Την ώρα που η Τουρκία φτιάχνει δάση μελιού η Ελλάδα διώκει τη μελισσοκομία !

Η Ελλάδα και η Τουρκία είναι οι μόνες χώρες που παράγουν πευκόμελο. Για την Ελλάδα μάλιστα η παραγωγή πευκόμελου αποτελεί το 60% της παραγωγής. Την ώρα όμως που η Τουρκία προοδεύει, στηρίζοντας έμπρακτα την παραγωγή και δημιουργώντας δάση, η Ελλάδα καίει, καταστρέφει τα ήδη υπάρχοντα και διώκει τη μελισσοκομία.

Τα τελευταία δεπέντε χρόνια στην Τουρκία, τέθηκε σε εφαρμογή από τη Γενική Διεύθυνση Δασών το πρόγραμμα «Σχέδιο Δράσης για Δάση Μελιού» με το οποίο δημιουργήθηκαν συνολικά 700 δάση μελιού! Μελισσοκομικά δάση ονομάζονται οι δασικές εκτάσεις που είτε προϋπήρχαν είτε δημιουργήθηκαν με τη φύτευση των κατάλληλων, ανάλογα την περιοχή, μελισσοκομικών φυτών, στις οποίες πραγματοποιήθηκαν έργα που διευκολύνουν την πρόσβαση (διάνοιξη δασικών δρόμων) και εγκατάσταση μελισσοσμηνών.

Οι Τούρκοι κατάφεραν με μελετημένες δενδροφυτεύσεις, από το Υπουργείο Γεωργίας και τη Δασική Υπηρεσία, να εμπλουτίσουν, ακόμα και υποβαθμισμένα δάση, όπως για παράδειγμα αυτό της Αδριανούπολης στο οποίο φύτευσαν 130.000 δέντρα, με αποτέλεσμα να αναγεννηθεί.

Κατασκεύασαν από θέσεις για μελισσοκομεία με ξύλινες βάσεις, μέχρι και ποτίστρες με νερό για τις μέλισσες, ειδικά φτιαγμένες ώστε να μην πνίγονται.

Με αυτό τον τρόπο και μέσα σε μια δεκαπενταετία η Τουρκία κατάφερε να ανέβει στη δεύτερη θέση παγκοσμίως στην παραγωγή μελιού. Από 81.000 τόνους το 2010, έφτασε τους 110.000 το 2019, με τις κυψέλες να παρουσιάζουν επίσης άνοδο από τα 5,6εκ στα 8εκ.

Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα οι κυψέλες εντάσσονται στο νόμο περί αυθαιρέτων, η μελισσοκομία διώκεται και η Εύβοια αφέθηκε να καεί. Οι Δασικές Υπηρεσίες, η Πολιτική Προστασία, η Αστυνομία και η Πυροσβεστική αντί να διευκολήνουν τους παραγωγικούς κλάδους, όπως γίνεται στη γείτονα χώρα, εκδίδουν απαγορευτικές διατάξεις, αυθαίρετα, παραβιάζοντας ισχύοντες νόμους.

Οι Δασικές Υπηρεσίες στην Ελλάδα αντί να δημιουργήσουν χώρους για τα μελίσσια, δεδομένου ότι και η παρουσία των μελισσών στα δάση είναι επιτακτική, καθώς το 86% των δασικών ειδών επικονιάζεται από αυτές, θεωρούν την κυψέλη ως αυθαίρετο και εφαρμόζουν το νόμο για τους καταπατητές (998/1979), στέλνοντας «προσκλήσεις κατεδάφισης των μελισσιών» ακόμα και σε ερευνητικά μελισσοκομία όπως αυτό του Ινστιτούτου Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων.

Παράλληλα είδαμε την Εύβοια, όπου βρίσκονταν το ένα απ’ τα τρία μεγάλα πευκοδάση της χώρας, να αφήνεται στην τύχη του να καεί απ’ άκρη σ’ άκρη και την ασύλληπτη καταστροφή απ’ τις πυρκαγιές στη Ρόδο αλλά και στον Έβρο. Η παρακμή είναι διάχυτη. 

Το Χρηματιστήριο Ρύπων, η διαχείριση των δασών από ιδιώτες και η εκδίωξη των μελισσοκόμων

Στο νέο project του Χρηματιστηρίου ρύπων για τα δάση εναποθέτει τη χρηματοδότηση του σχεδίου διαχείρισης του δασικού πλούτου της χώρας, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.


Η διαχείριση των δασών ανατίθεται σε ιδιωτικές εταιρείες οι οποίες θα επιδοτούνται από το κράτος για την απόληψη δασικής βιομάζας. Η επιδότηση θα προκύπτει από τις εγκεκριμένες διαχειριστικές μελέτες, με κριτήριο υποτίθεται την προστασία και την ανάπτυξη των δασικών οικοσυστημάτων. Όσο πιο δύσκολη είναι η απόληψη της βιομάζας και όσο περισσότερο συνεισφέρει στην πρόληψη, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επιδότηση. Θα παρέχεται ετησίως, με βάση τα τιμολόγια πώλησης της απολαμβανόμενης βιομάζας.

Πρακτικά ο στόχος είναι τα carbon credits, δηλαδή τα έσοδα απο τα δικαιώματα εκπομπών να χρηματοδοτήσουν σημαντικό τμημα της πρόληψης και προστασίας των δασών. Το χρηματιστήριο θα αφορά τους πρόσθετους τόνους διοξειδίου του άνθρακα που θα απορροφούνται στα διαχειριζόμενα δάση. Οι διαχειριστές του δάσους θα πιστοποιούνται για την ποσότητα των όγκων διοξειδίου του άνθρακα που καταφέρνουν να απορροφήσουν, και την οποία μετά θα πωλούν σε ρυπαίνουσες επιχειρήσεις που θέλουν να μειώσουν το ανθρακικό τους αποτύπωμα, μεταξύ των οποίων διυλιστήρια και ενεργοβόρες βιομηχανίες.

Αντί λοιπόν να μειώσουμε τις εκπομπές ώστε να περιορίσουμε το φαινόμενο του θερμοκηπίου, στήνουμε μία πανευρωπαϊκή μπίζνα μέσω της οποίας εμπορευματοποιούμε την κλιματική κρίση και πουλάμε δικαιώματα άνθρακα μέσω χρηματιστηρίου σε ρυπογόνες βιομηχανίες ώστε να μειώσουν δήθεν το ανθρακικό τους αποτύπωμα, δίνοντάς τους το δικαίωμα στην πραγματικότητα να ρυπαίνουν ακόμα περισσότερο. Η κλιματική κρίση όπως και κάθε κρίση μετατρέπεται από το καπιταλιστικό σύστημα σε μια ακόμα ευκαιρία για κέρδος, ταΐζοντας παράλληλα και τους κάθε λογής αρνητές της κλιματικής αλλαγής.

Ταυτόχρονα τα μελίσσια στο δάσος αποτελούν εμπόδιο για τις εργασίες αυτές με αποτέλεσμα να ξεκινήσει φέτος ένα πρωτοφανές “πογκρόμ” ενάντια στους μελισσοκόμους για τις τοποθετήσεις των μελισσοσμηνών. Δασαρχεία, Αστυνομία και Πυροσβεστική αυθαιρετούν στα όρια της παρανομίας ώστε να διώξουν τους “παρείσακτους” μελισσοκόμους απ’ τα δάση.

Αγνοούν βέβαια ότι το 86% των ειδών επικονιάζονται από τις μέλισσες (Γούναρη 2023) και ότι από τη δεκαετία του 70, με την εξάπλωση του παρασίτου Βαρρόα στην Ευρώπη όλα τα “άγρια” μελίσσια του είδους (Apis mellifera) εξαφανίστηκαν πλήρως μέσα σε τρία χρόνια από την αρχική προσβολή (Ritteretal 1983, Buchler 1990), με αποτέλεσμα όλο το βάρος της επικονίασης να πεύτει σήμερα στους μελισσοκόμους, οι οποίοι για να μην καταρεύσουν και τα δικά τους μελίσσια επεμβαίνουν τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο με θεραπείες.

Αν ο μελισσοκόμος δε μεταφέρει μέλισσες στο δάσος δε γίνεται επικονίαση και το οικοσύστημα οδηγείται σε κατάρρευση. Το δάσος δε μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ένας ακόμα πόρος που πρέπει να αξιοποιηθεί από το κεφάλαιο. Τα χρηματιστήρια δεν έχουν καμία δουλειά μέσα στα δάση, σε αντίθεση με τις μέλισσες.

Στράτος Σαραντουλάκης
Μελισσοκόμος

Η έκδοση Δασικών Απαγορευτικών Διατάξεων (Περί Μελισσοσμηνών) εξυπηρετούν και την Μελισσοκομία;

Πρόσφατα εκδόθηκαν από τα Δασαρχεία Πολυγύρου, Θεσσαλονίκης, κ.λπ., Δασικές Απαγορευτικές Διατάξεις (Περί Μελισσοσμηνών) οι οποίες υποτίθεται ότι ρυθμίζουν θέματα για την τοποθέτηση γενικά των μελισσοσμηνών. Θεωρώ το θέμα πολύ σοβαρό και γι αυτό διατυπώνω τις κατωτέρω απόψεις.

Μελίσσι δείκτης με ζυγαριά σε ελατοδάσος στο Γάβροβο Άρτας, άνοιξη του 2018.

Για την τοποθέτηση των μελισσοσμηνών γενικά και εντός δασών και δασικών εκτάσεων στη παράγραφο 13 του άρθρου 19 του ν. 3208/2003 αναφέρονται «Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας κλπ καθορίζονται οι περιοχές τοποθέτησης μελισσοσμηνών, οι αποστάσεις από Εθνικούς και επαρχιακούς δρόμους, κατοικημένες περιοχές και κατοικημένες οικίες καθώς και οι κυρώσεις για τις παραβάσεις των εν λόγω διατάξεων, τα όργανα επιβολής και η σχετική διαδικασία. Με την έναρξη ισχύος της παραπάνω απόφασης καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 6238/1934 (ΦΕΚ 25Α) και ν. 4856/1930 (ΦΕΚ 316 Α)

Μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί η εν λόγω απόφαση με συνέπεια για την τοποθέτηση των μελισσοσμηνών να ισχύουν οι διατάξεις των Νόμων της 10ετίας του 1930. Προφανώς ο Νομοθέτης είχε αντιληφθεί, εδώ και 20 χρόνια, την ανάγκη άλλης πιο σύγχρονης ρύθμισης της τοποθέτησης των μελισσοσμηνών και εξουσιοδότησε τους ανωτέρω Υπουργούς για την έκδοση οικείας απόφασης.

Σαφώς δεν εξουσιοδότησε τους Δασάρχες κάθε περιοχής για την ρύθμιση του θέματος και να εκδίδουν Δασικές Απαγορευτικές Διατάξεις. Και από όσα γνωρίζω δεν υπάρχει άλλη μεταγενέστερη εξουσιοδότηση.

Είναι γνωστό ότι η Δασική Απαγορευτική Διάταξη εκδίδεται πάντα μετά από εξουσιοδοτική διάταξη Νόμου και ρυθμίζει ειδικά δασικά θέματα, π.χ. καυσοξύλευσης, θήρας κ.λπ. Στους παραβάτες επιβάλλονται διοικητικές και ποινικές κυρώσεις. Οι διοικητικές κυρώσεις είναι συνήθως χρηματικά πρόστιμα που επιβάλλονται όπως ο νέος Νόμος ορίζει και οι αντιρρήσεις του κατηγορουμένου πρέπει να εκδικαστούν στα Διοικητικά  Δικαστήρια και όχι στο Πταισματοδικείο όπως γινόταν παλαιότερα. Για τους λόγους αυτούς η έκδοση  Δασικών Απαγορευτικών Διατάξεων πρέπει να αντιμετωπίζεται με πολύ σοβαρότητα και να είναι απόλυτα τεκμηριωμένες.

Το Ορεινό Μέλι στα βελανιδόδαση του Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας, το καλοκαίρι του 2019.

Κατά την άποψή μου η έκδοση, χωρίς σαφή εξουσιοδότηση Νόμου, από τον Δασάρχη Δασικής Απαγορευτικής Διάταξης για την τοποθέτηση των μελισσοσμηνών, ένα θέμα που ρυθμίζεται από Νόμο, είναι πράξη άκυρη, παράνομη, και καταχρηστική και μπορεί για τους υπογράφοντες Δασάρχες να αγγίζει τα όρια της παράβασης καθήκοντος. Για αυτό δεν ασχολούμαι με τα ανεδαφικά επί μέρους θέματα που υποτίθεται ότι ρυθμίζουν οι διατάξεις που έχουν εκδοθεί.

Καλό θα ήταν οι Δασάρχες και η Δασική Υπηρεσία να ασχοληθούν και να μελετήσουν πως παράγονται τα δασικά προϊόντα το μέλι, η γύρη και η πρόπολη από τους μελισσοκομικούς πόρους των δασικών οικοσυστημάτων. Δυστυχώς το αντικείμενο αυτό δεν διδάσκεται στις Δασολογικές σχολές με συνέπεια να υπάρχει άγνοια και εχθρική αντιμετώπιση της άσκησης της μελισσοκομίας στα δάση και δασικές εκτάσεις. Και αυτό αποδεικνύεται από το περιεχόμενο των Δασικών Απαγορευτικών Διατάξεων που έχουν εκδοθεί από τα Δασαρχεία.

Είναι γνωστό ότι η μελισσοκομία ασκείται σχεδόν αποκλειστικά εντός των δασών και δασικών εκτάσεων αφού το 80% του μελιού που παράγεται στη χώρα, περίπου 15.000 τόνοι, είναι δασόμελα και είναι το αποτέλεσμα της αξιοποίησης από την μέλισσα των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων.

Αφού οι μελισσοκόμοι αξιοποιούν τους μελισσοκομικούς πόρους των δασικών οικοσυστημάτων κάλλιστα μπορεί να χαρακτηρισθούν δασεργάτες και προστάτες των δασών αφού εκεί εργάζονται και τρόπο τινά το δάσος είναι το «σπίτι» τους. Αρκεί κατάλληλα να οργανωθούν και ενημερωθούν από την Δασική και Πυροσβεστική Υπηρεσία. Οι πυρκαγιές των πευκοδασών (χαλεπίου, τραχείας) είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της μελισσοκομίας γιατί έχουμε καταστροφή κυψελών – ζωικού κεφαλαίου αφενός και αφετέρου των δασών όπου εργάζεται και παράγει η μέλισσα. Και δυστυχώς κάθε χρόνο έχουμε τεράστιες και αδικαιολόγητες σε έκταση πυρκαγιές (Εύβοια, Ρόδος, κ.λπ.). Για το μέγεθος της ζημιάς αρκεί να αναφερθεί μόνο ένα παράδειγμα αυτό της Βορείου Ευβοίας όπου με την καταστροφή των δασών καταστράφηκαν περίπου 4.000 τόνοι πευκόμελου που συλλεγόταν ετησίως.

Η μελισσοκομία ασκείται στα δασικά οικοσυστήματα χωρίς επέμβαση δηλαδή για την παραγωγή μελιού δεν χρειάζεται να υλοτομηθούν δένδρα και το αντίθετο γίνεται για την παραγωγή καυσόξυλων. Απεναντίας η μέλισσα ως επικονιαστής συμβάλλει θετικά στην βελτίωση της βιοποικιλότητας των δασικών οικοσυστημάτων.

Χρειάζεται λοιπόν οι Δασολόγοι και η Δασική Υπηρεσία να ασχοληθούν εντατικά με την προστασία, βελτίωση και διαχείριση των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων. Ταυτόχρονα με έργα υποδομής (δρόμοι, χώροι μελισσοκομείων, ποτίστρες εντόμων και αγρίων ζώων, φυτεύσεις μελισσοκομικών δένδρων, κ.λπ.) να βελτιώσουν τις συνθήκες άσκησης της μελισσοκομίας και διευκόλυνσης των μελισσοκόμων. Παράλληλα με τις άλλες πολλαπλές χρήσεις των δασών (υλοτομία, βοσκή, νερό, προστασία εδαφών, ψυχαγωγία, μελισσοκομία, κ.λπ.) πρέπει να εφαρμόζεται το δόγμα της Δασοπονίας δηλαδή της κατά χώρο και χρόνο τάξης κάθε δραστηριότητας που πιθανώς ασκείται εντός των δασών και δασικών εκτάσεων.

Ενδεχομένως σε κάποια δάση να τεθεί ως κυρίαρχος δασοπονικός σκοπός η άσκηση της μελισσοκομίας, π.χ. το πευκοδάσος της Θάσου για παραγωγή πευκόμελου ή τμήμα του ελατοδάσους του Μαινάλου όπου παράγεται το μέλι ΠΟΠ τύπου βανίλιας ελάτης.

Τουλάχιστον ας μιμηθούμε τους γείτονες μας Τούρκους που έχουν οριοθετήσει τουλάχιστον 500 μελισσοκομικά δάση προς εξυπηρέτηση της μελισσοκομίας.

Χρειάζεται λοιπόν να συνταχθούν ειδικές δασοτεχνικές μελέτες για την προστασία, διαχείριση και βελτίωση των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων με παράλληλη βελτίωση των συνθηκών άσκησης της μελισσοκομίας με στόχο την αύξηση παραγωγής των μοναδικών Ελληνικών μελισσοκομικών προϊόντων προς όφελος της Εθνικής οικονομίας και να σταματήσει η εισαγωγή μελιού αμφιβόλου ποιότητας να «βαφτίζεται» ως εγχώριο με τις γνωστές δυσάρεστες συνέπειες για των παραγωγό μελισσοκόμο και καταναλωτή. Και αυτό σίγουρα δεν επιτυγχάνεται με την έκδοση Δασικών Απαγορευτικών Διατάξεων με το απαράδεκτο περιεχόμενό τους.

Επιτακτική συνεπώς προβάλλει η ανάγκη για αλλαγή Δασικής Πολιτικής για την άσκηση της μελισσοκομίας από την Δασική Υπηρεσία με στόχο την προστασία και βελτίωση των μελισσοκομικών πόρων των δασικών οικοσυστημάτων με παράλληλη βελτίωση των συνθηκών άσκησης της μελισσοκομίας με στόχο την αύξηση παραγωγής μελισσοκομικών προϊόντων και προστασία των μελισσοκομικών πόρων.

Δυστυχώς αυτά είναι όνειρα θερινής νυκτός γιατί η Δασική Υπηρεσία είναι πλέον υπό διάλυση.

Χαλκίδα, Αύγουστος 2023

Ηλίας Καπράλος,
Δασολόγος