Μέλισσες στην ελιά, δύσκολη χρονιά.

Σήμερα παρατήρησα μέλισσες σε μία βρώσιμη ελιά που βρίσκεται κοντά στο μελισσοκομείο και αυτό σίγουρα δεν ήταν καλό. Η ελιά είναι ένα καρποφόρο που δεν έχει κανένα μελισσοκομικό ενδιαφέρον μιας και το νέκταρ της δεν είναι ελκυστικό για τις μέλισσες.

Ανθίζει κατά τα μέσα Απριλίου έως και τέλος Μαΐου ανάλογα με το υψόμετρο της περιοχής. Πλησιάζοντας για να δω τι ακριβώς κάνουν οι μέλισσες στα άνθη της, παρατήρησα ότι συνέλεγαν μια κίτρινη γύρη. Λένε πως για να πάνε μέλισσες στην ελιά πρέπει να είναι απελπισμένες. Να πεινάνε και να μην υπάρχουν άλλα γυρεογόνα φυτά ανθισμένα. Χωρίς άλλες επιλογές επισκέπτονται τις αγριελιές και ορισμένες βρώσιμες ποικιλίες, όπως στη φωτογραφία.

Οι παλιοί συνήθιζαν να λένε «μέλισσες στην ελιά, δύσκολη χρονιά». Και πράγματι η φετινή χρονιά είναι μια απ’ τις χειρότερες των τελευταίων ετών, τουλάχιστον για την Δυτική Ελλάδα. Απίστευτη ανομβρία που διήρκεσε σχεδόν δύο μήνες και μάλιστα μέσα στην άνοιξη σε συνδυασμό με σκόνη που στεγνώνει το νέκταρ. Με όλη τη χορτονομή ξερή και το άνθος της πορτοκαλιάς να έχει πέσει πλέον, είναι λογικό οι μέλισσες να καταφεύγουν όπου βρουν ώστε να συντηρηθούν.

Η μανταρινιά

Η σημαντικότερη ανθοφορία της άνοιξης είναι αυτή των εσπεριδοειδών. Είναι αυτή που θα διεγείρει περισσότερο τα μελίσσια ώστε να αναπτυχθούν και αρκετές φορές θα δώσει και ένα πολύ φίνο ανοιχτόχρωμο μέλι.

Είναι γνωστό ότι αν οι μέλισσες είχαν διαθέσιμες ταυτόχρονα όλες τις ανθοφορίες και μελιτοφορίες, εκεί που θα επέλεγαν να πάνε πρώτα θα ήταν τα εσπεριδοειδή. Στη χώρα μας καλλιεργούνταν κατά κύριο λόγο πορτοκαλιές, όμως τα τελευταία χρόνια και λόγω της πτώσης της τιμής του πορτοκαλιού, αρκετοί παραγωγοί στράφηκαν στις λεμονιές, στις μανταρινιές, αλλά και σε άλλα εσπεριδοειδή.

Η μανταρινιά είναι ένα δέντρο αρκετά ευαίσθητο στο ψύχος. Αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες και προστατευμένες από τους δυνατούς ανέμους και τον παγετό θέσεις φύτευσης. Η ιστορία του φρούτου ανάγεται πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια, στην Κίνα. Λέγεται ότι τα γευστικά φρούτα πήραν το όνομά τους από τους Μανδαρίνους, τους ανώτερους κρατικούς λειτουργούς της κινεζικής αυτοκρατορίας, εξαιτίας του χρώματος που είχαν οι στολές τους αλλά και γιατί αντάλλασσαν τα φρούτα αυτά ως δώρα.

Τα μανταρίνια Κλημεντίνες πήραν το όνομα τους από τον μοναχό Clement Rodier (1829 – 1904) που εντόπισε την συγκεκριμένη ποικιλία στην Αλγερία. Είναι συνήθως άσπορα, μικρού σχετικά μεγέθους. Είναι διαθέσιμα από τον Νοέμβριο έως τα τέλη Φεβρουαρίου με τις μεγαλύτερες ποσότητες τον Ιανουάριο. Είναι τα εσπεριδοειδή που προτιμούν τα παιδιά. Ο Ρώσος ναύαρχος Λογγίνος Χέιδεν φέρεται να έφερε πρώτος το μανταρίνι στη χώρα μας.

Το νέκταρ της μανταρινιάς, όπως και των υπόλοιπων εσπεριδοειδών, είναι ιδιαίτερα ελκυστικό για τις μέλισσες. Από αυτό το νέκταρ προκύπτει ένα ανοιχτόχρωμο κίτρινο, λεπτόρρευστο, εξαιρετικά αρωματικό μέλι, που κρυσταλλώνει σχετικά γρήγορα (1-3 μήνες). Φημίζεται για την αγχολυτική και καταπραϋντική του δράση. Είναι πλούσιο σε εσπερίνη, μία ιδιαίτερα αντιοξειδωτική ουσία, πολύ θρεπτικό και ιδιαίτερα πλούσιο σε ιχνοστοιχεία ενώ διαθέτει ιδιαίτερα καλά οργανοληπτικά συστατικά. Δίνει επίσης γύρη χρώματος καφεπορτοκαλί σε μικρές ποσότητες. Ανθίζει Απρίλιο – Μάιο.

Η μουσμουλιά

Η μουσμουλιά (επιστ. Εριοβοτρύα η ιαπωνική, Eriobotrya japonica) είναι δέντρο αειθαλές, ιθαγενές της Κίνας και Ιαπωνίας, που φτάνει τα 8 μέτρα. Γνωστή και ως μεσπιλέα (Πελοπόννησος), νεσπολιά ή νοσπολιά (Κέρκυρα), δεσπολιά (Κρήτη) και μεσπιλιά (Κύπρος) έχει μεγάλα δερματώδη, σκληρά πράσινα φύλλα.

Τα άνθη της είναι λευκοκίτρινα με χαρακτηριστική ευχάριστη οσμή πικραμύγδαλου. Η ανθοφορία της ξεκινάει το Νοέμβριο και διαρκεί μέχρι και τον Γενάρη ανάλογα με την περιοχή. Θεωρείται θαυμάσιο μελισσοκομικό φυτό, μιας και ανθίζει σε μια εποχή που δεν υπάρχουν πολλές επιλογές για τις μέλισσες. Οι τελευταίες έλκονται ιδιαίτερα απ’ τα άνθη της, όμως η εκμετάλλευση της εξαρτάται από τις θερμοκρασίες της εποχής.

Η μουσμουλιά δίνει και νέκταρ αλλά και γύρη, χρώματος ωχρόλευκου ή θαμπού μπεζ. Είναι πολύ ανθεκτική στη ζέστη αλλά και το κρύο, αντέχει μέχρι και – 12 βαθμούς. Πολλαπλασιάζεται εύκολα, ενώ έχει και γρήγορη ανάπτυξη. Στην Ελλάδα καλλιεργείται μαζί με άλλα δέντρα και σπανίως συστηματικά, όμως τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για τη μουσμουλιά έχει αναζωπυρωθεί καθώς παράγει φρούτα (τα μούσμουλα) σε μια εποχή που υπάρχει έλλειμμα από φρέσκα φρούτα.

Τα μούσμουλα έχουν γλυκιά και πικάντικη γεύση. Τα καταναλώνουμε και ωμά και αποξηραμένα, ενώ μπορούμε να φτιάξουμε και νόστιμες μαρμελάδες αλλά και λικέρ. Η καρποφορία του δέντρου αρχίζει από τον 5ο – 6ο χρόνο. Πλήρη παραγωγή έχουμε μετά το 10ο και για περίπου 40 χρόνια.

Δενδρολίβανο: ένα σπουδαίο μελισσοκομικό φυτό.

Το δενδρολίβανο (αρχ. ελλ. ἀπόσπληνος), γνωστό και ως αρισμαρί, στην Κύπρο, αλλά και ροσμαρίνι, δυοσμαρίνι, αρισμαρές, λιβανόδενδρο, λασμάρι κ.α., είναι ένας αρωματικός, αειθαλής θάμνος ο οποίος ανήκει στο γένος Ροσμαρίνος και στην οικογένεια των Χειλανθών.

Η λατινική ονομασία του φυτού Rosmarinus σημαίνει δροσιά της θάλασσας και είναι σύνθετη από τις λέξεις ros (δροσιά) και marinus (θαλάσσιος), γιατί πιστευόταν ότι το φυτό μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς πότισμα, αρκούμενο μόνο στην υγρασία που έρχεται από τη θάλασσα. Περιέχει τανίνη και αιθέριο έλαιο, το οποίο εξάγεται με απόσταξη κυρίως από τις κορυφές των ανθοφόρων βλαστών.

Είναι πυκνόφυλλος και πολύκλαδος θάμνος με ύψος που δε ξεπερνά τα 2 μέτρα. Τα φύλλα του είναι δερματώδη, μικρά , γραμμοειδή έχουν έντονο ευχάριστο άρωμα που θυμίζει αυτό του τσαγιού και μοιάζουν με πευκοβελόνες. Τα άνθη βρίσκονται κατά ομάδες και βγαίνουν στις μασχάλες των φύλλων. Το χρώμα τους είναι μοβ, κυανόλευκο ή και λευκό. Δεν έχει ιδιαίτερη ανάγκη από πότισμα και μπορεί να φυτρώσει και σε βραχώδεις ορεινές περιοχές. Οι τρυφεροί βλαστοί και τα φύλλα του δενδρολίβανου χρησιμοποιούνται ως αρωματικό σε πολλά φαγητά. Στα ψητά δίνει μία ιδιαίτερη γεύση η οποία είναι ελαφρώς πικρή και λίγο καυτερή.

Θεωρείται σπουδαίο μελισσοκομικό φυτό και οι λόγοι γι αυτό είναι αρκετοί. Έχει πολύ μεγάλης διάρκειας ανθοφορία, η οποία παρουσιάζει δύο μεγάλες κορυφώσεις, μία το φθινόπωρο, κατά τους μήνες Οκτώβρη και Νοέμβρη, αλλά και μία στην καρδιά της άνοιξης, τον Απρίλιο. Τα άνθη του προτιμώνται ιδιαίτερα από τις μέλισσες και γίνονται πηγή για την παραγωγή μελιού. Αυτό όμως που κάνει ακόμα πιο σπουδαία την ανθοφορία του είναι το γεγονός ότι παραμένει ανθισμένο καθ ‘όλη τη διάρκεια του χειμώνα, σε μια περίοδο που οι μέλισσες δεν έχουν άλλες επιλογές τροφής.

Το δενδρολίβανο παρουσιάζει μεγάλη ανθεκτικότητα στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες του χειμώνα, ενώ τα άνθη του δεν επηρεάζονται από τους ανέμους ή τις χαμηλές θερμοκρασίες. Ακόμη και το χιόνι και οι βροχές αλλά και ο παγετός ελάχιστα το επηρεάζουν καθώς όταν βγει και πάλι ο ήλιος προσφέρει απλόχερα τη γύρη του. Γι αυτό που είναι γνωστό όμως είναι κυρίως για το πλούσιο νέκταρ του, το οποίο δίνει ένα χρυσοκίτρινο εκλεκτό μέλι με χαρακτηριστικό άρωμα.

Για τους μελισσοκόμους που διατηρούν σταθερά μελισσοκομεία αλλά και στα μελισσοκομεία που χρησιμοποιούνται για το ξεχειμώνιασμα, το δεντρολίβανο αποτελεί μια απ’ τις πρώτες επιλογές φύτευσης. Εκτός όλων των παραπάνω, είναι γενικά χαμηλός θάμνος, και αυτό δίνει τη δυνατότητα να δημιουργηθούν μελισσοκομεία με έντονη ηλιοφάνεια, παράγοντας πολύ σημαντικός στο ξεχειμώνιασμα.

με στοιχεία από Wikipedia

Η Λεμονιά

Γενικά τα εσπεριδοειδή θεωρούνται ως τα ελκυστικότερα μελισσοκομικά φυτά. Οι μέλισσες τρελαίνονται να συλλέγουν το νέκταρ τους ενώ την περίοδο της ανθοφορίας τους η ανάπτυξη των μελισσιών είναι ραγδαία. Ίσως σε κανένα άλλο φυτό δεν συμβαίνει με αυτούς τους ρυθμούς. Μπορεί στην Ελλάδα να μην υπάρχουν μεγάλες εκτάσεις με λεμονιές, όπως για παράδειγμα με πορτοκαλεώνες η με μανταρινιές, όμως σχεδόν κάθε σπίτι και κτήμα στην επαρχία έχει τουλάχιστον μία λεμονιά για να καλύπτει τις ανάγκες του.

Η λεμονιά είναι και αυτή εξαιρετικά ελκυστική για τις μέλισσες. Μπορεί να φτάσει και τα 6 μέτρα αλλά συνήθως είναι γύρω στα 4. Πρόσφατα συναντάται και σε μίνι ποικιλίες σε γλάστρες και μπαλκόνια. Ανθίζει το Απρίλιο-Μάιο και τα μπουμπούκια της έχουν ένα χαρακτηριστικό λευκοϊώδες χρώμα που τα κάνει να ξεχωρίζουν απ’ των υπόλοιπων εσπεριδοειδών.

Συνάμα είναι και μεγαλύτερα. Έχουν πέντε λευκά πέταλα εσωτερικά και λευκοϊώδη εξωτερικά. Έχουν πολυάριθμους στήμονες με κιτρινωπούς ανθήρες. Η ανθοφορία της διαρκεί 2 με 3 εβδομάδες, υπάρχουν όμως και ποικιλίες πολύφορες που καρποφορούν και ανθίζουν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Δίνει γύρη χρώματος καφεπορτοκαλί.

Είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στον παγετό και γι αυτό ενώ η τιμή του λεμονιού είναι πολύ υψηλή πολλοί διστάζουν να την καλλιεργήσουν. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες χρειάζεται συχνό πότισμα, ενώ για να δώσει μέλι κατά την περίοδο της ανθοφορίας πρέπει να έχουν προηγηθεί βροχές ώστε να «ανεβάσει» χυμούς το δέντρο. Κατά την ανθοφορία οι ιδανικές συνθήκες είναι ζέστη και υψηλή υγρασία.

Τα άνθη της είναι σχετικά ευαίσθητα στη βροχή και έτσι αν βρέξει κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας για 3-4 μέρες, αυτά πέφτουν. Επίσης ο δυνατός άνεμος ξηραίνει το νέκταρ και οι μέλισσες δεν συλλέγουν. Το μέλι της λεμονιάς όπως και των εσπεριδοειδών είναι ανοιχτόχρωμο, πολύ αρωματικό και λεπτόρευστο. Θεωρείται εξαιρετικής ποιότητας, αν και στην Ελλάδα δεν το έχουμε σε μεγάλη υπόληψη.

Ζίννια, ένα σπουδαίο καλλωπιστικό φυτό για όλους τους επικονιαστές.

Οι ζίννιες (Zinnia elegans) είναι ετήσια ποώδη καλλωπιστικά φυτά, που ανθίζουν από το Μάιο μέχρι τα μέσα του φθινοπώρου. Η καταγωγή του φυτού είναι από την Κεντρική Αμερική και πιο συγκεκριμένα από το Μεξικό.

img1

Οι ζίννιες είναι φυτά υψηλής καλλωπιστικής αξίας καθώς φυτεύοντας τα, κυρίως ομαδικά, δημιουργούν όμορφες χρωματικές συνθέσεις στον κήπο, με βασική όμως προϋπόθεση να βρίσκονται στο κατάλληλο σημείο και να δέχονται τις σωστές φροντίδες. Παρουσιάζουν εξαιρετική αντοχή στις υψηλές θερμοκρασίες, αλλά δεν αντιδρούν καλά στην ξηρασία. Γενικά, επιθυμούν τα ηλιόλουστα σημεία και είναι ευαίσθητα στις χαμηλές θερμοκρασίες και στους ανέμους.

Τα άνθη της ζίννιας προσελκύουν πάρα πολλές πεταλούδες αλλά και μέλισσες. Τα φωτεινά χρώματα τους, τους τραβούν την προσοχή. Παρέχουν γύρη και νέκταρ. Ο εντομολόγος Chip Taylor από το Πανεπιστήμιο του Κάνσας προτείνει τη φύτευση ζίννιας στους κήπους για να δημιουργήσουμε “σταθμούς τροφής” κατά μήκος της διαδρομής μετανάστευσης των πεταλούδων. Σε αυτούς τους “σταθμούς” οι πεταλούδες μπορούν να πάρουν το νέκταρ που χρειάζονται για το μακρύ ταξίδι τους.

img2

Η μεγάλη διάρκεια άνθησης, η πλούσια ανθοφορία και ο μεγάλος αριθμός ποικιλιών που έχουν δημιουργηθεί καθιστά το φυτό αυτό ιδανικό για παρτέρια, ζαρντινιέρες και ανθώνες φυτεμένα μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλα ποώδη. Τα οφέλη για τον κήπο σας δεν θα είναι μόνο καλλωπιστικά… Θα εντυπωσιαστείτε από τα είδη των πεταλούδων που θα δείτε να προσελκύουν!

Ηλίανθος (Helianthus annuus)

Ο ηλίανθος περιλαμβάνει 65 ως 100 περίπου είδη, πολυετή ή μονοετή ποώδη, ιθαγενή της αμερικανικής ηπείρου. Η παραδοσιακή για τη χώρα μας περιοχή καλλιέργειάς του είναι η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη. Είναι γνωστός και ως ήλιος, ηλιόσπορος, ηλιοστρόφι, λιοδρόμι συχνά ταυτίζεται λανθασμένα με το ηλιοτρόπιο το οποίο όμως είναι άλλο φυτό.

ilianth2

Υπάρχουν αναφορές για την καλλιέργεια του από το 3000 π.χ. Η ονομασία του γένους προέρχεται από την πεποίθηση ότι η ταξιανθία ακολουθεί τον ήλιο κατά τη διάρκεια της ημέρας και στρέφεται πάλι προς την ανατολή το πρωί, θεωρία που έχει απορριφθεί ήδη από το 1597 και τον Άγγλο βοτανολόγο John Gerard. Στην πραγματικότητα ο ομοιόμορφος προσανατολισμός των δίσκων των ταξιανθιών του Ηλίανθου ακοολουθεί μια σταθερή κατεύθυνση (ανατολή), όλη την ημέρα και δεν παρακολουθούν ακριβώς την πορεία του ήλιου.

Ο Ηλίανθος είναι το δεύτερο σημαντικότερο ελαιοδοτικό φυτό. Καλλιεργείται για το λάδι του (ηλιέλαιο) σε μεγάλη κλίμακα σε πολλές εύκρατες χώρες όπως π.χ. Χιλή, Ουρουγουάη, Αργεντινή, Τουρκία, Ινδία, Αίγυπτο, Αγγλία, ΗΠΑ και κυρίως στη Ρωσία όπου με βελτίωση ποικιλιών η απόδοση σε έλαιο φτάνει το 50%. Το ηλιέλαιο συνίσταται για τηγάνισμα επειδή η θερμοκρασία καπνίσματος του είναι υψηλή και φτάνει περίπου στους 230 βαθμούς Κελσίου. Ο ηλίανθος όμως είναι χρήσιμος και για τους ηλιόσπορους, οι οποίοι τρώγονται αποξηραμένοι ή καβουρντισμένοι ενώ οι πολύ μικροί χρησιμοποιούνται ως πτηνοτροφή. Από τους αλεσμένους σπόρους παράγεται ένα ποτό που μοιάζει με τον καφέ, καθώς και ένα είδος ψωμιού.

ilianth1

Ανθίζει από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο. Για τις μέλισσες αποτελεί μια πλούσια πηγή νέκταρος στην καρδιά του καλοκαιριού, όταν δηλαδή ελάχιστα μελισσοκομικά φυτά ανθίζουν. Προσφέρει μέλι σε μεγάλες ποσότητες, κίτρινου χρώματος που κρυσταλλώνει πολύ γρήγορα, αλλά δημιουργεί σημαντικά προβλήματα στις μέλισσες. Σε ορισμένες περιπτώσεις και ιδιαίτερα σε ξηρικές καλλιέργειες παρατηρείται φθορά, των μελισσιών που συλλέγουν στο φυτό αυτό. Οι συλλέκτριες μέλισσες που εργάζονται στον ηλίανθο χάνουν γρήγορα το τρίχωμά τους μαυρίζουν και πεθαίνουν νωρίτερα εξουθενωμένες. Επίσης βγάζει μία κολλώδη ουσία που τραυματίζει τα φτερά της μέλισσας.

Γι αυτό οι μελισσοκόμοι δεν αφήνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα τα μελίσσια τους στους ηλίανθους. Μάλιστα λένε ότι μετά από παραμονή σε αυτή την ανθοφορία τα μελίσσια δεν μπορούν να αποδώσουν στο πεύκο. Στην περίπτωση που έχουμε αρκετές βροχές και υπάρχει περίσσεια υγρασίας, η παραμονή των μελισσιών στον ηλίανθο πρέπει να είναι πολύ σύντομη. Αμέσως μετά τον τρύγο τα μελίσσια μεταφέρονται σε γυρεοφόρες ανθοφορίες.

πηγές από: Wikipedia, melissokomianet.gr

 

Θυμάρι. Ο βασιλιάς του μελιού!

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το θυμάρι είναι το σπουδαιότερο μελισσοκομικό φυτό της Ελλάδας. Η Ελλάδα θεωρείται προνομιούχος χώρα στη μελισσοκομία και αυτό το οφείλει αποκλειστικά στο Θυμάρι. Όλες οι άλλες ποιότητες που παράγονται στην Ελλάδα δεν διαφέρουν ιδιαίτερα απ’ αυτές στα υπόλοιπα μέρη του κόσμου ενώ μάλλον υστερούν σε πολλές από αυτές (Μελισσοκομία Ν. Νικολαΐδη 1947).

thum1

Το θυμάρι ή θύμιο (Θύμος ο κοινός, λατ. Thymus vulgaris) είναι ένας θάμνος μικρού ύψους (έως 30 εκατοστά), με όρθιους βλαστούς, εξαιρετικά ανθεκτικός που αναδύει ένα πολύ ευχάριστο άρωμα. Είναι φυτό πολυετές που αντέχει στην ξηρασία και φυτρώνει σε άγονα και πετρώδη εδάφη. Η ανθοφορία του θυμαριού που διαχωρίζεται σε όψιμα και πρώιμα, αρχίζει στα μεν πρώιμα (παραθαλάσσια μέρη) στα τέλη Μαΐου και στα δε όψιμα (ορεινά) κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο Ιουνίου με αρχές Ιουλίου και διαρκεί 1 μήνα με 40 ημέρες ανάλογα με την εποχή.

P1100123

Στην Ελλάδα υπάρχουν 23 αυτοφυή είδη θυμαριού και τα πιο σημαντικά από αυτά είναι:

1. Αγριοθυμάρι. Θύμος ο κεφαλωτός Thymus capitatus (Μικρός θάμνος με βλαστούς ξυλώδεις ξαπλωμένους. Βρίσκεται σε πολλές βραχώδεις, ορεινές, ξηρές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας.)
2. Χαμοθρούμπι. Θύμος ο γραπτός Τhymus striatus. (Πολύ κοινό σε διάφορες πεδινές περιοχές και λιβάδια της Μακεδονίας και της Θράκης.)
3. Σμάρι.Θύμος η Ζυγίς ή Θύμος ο αττικός Thymus atticus (Βρίσκεται σε διάφορες βραχώδεις περιοχές της Αττικής, της Αχαΐας, Κορινθίας και Ολύμπου.)

P1100039

Ετυμολογικά το θυμάρι ή θύμος όπως το ονόμαζαν οι αρχαίοι, προέρχεται από την λέξη θύω, η οποία αρχικά είχε την σημασία του «βγάζω καπνούς» και αργότερα του «θυσιάζω». Από την ίδια ρίζα προέρχονται και οι λέξεις θυμίαμα και θυμιατίζω. Το θυμάρι περιέχει αιθέριο έλαιο που το κυριότερο συστατικό του είναι η θυμόλη (ποσοστά άνω του 25%) Η θυμόλη έχει αντισηπτική δράση και υπήρξε φυσικός προκάτοχος των σύγχρονων αντιβιοτικών.  Η θυμόλη έχει εφαρμογές και στη μελισσοκομία, αφού μπορεί κανείς να καταπολεμήσει με αυτή βιολογικά το μεγαλύτερο εχθρό της μέλισσας στην Ελλάδα (μετά τον άνθρωπο) τη βαρρόα.

Θυμάρι βρίσκεται σε όλο το νότιο τμήμα της Στερεάς Ελλάδας, σε όλη την Πελοπόννησο, στα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, τα Ιόνια νησιά αλλά και στα ορεινά της Πίνδου. Εντούτοις οι ποιότητες του θυμαρίσιου μελιού που παράγονται διαφέρουν μεταξύ τους. Αυτό οφείλεται εν μέρη στην διαφορετική σύσταση του εδάφους αλλά κυρίως στην ταυτόχρονη ύπαρξη και άλλων ανθοφοριών, εξαιτίας των οποίων επέρχεται μια φυσική ανάμειξη μελιού από τις ίδιες τις μέλισσες μέσα στις κηρήθρες.

P1100098

Σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία, το θυμαρίσιο μέλι πρέπει να περιέχει περισσότερους από 18% γυρεόκοκκους θυμαριού σε σύνολο γυρεοκόκκων. Έτσι για να ονομαστεί ένα μέλι θυμαρίσιο πρέπει έχει περισσότερους από 18% γυρεόκοκκους θυμαριού. Αν έχει από 12% έως 18% το ονομάζουμε μέλι με θυμάρι και αν έχει λιγότερο θεωρείται ανθόμελο.

Το θυμαρίσιο μέλι είναι άριστης ποιότητας, με εξαιρετικό χαρακτηριστικό έντονο άρωμα και κρυσταλλώνει στους 6-18 μήνες, ανάλογα με την περιεκτικότητα σε θυμάρι, όσο περισσότερο τόσο καθυστερεί. Έχει πολύ χαμηλή υγρασία σε σχέση με άλλα ανθόμελα (πχ πορτοκαλιά, παλιούρι κτλ) είναι πιο παχύρρευστο με ανοιχτό κεχριμπαρένιο χρώμα (αυτό της Κρήτης είναι λίγο πιο σκούρο). Αποτελεί περίπου το 10% της παραγωγής του ελληνικού μελιού και είναι το ακριβότερο. Το μοναδικό αρνητικό που έχει το θυμαρίσιο μέλι είναι ότι σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις γυρεόκοκκων που ξεπερνούν το 90% λόγω της μεγάλης περιεκτικότητας σε φρουκτόζη, αφήνει μια αίσθηση καψίματος στο στόμα.

P1100012

Για κάποιες περιοχές της Ελλάδας αποτελεί και τον μοναδικό τρύγο άρα και στόχο για τους μελισσοκόμους. Για παράδειγμα στα Κύθηρα ή στη γενέτειρά μου στα Φαλάσαρνα Χανίων, όλη η προετοιμασία της χρονιάς γίνεται για το θυμάρι. Σε αυτές τις περιοχές όπου δεν υπάρχουν άλλα φυτά για να γίνει πρόσμιξη στο νέκταρ, η περιεκτικότητα είναι πάρα πολύ υψηλή, το μέλι έχει μια ελαφρώς καυστική γεύση αλλά και πολύ πιο έντονο άρωμα. Την εποχή της πλήρης άνθισης μπορείς να αντιληφθείς το άρωμα του μελιού έξω απ’ την κυψέλη!

P1100038

Το πιο φημισμένο θυμαρίσιο μέλι και ίσως το ακριβότερο το βρίσκει κανείς στα Κύθηρα. Στην Κρήτη όμως και συγκεκριμένα στα Σφακιά θα συναντήσετε, το καλύτερο μέλι που έχω δοκιμάσει προσωπικά και είναι το λεγόμενο πευκοθύμαρο του Ομαλού. Παρ’ όλα αυτά όμως η περιοχή που έκανε το θυμάρι παγκοσμίως γνωστό είναι αναμφίβολα ο Υμηττός. Εδώ στην Ήπειρο παράγεται ένα εξαιρετικό μέλι στα ορεινά (στα 1000μ υψόμετρο) από θυμάρι, θρούμπι και ρίγανη το οποίο είναι απίστευτα αρωματικό.

P1090994

Το θυμαρίσιο μέλι είναι ένα προϊόν δύσκολο να παραχθεί, όχι τόσο γιατί τα μελίσσια θέλουν κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία πριν αλλά γιατί όσο ανθεκτικό είναι το θυμάρι ως φυτό, τόσο ευαίσθητο είναι το άνθος του. Το θυμάρι για να αποδώσει νέκταρ χρειάζεται μερικές βροχές κατά τον Απρίλιο ή και κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου, δηλαδή πριν ανθίσει. Η βροχή κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας του, συνήθως σταματά τη νεκταροέκκριση για μερικές μέρες και κυρίως αν ακολουθήσει ψυχρός καιρός. Κάποιες φορές η βροχή το κάνει πιο υγρό, άρα όχι και τόσο ελκυστικό για τις μέλισσες. Οι ιδανικές συνθήκες είναι θερμοκρασία 25 με 32° C, δροσερές νύχτες και ζεστές ημέρες με νότιους υγρούς άνεμους. Οι ξηροί, ψυχροί ή ορμητικοί άνεμοι το καταστρέφουν.

P1100124

Επίσης ο ΝΔ άνεμος (λίβας) είναι ο φόβος και ο τρόμος των μελισσοκόμων καθώς αν επικρατήσει έστω και για 1 ημέρα, κατά την ανθοφορία του, σταματά οριστικά τη νεκταροέκκριση. Δυστυχώς αυτός ο καταστρεπτικός άνεμος είναι σύνηθες φαινόμενο την εποχή πλήρης άνθησης και γι αυτό η σοδειά είναι ασφαλέστερη στις πρώιμες τοποθεσίες. Για να δώσει έντονο άρωμα το θυμάρι θέλει θαλασσινή αύρα και ξηροθερμικό κλίμα. Όταν οι συνθήκες είναι ιδανικές οι μέλισσες θα συλλέξουν ικανοποιητικές ποσότητες. Δεν θα γίνουν ποτέ οι τρύγοι που θα γίνουν στο πεύκο ή στο έλατο αλλά το θυμαρίσιο μέλι είναι εμπορικότερο και ακριβότερο.

P1100084

Στα θυμάρια πηγαίνουν τα δυνατά μελίσσια. Εάν τα μελίσσια είναι μέτριας δυναμικότητας δεν προλαβαίνουν στο μικρό διάστημα της ανθοφορίας και να αναπτυχθούν και να παράξουν. Το φυτό δίνει μεν γύρη, χρώματος κρεμ, αλλά σε μικρές ποσότητες. Το θυμάρι είναι φυτό για τρύγο και όχι φυτό ανάπτυξης μελισσοσμηνών. Γι αυτό και οι μελισσοκόμοι πριν την ανθοφορία κάνουν όλες τις απαραίτητες ενέργειες, ούτως ώστε τα μελίσσια τους, να έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό πληθυσμού.

Το θυμαρίσιο μέλι είναι περιζήτητο και απ’ τις μεγάλες εταιρείες τυποποίησης μελιού, καθώς αν αναμειχθεί με άλλους τύπους μελιών (ακόμα και σε μικρές ποσότητες), επηρεάζει καθοριστικά το άρωμά τους. Βέβαια καλό είναι να μένετε μακριά από τέτοια μέλια (χαρμάνια) γιατί είναι επεξεργασμένα (βρασμένα) και έχουν χάσει κάθε θρεπτική αξία.

πηγές: wikipedia, Μελισσοκομία Ν. Νικολαίδη, lexigram, bees.gr

Βατομουριά. Ένα ταπεινό και παρεξηγημένο μελισσοκομικό φυτό

Είναι γνωστή επίσης και ως Βάτος ή βατσινιά. Είναι αυτό το γνωστό φυτό απ’ το οποίο όλοι προσπαθούν να απαλλαχθούν… Δημιουργεί θαμνοφράχτες κυρίως ανάμεσα στις καλλιέργειες, σε δάση ή μέσα σε ρυάκια. Έχει πριονωτά φύλλα και πολλά αγκάθια ενώ πιάνει πολύ εύκολα σχεδόν παντού.

Vat1

Τα φύλλα της βατομουριάς χρησιμοποιούνται σε έγχυμα κατά της δυσεντερίας, των διαρροιών και των εσωτερικών αιμορραγιών. Η ανθοφορία της ξεκινάει από το Μάιο και κρατάει όλο το καλοκαίρι. Τα άνθη της έχουν λευκό προς το ροζ χρώμα και είναι πολύ εντυπωσιακά.

Το συναντά κανείς σε όλη την Ελλάδα, σε ορεινές αλλά και σε πεδινές περιοχές. Από τους καρπούς της βατομουριάς, παράγονται ξίδι, κρασί και με απόσταξη ρακή.

Vat2

Δίνει νέκταρ αλλά σε μικρές ποσότητες, οι οποίες όμως είναι σημαντικές γιατί ανθίζει σε μία περίοδο που ελάχιστα μελισσοκομικά φυτά υπάρχουν.

Εκτός από νέκταρ δίνει και γύρη. Λόγω της περιόδου ανθοφορίας αλλά και του γεγονότος ότι είναι και γυρεογόνο και νεκταρογόνο φυτό, θεωρείται πολύ καλό μελισσοκομικό φυτό.

Vat3

Οι καρποί της, τα άγρια βατόμουρα, είναι βρώσιμοι και στην αρχή έχουν κόκκινο χρώμα και ξινή γεύση, αλλά όταν ωριμάσουν γίνονται μαύροι και αποκτούν ευχάριστη γεύση και άρωμα. Τα βατόμουρα έχουν εξαιρετικές θεραπευτικές ιδιότητες. Το εξωτερικό τους είναι αποτελεσματικό σε δερματοπάθειες και σε αποστήματα. Οι καρποί της βατομουριάς περιέχουν πολλές βιταμίνες, κυρίως Α, Β, C, μία ουσία που περιέχουν πολλά σιρόπια για την καταπολέμηση του πονόλαιμου και του βήχα και ένα πτητικό αιθέριο έλαιο. Χρησιμοποιείται επίσης ως φάρμακο κατά της φαρυγγίτιδας, της αναιμίας, της λαρυγγίτιδας, της διάρροιας, της ουλίτιδας και βοηθά στις λοιμώξεις του αναπνευστικού.

Αγιόκλημα

Με έντονη φρουκτώδη μυρωδιά και μεγάλη ανθοφορία από το Μάιο έως τον Αύγουστο το αγιόκλημα είναι ένα σημαντικό μελισσοκομικό φυτό. Είναι γνωστό και ως Αγιόφυλλο, Αιγόκλημα, Αγριόκλημα, Καπερφόλιο, Λονίκερα, Αλιάνα, Αξιόφυλλο, φέρει την επιστημονική ονομασία Lonicera japonica (Ιαπωνικό αγιόκλημα).

agio1

Πολύ ελκυστικό στις μέλισσες και άλλα έντομα αλλά όχι μόνο. Το νέκταρ του μαγεύει ακόμη και εμάς και ειδικά τα παιδιά. Ποιος δεν έχει αφαιρέσει το επάνω μέρος του άνθους για να ρουφήξει τη γλυκιά σταγόνα που περιέχει; Η σχέση μυρωδιάς και αναμνήσεων έχει αποδοθεί από την τέχνη παραστατικότατα, πολύ πριν η επιστήμη αποκρυπτογραφήσει τα μυστικά της μνήμης και επιβεβαιώσει πως η όσφρηση είναι η αίσθηση που συνδέεται περισσότερο με το μνημονικό. Όταν μάλιστα το άρωμα των λευκοκίτρινων λουλουδιών του αγιοκλήματος είναι γλυκό, υπέροχα μεθυστικό, φρουκτώδες, με νότες βανίλιας, τότε μπορεί να μας αγκαλιάσει και να μας γεμίσει με εικόνες και συναισθήματα. Το αγιόκλημα εκτός από νέκταρ δίνει και γύρη χρώματος κρεμ.

agio2

Ιδιαίτερα ανθεκτικό φυτό, ενδείκνυται για περιοχές με δριμύ ψύχος (αντέχει έως και -20 βαθμούς) και αναπτύσσεται πολύ γρήγορα. Απο τις καλύτερες και … αρωματικότερες λύσεις για αναρριχήσεις και κατασκευές ακόμα και στο μπαλκόνι. Μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί και σαν φυτό εδαφοκάλυψης και κατά της διάβρωσης του εδάφους σε πλαγιές και άλλα δύσκολα σημεία. Οι Κινέζοι θεραπευτές χρησιμοποιούν τους βλαστούς και τα μπουμπούκια του γιαπωνέζικου αγιοκλήματος για τις αντιβακτηριακές, αντιφλεγμονώδεις, αντισπασμωδικές και αντιυπερτασικές ιδιότητές τους. Το έγχυμα που παρασκευάζεται από τα άνθη βοηθάει στην αντιμετώπιση παθήσεων του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, ενώ το αιθέριο έλαιό του χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική, την αρωματοποιία και την αρωματοθεραπεία.

Με μεγάλης διάρκειας ανθοφορία θεωρείται από τα πιο χαρακτηριστικά μελισσοτροφικά φυτά. Προσελκύει με το νέκταρ που περιέχουν τα λουλούδια του, διάφορες ωφέλιμους φτερωτούς επισκέπτες, εκτός από μέλισσες, όπως πεταλούδες κ.α. ενώ από το φθινόπωρο, περίοδο κατά την οποία εμφανίζονται οι στρογγυλοί, μαύροι καρποί του, τρέφει με αυτούς τα πουλιά.

με πηγές από: κτήμα & κήπος