Ο τρύγος στη βελανιδιά

Τα μελίσσια στα έλατα πήγαν αρκετά καλά μετά από αρκετά χρόνια, όμως λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων είχα καθυστερήσει να μεταφέρω ένα μέρος του κοπαδιού έγκαιρα και έτσι αυτά τα μελίσσια δούλεψαν λίγο εκεί. Αφού τρυγήσαμε λοιπόν το μέλι ελάτης κατά τα τέλη του Ιούνη, αποφασίσαμε να μεταφέρουμε αυτά τα μελίσσια προς το πυκνό βελανιδόδασος των Ορέων του Βάλτου στη νότια Πίνδο.

Εκεί ήλπιζα ότι τα μελίσσια θα συμπλήρωναν το μέλι που δεν πρόλαβαν. Η περσινή χρονιά που είχε πάει εξαιρετικά σ’ αυτό το δάσος με γέμιζε αισιοδοξία. Όμως σύντομα διαπιστώσαμε ότι ο δέντρος δεν είχε το βελάνι που είχε τα περασμένη χρονιά. Αρχικά και με τη βοήθεια των βροχών η βελανιδιά άρχισε να δίνει λίγο μελίτωμα από τα φύλλα και οι μέλισσες δούλευαν. Το μέλι που προκύπτει από εκεί είναι πιο ανοιχτόχρωμο σε σχέση με το σκούρο που προέρχεται από το βελάνι.

Το υψόμετρο όπου στήθηκε το μελισσοκομείο ήταν περίπου στα 700 μέτρα. Το δάσος πολύ πυκνό παρείχε σκιά στα μελίσσια, σημαντικό για τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες. Η χλωρίδα της περιοχής είναι πλούσια σε είδη και ευτυχώς πολλά από αυτά είναι γυρεοδοτικά, πράγμα που μας έδωσε την δυνατότητα να μείνουμε μέχρι τέλους. Είναι πολύ σημαντικό για την ποιότητα του μελιού να τρυγάς αργά και όχι με βιασύνη.

Οι μέλισσες, μετά το τέλος των ανθοφοριών / μελιτοφοριών συγκεντρώνουν και ωριμάζουν τα μέλια. Όσο περισσότερο τις αφήσουμε να τα δουλέψουν τόσο ποιοτικότερα θα βγουν. Εξάλλου την εποχή αυτή δεν υπάρχει ο κίνδυνος να τα φάνε καθώς δεν εκτρέφουν πολύ γόνο, οπότε χρειάζεται απλώς υπομονή.

Πραγματοποιώντας λοιπόν τον τρύγο αρχές Αυγούστου, συνειδητοποίησα ότι το μέλι ήταν ιδιαίτερο και αρκετά διαφορετικό από την περασμένη χρονιά. Στείλαμε ένα δείγμα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης για ανάλυση και μέτρηση της αγωγιμότητας. Το μέλι ήταν σαφώς πιο ανοιχτόχρωμο από την περσινή χρονιά. Βρέθηκε ότι περιείχε ένα ποσοστό που είχε προέλθει από εκκρίσεις της ελάτης, γεγονός που του έδωσε αυτό το χαρακτηριστικό απαλό άρωμα αλλά και εκπληκτική υφή.

Αμέσως μετά τον τρύγο τα μελίσσια μεταφέρθηκαν στον κάμπο για λίγες μέρες, ώστε να συλλέξουν γύρες, να γίνουν οι απαραίτητες αντικαταστάσεις παλαιών βασιλισσών και κατά τα τέλη Αυγούστου φορτώθηκαν ξανά για το βουνό. Αυτή τη φορά για το ρείκι και την κουμαριά.

Στο δρόμο για τις βελανιδιές των Ορέων του Βάλτου

Κάθε χρόνο κατά τα μέσα του Ιούνη μεταφερόμαστε στο πυκνό βελανιδόδασος των Ορέων του Βάλτου στη νότια Πίνδο, καθώς αυτή την εποχή ο δέντρος αρχίζει να δίνει μελίτωμα. Ένα μελίτωμα απ’ το οποίο οι μέλισσες φτιάχνουν ένα πολύ ιδιαίτερο μέλι, σκοτεινό, σχεδόν μαύρο και αρκετά παχύρρευστο. Το ΑΠΘ το είχε χαρακτηρίσει ως το μέλι με τη μεγαλύτερη αντιοξειδωτική δράση.

Στον ορεινό όγκο των Ορέων του Βάλτου, στην Αιτωλοακαρνανία, υπάρχει μια εντυπωσιακή αλυσίδα αλλεπάλληλων κορυφών που εκτείνεται βορειότερα από το Αγρίνιο και καταλήγει λίγο πριν τα Τζουμέρκα, στην Ήπειρο. Ασήμι, Καλάνα, Μιτσέλι, Χιονάκι, Αλίντα, Πυραμίδα, Αετοί και αρκετές δευτερεύουσες κορυφές. Εδώ στη φωτό διακρίνονται οι κορυφές Καλάνα, όπου έχει δημιουργηθεί και χώρος προσγείωσης αλεξίπτωτου πλαγιάς αλλά και το όρος Μιτσέλι, ενώ ακριβώς από κάτω απλώνεται το πυκνό βελανιδόδασος, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται το Μοναστήρι στα Ρέθα.

Η μονή είναι κτισμένη περίπου στα 1400 μ.Χ. και εκεί εδράζεται από τότε ένα γυναικείο μοναστικό τάγμα. Το μοναστήρι παλαιότερα χρησιμοποιούνταν για τον εξορκισμό τρελών οι οποίοι δένονταν κατά την διάρκεια της τελετής σε μια από τις δύο κολώνες του πρόναου. Στην κολόνα των τρελών, όπως την αποκαλούν παραμένει ακόμα και σήμερα στην βάση της η αλυσίδα…

Το υψόμετρο όπου στήθηκε το μελισσοκομείο είναι περίπου 700 μέτρα. Η χλωρίδα είναι πλούσια σε είδη, υπάρχουν αρκετά γηγενή φυτά, όπως η παιώνια (Paeonia mascula russoi) αλλά και μια αξιόλογη ποικιλία από άγριες ορχιδέες που περιλαμβάνει την Ophrys reinholdii και την Ophrys helenae.

Η δασική και η ευρύτερη περιοχή έχει και ορνιθολογικό ενδιαφέρον καθώς αρκετά είδη πουλιών έχουν καταγραφεί, όπως ο βραχύποδας αετός (Circaetus gallicus), ο αετός (Pernis apivorus) και το μικρότερο γεράκι (Falco naumanni). Στην περιοχή υπάρχει επίσης σε μεγάλη αφθονία το φυτό υπερικό (γνωστό και ως βαλσαμόχορτο ή σπαθόχορτο) το οποίο συλλέγουμε αυτή την εποχή ώστε να παρασκευάσουμε κεραλοιφές.

Άλλα ενδιαφέροντα σημεία της βιοποικιλότητας της περιοχής περιλαμβάνουν ένα μεγάλο αριθμό από δέντρα μεγάλης ηλικίας και κλειστές ομάδες ώριμων δέντρων με πολύ σάπιο υλικό ξυλείας που είναι ιδεώδες για πολλά ασπόνδυλα είδη που περιλαμβάνουν επίσης μεγάλους κανθάρους του δάσους, λειχήνες και μύκητες.

Δυστυχώς όμως η φετινή χρονιά δεν είναι τόσο καλή για το μέλι βελανιδιάς. Τα δέντρα σε σχέση με πέρυσι είχαν πολύ λιγότερο βελάνι και σε συνδυασμό με τον καύσωνα δεν έχουν δώσει αρκετό μελίτωμα. Έτσι αποφασίσαμε να αφήσουμε τα μελίσσια μέχρι τέλους, πριν επιστρέψουν στον κάμπο για να προετοιμαστούν για τις φθινοπωρινές ανθοφορίες.

Τρύγος στα έλατα!

Έπειτα από τρία δύσκολα χρόνια, ο έλατος έδωσε επιτέλους μέλι! Ένα μέλι εξαιρετικής ποιότητας με λεπτό και φίνο άρωμα. Κάθε χρόνο κατά τα μέσα Μαΐου μεταφερόμασταν σε μεγάλα υψόμετρα στα ορεινά της Πίνδου, για τη μελιτοφορία της ελάτης, όμως κάθε φορά επιστρέφαμε άδειοι. Η φετινή χρονιά όμως ήταν διαφορετική και μάλιστα έπειτα από μια πολύ δύσκολη περίοδο.

Από το περασμένο φθινόπωρο τα πράγματα ήταν δύσκολα, καθώς δεν δούλεψε η σουσούρα και η κουμαριά, δεν τρυγήθηκε φθινοπωρινό μέλι και τα μελίσσια ξεχειμώνιασαν με μικρές προμήθειες. Η άνοιξη που ακολούθησε ήταν επίσης καταστροφική, μιας και το ανοιξιάτικο ρείκι, δεν απέδωσε ενώ και η πορτοκαλιά επηρεάστηκε από την αφρικανική σκόνη και την ανομβρία που ακολούθησε.

Το παν σ’ αυτή τη δουλειά είναι να είσαι έτοιμος την στιγμή που πρέπει. Ο έλατος έδωσε για ένα εικοσαήμερο πολύ μέλι κι όσοι κατάφεραν να έχουν δυνατά μελίσσια και είχαν προλάβει να μεταφερθούν στις περιοχές που έδινε, πήραν μέλι.

Στην Πίνδο, από την περιοχή των Τζουμέρκων έως νοτιότερα στα Όρη του Βάλτου, συναντώνται τα δάση των παραμεσογειακών κωνοφόρων, όπως της υβριδογενούς (Abies borisii-regis) και κεφαλληνιακής ελάτης (Abies cephalonica). απ’ όπου παράγεται το περίφημο κόκκινο έλατο, ξακουστό στην Ήπειρο.

Το μέλι ελάτης είναι πλούσιο σε ιχνοστοιχεία (κάλιο, μαγνήσιο, φώσφορο, σίδηρο), έχει χαμηλό ποσοστό γλυκόζης και βοηθάει στην καλύτερη αφομοίωση των σακχάρων από τον ανθρώπινο οργανισμό. Η γεύση και το άρωμά του είναι ήπια με νότες καραμέλας. Ανήκει στην κατηγόρια των μελιτωμάτων και συλλέγεται από κοκκοειδή & αφίδες που παρασιτούν στα Ελληνικά είδη Ελάτης και παράγουν μελιτώδεις εκκρίσεις τις οποίες έπειτα εκμεταλλεύονται οι μέλισσες. Τα μέλια που προέρχονται από μελιτώματα είναι θρεπτικότερα.

Το μέλι ελάτης διατίθεται άθερμο, χωρίς καμία επεξεργασία και είναι πραγματικά μοναδικό μέλι! Αποστέλλουμε σε όλη την Ελλάδα. Δοκιμάστε το!

Στα ελατοδάση της Ηπείρου

Η φετινή άνοιξη ήταν καταστροφική. Όχι μόνο δεν τρυγήθηκε μέλι, αλλά η αφρικανική σκόνη και η μεγάλη ανομβρία που ακολούθησε δεν άφησαν τα μελίσσια να αναπτυχθούν σωστά. Ένας μήνας, στην καρδιά της άνοιξης είχε χαθεί και τα μελίσσια είχαν παραμείνει στάσιμα. Οι βροχές του Μαΐου όμως και οι ανθοφορίες της ροδιάς, της βατομουριάς και των ακτινίδιων, έδωσαν νέα ώθηση στις μέλισσες.

Εκείνη την περίοδο στα ορεινά, ο έλατος άρχισε να δίνει μέλι. Παρά το γεγονός ότι τα μελίσσια μου δεν παρουσίαζαν την εικόνα που θα ήθελα, επέλεξα περίπου τα 2/3, όσα δηλαδή είχαν προλάβει να αναπτυχθούν αρκετά και τα φόρτωσα για το βουνό. Ήταν η πρώτη φορά που παρέμεινα για τόσο πολύ στον κάμπο, έπειτα από το ξεχειμώνιασμα και η αιτία ήταν ότι τα μελίσσια παρουσίαζαν προβλήματα στην ανάπτυξη.

Είχα φροντίσει και είχα αντικαταστήσει όλες τις βασίλισσες το περασμένο φθινόπωρο και αυτός ήταν ένας παραπάνω λόγος για να με προβληματίζει η πρωτοφανής στασιμότητα που έδειξαν οι μέλισσες την περίοδο του Απριλίου. Αφήνοντας τα μικρότερα μελίσσια πίσω, ώστε να ασχοληθώ μαζί τους αργότερα, ξεκίνησα για το πυκνό ελατοδάσος των Ορέων του Βάλτου και συγκεκριμένα για τη Χελώνα.

Η κορυφή Χελώνα, γνωστή και ως Αϊλίντας (1538 μέτρα) αποτελεί «φυσικό» σύνορο του νομού Άρτας με τον νομό Αιτωλοακαρνανίας. Δεν είναι απ’ τα μεγαλύτερα βουνά του νομού, όμως η θέα απ’ την κορυφή είναι μοναδική! Τζουμέρκα, Τύμφη, Νεμέρτσικα από τη μία, Λευκάδα και Κεφαλλονιά στο Ιόνιο, προς το νότο Παναιτωλικό, Παναχαϊκό, στο βάθος ο Ερύμανθος και πίσω τα άγρια Άγραφα.

Χρειάστηκα συνολικά δύο δρομολόγια, εκ των οποίων το ένα το πραγματοποίησα ξημερώματα, ώστε να με βρει η ανατολή κατά το ξεφόρτωμα. Οι μέλισσες είχαν εξαιρετικό πέταγμα ακόμη και στις 7 το πρωί, ενώ ολόκληρο το δάσος βούιζε, πράγμα πολύ ενθαρρυντικό.

Πίσω στον κάμπο τα τρακτέρ με τις τουρμπίνες είχαν κατακλύσει τα κτήματα. Παντού μύριζε εντομοκτόνο. Έπρεπε να αποφασίσω άμεσα τι θα κάνω με τα μελίσσια που έμειναν πίσω. Η ζέστη ήταν αβάσταχτη κάτω. Οι μέλισσες δεν έδειχναν καμία διάθεση να βγουν απ΄ τις κυψέλες τους. Αν άφηνες κηρήθρα ακόμα και στη σκιά, μετά από λίγο έλιωνε. Φέρνοντας στο μυαλό μου το πέταγμα των μελισσών του βουνού, αποφάσισα να μεταφέρω τα μελίσσια σε κοντινή περιοχή με το υπόλοιπο κοπάδι, μέχρι να δω τι θα κάνω.

Τις πρώτες μέρες του Ιούνη ο καύσωνας έφτασε και στο βουνό. Οι μέλισσες περιόρισαν το έντονο πέταγμα των προηγούμενων ημερών και το εισερχόμενο μέλι ελαττώθηκε. Ο έλατος ανέκαμψε αρκετές φορές φέτος, ίσως το κάνει και τώρα. Απ’ την άλλη για την βελανιδιά που ακολουθεί, άλλοι είναι σκεπτικοί και άλλοι πολύ αισιόδοξοι. Περιμένουμε. Όπως πάντα.

Μία δύσκολη χρονιά…

Η φετινή χρονιά είναι ένα καλό παράδειγμα του πόσο σημαντικό είναι το φθινόπωρο. Το περσινό φθινόπωρο, για την Δυτική Ελλάδα, ήταν καταστροφικό. Με τους δύο πρώτους μήνες να είναι εντελώς άνυδροι, φυτά όπως το ρείκι, ο κισσός, η ακονιζιά και ο αρκουδόβατος δεν απέδωσαν με αποτέλεσμα τα μελίσσια να μην ανανεώσουν τους πληθυσμούς τους και να ξεχειμωνιάσουν με κουρασμένες μέλισσες.

Κεντρική Πίνδος. Στο δρόμο για το μελισσοκομείο κατά τα μέσα του φθινοπώρου.

Αν συνυπολογίσουμε σ’ αυτό και το γεγονός ότι και η κουμαριά που ανθίζει τελευταία πριν το χειμώνα, δεν έδωσε μέλι, καταλαβαίνουμε ότι οι μέλισσες αντιμετώπισαν το χειμώνα με λίγες προμήθειες. Ο χειμώνας υπήρξε αντικειμενικά ήπιος, χωρίς ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες, όμως αρκετά μελίσσια, παρ’ όλα αυτά δεν τα κατάφεραν.

Το μελίσσια στον κάμπο για το ξεχειμώνιασμα. Στο βάθος χιονισμένο το όρος Ξηροβούνι και δεξιά ίσα που διακρίνονται τα Τζουμέρκα.

Όσες βροχοπτώσεις δεν είχαμε το φθινόπωρο όμως, τόσες είχαμε με το νέο έτος. Μάλιστα ο Μάρτης αποδείχτηκε πραγματικά παλουκοκαύτης, καθώς μόλις για 4-5 μέρες είδαμε τον ήλιο. Αυτό κράτησε μέσα τις μέλισσες, που δε μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν τα ανοιξιάτικα ρείκια. Έχοντας μείνει εντυπωσιακά πίσω στην ανάπτυξη, ελπίζαμε ότι όλα θα αλλάξουν με την έναρξη της ανθοφορίας των εσπεριδοειδών.

Οι πορτοκαλιές άνοιξαν πρώιμα και ξεκίνησαν σχετικά καλά, όμως οι προσδοκίες μας για μέλι ήταν λίγες, μιας και τα μελίσσια ήταν πολύ πίσω. Όμως και τότε, ένα σύννεφο σκόνης κάλυψε την Ανατολική Μεσόγειο για μια εβδομάδα περίπου. Οι μέλισσες ελάττωσαν τις πτήσεις τους. Αρκετά εκνευρισμένες, δεν δέχονταν επιθεωρήσεις. Τις κατανοώ.

Ανθισμένη μανταρινιά στον κάμπο της Άρτας.

Για πρώτη φορά δυσκολευόμαστε τόσο πολύ στην ανάπτυξη. Με τη μελιτοφορία του ελάτου να πλησιάζει (ακούγεται ότι θα είναι και αυτή αρκετά πρώιμη) αναρωτιόμαστε αν θα έχουμε έτοιμα μελίσσια. Οι επόμενες 10-15 μέρες θα είναι οι σημαντικότερες της χρονιάς.

Πίσω στον κάμπο για το ξεχειμώνιασμα

Έπειτα από ένα πολύ άσχημο φθινόπωρο,που δεν μας έδωσε τη δυνατότητα να τρυγήσουμε φθινοπωρινό μέλι, είχε έρθει η ώρα να μετακινηθούμε προς τον κάμπο για το ξεχειμώνιασμα. Η ανομβρία των δύο πρώτων μηνών του φθινοπώρου, αποδείχτηκε καθοριστική για τη συνέχεια. Όλες οι ανθοφορίες άργησαν έως και ενάμιση μήνα, ενώ όταν ξεκίνησαν οι βροχές, αυτό έγινε με μεγάλη σφοδρότητα και διάρκεια, με αποτέλεσμα και οι μέλισσες να μην πετούν, αλλά και τα φυτά να μην αποδίδουν.

Από τη μεριά μας εξαντλήσαμε κάθε πιθανότητα, παραμένοντας μέχρι τέλους στο βουνό, μήπως και αλλάξει η κατάσταση, αλλά μάταια. Τα χιόνια κατέβηκαν απειλητικά και έτσι περιμέναμε να φανούν οι πρώτες ηλιόλουστες μέρες, για να ξεκινήσουμε τις μεταφορές. Στον κάμπο η θερμοκρασία είναι αρκετά υψηλότερη, ενώ και το μελισσοκομείο εκεί, έχει περισσότερες ώρες ήλιο την ημέρα.

Δυστυχώς δεν καταφέραμε να τρυγήσουμε ούτε σουσούρα ούτε κουμαριά. Η κουμαριά μάλιστα φέτος δεν εμφανίστηκε καθόλου στα μελίσσια. Ούτε στο βόρειο μελισσοκομείο, στην κεντρική Πίνδο, ούτε στα νότια. Στον κάμπο έχουν ήδη ανοίξει τα πρώτα ζοχαδόχορτα και οι ανεμώνες, ενώ όταν ο καιρός είναι ζεστός τις μεσημεριανές ώρες δουλεύουν και οι μουσμουλιές.

Τα μελίσσια είναι καλά, αλλά πρέπει να φύγουν σύντομα…

Όταν αποφάσισα να στήσω το μελισσοκομείο του νότου στα σύνορα της Άρτας με την Αιτωλοακαρνανία, είχα βρει μια τοποθεσία που έμοιαζε ιδανική για το φθινόπωρο. Χαμηλό υψόμετρο ώστε να έχει λιγότερο κρύο και πολύ ηλιόλουστο που είναι σημαντικό θέμα αυτή την εποχή στο βουνό. Το μόνο που με ανησυχούσε ήταν ότι κοντά βρισκόταν το ποτάμι.

Όργωσα όλη την γύρω περιοχή για να βρω κάποιο σημείο λίγο ψηλότερα ώστε να νοιώθω ασφάλεια, αλλά μάταια. Τα μελίσσια ήταν αρκετά και δεν μπορούσαν να χωρέσουν πουθενά. Με το ποτάμι ελοχεύει πάντα ο κίνδυνος μετά από έντονες βροχοπτώσεις να φουσκώσει και να υπερχειλίσει, παρασύροντας τα μελίσσια. Έτσι μόλις κόπασαν τα έντονα καιρικά φαινόμενα των τελευταίων ημερών, ξεκίνησα για να επισκεφτώ το μελισσοκομείο.

Η πρώτη προσπάθεια αποδείχτηκε άκαρπη όμως καθώς στον δρόμο είχαν γίνει κατολισθήσεις. Μεγάλοι βράχοι είχαν αποκολληθεί και είχαν κλείσει τον δρόμο. Έτσι γύρισα πίσω και αφού εφοδιάστηκα με κάποια εργαλεία που μπορούσαν να βοηθήσουν ξεκίνησα την επόμενη μέρα και πάλι. Αφού κατάφερα να μετακινήσω κάποιες μεγάλες πέτρες στην άκρη του δρόμου ώστε να καταστεί και πάλι ο δρόμος προσπελάσιμος, συνέχισα.

Το ποτάμι κατέβαζε πολύ λιγότερο όγκο νερού σε σχέση με την προηγούμενη μέρα και αυτό με είχε ανακουφίσει κάπως. Λίγα χιλιόμετρα αργότερα όμως βρέθηκα μπροστά σε ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα. Σε ένα στενό σημείο του δρόμου είχε πέσει μεγάλος όγκος λάσπης που είχε παρασύρει μαζί της πέτρες αλλά και δέντρα. Μάλιστα ο δρόμος είχε υποστεί καθίζηση τουλάχιστον στο 1/4 του πλάτους του.

Με τα μελίσσια να μην απέχουν πολύ απ’ το σημείο, αποφάσισα να αφήσω το αυτοκίνητο και να προσπαθήσω να προσεγγίσω το σημείο με τα πόδια. Ομολογώ πως είναι αρκετά τρομακτικό να περνάς κάτω από απότομους βράχους οι οποίοι στάζουν νερό και κατεβάζουν συνεχώς μικρές πέτρες.

Φτάνοντας στο μελισσοκομείο ένιωσα μεγάλη ανακούφιση βλέποντας τα μελίσσια στη θέση τους αλλά και τις μέλισσες δειλά δειλά να πετούν, προσπαθώντας να καθαρίσουν τις κυψέλες τους μετά από αρκετές μέρες που είχαν μείνει κλεισμένες λόγω της βροχής. Με έκπληξη διαπίστωσα ότι η σουσούρα ήταν ακόμη ανοιχτή και μάλιστα την επισκέπτονταν και μέλισσες. Προσωπικά δεν την έχω ξαναδεί ανθισμένη Δεκέμβριο μήνα και να αντέχει μετά από τόση κακοκαιρία.

Ενημέρωσα τον Δήμο ώστε να ανοίξει τον δρόμο και πλέον αυτό που σκέφτομαι είναι αν πρέπει να μεταφέρω τα μελίσσια στην ασφάλεια του κάμπου ή να τα αφήσω να εκμεταλλευτούν όσο απομένει απ’ το ρείκι.

Φθινόπωρο στο βουνό

Πριν από μερικά χρόνια, όταν ξεκινούσαμε με τα πρώτα μας μελίσσια, τα πράγματα ήταν πολύ απλά. Όταν έρχονταν το φθινόπωρο, βρίσκαμε ένα μέρος στο βουνό και τα μεταφέραμε. Σήμερα όμως τα μελίσσια έχουν αυξηθεί αρκετά και στο βουνό δεν υπάρχουν χώροι για να τοποθετηθούν όλα. Άλλωστε όσο πιο λίγα τα μελισσοσμήνη σε μια περιοχή, τόσο περισσότερες και οι διαθέσιμες τροφές, πράγμα που σημαίνει ότι καλό είναι να δημιουργούνται μικρές ομάδες μελισσιών και να μεταφέρονται σε διαφορετικές περιοχές.

Έτσι αφού μεταφέραμε την πρώτη ομάδα στην λίμνη Πουρναρίου στην Άρτα, αποφασίσαμε να εξερευνήσουμε την Πίνδο νοτιότερα, προς την Αιτωλοακαρνανία. Η χλωρίδα ελάχιστα αλλάζει, τουλάχιστον από τα σύνορα του νομού Ιωαννίνων και Άρτας μέχρι τη λίμνη Τριχωνίδα. Από τους πρόποδες και μέχρι ύψους 500-600 μέτρων συναντά κανείς ρείκια, κουμαριές, ακονιζιές, κισσούς και αρκουδόβατους.

Προσωπικά θεωρώ ότι όλο αυτό το κομμάτι της Πίνδου είναι καλό για να φιλοξενήσει μελίσσια το φθινόπωρο καθώς όλα τα παραπάνω φυτά θα τα βοηθήσουν να ανανεώσουν τους πληθυσμούς και να ξεχειμωνιάσουν με νέες και πιο ανθεκτικές μέλισσες. Οπότε αυτό που έψαχνα ήταν να βρω ένα ηλιόλουστο μέρος και σε όσο γίνεται χαμηλότερο υψόμετρο. Και πράγματι η συγκεκριμένη περιοχή ήταν αυτό ακριβώς.

Το μελισσοκομείο στήθηκε σε ένα απάνεμο ξέφωτο ανάμεσα σε δύο κατάφυτες πλαγιές, σε πολύ χαμηλό υψόμετρο, ώστε να παραμένουν οι κυψέλες όσο το δυνατόν πιο ζεστές, τις κρύες νύχτες του φθινοπώρου. Επίσης οι μέλισσες θα δούλευαν ανεβαίνοντας άδειες και άρα ελαφρύτερες και θα κατέβαιναν γεμάτες. Νερό υπήρχε από το κοντινό ποτάμι και έτσι δεν χρειαζόταν και κάποιου είδους ποτίστρα.

Ο μόνος φόβος που είχα ήταν να μην φουσκώσει το ποτάμι, αλλά ο καιρός τους δύο πρώτους μήνες του φθινοπώρου ήταν τόσο άνομβρος που τα ρείκια ξεράθηκαν. Ουσιαστικά τα μελίσσια όλη αυτή την περίοδο έβρισκαν μόνο γύρη από την άφθονη στην περιοχή ακονιζιά. Χωρίς νέκταρ, δεν ανέπτυξαν πολλούς γόνους και έτσι ελπίζουμε πλέον οι βροχές του τελευταίου δεκαημέρου του Οκτώβρη να βοηθήσουν την κουμαριά, να δώσει στα μελίσσια την απαραίτητη τροφή για να βγάλουν το χειμώνα.

Ο κισσός κι αυτός ξεκίνησε σχεδόν με ένα μήνα καθυστέρηση με αποτέλεσμα να έχουμε ένα “περίεργο” φθινόπωρο, που δεν μας επιτρέπει να κάνουμε προβλέψεις, όχι μόνο για το τι είδους χειμώνα θα έχουμε, αλλά ούτε για το πως θα εξελιχθεί ο Νοέμβριος. Ελπίζουμε να υπάρξουν οι απαραίτητες βροχές ώστε να δώσουν χυμούς όσα λουλούδια έχουν απομείνει πλέον και κυρίως η κουμαριά, την οποία και πολύς κόσμος περιμένει.

Πίσω στο βουνό!

Αφού τρυγήσαμε το μέλι της βελανιδιάς στα Όρη του Βάλτου στην νότια Πίνδο τον Αύγουστο, μεταφέραμε τα μελίσσια μας στον κάμπο της Άρτας, ώστε να ξεκουραστούν και να βρουν τις απαραίτητες γυρούλες, που θα τα βοηθούσαν να ανανεωθούν για το φθινόπωρο.

Το φθινοπωρινό μελισσοκομείο στις πλαγιές του Κορφοβουνίου Άρτας, πάνω απ’ την λίμνη του Πουρναρίου.

Για τους περισσότερους μελισσοκόμους της Ηπείρου, ο Αύγουστος είναι μήνας ξεκούρασης. Πέρα απ’ αυτούς που θα επιχειρήσουν να μετακινηθούν στα πεύκα, οι υπόλοιποι δεν έχουν κάποια μεγάλη ανθοφορία να κυνηγήσουν και έτσι αρκούνται στο να προετοιμάσουν τα μελίσσια τους για το φθινόπωρο. Για εμάς όμως ήταν ένας δύσκολος μήνας. Κι αυτό γιατί τα μελίσσια τα οποία αγοράσαμε τον Φλεβάρη ήταν πολύ ταλαιπωρημένα και με μεγάλης ηλικίας βασίλισσες, ενώ και τα δικά μας ήταν καιρός πια να ανανεωθούν.

Η λίμνη Πουρναρίου το φθινόπωρο.

Έτσι αποφασίσαμε να αλλάξουμε όλες τις βασίλισσες μέσα στο καλοκαίρι, με στόχο να μπουν τα μελίσσια με νέες, δυνατές που θα κατάφερναν να ανανεώσουν καλύτερα τους πληθυσμούς και κατά συνέπεια να ξεχειμωνιάσουν χωρίς προβλήματα. Τα πράγματα πήγαν εξαιρετικά καλά και μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτέμβρη σχεδόν όλα τα μελίσσια είχαν καταφέρει να έχουν νέες, γονιμοποιημένες βασίλισσες.

Ο μελισσόκηπος στο βουνό.

Ενώ όμως είχαμε φτάσει στα τέλη του Σεπτέμβρη, ο καιρός θύμιζε καλοκαίρι. Ξηρασία και υψηλές θερμοκρασίες δημιουργούσαν αμφιβολίες για το κατά πόσον τα φυτά στο βουνό θα μπορούσαν να αποδώσουν και πράγματι σε μια διερευνητική βόλτα η κατάσταση ήταν απελπιστική. Το ρείκι σχεδόν ξερό, ο κισσός είχε ξεγελαστεί και δεν είχε ανοίξει ακόμη, ο αρκουδόβατος με κίτρινα μαραμένα φύλλα και μόνο η ακονιζιά έδειχνε σημάδια ζωής…

Φθινοπωρινή ερείκη (σουσούρα) σε τραγική κατάσταση λόγω της ξηρασίας.

Έχοντας κόψει πολλές παραφυάδες για να αυξήσουμε τον αριθμό των μελισσοσμηνών, ουσιαστικά είχαμε αποδυναμώσει τους πληθυσμούς και αν συνυπολογίσει κανείς σε αυτό και το κενό που υπήρξε στους γόνους λόγω της αλλαγής των βασιλισσών, εγείρονταν ερωτήματα για το αν θα καταφέρναμε να βγάλουμε το χειμώνα. Τελικά τις πρώτες μέρες του Οκτώβρη ξεκινήσαμε να φορτώνουμε μελίσσια για τις βουνοπλαγιές της Πίνδου.

Στο βάθος η λίμνη του Πουρναρίου, όπως φαίνεται απ’ το μελισσοκομείο.

Τα πρώτα μελίσσια μεταφέρθηκαν στις πλαγιές πάνω απ’ τη λίμνη Πουρναρίου, σε σχετικά χαμηλό υψόμετρο 360-380 μέτρων, ώστε να μην έχει πολύ κρύο. Τα φυτά, εκτός της ακονιζιάς, δεν είχαν ανοίξει ακόμα, κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Με τον αριθμό των μελισσιών να έχει αυξηθεί πολύ και τις περιοχές στο βουνό όπου μπορούν να στηθούν μελισσοκομεία λίγες, έπρεπε να βρεθεί και δεύτερη τοποθεσία. Το γεγονός αυτό το είδα περισσότερο ως ευκαιρία να δοκιμάσω και άλλες περιοχές για το φθινόπωρο πέρα από τους πρόποδες των Τζουμέρκων.

Ο Άραχθος κάπου ανάμεσα στον κάμπο της Άρτας και τον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων.

Έτσι μεταφέραμε αρκετά μελίσσια νοτιότερα στα σύνορα των νομών Άρτας και Αιτωλοακαρνανίας στις εκβολές του ποταμού Βωβού. Εκεί μας δόθηκε η ευκαιρία να δημιουργήσουμε ένα απάνεμο μελισσοκομείο σε πολύ χαμηλό υψόμετρο (120-130 μέτρα) δίνοντας την ευκαιρία στα μελίσσια να παραμείνουν ζεστά μέχρι αργά το φθινόπωρο, έχοντας παράλληλα πρόσβαση στα ίδια φυτά με το άλλο μελισσοκομείο στη λίμνη. Τα μελίσσια είναι ισοδύναμα και έτσι κατά το τέλος Νοέμβρη θα έχουμε μια εικόνα για το πια περιοχή απέδωσε καλύτερα.

Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε τις αναμενόμενες βροχές και λίγο πολύ τα φυτά παραμένουν στην ίδια κατάσταση. Σε ενδεικτικές επιθεωρήσεις παρατηρήσαμε ότι τα μελίσσια βρίσκουν μεν αρκετή γύρη από την ακονιζιά, όμως το κρύο της τελευταίας εβδομάδας δεν τα αφήνει να αναπτυχθούν όπως θα θέλαμε. Θα δείξει. Έχουμε 50 μέρες ακόμα να δούμε πως θα εξελιχθεί αυτό το ξηρό φθινόπωρο.

Τρύγος στη βελανιδιά!

Κατά τα τέλη του Ιούνη, με τα μελίσσια στα έλατα να μην καταφέρνουν και πολλά λόγω του άστατου για την εποχή καιρού και των βροχών, αποφασίσαμε να μετακινηθούμε νοτιότερα στην Πίνδο για τη μελιτοφορία της βελανιδιάς. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχαμε προετοιμαστεί γι αυτή την μελιτοφορία και έτσι είχαμε κάποιες αμφιβολίες για το κατά πόσον οι μέλισσες θα άντεχαν σε τέτοιος εξοντωτικούς και για τόσο διάστημα χωρίς γύρη.

Χρειαστήκαμε συνολικά δύο ολόκληρες νύχτες για να μεταφέρουμε τα μελίσσια από την ορεινή Άρτα και τα Τζουμέρκα στα Όρη του Βάλτου στην Αιτωλοακαρνανία. Εκεί στα αχανή βελανιδοδάση στήσαμε το μελισσοκομείο μας. Και ενώ όλα ξεκίνησαν ιδανικά με τις μελιτώδεις εκκρίσεις των φύλλων, άλλωστε οι βροχές που είχαν προηγηθεί ήταν δώρο για τις βελανιδιές, ο καύσωνας του Ιουλίου το στέγνωσε με αποτέλεσμα να μειωθεί δραματικά το εισερχόμενο μέλι.

Τότε όμως και πάλι κάποιες βροχούλες βοήθησαν να αρχίσουν και πάλι οι μελιτοεκκρίσεις αυτή τη φορά από το βελανίδι και έτσι καταφέραμε να τρυγήσουμε. Το μέλι που παράγεται από τη βελανιδιά είναι σκούρο σκοτεινό, σχεδόν μαύρο και αρκετά παχύρρευστο ενώ έχει απαλή και διακριτική γεύση. Θεωρείται από τα θρεπτικότερα μέλια, μάλιστα το ΑΠΘ το έχει κατατάξει ως το ισχυρότερο μέλι σε αντιοξειδωτική δράση ανάμεσα σε 48 ποικιλίες παγκοσμίως. Είναι πολύ πλούσιο σε ιχνοστοιχεία, περιέχει σε μεγάλες ποσότητες κάλλιο, μαγνήσιο, φώσφορο, σίδηρο και νάτριο ενώ τα ένζυμα που περιέχει, ενισχύουν το μεταβολισμό και τις λειτουργίες των ζωτικών οργάνων.

Μπορείτε να το προμηθευτείτε απευθείας από εμάς, εδώ.