικά μοναδική εμπειρία.
Καστρί: Προσβάσιμο με μονοπάτι από τον Ελαφότοπο (90 λεπτά), στέκεται αντικριστά στους πελώριους Πύργους της Αστράκας. Από τον Ελαφότοπο προς το χωριό Βίκος ακολουθούμε την κίτρινη ταμπέλα προς Καστρί.
Τα χωριά του Κεντρικού Ζαγορίου
Το Κεντρικό Ζαγόρι καταλαμβάνει μια τεράστια έκταση και περιλαμβάνει τα χωριά: Βίτσα, Μονοδένδρι, Σκαμνέλι, Βραδέτο, Ελάτη, Βρυσοχώρι, Τσεπέλοβο, Καπέσοβο, Νεγάδες, Δίκορφο, Ανω Πεδινά, Κάτω Πεδινά, Ελαφότοπος, Μανασσή, Καλουτά, Διπόταμο, Λεπτοκαρυά, Ηλιοχώρι, Λαΐστα, Δίλοφο, Κήποι, Κουκούλι, Φραγκάδες, Ασπράγγελοι.
πηγή: Έθνος