Χωρίς κουμαριά το φετινό φθινόπωρο

Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος οι παραφυάδες και ένα μεγάλο μέρος του κοπαδιού μεταφέρθηκε στα ημιορεινά της Πίνδου για τις φθινοπωρινές ανθοφορίες. Κισσός, ακονιζιά, αρκουδόβατος απ’ τα τέλη Σεπτεμβρίου, ρείκι τον Οκτώβριο και κουμαριά το Νοέμβριο εξασφαλίζουν στα μελίσσια τις προμήθειες του χειμώνα και αν ο καιρός είναι ευνοϊκός δίνουν και τρύγο.

Φθινόπωρο και άνοιξη στη λίμνη Πουρναρίου.

Τελευταία όμως, όλο και πιο συχνά το φθινόπωρο είναι φτωχό. Οι υψηλές θερμοκρασίες και η παρατεταμένη ανομβρία των δύο πρώτων μηνών, που τείνουν να γίνουν καθεστώς, δε δίνουν τη δυνατότητα στα φυτά να ευδοκιμήσουν. Η ανθοφορία της ερείκης διαρκεί ελάχιστα πια, με αποτέλεσμα οι μέλισσες να μη μπορούν να την εκμεταλλευτούν και να χάνουν την πολύτιμη για την εποχή ανάπτυξη που προσφέρει.

Και ενώ η κουμαριά θεωρείται πιο ανθεκτική στις καιρικές μεταβολές, τελευταία δείχνει ότι επηρεάζεται καθοριστικά και αυτή από την κλιματική αλλαγή. Η κουμαριά για να αποδώσει χρειάζεται βροχές στις αρχές του φθινοπώρου και κρύο κατά την άνθιση, ή πιο σωστά τις συνηθισμένες για την εποχή του Νοεμβρίου θερμοκρασίες. Όμως φέτος ούτε βροχές είχαμε κατά την περίοδο Σεπτεμβρίου- Οκτωβρίου, ενώ οι θερμοκρασίες μέχρι και τα μέσα Νοεμβρίου ήταν αρκετά υψηλές με αποτέλεσμα να «στεγνώσει» το άνθος.

Από τότε και μετά ο καιρός χάλασε απότομα και οι μέλισσες κλείστηκαν στις κυψέλες τους με αποτέλεσμα να μη συλλέξουν μέλι. Φαίνεται ότι πλέον έχουν χαθεί οριστικά οι εποχές του φθινοπώρου και της άνοιξης και έχουμε μόνο δύο εποχές με μια απότομη και εξαιρετικά σύντομη μεταβατική περίοδο, ένα φαινόμενο αρκετά αρνητικό για την παραγωγή μελιού.

 

 

Τα μελίσσια είναι καλά, αλλά πρέπει να φύγουν σύντομα…

Όταν αποφάσισα να στήσω το μελισσοκομείο του νότου στα σύνορα της Άρτας με την Αιτωλοακαρνανία, είχα βρει μια τοποθεσία που έμοιαζε ιδανική για το φθινόπωρο. Χαμηλό υψόμετρο ώστε να έχει λιγότερο κρύο και πολύ ηλιόλουστο που είναι σημαντικό θέμα αυτή την εποχή στο βουνό. Το μόνο που με ανησυχούσε ήταν ότι κοντά βρισκόταν το ποτάμι.

Όργωσα όλη την γύρω περιοχή για να βρω κάποιο σημείο λίγο ψηλότερα ώστε να νοιώθω ασφάλεια, αλλά μάταια. Τα μελίσσια ήταν αρκετά και δεν μπορούσαν να χωρέσουν πουθενά. Με το ποτάμι ελοχεύει πάντα ο κίνδυνος μετά από έντονες βροχοπτώσεις να φουσκώσει και να υπερχειλίσει, παρασύροντας τα μελίσσια. Έτσι μόλις κόπασαν τα έντονα καιρικά φαινόμενα των τελευταίων ημερών, ξεκίνησα για να επισκεφτώ το μελισσοκομείο.

Η πρώτη προσπάθεια αποδείχτηκε άκαρπη όμως καθώς στον δρόμο είχαν γίνει κατολισθήσεις. Μεγάλοι βράχοι είχαν αποκολληθεί και είχαν κλείσει τον δρόμο. Έτσι γύρισα πίσω και αφού εφοδιάστηκα με κάποια εργαλεία που μπορούσαν να βοηθήσουν ξεκίνησα την επόμενη μέρα και πάλι. Αφού κατάφερα να μετακινήσω κάποιες μεγάλες πέτρες στην άκρη του δρόμου ώστε να καταστεί και πάλι ο δρόμος προσπελάσιμος, συνέχισα.

Το ποτάμι κατέβαζε πολύ λιγότερο όγκο νερού σε σχέση με την προηγούμενη μέρα και αυτό με είχε ανακουφίσει κάπως. Λίγα χιλιόμετρα αργότερα όμως βρέθηκα μπροστά σε ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα. Σε ένα στενό σημείο του δρόμου είχε πέσει μεγάλος όγκος λάσπης που είχε παρασύρει μαζί της πέτρες αλλά και δέντρα. Μάλιστα ο δρόμος είχε υποστεί καθίζηση τουλάχιστον στο 1/4 του πλάτους του.

Με τα μελίσσια να μην απέχουν πολύ απ’ το σημείο, αποφάσισα να αφήσω το αυτοκίνητο και να προσπαθήσω να προσεγγίσω το σημείο με τα πόδια. Ομολογώ πως είναι αρκετά τρομακτικό να περνάς κάτω από απότομους βράχους οι οποίοι στάζουν νερό και κατεβάζουν συνεχώς μικρές πέτρες.

Φτάνοντας στο μελισσοκομείο ένιωσα μεγάλη ανακούφιση βλέποντας τα μελίσσια στη θέση τους αλλά και τις μέλισσες δειλά δειλά να πετούν, προσπαθώντας να καθαρίσουν τις κυψέλες τους μετά από αρκετές μέρες που είχαν μείνει κλεισμένες λόγω της βροχής. Με έκπληξη διαπίστωσα ότι η σουσούρα ήταν ακόμη ανοιχτή και μάλιστα την επισκέπτονταν και μέλισσες. Προσωπικά δεν την έχω ξαναδεί ανθισμένη Δεκέμβριο μήνα και να αντέχει μετά από τόση κακοκαιρία.

Ενημέρωσα τον Δήμο ώστε να ανοίξει τον δρόμο και πλέον αυτό που σκέφτομαι είναι αν πρέπει να μεταφέρω τα μελίσσια στην ασφάλεια του κάμπου ή να τα αφήσω να εκμεταλλευτούν όσο απομένει απ’ το ρείκι.

Φθινόπωρο στο βουνό

Πριν από μερικά χρόνια, όταν ξεκινούσαμε με τα πρώτα μας μελίσσια, τα πράγματα ήταν πολύ απλά. Όταν έρχονταν το φθινόπωρο, βρίσκαμε ένα μέρος στο βουνό και τα μεταφέραμε. Σήμερα όμως τα μελίσσια έχουν αυξηθεί αρκετά και στο βουνό δεν υπάρχουν χώροι για να τοποθετηθούν όλα. Άλλωστε όσο πιο λίγα τα μελισσοσμήνη σε μια περιοχή, τόσο περισσότερες και οι διαθέσιμες τροφές, πράγμα που σημαίνει ότι καλό είναι να δημιουργούνται μικρές ομάδες μελισσιών και να μεταφέρονται σε διαφορετικές περιοχές.

Έτσι αφού μεταφέραμε την πρώτη ομάδα στην λίμνη Πουρναρίου στην Άρτα, αποφασίσαμε να εξερευνήσουμε την Πίνδο νοτιότερα, προς την Αιτωλοακαρνανία. Η χλωρίδα ελάχιστα αλλάζει, τουλάχιστον από τα σύνορα του νομού Ιωαννίνων και Άρτας μέχρι τη λίμνη Τριχωνίδα. Από τους πρόποδες και μέχρι ύψους 500-600 μέτρων συναντά κανείς ρείκια, κουμαριές, ακονιζιές, κισσούς και αρκουδόβατους.

Προσωπικά θεωρώ ότι όλο αυτό το κομμάτι της Πίνδου είναι καλό για να φιλοξενήσει μελίσσια το φθινόπωρο καθώς όλα τα παραπάνω φυτά θα τα βοηθήσουν να ανανεώσουν τους πληθυσμούς και να ξεχειμωνιάσουν με νέες και πιο ανθεκτικές μέλισσες. Οπότε αυτό που έψαχνα ήταν να βρω ένα ηλιόλουστο μέρος και σε όσο γίνεται χαμηλότερο υψόμετρο. Και πράγματι η συγκεκριμένη περιοχή ήταν αυτό ακριβώς.

Το μελισσοκομείο στήθηκε σε ένα απάνεμο ξέφωτο ανάμεσα σε δύο κατάφυτες πλαγιές, σε πολύ χαμηλό υψόμετρο, ώστε να παραμένουν οι κυψέλες όσο το δυνατόν πιο ζεστές, τις κρύες νύχτες του φθινοπώρου. Επίσης οι μέλισσες θα δούλευαν ανεβαίνοντας άδειες και άρα ελαφρύτερες και θα κατέβαιναν γεμάτες. Νερό υπήρχε από το κοντινό ποτάμι και έτσι δεν χρειαζόταν και κάποιου είδους ποτίστρα.

Ο μόνος φόβος που είχα ήταν να μην φουσκώσει το ποτάμι, αλλά ο καιρός τους δύο πρώτους μήνες του φθινοπώρου ήταν τόσο άνομβρος που τα ρείκια ξεράθηκαν. Ουσιαστικά τα μελίσσια όλη αυτή την περίοδο έβρισκαν μόνο γύρη από την άφθονη στην περιοχή ακονιζιά. Χωρίς νέκταρ, δεν ανέπτυξαν πολλούς γόνους και έτσι ελπίζουμε πλέον οι βροχές του τελευταίου δεκαημέρου του Οκτώβρη να βοηθήσουν την κουμαριά, να δώσει στα μελίσσια την απαραίτητη τροφή για να βγάλουν το χειμώνα.

Ο κισσός κι αυτός ξεκίνησε σχεδόν με ένα μήνα καθυστέρηση με αποτέλεσμα να έχουμε ένα “περίεργο” φθινόπωρο, που δεν μας επιτρέπει να κάνουμε προβλέψεις, όχι μόνο για το τι είδους χειμώνα θα έχουμε, αλλά ούτε για το πως θα εξελιχθεί ο Νοέμβριος. Ελπίζουμε να υπάρξουν οι απαραίτητες βροχές ώστε να δώσουν χυμούς όσα λουλούδια έχουν απομείνει πλέον και κυρίως η κουμαριά, την οποία και πολύς κόσμος περιμένει.

Πίσω στο βουνό!

Αφού τρυγήσαμε το μέλι της βελανιδιάς στα Όρη του Βάλτου στην νότια Πίνδο τον Αύγουστο, μεταφέραμε τα μελίσσια μας στον κάμπο της Άρτας, ώστε να ξεκουραστούν και να βρουν τις απαραίτητες γυρούλες, που θα τα βοηθούσαν να ανανεωθούν για το φθινόπωρο.

Το φθινοπωρινό μελισσοκομείο στις πλαγιές του Κορφοβουνίου Άρτας, πάνω απ’ την λίμνη του Πουρναρίου.

Για τους περισσότερους μελισσοκόμους της Ηπείρου, ο Αύγουστος είναι μήνας ξεκούρασης. Πέρα απ’ αυτούς που θα επιχειρήσουν να μετακινηθούν στα πεύκα, οι υπόλοιποι δεν έχουν κάποια μεγάλη ανθοφορία να κυνηγήσουν και έτσι αρκούνται στο να προετοιμάσουν τα μελίσσια τους για το φθινόπωρο. Για εμάς όμως ήταν ένας δύσκολος μήνας. Κι αυτό γιατί τα μελίσσια τα οποία αγοράσαμε τον Φλεβάρη ήταν πολύ ταλαιπωρημένα και με μεγάλης ηλικίας βασίλισσες, ενώ και τα δικά μας ήταν καιρός πια να ανανεωθούν.

Η λίμνη Πουρναρίου το φθινόπωρο.

Έτσι αποφασίσαμε να αλλάξουμε όλες τις βασίλισσες μέσα στο καλοκαίρι, με στόχο να μπουν τα μελίσσια με νέες, δυνατές που θα κατάφερναν να ανανεώσουν καλύτερα τους πληθυσμούς και κατά συνέπεια να ξεχειμωνιάσουν χωρίς προβλήματα. Τα πράγματα πήγαν εξαιρετικά καλά και μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτέμβρη σχεδόν όλα τα μελίσσια είχαν καταφέρει να έχουν νέες, γονιμοποιημένες βασίλισσες.

Ο μελισσόκηπος στο βουνό.

Ενώ όμως είχαμε φτάσει στα τέλη του Σεπτέμβρη, ο καιρός θύμιζε καλοκαίρι. Ξηρασία και υψηλές θερμοκρασίες δημιουργούσαν αμφιβολίες για το κατά πόσον τα φυτά στο βουνό θα μπορούσαν να αποδώσουν και πράγματι σε μια διερευνητική βόλτα η κατάσταση ήταν απελπιστική. Το ρείκι σχεδόν ξερό, ο κισσός είχε ξεγελαστεί και δεν είχε ανοίξει ακόμη, ο αρκουδόβατος με κίτρινα μαραμένα φύλλα και μόνο η ακονιζιά έδειχνε σημάδια ζωής…

Φθινοπωρινή ερείκη (σουσούρα) σε τραγική κατάσταση λόγω της ξηρασίας.

Έχοντας κόψει πολλές παραφυάδες για να αυξήσουμε τον αριθμό των μελισσοσμηνών, ουσιαστικά είχαμε αποδυναμώσει τους πληθυσμούς και αν συνυπολογίσει κανείς σε αυτό και το κενό που υπήρξε στους γόνους λόγω της αλλαγής των βασιλισσών, εγείρονταν ερωτήματα για το αν θα καταφέρναμε να βγάλουμε το χειμώνα. Τελικά τις πρώτες μέρες του Οκτώβρη ξεκινήσαμε να φορτώνουμε μελίσσια για τις βουνοπλαγιές της Πίνδου.

Στο βάθος η λίμνη του Πουρναρίου, όπως φαίνεται απ’ το μελισσοκομείο.

Τα πρώτα μελίσσια μεταφέρθηκαν στις πλαγιές πάνω απ’ τη λίμνη Πουρναρίου, σε σχετικά χαμηλό υψόμετρο 360-380 μέτρων, ώστε να μην έχει πολύ κρύο. Τα φυτά, εκτός της ακονιζιάς, δεν είχαν ανοίξει ακόμα, κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Με τον αριθμό των μελισσιών να έχει αυξηθεί πολύ και τις περιοχές στο βουνό όπου μπορούν να στηθούν μελισσοκομεία λίγες, έπρεπε να βρεθεί και δεύτερη τοποθεσία. Το γεγονός αυτό το είδα περισσότερο ως ευκαιρία να δοκιμάσω και άλλες περιοχές για το φθινόπωρο πέρα από τους πρόποδες των Τζουμέρκων.

Ο Άραχθος κάπου ανάμεσα στον κάμπο της Άρτας και τον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων.

Έτσι μεταφέραμε αρκετά μελίσσια νοτιότερα στα σύνορα των νομών Άρτας και Αιτωλοακαρνανίας στις εκβολές του ποταμού Βωβού. Εκεί μας δόθηκε η ευκαιρία να δημιουργήσουμε ένα απάνεμο μελισσοκομείο σε πολύ χαμηλό υψόμετρο (120-130 μέτρα) δίνοντας την ευκαιρία στα μελίσσια να παραμείνουν ζεστά μέχρι αργά το φθινόπωρο, έχοντας παράλληλα πρόσβαση στα ίδια φυτά με το άλλο μελισσοκομείο στη λίμνη. Τα μελίσσια είναι ισοδύναμα και έτσι κατά το τέλος Νοέμβρη θα έχουμε μια εικόνα για το πια περιοχή απέδωσε καλύτερα.

Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε τις αναμενόμενες βροχές και λίγο πολύ τα φυτά παραμένουν στην ίδια κατάσταση. Σε ενδεικτικές επιθεωρήσεις παρατηρήσαμε ότι τα μελίσσια βρίσκουν μεν αρκετή γύρη από την ακονιζιά, όμως το κρύο της τελευταίας εβδομάδας δεν τα αφήνει να αναπτυχθούν όπως θα θέλαμε. Θα δείξει. Έχουμε 50 μέρες ακόμα να δούμε πως θα εξελιχθεί αυτό το ξηρό φθινόπωρο.

Οι μέλισσες δουλεύουν εντατικά!

Καιρό είχαμε να δούμε τέτοια ένταση στο μελισσοκομείο. Ήταν ακόμα πρωί, αλλά οι μέλισσες εργάζονταν ήδη πυρετωδώς όταν φτάσαμε για την επιθεώρηση. Από την άνοιξη είχαμε να δούμε τέτοιους ρυθμούς. Ο καιρός βοηθάει πολύ, καθώς το πρώτο μισό του Σεπτέμβρη έβρεξε αρκετά και ποτίστηκε η γη, ενώ τώρα έχει καλοκαιρία, δίνοντας την ευκαιρία στις μέλισσες να δουλεύουν εντατικά μέχρι αργά το βράδυ.

2Το μελισσοκομείο στην οροσειρά της Πίνδου με φόντο τη λίμνη του Πουρναρίου.

Η περιοχή έχει ιδιαίτερα πλούσια χλωρίδα. Υπάρχουν εκτός από την φθινοπωρινή ερείκη (σουσούρα), πολλοί κισσοί, αρκουδόβατοι, ακονιζιές αλλά και αρκετά αγριολούλουδα. Ο αρκουδόβατος δίνει ένα πολύ ωραίο άρωμα σε ολόκληρη την περιοχή. Αρκεί μια βόλτα ανάμεσα στους κισσούς και τα ρείκια για να καταλάβεις ότι οι μέλισσες δουλεύουν. Το βουητό ακούγεται από μακριά και μάλιστα πολλές φορές, λόγω της πυκνής βλάστησης δεν μπορείς να καταλάβεις από που ακριβώς προέρχεται.

1Φθινοπωρινή ερείκη. Μαζί με την καστανιά παράγουν την ποιοτικότερη γύρη.

Δεν χρειάζεται να ανοίξεις κυψέλη για να δεις ότι οι μέλισσες δουλεύουν. Κοιτάζοντας απλά το μελισσοκομείο από απόσταση θα δεις ότι πετούν με εντατικούς ρυθμούς, ενώ παρατηρώντας τις εισόδους θα δεις να εισέρχονται αρκετές συλλέκτριες με γύρη στα πόδια. Οι μέλισσες γνωρίζουν ότι έρχεται ο χειμώνας και ότι πρέπει να συλλέξουν προμήθειες αρκετές ώστε να τον αντιμετωπίσουν χωρίς πολλές δυσκολίες.

3Η βορινή οπτική του μελισσοκομείου.

Οι μέλισσες προέρχονται από μια περίοδο που δεν υπήρχαν πολλές ανθοφορίες (Αύγουστος). Τα φυτά που ανθίζουν αυτή την εποχή στις πλαγιές των βουνών (350μ – 600μ υψόμετρο) είναι γυρεοδοτικά γεγονός που βοηθά τα μελίσσια να φτιάξουν γόνους και να ανανεώσουν πληθυσμούς. “Με όσο πιο νεαρές μέλισσες μπεις στο χειμώνα τόσο δυνατότερος θα βγεις την άνοιξη” έλεγε ο δάσκαλός μου και δεν είχε άδικο. Οι φθινοπωρινές μέλισσες θα αντέξουν περισσότερο γιατί δεν είναι τόσο κουρασμένες.

2Πλαγιά στην Πίνδο με ανθισμένα ρείκια το φθινόπωρο.

Η γύρη της ερείκης είναι εξαιρετικής ποιότητας και σε συνδυασμό με την αφθονία γύρης και των υπόλοιπων φυτών βοηθά τα μελίσσια να αναπτύξουν μεγάλους γόνους. Εμείς ελπίζουμε ο καιρός να κρατήσει έτσι και οι μέλισσες να συλλέξουν και αρκετό νέκταρ ώστε να παράξουν μέλι ερείκης σε αμιγή μορφή. Το μέλι της ερείκης εξάλλου είναι εξαιρετικό και γευστικά αλλά και από θρεπτικής αξίας.

Ανηφορίζοντας για το ρείκι

Έπειτα από ένα μικρό διάλειμμα μετά τον τρύγο στις βελανιδιές, ανηφορίσαμε και πάλι, αυτή τη φορά για το ρείκι (σουσούρα). Αδυνατώντας να χρησιμοποιήσουμε την περιοχή που επισκεπτόμασταν τα τελευταία δύο χρόνια, αρχίσαμε από τα μέσα Σεπτέμβρη να οργώνουμε τις πλαγιές της νότιας Πίνδου, από την Αιτωλοακαρνανία μέχρι τα σύνορα με τα Ιωάννινα για να βρούμε την περιοχή με το περισσότερο ρείκι.

1Η εντυπωσιακή θέα απ’ το μελισσοκομείο. Στο βάθος η λίμνη Πουρναρίου.

Αποστολή που αποδείχτηκε δύσκολη, καθώς δεν είναι εύκολη η αναγνώριση πριν την ανθοφορία του χαμόρεικου, όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι. Αφού ανθίσει οι πλαγιές κοκκινίζουν και μπορείς να διακρίνεις αν κάποια περιοχή υπερέχει αλλά πριν, το ρείκι είναι σχεδόν ξύλο και ανάμεσα στα πουρνάρια και τις βελανιδιές είναι δύσκολο να πεις αν υπάρχει σε αφθονία. Η αλήθεια είναι πάντως ότι από την Αμφιλοχία μέχρι την Φλωριάδα και από το Διάσελλο, την Άνω Πέτρα, την Μαρκινιάδα και μέχρι το Ξηροβούνι όλες οι περιοχές σε υψόμετρο από 350 έως 550 μέτρα έχουν αρκετό ρείκι.

5Ο δρόμος που οδηγεί στο μελισσοκομείο. Η οδική πρόσβαση είναι πολύ δύσκολη και οι πλαγιές απότομες.

Τελικά έπειτα από πολλές περιπέτειες καταλήξαμε σε μια περιοχή κοντά στο Κορφοβούνι. Η περιοχή εξάλλου γύρω από τη λίμνη του Πουρναρίου θεωρείται εξαιρετική. Εδώ συνδυάζονται τα πάντα. Υπάρχουν κισσούδια, τα οποία έχουν ανοίξει και δίνουν την πρώτη γύρη του φθινοπώρου, υπάρχουν ρείκια, τα οποία πέταξαν ήδη τα πρώτα μπουμπούκια, ακονιζιές και φυσικά κουμαριές, που θα τροφοδοτούν από τα τέλη Οκτώβρη τα μελίσσια μέχρι να μπει ο χειμώνας.

6Το φορτηγό με τα μελίσσια λίγο πριν το ξεφόρτωμα.

Η μεταφορά αυτή ήταν ιδιαίτερη και για έναν ακόμη λόγο. Τα μελίσσια μεταφέρονται τη νύχτα, που οι μέλισσες έχουν επιστρέψει και είναι μέσα στις κυψέλες τους. Για πρώτη φορά επιλέξαμε να μην μετακινηθούμε αφού σουρουπώσει, αλλά τα ξημερώματα, ώστε να μας βρει η ανατολή στο ξεφόρτωμα και να γίνουν όλα πιο εύκολα. Πράγματι γύρω στις 4:00 ξεκινήσαμε να φορτώνουμε στον κάμπο και αν και καθυστερήσαμε λίγο προλάβαμε το ξημέρωμα.

2Ο χώρος που στήθηκε το μελισσοκομείο, πριν και μετά.

Το Κορφοβούνι παλιά είχε σλάβικο όνομα και λεγόταν Μπρένιτσα. Σήμερα απαριθμεί γύρω στους 600 κατοίκους. Η οδική πρόσβαση είναι πολύ δύσκολη και οι πλαγιές απότομες με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελάχιστα μέρη που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μελισσοκομείο. Ας είναι καλά ο κύρ Κώστας, που μας παραχώρησε ένα μικρό χώρο απ’ το χωράφι του. Η θέα από εδώ είναι εκπληκτική. Δεν μπορείς να μην σταθείς για να κοιτάξεις τη λίμνη· την οροσειρά που σχηματίζουν τα βουνά πίσω της, αλλά και τα Τζουμέρκα στο βάθος που στέκονται επιβλητικά.

3Έπειτα από αρκετό κουβάλημα, τοπία σαν κι αυτό σε αποζημιώνουν.

Η λίμνη Πουρναρίου είναι αποτέλεσμα της δημιουργίας του φράγματος Πουρναρίου που εξυπηρετεί υδροηλεκτρικούς σκοπούς και αρδευτικές ανάγκες της περιοχής. Η ιχθυοπανίδα της λίμνης αποτελείται από κυπρίνους, στρωσίδια, πινδοβίνους, μπριάνες, λιάρες, μουστακάτα, χέλια καθώς επίσης και πέστροφες. Στη λίμνη ευδοκιμεί και η ορνιθοπανίδα με τους νυχτοκόρακες, πρασινοκεφαλόπαπιες, αλκυόνες, φαλαρίδες, σαρδέλες, καστανοκεφαλόγλαροι και ποταμοσφυριχτές να αποτελούν τα σημαντικότερα είδη που συναντώνται στη περιοχή.

4Οι μέλισσες ήταν πολύ υπομονετικές και δεν αντιμετωπίσαμε ιδιαίτερα απρόοπτα. Ο διάτρητος, αεριζόμενος πάτος βοηθάει πολύ σ’ αυτό.

Εδώ θα μείνουμε μέχρι το τέλος του φθινοπώρου. Στόχος μας είναι να δυναμώσουμε τις παραφυάδες μας, με την εξαιρετικής ποιότητας γύρη της ερείκης και να ξεχειμωνιάσουν χωρίς προβλήματα, αλλά και να συλλέξουν προμήθειες, τα δυνατά μελίσσια μας, ικανές για να βγάλουν το χειμώνα. Ελπίζουμε αν πάει καλά ο καιρός και καταφέρουν να μαζέψουν και περίσσευμα να κάνουμε και τρύγο. Είτε στο ρείκι, που δίνει ένα μέλι γλυκό, κοκκινωπό με χαρακτηριστικό, λεπτό άρωμα, είτε στην κουμαριά απ’ την οποία προκύπτει ένα σπάνιο και πολύ ιδιαίτερο μέλι με χαρακτηριστική υπόπικρη γεύση, σκουροχάλκινο χρώμα και αρωματικές νότες πικρής καραμέλας.

Ανηφορίζοντας…

Βόρεια του νομού Άρτας, στις πλαγιές της Πίνδου βρίσκεται το Ξηροβούνι με μέγιστο υψόμετρο 1.614 μέτρα. Γι αυτό το λόγο είναι αρκετά υποτιμημένο από τους ορειβάτες και τους πεζοπόρους οι οποίοι προτιμούν τα ψηλότερα Γράμμο, Τύμφη, Κακαρδίτσα και Τζουμέρκα. Για εμάς τους μελισσοκόμους όμως, ειδικά αυτήν την περίοδο που όπως συνηθίζουμε να λέμε υπάρχει κενό ανθοφορίας, είναι ιδανικό μέρος.

111Ανηφορίζοντας…

Όπως φαίνεται και απ’ το όνομά της η περιοχή αυτή είναι πιο ξερή, με φρυγανική βλάστιση. Στους πρόποδες του Ξηροβουνίου οι πλαγιές είναι γεμάτες ασφάκες και παλιούρια. Αυτήν την εποχή είναι ανθισμένες επίσης και οι βατομουριές ενώ πάντα θα υπάρχουν και τα αγριοράδικα με τα γαϊδουράγκαθα να δίνουν στα μελίσσια γύρη.

222bΤο μελισσοκομείο στους πρόποδες του Ξηροβουνίου, στην οροσειρά της Πίνδου

Αφού εγκατασταθήκαμε, διαπιστώσαμε δυστυχώς ότι οι βροχές του Μαΐου, μέσα σε 2-3 μέρες, έριξαν το άνθος της ασφάκας και ξέπλυναν το νέκταρ από το παλιούρι. Ίσως έπρεπε να έχουμε ανηφορίσει νωρίτερα…

333Το μελισσοκομείο στους πρόποδες του Ξηροβουνίου, στην οροσειρά της Πίνδου

Ο καιρός φέτος δεν έχει πάει καλά. Οι βροχές και οι αέρηδες κατά τη διάρκεια των ανθοφοριών έκαναν μεγάλη ζημιά στα φυτά και αυτά με τη σειρά τους δεν απέδωσαν. Ελπίζουμε από εδώ και πέρα τα πράγματα να πάνε καλύτερα στα καστανοδάση ψηλότερα στα μέσα του Ιουνίου. Μέχρι τότε θα αφήσουμε τα μελίσσια να ξεκουραστούν.

333bΚοπάδι προβάτων στους πρόποδες του Ξηροβουνίου, στην οροσειρά της Πίνδου

Περιμένοντας λοιπόν τον καιρό να γίνει ευνοϊκότερος, συναντήσαμε τον κυρ Μήτσο με την κυρά του. Νομάδες κτηνοτρόφοι, βόσκουν τα πρόβατά τους κοντά στο μελισσοκομείο μας. Ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που συναντήσαμε στην ερημική αυτή περιοχή. Ο κυρ Μήτσος μας είπε ότι σε λίγες μέρες θα κινήσει για τα πιο ορεινά στα 1040 μέτρα υψόμετρο προς τη Φανερωμένη μια περιοχή με 160 περίπου κατοίκους. Προθυμοποιήθηκε μάλιστα να μας δείξει τα μέρη εκεί που έχουν πολύ θρούμπι, ρίγανη και θυμάρι. Νομάς και αυτός που βόσκει πρόβατα, νομάδες και εμείς που βόσκουμε μέλισσες… κατά μία έννοια συνάδελφοι.

444Άποψη του κάμπου της Άρτας απ’ τις πλαγιές του Ξηροβονίου. Στο βάθος διακρίνεται η Φιλιππιάδα.

Εδώ έλαβαν χώρα δύο ιστορικές μάχες. Η πρώτη κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και η δεύτερη και πιο σφοδρή κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Ενώ λίγο χαμηλότερα σώζονται λείψανα φρουρίου κλασικών-ελληνιστικών χρόνων.