Στη βορειοανατολική Κολομβία, στην περιοχή του Σανταντέρ, οι αποθήκες της αστυνομίας είναι γεμάτες με κατασχεμένη ξυλεία, η οποία μέσω μιας πρωτοβουλίας που ονομάζεται «Timber Returns Home» μετατρέπεται σε κυψέλες για τις μέλισσες.
Από το 2021 περίπου 200 κυβικά μέτρα παράνομα υλοτομημένου ξύλου έχουν μετατραπεί σε 1.000 κυψέλες για τους μικρούς αυτούς επικονιαστές που είναι τόσο κρίσιμοι για την ανθρώπινη επιβίωση, αλλά απειλούνται από τα φυτοφάρμακα και την κλιματική αλλαγή. Άλλα 10.000 κυβικά μέτρα έχουν προγραμματιστεί για την επόμενη φάση, σύμφωνα με την περιβαλλοντική αρχή του Σανταντέρ.
Παλαιότερα, η κατασχεμένη ξυλεία μετατρέπονταν σε πριονίδι και δωριζόταν σε δήμους για έργα ή μερικές φορές απλώς αφήνονταν να σαπίσει. Τώρα όμως μετατρέπεται σε κυψέλες ώστε να βοηθήσει στην αντιμετώπιση του εξαιρετικά σοβαρού προβλήματος της πιθανής εξαφάνισης των μελισσών, σύμφωνα με τον βιολόγο German Perilla, διευθυντή του Honey Bee Impact Foundation.
Περίπου τα τρία τέταρτα των καλλιεργειών που παράγουν καρπούς ή σπόρους για ανθρώπινη κατανάλωση εξαρτώνται από την επικονίαση. Ωστόσο, τα Ηνωμένα Έθνη έχουν προειδοποιήσει ότι το 40% των ασπόνδυλων επικονιαστών και ιδιαίτερα οι μέλισσες και οι πεταλούδες κινδυνεύουν με παγκόσμια εξαφάνιση.
«Η κύρια απειλή είναι ότι θα ξεμείνουμε από δέντρα και δεν θα υπάρχουν λουλούδια γιατί, χωρίς λουλούδια, δεν υπάρχουν μέλισσες. χωρίς μέλισσες, δεν υπάρχουν άνθρωποι και θα ξεμείνουμε από τροφή» λέει η μελισσοκόμος Maria Acevedo, μία από τις δικαιούχους του έργου, η οποία μόνο το 2023 έχασε περισσότερες από τις μισές κυψέλες της, από τα τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται στις κοντινές καλλιέργειες όπως ο καφές.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, περίπου 3.000 κυψέλες, η καθεμία εκ των οποίων φιλοξενεί έως και 50.000 μέλισσες, πεθαίνουν στην Κολομβία ετησίως. Οι εργαστηριακές εξετάσεις βρήκαν ίχνη του εντομοκτόνου fipronil στα περισσότερα νεκρά έντομα. Η Κολομβία έχει απαγορεύσει το fipronil, το οποίο είναι ήδη εκτός νόμου στην Ευρώπη και έχει περιοριστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα από τον Φεβρουάριο του 2024.
Σύμφωνα με την Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, οι υψηλότερες θερμοκρασίες, οι ξηρασίες, οι πλημμύρες και άλλα ακραία φαινόμενα που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή μειώνουν το νέκταρ στα άνθη από τα οποία τρέφονται οι μέλισσες. Μελέτες έχουν επίσης συνδέσει τη στειρότητα των μελισσών με το θερμικό στρες.
Επίσης η Κολομβία το 2022 έχασε από την παράνομη υλοτομία περισσότερα από 300.000 στρέμματα δέντρων, κυρίως στον Αμαζόνιο, το μεγαλύτερο τροπικό δάσος στον κόσμο. Σχεδόν το ήμισυ της ξυλείας που διακινείται στην Κολομβία είναι παράνομης προέλευσης, σύμφωνα με το Υπουργείο Περιβάλλοντος.
Ο θερμότερος στα καταγεγραμμένα ελληνικά χρονικά ήταν ο φετινός χειμώνας, σύμφωνα με τα δεδομένα του Ευρωπαϊκού προγράμματος Copernicus τα οποία ανέλυσε η επιστημονική ομάδα του Εθνικού Αστεροσκοπείο Αθηνών.
Η μέση μέγιστη θερμοκρασία στην Ελλάδα από το 1960 μέχρι και το 2024 για την περίοδο του χειμώνα παρουσιάζει άνοδο κατά 1.8 °C.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του φετινού χειμώνα ήταν τα μεγάλα διαστήματα με υψηλές τιμές θερμοκρασίας, οι οποίες ξεπέρασαν κατά πολύ τις κανονικές για την εποχή θερμοκρασίες. Μάλιστα τα τελευταία 10 χρόνια έχουν καταγραφεί οι 6 θερμότεροι χειμώνες όλων των εποχών.
Όπως ήταν φυσικό αυτό είχε επίπτωση και στα μελίσσια, τα οποία διατήρησαν γόνο σχεδόν για όλη τη διάρκεια του χειμώνα, γεγονός που έκανε πολύ δύσκολη την αντιμετώπιση του παρασίτου βαρρόα. Απ’ την άλλη λόγω των υψηλών θερμοκρασιών βγήκαν απ’ το χειμώνα με μεγάλους πληθυσμούς.
Η κλιματική αλλαγή έχει επηρεάσει πολύ τη μελισσοκομία. H Δρ. Φανή Χατζήνα, ερευνήτρια του ΕΛΓΟ Δήμητρα επιβεβαιώνει σε συνέντευξή της στην τηλεόραση CRETA τις παρατηρήσεις αρκετών μελισσοκόμων σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις μέλισσες.
«Η διάρκεια των ανθοφοριών έχει μικρύνει, το νέκταρ έχει γίνει πιο πυκνό και οι μέλισσες δυσκολεύονται να το συλλέξουν, ενώ τα φυτά παράγουν λιγότερη ποσότητα γύρης προκαλώντας προβλήματα στην ανάπτυξη των μελισσοσμηνών. Η ανάπτυξη των μελισσών και οι ανθοφορίες των φυτών δεν συγχρονίζονται πλέον».
«Η αύξηση της θερμοκρασίας έχει επηρεάσει το βιολογικό κύκλο των μελισσών που πλέον εκτρέφουν γόνο ακόμα και μέσα στο χειμώνα, καθιστώντας την αντιμετώπιση του παρασίτου βαρρόα εξαιρετικά δύσκολη, προκαλώντας έξαρση ασθενειών. Η μέλισσα είναι υπεύθυνη για την επικονίαση και από τη στιγμή που ένας κρίκος της αλυσίδας σπάσει ή διαταραχθεί είναι φυσικό επηρεαστούν και οι υπόλοιποι».
Ένας χρόνος πέρασε και από τις περσινές κινητοποιήσεις και τίποτα δεν άλλαξε. Η μελισσοκομία στην Ελλάδα συνεχίζει να είναι υπό διωγμό, με τις απαγορευτικές διατάξεις των Δασαρχείων και της Πυροσβεστικής και με μία νομοθεσία η οποία ευνοεί τη νοθεία και τις Ελληνοποιήσεις.
Οι μελισσοκόμοι της Ηπείρου πραγματοποιήσαμε εχθές μηχανοκίνητη πορεία προς τα Ιωάννινα, όπου και καταθέσαμε ψήφισμα στην Περιφέρεια, στα πλαίσια Πανελλαδικής κινητοποίησης μελισσοκόμων με επίκεντρο την Agrotica στη Θεσσαλονίκη. Ανάμεσα στους συναδέλφους επικρατεί απογοήτευση και ανασφάλεια, ενώ αρκετοί εγκαταλείπουν το επάγγελμα. Η μελισσοκομία από ένας ταχέως αναπτυσσόμενος κλάδος στις αρχές της δεκαετίας του 2010, οδηγείται σε συρρίκνωση δέκα χρόνια μετά.
Οι κυριότερες αιτίες είναι η νοθεία και οι Ελληνοποιήσεις, σε συνδυασμό με την αδιαφορία του κράτους. Το ότι δεν έχει θεσμοθετηθεί η γυρεοσκοπική ανάλυση ως εργαστηριακός έλεγχος και το γεγονός ότι δεν έχει καθοριστεί ελάχιστο όριο γυρεοκόκκων στο μέλι, ανοίγει διάπλατα τις πόρτες στους νοθευτές. Αυτή τη στιγμή χρειάζονται μόλις 2 κιλά Ελληνικού μελιού για να Ελληνοποιηθεί 1 τόνος Κινέζικου. Η εξευτελιστικά χαμηλή τιμή του μελιού στο ράφι των σούπερ μάρκετ (3€-4€), πολύ κάτω απ’ το κόστος παραγωγής, οδηγεί το μελισσοκόμο σε απόγνωση.
Εκτός αυτού τα Δασαρχεία αυθαιρετούν καθώς δεν έχουν εξουσιοδότηση να εκδίδουν ΔΑΔ με διοικητικές πράξεις για ζητήματα που αφορούν τη μελισσοκομία, διώχνοντας το μελισσοκόμο από το φυσικό του περιβάλλον. Το 80% του Ελληνικού μελιού προέρχεται από τα δάση. Έφτασαν στο σημείο να εντάξουν τις κυψέλες στο νόμο περί αυθαιρέτων και να στέλνουν «πρόσκληση κατεδάφισης των μελισσιών», παραβιάζοντας το νόμο 4856/1930 που λέει ότι οι Δασικές Υπηρεσίες ΔΕΝ δύνανται να απαγορεύσουν στους μελισσοκόμους την τοποθέτηση μελισσιών την εποχή της άνθισης.
Αλλά και η Πυροσβεστική διάταξη που απαγορεύει το Συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην εργασία. Την ώρα που η Τουρκία εγκαινιάζει όλο και περισσότερα μελισσοκομικά δάση (έχει ξεπεράσει τα 700), στην Ελλάδα ο μελισσοκόμος θεωρείται εν δυνάμει εμπρηστής! Ποιος; Αυτός που η ζωή του εξαρτάται από το δάσος. Που η περιουσία του, η επιχείρησή του βρίσκεται στο δάσος. Η δίωξη του μελισσοκόμου απ΄ τα δάση μόνο εκ του πονηρού μπορεί να εκληφθεί, καθώς η απουσία του ανοίγει διάπλατα το δρόμο στους εμπρηστές.
Και σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και η εκτίναξη του κόστους παραγωγής, με το πετρέλαιο να αγγίζει τα 2€ ανά περιόδους, τις κυψέλες και τις κηρήθρες να αυξάνονται κατά 25%, αλλά και τα βάζα να διπλασιάζονται μέσα σε μία νύχτα μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η μείωση της παραγωγής μελιού λόγω της κλιματικής αλλαγής ήταν γνωστή τα τελευταία χρόνια αλλά την περσινή χρονιά (2023) ξεπέρασε κάθε προηγούμενο καθώς άγγιξε το -60%.
Η μελισσοκομία στην Ελλάδα πνέει τα λοίσθια. Η πολιτεία καλείται να πάρει άμεσα πολύ σημαντικές αποφάσεις. Δεδομένου ότι το 86% των δασικών ειδών επικονιάζονται από τις μέλισσες (Γούναρη 2023) αλλά και ότι οι άγριοι επικονιαστές έχουν αποδεκατιστεί τις τελευταίες δεκαετίες η κατάσταση είναι αρκετά κρίσιμη.
Στο νέο project του Χρηματιστηρίου ρύπων για τα δάση εναποθέτει τη χρηματοδότηση του σχεδίου διαχείρισης του δασικού πλούτου της χώρας, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Η διαχείριση των δασών ανατίθεται σε ιδιωτικές εταιρείες οι οποίες θα επιδοτούνται από το κράτος για την απόληψη δασικής βιομάζας. Η επιδότηση θα προκύπτει από τις εγκεκριμένες διαχειριστικές μελέτες, με κριτήριο υποτίθεται την προστασία και την ανάπτυξη των δασικών οικοσυστημάτων. Όσο πιο δύσκολη είναι η απόληψη της βιομάζας και όσο περισσότερο συνεισφέρει στην πρόληψη, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επιδότηση. Θα παρέχεται ετησίως, με βάση τα τιμολόγια πώλησης της απολαμβανόμενης βιομάζας.
Πρακτικά ο στόχος είναι τα carbon credits, δηλαδή τα έσοδα απο τα δικαιώματα εκπομπών να χρηματοδοτήσουν σημαντικό τμημα της πρόληψης και προστασίας των δασών. Το χρηματιστήριο θα αφορά τους πρόσθετους τόνους διοξειδίου του άνθρακα που θα απορροφούνται στα διαχειριζόμενα δάση. Οι διαχειριστές του δάσους θα πιστοποιούνται για την ποσότητα των όγκων διοξειδίου του άνθρακα που καταφέρνουν να απορροφήσουν, και την οποία μετά θα πωλούν σε ρυπαίνουσες επιχειρήσεις που θέλουν να μειώσουν το ανθρακικό τους αποτύπωμα, μεταξύ των οποίων διυλιστήρια και ενεργοβόρες βιομηχανίες.
Αντί λοιπόν να μειώσουμε τις εκπομπές ώστε να περιορίσουμε το φαινόμενο του θερμοκηπίου, στήνουμε μία πανευρωπαϊκή μπίζνα μέσω της οποίας εμπορευματοποιούμε την κλιματική κρίση και πουλάμε δικαιώματα άνθρακα μέσω χρηματιστηρίου σε ρυπογόνες βιομηχανίες ώστε να μειώσουν δήθεν το ανθρακικό τους αποτύπωμα, δίνοντάς τους το δικαίωμα στην πραγματικότητα να ρυπαίνουν ακόμα περισσότερο. Η κλιματική κρίση όπως και κάθε κρίση μετατρέπεται από το καπιταλιστικό σύστημα σε μια ακόμα ευκαιρία για κέρδος, ταΐζοντας παράλληλα και τους κάθε λογής αρνητές της κλιματικής αλλαγής.
Ταυτόχρονα τα μελίσσια στο δάσος αποτελούν εμπόδιο για τις εργασίες αυτές με αποτέλεσμα να ξεκινήσει φέτος ένα πρωτοφανές “πογκρόμ” ενάντια στους μελισσοκόμους για τις τοποθετήσεις των μελισσοσμηνών. Δασαρχεία, Αστυνομία και Πυροσβεστική αυθαιρετούν στα όρια της παρανομίας ώστε να διώξουν τους “παρείσακτους” μελισσοκόμους απ’ τα δάση.
Αγνοούν βέβαια ότι το 86% των ειδών επικονιάζονται από τις μέλισσες (Γούναρη 2023) και ότι από τη δεκαετία του 70, με την εξάπλωση του παρασίτου Βαρρόα στην Ευρώπη όλα τα “άγρια” μελίσσια του είδους (Apis mellifera) εξαφανίστηκαν πλήρως μέσα σε τρία χρόνια από την αρχική προσβολή (Ritteretal 1983, Buchler 1990), με αποτέλεσμα όλο το βάρος της επικονίασης να πεύτει σήμερα στους μελισσοκόμους, οι οποίοι για να μην καταρεύσουν και τα δικά τους μελίσσια επεμβαίνουν τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο με θεραπείες.
Αν ο μελισσοκόμος δε μεταφέρει μέλισσες στο δάσος δε γίνεται επικονίαση και το οικοσύστημα οδηγείται σε κατάρρευση. Το δάσος δε μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ένας ακόμα πόρος που πρέπει να αξιοποιηθεί από το κεφάλαιο. Τα χρηματιστήρια δεν έχουν καμία δουλειά μέσα στα δάση, σε αντίθεση με τις μέλισσες.
Φέτος αντιμετωπίσαμε ένα πρωτοφανές πογκρόμ από δασαρχεία και αστυνομία για την τοποθέτηση των μελισσιών στα δάση. Δεν γλίτωσε ούτε το πειραματικό μελισσοκομείο του Ινστιτούτου Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων (ΙΜΔΟ) που είχε στηθεί για επιστημονική έρευνα.
Τι κι αν ο νόμος του 1930 (4856/1930 Άρθρο 22), που βρίσκεται ακόμα σε ισχύ, αναφέρει ότι οι αρμόδιες γεωργικές υπηρεσίες (σήμερα δασικές) ΔΕΝ δύνανται να απαγορεύουν στους μελισσοκόμους την τοποθέτηση μελισσιών σε δημόσιο τόπο την εποχή της άνθισης; Η αυθαιρεσία της δημόσιας διοίκησης φέτος ξεπέρασε κάθε προηγούμενο.
Το Δασαρχείο Θεσσαλονίκης στηριζόμενο στο νόμο 998/1979 που απαγορεύει την ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος ή κατασκευάσματος εντός των δασών, θεώρησε το μελίσσι ως αυθαίρετο κατασκεύασμα και έστειλε μέχρι και στο ΙΜΔΟ “πρόσκληση κατεδάφισης των μελισσιών” !
Στην Παραμυθιά 60 μελισσοκόμοι δέχτηκαν μηνύσεις από την αστυνομία. Στα Ιωάννινα το δασαρχείο επέβαλε 300€ πρόστιμο σε πολλούς μελισσοκόμους. Το ίδιο και στην Καρδίτσα. Κάθε Δασαρχείο έβγαζε και μια δική του Δασική Αστυνομική Διάταξη βασιζόμενη στο νόμο 86/1969 που δίνει εξουσιοδότηση στους Δασάρχες να εκδίδουν κανονιστικές διατάξεις για ρύθμιση υλοτομίας, βοσκής, όχι όμως και μελισσοκομίας (!), θέτοντας και διαφορετικούς όρους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Δασαρχείο Θεσσαλονίκης με την ΑΠ 389948/27.07.2023 που ορίζει ότι τα μελίσσια πρέπει να βρίσκονται 30μ από σπίτια, Ιδιωτική γη, εργοτάξια, μονές, βρύσες και άλλα και το Δασαρχείο Ξάνθης με την ΑΠ 476753/08.09.2023 που ορίζει 50μ. Όλοι αυτοί οι Δασάρχες αυθαιρετούν στα όρια της παρανομίας.
Ακόμα κι όταν ο Μελισσοκομικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης αντέδρασε, έβαλε δικηγόρο και ζήτησε ανάκληση της διάταξης, το Δασαρχείο επέμενε ότι είναι αρμόδιο και ότι τα μελίσσια εμποδίζουν.
Η κ. Σοφία Γούναρη ερευνήτρια του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ ίσως έχει την εξήγηση για όλα αυτά. Όπως γράφει σε άρθρο της στη Μελισσοκομική Επιθεώρηση, μέχρι τέλος του έτους είναι να ψηφιστεί ένας νόμος σύμφωνα με τον οποίο το κράτος θα επιδοτεί ιδιωτικές εταιρείες (ξυλοβιομηχανίες) οι οποίες θα είναι υπεύθυνες για την υλοτομία και τον καθαρισμό των δασών. Η απομάκρυνση αυτής της βιομάζας (σάπιοι κορμοί, πευκοβελόνες κτλ) θα μεταφράζεται σε δικαιώματα CO2, τα οποία οι εταιρείες αυτές θα μπορούν να πουλούν στο “χρηματιστήριο ρύπων”.
Ουσιαστικά δηλαδή σε επιχειρήσεις όπως διυλιστήρια, τσιμεντοβιομηχανίες κτλ που θέλουν να μειώσουν το ανθρακικό τους αποτύπωμα, ώστε να μην πληρώνουν πρόστιμο γι αυτό. Προφανώς τα μελίσσια σε αυτό το σχέδιο αποτελούν εμπόδιο.
Η μέλισσα είναι απολύτως απαραίτητη στο δάσος. Το 65% των φυτών συνολικά και το 86% των δασικών ειδών επικονιάζονται από τις μέλισσες. Η διατήρηση της βιοποικιλότητας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από αυτές.
Το άρθρο αυτό κλείνει με την τρομακτική για το οικοσύστημα διαπίστωση του συναδέλφου μελισσοκόμου Μόσχου Ντιώνια:
«Αυτό που παρατηρώ εδώ και πολλά χρόνια στη συλλογή γύρης, είναι ότι χρόνο με το χρόνο στις παγίδες συνολικά, μειώνεται σταδιακά ο αριθμός των χρωμάτων των γυρεόκοκκων, ακριβώς στην ίδια περιοχή συλλογής. Η ποσότητα ακολουθεί και αυτή καθοδική πορεία και για να σας δώσω ένα παράδειγμα, από 30 κιλά ανά 100 μελίσσια την ημέρα, φτάσαμε στα 7. Το χρονικό διάστημα συλλογής από 30 μέρες τον χρόνο, έπεσε στις 10. Για το θέμα στάθηκα αρκετά στο σεμινάριο στη Λαμία με αρκετούς προβληματισμούς. Η μέλισσα λοιπόν που είναι ο καλύτερος δείκτης του περιβάλλοντος, με αυτή μόνο την παρατήρηση, μας δείχνει τη σταδιακή κατάρρευση των οικοσυστημάτων. Ο μελισσοκόμος σε αυτή την κρίση απαντά με περισσότερες μεταφορές, με πολλά έξοδα και πολλές φορές χωρίς αποτέλεσμα. Ας αφήσουν λοιπόν οι δολοφόνοι της μελισσοκομίας τις απαγορεύσεις τοποθέτησης μελισσιών στα οικοσυστήματα και να ετοιμάσουν όσο είναι ακόμη καιρός τις θέσεις υποδοχής των μελισσοσμηνών.»
Ενημέρωση: Ο Μελισσοκομικός Σύλλογος Ιωαννίνων προσέφυγε στο ΣτΕ ζητώντας ακύρωση της ΔΑΔ που εξέδωσε αυθαίρετα το Δασαρχείο Ιωαννίνων καθώς δεν έχει εξουσιοδότηση έκδοσης ΔΑΔ για θέματα που αφορούν τη μελισσοκομία, ενώ παράλληλα παραβίασε το νόμο 4856/1930.
Οι Αυστραλοί μελισσοκόμοι θα πρέπει να μάθουν πλέον να ζουν με το θανατηφόρο άκαρι βαρρόα, όπως και όλος ο υπόλοιπος κόσμος, μετά από μια ιστορική εθνική απόφαση, να στραφούν από την εκρίζωση σε μια διαχειριστική προσέγγιση.
Η βαρρόα είναι ένα άκαρι με καταγωγή από την Νοτιοδυτική Ασία, όπου ενδημούσε ως μόνιμο παράσιτο στην Ινδική μέλισσα Apis cerana. Η φυσική επιλογή οδήγησε έπειτα από την πάροδο εκατομμυρίων ετών τον ξενιστή και το παράσιτο σε μια κατάσταση ισορροπίας. Από το 1940 και μετά όμως άρχισε να εξαπλώνεται και στον υπόλοιπο κόσμο με αποτέλεσμα να μεταδοθεί και στην Ευρωπαϊκή μέλισσα Apis mellifera, με καταστροφικές όπως αποδείχτηκε συνέπειες.
Η Αυστραλία μέχρι πρότινος παρέμενε η μοναδική ήπειρος χωρίς βαρρόα. Οι Αυστραλιανές αρχές είχαν καταφέρει 3 φορές στο παρελθόν να εξαφανίσουν το παράσιτο, όταν αυτό εντοπίστηκε εκεί (2016, 2019 και 2020), χρησιμοποιώντας ακραία μέτρα όπως κάψιμο χιλιάδων μελισσιών, καραντίνες και απαγόρευση μετακινήσεων. Του προγράμματος εξάλειψης και επιτήρησης ηγούνταν το Υπουργείο Πρωτογενούς Βιομηχανίας .
Αυτή τη φορά το άκαρι εντοπίστηκε στο λιμάνι του Νιούκαστλ, στη Νέα Νότια Ουαλία, στις 22 Ιουνίου του 2022. Πάνω από 14.000 κυψέλες υποβλήθηκαν σε ευθανασία τους επόμενους τέσσερις μήνες σε μια προσπάθεια των αρχών να σταματήσουν την εξάπλωση, η οποία κόστισε συνολικά 100 εκατομμύρια δολάρια.
Παρά τις προσπάθειες για την εξάλειψη του παρασίτου τους τελευταίους 14 μήνες , τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν πλέον ότι αυτό δεν είναι δυνατό. Η Εθνική Ομάδα Διαχείρισης (NMG) που είναι το όργανο λήψης αποφάσεων για εθνικά προγράμματα εξάλειψης εξωτικών παρασίτων και ζωικών ασθενειών, έλαβε ομόφωνα απόφαση να περάσουν πλέον από την εκρίζωση στη διαχείριση.
Πρόσφατα εκδόθηκαν από τα Δασαρχεία Πολυγύρου, Θεσσαλονίκης, κ.λπ., Δασικές Απαγορευτικές Διατάξεις (Περί Μελισσοσμηνών) οι οποίες υποτίθεται ότι ρυθμίζουν θέματα για την τοποθέτηση γενικά των μελισσοσμηνών. Θεωρώ το θέμα πολύ σοβαρό και γι αυτό διατυπώνω τις κατωτέρω απόψεις.
Για την τοποθέτηση των μελισσοσμηνών γενικά και εντός δασών και δασικών εκτάσεων στη παράγραφο 13 του άρθρου 19 του ν. 3208/2003 αναφέρονται «Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας κλπ καθορίζονται οι περιοχές τοποθέτησης μελισσοσμηνών, οι αποστάσεις από Εθνικούς και επαρχιακούς δρόμους, κατοικημένες περιοχές και κατοικημένες οικίες καθώς και οι κυρώσεις για τις παραβάσεις των εν λόγω διατάξεων, τα όργανα επιβολής και η σχετική διαδικασία. Με την έναρξη ισχύος της παραπάνω απόφασης καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 6238/1934 (ΦΕΚ 25Α) και ν. 4856/1930 (ΦΕΚ 316 Α).»
Μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί η εν λόγω απόφαση με συνέπεια για την τοποθέτηση των μελισσοσμηνών να ισχύουν οι διατάξεις των Νόμων της 10ετίας του 1930. Προφανώς ο Νομοθέτης είχε αντιληφθεί, εδώ και 20 χρόνια, την ανάγκη άλλης πιο σύγχρονης ρύθμισης της τοποθέτησης των μελισσοσμηνών και εξουσιοδότησε τους ανωτέρω Υπουργούς για την έκδοση οικείας απόφασης.
Σαφώς δεν εξουσιοδότησε τους Δασάρχες κάθε περιοχής για την ρύθμιση του θέματος και να εκδίδουν Δασικές Απαγορευτικές Διατάξεις. Και από όσα γνωρίζω δεν υπάρχει άλλη μεταγενέστερη εξουσιοδότηση.
Είναι γνωστό ότι η Δασική Απαγορευτική Διάταξη εκδίδεται πάντα μετά από εξουσιοδοτική διάταξη Νόμου και ρυθμίζει ειδικά δασικά θέματα, π.χ. καυσοξύλευσης, θήρας κ.λπ. Στους παραβάτες επιβάλλονται διοικητικές και ποινικές κυρώσεις. Οι διοικητικές κυρώσεις είναι συνήθως χρηματικά πρόστιμα που επιβάλλονται όπως ο νέος Νόμος ορίζει και οι αντιρρήσεις του κατηγορουμένου πρέπει να εκδικαστούν στα Διοικητικά Δικαστήρια και όχι στο Πταισματοδικείο όπως γινόταν παλαιότερα. Για τους λόγους αυτούς η έκδοση Δασικών Απαγορευτικών Διατάξεων πρέπει να αντιμετωπίζεται με πολύ σοβαρότητα και να είναι απόλυτα τεκμηριωμένες.
Κατά την άποψή μου η έκδοση, χωρίς σαφή εξουσιοδότηση Νόμου, από τον Δασάρχη Δασικής Απαγορευτικής Διάταξης για την τοποθέτηση των μελισσοσμηνών, ένα θέμα που ρυθμίζεται από Νόμο, είναι πράξη άκυρη, παράνομη, και καταχρηστική και μπορεί για τους υπογράφοντες Δασάρχες να αγγίζει τα όρια της παράβασης καθήκοντος. Για αυτό δεν ασχολούμαι με τα ανεδαφικά επί μέρους θέματα που υποτίθεται ότι ρυθμίζουν οι διατάξεις που έχουν εκδοθεί.
Καλό θα ήταν οι Δασάρχες και η Δασική Υπηρεσία να ασχοληθούν και να μελετήσουν πως παράγονται τα δασικά προϊόντα το μέλι, η γύρη και η πρόπολη από τους μελισσοκομικούς πόρους των δασικών οικοσυστημάτων. Δυστυχώς το αντικείμενο αυτό δεν διδάσκεται στις Δασολογικές σχολές με συνέπεια να υπάρχει άγνοια και εχθρική αντιμετώπιση της άσκησης της μελισσοκομίας στα δάση και δασικές εκτάσεις. Και αυτό αποδεικνύεται από το περιεχόμενο των Δασικών Απαγορευτικών Διατάξεων που έχουν εκδοθεί από τα Δασαρχεία.
Είναι γνωστό ότι η μελισσοκομία ασκείται σχεδόν αποκλειστικά εντός των δασών και δασικών εκτάσεων αφού το 80% του μελιού που παράγεται στη χώρα, περίπου 15.000 τόνοι, είναι δασόμελα και είναι το αποτέλεσμα της αξιοποίησης από την μέλισσα των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων.
Αφού οι μελισσοκόμοι αξιοποιούν τους μελισσοκομικούς πόρους των δασικών οικοσυστημάτων κάλλιστα μπορεί να χαρακτηρισθούν δασεργάτες και προστάτες των δασών αφού εκεί εργάζονται και τρόπο τινά το δάσος είναι το «σπίτι» τους. Αρκεί κατάλληλα να οργανωθούν και ενημερωθούν από την Δασική και Πυροσβεστική Υπηρεσία. Οι πυρκαγιές των πευκοδασών (χαλεπίου, τραχείας) είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της μελισσοκομίας γιατί έχουμε καταστροφή κυψελών – ζωικού κεφαλαίου αφενός και αφετέρου των δασών όπου εργάζεται και παράγει η μέλισσα. Και δυστυχώς κάθε χρόνο έχουμε τεράστιες και αδικαιολόγητες σε έκταση πυρκαγιές (Εύβοια, Ρόδος, κ.λπ.). Για το μέγεθος της ζημιάς αρκεί να αναφερθεί μόνο ένα παράδειγμα αυτό της Βορείου Ευβοίας όπου με την καταστροφή των δασών καταστράφηκαν περίπου 4.000 τόνοι πευκόμελου που συλλεγόταν ετησίως.
Η μελισσοκομία ασκείται στα δασικά οικοσυστήματα χωρίς επέμβαση δηλαδή για την παραγωγή μελιού δεν χρειάζεται να υλοτομηθούν δένδρα και το αντίθετο γίνεται για την παραγωγή καυσόξυλων. Απεναντίας η μέλισσα ως επικονιαστής συμβάλλει θετικά στην βελτίωση της βιοποικιλότητας των δασικών οικοσυστημάτων.
Χρειάζεται λοιπόν οι Δασολόγοι και η Δασική Υπηρεσία να ασχοληθούν εντατικά με την προστασία, βελτίωση και διαχείριση των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων. Ταυτόχρονα με έργα υποδομής (δρόμοι, χώροι μελισσοκομείων, ποτίστρες εντόμων και αγρίων ζώων, φυτεύσεις μελισσοκομικών δένδρων, κ.λπ.) να βελτιώσουν τις συνθήκες άσκησης της μελισσοκομίας και διευκόλυνσης των μελισσοκόμων. Παράλληλα με τις άλλες πολλαπλές χρήσεις των δασών (υλοτομία, βοσκή, νερό, προστασία εδαφών, ψυχαγωγία, μελισσοκομία, κ.λπ.) πρέπει να εφαρμόζεται το δόγμα της Δασοπονίας δηλαδή της κατά χώρο και χρόνο τάξης κάθε δραστηριότητας που πιθανώς ασκείται εντός των δασών και δασικών εκτάσεων.
Ενδεχομένως σε κάποια δάση να τεθεί ως κυρίαρχος δασοπονικός σκοπός η άσκηση της μελισσοκομίας, π.χ. το πευκοδάσος της Θάσου για παραγωγή πευκόμελου ή τμήμα του ελατοδάσους του Μαινάλου όπου παράγεται το μέλι ΠΟΠ τύπου βανίλιας ελάτης.
Τουλάχιστον ας μιμηθούμε τους γείτονες μας Τούρκους που έχουν οριοθετήσει τουλάχιστον 500 μελισσοκομικά δάση προς εξυπηρέτηση της μελισσοκομίας.
Χρειάζεται λοιπόν να συνταχθούν ειδικές δασοτεχνικές μελέτες για την προστασία, διαχείριση και βελτίωση των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων με παράλληλη βελτίωση των συνθηκών άσκησης της μελισσοκομίας με στόχο την αύξηση παραγωγής των μοναδικών Ελληνικών μελισσοκομικών προϊόντων προς όφελος της Εθνικής οικονομίας και να σταματήσει η εισαγωγή μελιού αμφιβόλου ποιότητας να «βαφτίζεται» ως εγχώριο με τις γνωστές δυσάρεστες συνέπειες για των παραγωγό μελισσοκόμο και καταναλωτή. Και αυτό σίγουρα δεν επιτυγχάνεται με την έκδοση Δασικών Απαγορευτικών Διατάξεων με το απαράδεκτο περιεχόμενό τους.
Επιτακτική συνεπώς προβάλλει η ανάγκη για αλλαγή Δασικής Πολιτικής για την άσκηση της μελισσοκομίας από την Δασική Υπηρεσία με στόχο την προστασία και βελτίωση των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων με παράλληλη βελτίωση των συνθηκών άσκησης της μελισσοκομίας με στόχο την αύξηση παραγωγής μελισσοκομικών προϊόντων και προστασία των μελισσοκομικών πόρων.
Δυστυχώς αυτά είναι όνειρα θερινής νυκτός γιατί η Δασική Υπηρεσία είναι πλέον υπό διάλυση.
Εχθές (24 Ιουλίου 2023) καταγράφηκε η υψηλότερη θερμοκρασία που έχει καταγραφεί ποτέ στην επιφάνεια της θάλασσας της Μεσογείου, καθώς η θερμοκρασία έφτασε τους 28,4°C, την υψηλότερη τιμή στην ιστορία, σπάζοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 28,25ºC που σημειώθηκε κατά τον ευρωπαϊκό καύσωνα του Αυγούστου του 2003.
Δεν έχουμε μετρήσει ποτέ τόσο υψηλή θερμοκρασία σε οποιαδήποτε εποχή του χρόνου και είναι ακόμη Ιούλιος. Αξίζει να σημειωθεί ότι συνήθως βλέπουμε το ετήσιο μέγιστο τον Αύγουστο. Ταυτόχρονα θερμοκρασία ρεκόρ σημειώθηκε και στο Καϊμάκτσαλαν στα 2050μ υψόμετρο καθώς ο υδράργυρος άγγιξε τους 25,4°C. Η θερμοκρασία αυτή αποτελεί ρεκόρ για το σταθμό, σπάζοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 24,6°C που καταγράφηκε στις 5 Αυγούστου του 2021.
Τα τελευταία 5 χρόνια καταγράφουμε μέσω των ζυγαριών, τη θερμοκρασία καθημερινά και ανά ώρα σε όλα τα μελισσοκομεία και σε βουνό και σε κάμπο. Εχθές καταρρίφθηκε κάθε ρεκόρ καθώς καταγράφηκε θερμοκρασία 47°C σε μελισσοκομείο στα 450μ υψόμετρο!
Ποτέ ξανά στο παρελθόν δεν έχουμε καταγράψει τέτοιες θερμοκρασίες, παρότι κάθε Αύγουστο ένα κοπάδι βρισκόταν στον κάμπο της Άρτας, σε χέρσο κτήμα. Πριν από δύο εβδομάδες, την Τρίτη 4η Ιουλίου, η Αμερικανική Υπηρεσία Παρατήρησης των Ωκεανών και της Ατμόσφαιρας (NOAA), κατέγραψε την υψηλότερη μέση θερμοκρασία αέρα και επιφάνειας του πλανήτη που έχει καταγραφεί ποτέ. 17,18°C.
Η θερμοκρασία αυτή ξεπέρασε κατά πολύ το προηγούμενο ρεκόρ, τους 17,01°C που είχαν μετρηθεί την προηγούμενη μέρα στις 3 Ιουλίου. Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι τα ρεκόρ αυτά κινδυνεύουν να καταρριφθούν σύντομα.
Οι μέλισσες σε αυτές τις συνθήκες έχουν ανάγκη από νερό ώστε να ρυθμίζουν τη θερμοκρασία στο εσωτερικό της κυψέλης τους. Κάτι που επίσης θα πρέπει να προσέξει ο μελισσοκόμος είναι να βάψει λευκά τα καπάκια ώστε να αντανακλούν το φως του ήλιου.
Απορρίφθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση το αίτημα των Ελλήνων μελισσοκόμων για αύξηση του ορίου πώλησης από τα 1200 κιλά ανά έτος που ισχύει σήμερα στους 2,5 τόνους ή 15 κιλά ανά κυψέλη, με την αιτιολογία ότι θεωρείται υπερβολικά μεγάλη ποσότητα για να είναι προϊόν της δραστηριότητας ενός μεμονωμένου παραγωγού και, ως εκ τούτου, είναι υπερβολικά μεγάλη για να θεωρηθεί «μικρή ποσότητα» για τους σκοπούς των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και (ΕΚ) αριθ. 853/2004.
Επίσης απορρίφθηκε και το αίτημα για επέκταση της περιοχής διάθεσης του μελιού σε όλη την επικράτεια, με την αιτιολογία ότι έτσι καθίσταται αδύνατη η διατήρηση της στενής σχέσης μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή. Έτσι παραμένει ο περιορισμός πώλησης μόνο εντός της περιφερειακής ενότητας, διατηρώντας μία κατάφωρη αδικία για τους μελισσοκόμους πχ της Ευρυτανίας ή των Γρεβενών έναντι αυτών της Αττικής.
Στο επόμενο διάστημα αναμένεται να δούμε ποια θα είναι από εδώ και μπρος η στάση των Ελλήνων μελισσοκόμω, καθώς τον περασμένο χειμώνα είχαν κατέβει σε Πανελλαδικές κινητοποιήσεις με τα ζητήματα αυτά να συμπεριλαμβάνονται στα αιτήματά τους.