Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το θυμάρι είναι το σπουδαιότερο μελισσοκομικό φυτό της Ελλάδας. Η Ελλάδα θεωρείται προνομιούχος χώρα στη μελισσοκομία και αυτό το οφείλει αποκλειστικά στο Θυμάρι. Όλες οι άλλες ποιότητες που παράγονται στην Ελλάδα δεν διαφέρουν ιδιαίτερα απ’ αυτές στα υπόλοιπα μέρη του κόσμου ενώ μάλλον υστερούν σε πολλές από αυτές (Μελισσοκομία Ν. Νικολαΐδη 1947).
Το θυμάρι ή θύμιο (Θύμος ο κοινός, λατ. Thymus vulgaris) είναι ένας θάμνος μικρού ύψους (έως 30 εκατοστά), με όρθιους βλαστούς, εξαιρετικά ανθεκτικός που αναδύει ένα πολύ ευχάριστο άρωμα. Είναι φυτό πολυετές που αντέχει στην ξηρασία και φυτρώνει σε άγονα και πετρώδη εδάφη. Η ανθοφορία του θυμαριού που διαχωρίζεται σε όψιμα και πρώιμα, αρχίζει στα μεν πρώιμα (παραθαλάσσια μέρη) στα τέλη Μαΐου και στα δε όψιμα (ορεινά) κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο Ιουνίου με αρχές Ιουλίου και διαρκεί 1 μήνα με 40 ημέρες ανάλογα με την εποχή.
Στην Ελλάδα υπάρχουν 23 αυτοφυή είδη θυμαριού και τα πιο σημαντικά από αυτά είναι:
1. Αγριοθυμάρι. Θύμος ο κεφαλωτός Thymus capitatus (Μικρός θάμνος με βλαστούς ξυλώδεις ξαπλωμένους. Βρίσκεται σε πολλές βραχώδεις, ορεινές, ξηρές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας.)
2. Χαμοθρούμπι. Θύμος ο γραπτός Τhymus striatus. (Πολύ κοινό σε διάφορες πεδινές περιοχές και λιβάδια της Μακεδονίας και της Θράκης.)
3. Σμάρι.Θύμος η Ζυγίς ή Θύμος ο αττικός Thymus atticus (Βρίσκεται σε διάφορες βραχώδεις περιοχές της Αττικής, της Αχαΐας, Κορινθίας και Ολύμπου.)
Ετυμολογικά το θυμάρι ή θύμος όπως το ονόμαζαν οι αρχαίοι, προέρχεται από την λέξη θύω, η οποία αρχικά είχε την σημασία του «βγάζω καπνούς» και αργότερα του «θυσιάζω». Από την ίδια ρίζα προέρχονται και οι λέξεις θυμίαμα και θυμιατίζω. Το θυμάρι περιέχει αιθέριο έλαιο που το κυριότερο συστατικό του είναι η θυμόλη (ποσοστά άνω του 25%) Η θυμόλη έχει αντισηπτική δράση και υπήρξε φυσικός προκάτοχος των σύγχρονων αντιβιοτικών. Η θυμόλη έχει εφαρμογές και στη μελισσοκομία, αφού μπορεί κανείς να καταπολεμήσει με αυτή βιολογικά το μεγαλύτερο εχθρό της μέλισσας στην Ελλάδα (μετά τον άνθρωπο) τη βαρρόα.
Θυμάρι βρίσκεται σε όλο το νότιο τμήμα της Στερεάς Ελλάδας, σε όλη την Πελοπόννησο, στα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, τα Ιόνια νησιά αλλά και στα ορεινά της Πίνδου. Εντούτοις οι ποιότητες του θυμαρίσιου μελιού που παράγονται διαφέρουν μεταξύ τους. Αυτό οφείλεται εν μέρη στην διαφορετική σύσταση του εδάφους αλλά κυρίως στην ταυτόχρονη ύπαρξη και άλλων ανθοφοριών, εξαιτίας των οποίων επέρχεται μια φυσική ανάμειξη μελιού από τις ίδιες τις μέλισσες μέσα στις κηρήθρες.
Σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία, το θυμαρίσιο μέλι πρέπει να περιέχει περισσότερους από 18% γυρεόκοκκους θυμαριού σε σύνολο γυρεοκόκκων. Έτσι για να ονομαστεί ένα μέλι θυμαρίσιο πρέπει έχει περισσότερους από 18% γυρεόκοκκους θυμαριού. Αν έχει από 12% έως 18% το ονομάζουμε μέλι με θυμάρι και αν έχει λιγότερο θεωρείται ανθόμελο.
Το θυμαρίσιο μέλι είναι άριστης ποιότητας, με εξαιρετικό χαρακτηριστικό έντονο άρωμα και κρυσταλλώνει στους 6-18 μήνες, ανάλογα με την περιεκτικότητα σε θυμάρι, όσο περισσότερο τόσο καθυστερεί. Έχει πολύ χαμηλή υγρασία σε σχέση με άλλα ανθόμελα (πχ πορτοκαλιά, παλιούρι κτλ) είναι πιο παχύρρευστο με ανοιχτό κεχριμπαρένιο χρώμα (αυτό της Κρήτης είναι λίγο πιο σκούρο). Αποτελεί περίπου το 10% της παραγωγής του ελληνικού μελιού και είναι το ακριβότερο. Το μοναδικό αρνητικό που έχει το θυμαρίσιο μέλι είναι ότι σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις γυρεόκοκκων που ξεπερνούν το 90% λόγω της μεγάλης περιεκτικότητας σε φρουκτόζη, αφήνει μια αίσθηση καψίματος στο στόμα.
Για κάποιες περιοχές της Ελλάδας αποτελεί και τον μοναδικό τρύγο άρα και στόχο για τους μελισσοκόμους. Για παράδειγμα στα Κύθηρα ή στη γενέτειρά μου στα Φαλάσαρνα Χανίων, όλη η προετοιμασία της χρονιάς γίνεται για το θυμάρι. Σε αυτές τις περιοχές όπου δεν υπάρχουν άλλα φυτά για να γίνει πρόσμιξη στο νέκταρ, η περιεκτικότητα είναι πάρα πολύ υψηλή, το μέλι έχει μια ελαφρώς καυστική γεύση αλλά και πολύ πιο έντονο άρωμα. Την εποχή της πλήρης άνθισης μπορείς να αντιληφθείς το άρωμα του μελιού έξω απ’ την κυψέλη!
Το πιο φημισμένο θυμαρίσιο μέλι και ίσως το ακριβότερο το βρίσκει κανείς στα Κύθηρα. Στην Κρήτη όμως και συγκεκριμένα στα Σφακιά θα συναντήσετε, το καλύτερο μέλι που έχω δοκιμάσει προσωπικά και είναι το λεγόμενο πευκοθύμαρο του Ομαλού. Παρ’ όλα αυτά όμως η περιοχή που έκανε το θυμάρι παγκοσμίως γνωστό είναι αναμφίβολα ο Υμηττός. Εδώ στην Ήπειρο παράγεται ένα εξαιρετικό μέλι στα ορεινά (στα 1000μ υψόμετρο) από θυμάρι, θρούμπι και ρίγανη το οποίο είναι απίστευτα αρωματικό.
Το θυμαρίσιο μέλι είναι ένα προϊόν δύσκολο να παραχθεί, όχι τόσο γιατί τα μελίσσια θέλουν κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία πριν αλλά γιατί όσο ανθεκτικό είναι το θυμάρι ως φυτό, τόσο ευαίσθητο είναι το άνθος του. Το θυμάρι για να αποδώσει νέκταρ χρειάζεται μερικές βροχές κατά τον Απρίλιο ή και κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου, δηλαδή πριν ανθίσει. Η βροχή κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας του, συνήθως σταματά τη νεκταροέκκριση για μερικές μέρες και κυρίως αν ακολουθήσει ψυχρός καιρός. Κάποιες φορές η βροχή το κάνει πιο υγρό, άρα όχι και τόσο ελκυστικό για τις μέλισσες. Οι ιδανικές συνθήκες είναι θερμοκρασία 25 με 32° C, δροσερές νύχτες και ζεστές ημέρες με νότιους υγρούς άνεμους. Οι ξηροί, ψυχροί ή ορμητικοί άνεμοι το καταστρέφουν.
Επίσης ο ΝΔ άνεμος (λίβας) είναι ο φόβος και ο τρόμος των μελισσοκόμων καθώς αν επικρατήσει έστω και για 1 ημέρα, κατά την ανθοφορία του, σταματά οριστικά τη νεκταροέκκριση. Δυστυχώς αυτός ο καταστρεπτικός άνεμος είναι σύνηθες φαινόμενο την εποχή πλήρης άνθησης και γι αυτό η σοδειά είναι ασφαλέστερη στις πρώιμες τοποθεσίες. Για να δώσει έντονο άρωμα το θυμάρι θέλει θαλασσινή αύρα και ξηροθερμικό κλίμα. Όταν οι συνθήκες είναι ιδανικές οι μέλισσες θα συλλέξουν ικανοποιητικές ποσότητες. Δεν θα γίνουν ποτέ οι τρύγοι που θα γίνουν στο πεύκο ή στο έλατο αλλά το θυμαρίσιο μέλι είναι εμπορικότερο και ακριβότερο.
Στα θυμάρια πηγαίνουν τα δυνατά μελίσσια. Εάν τα μελίσσια είναι μέτριας δυναμικότητας δεν προλαβαίνουν στο μικρό διάστημα της ανθοφορίας και να αναπτυχθούν και να παράξουν. Το φυτό δίνει μεν γύρη, χρώματος κρεμ, αλλά σε μικρές ποσότητες. Το θυμάρι είναι φυτό για τρύγο και όχι φυτό ανάπτυξης μελισσοσμηνών. Γι αυτό και οι μελισσοκόμοι πριν την ανθοφορία κάνουν όλες τις απαραίτητες ενέργειες, ούτως ώστε τα μελίσσια τους, να έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό πληθυσμού.
Το θυμαρίσιο μέλι είναι περιζήτητο και απ’ τις μεγάλες εταιρείες τυποποίησης μελιού, καθώς αν αναμειχθεί με άλλους τύπους μελιών (ακόμα και σε μικρές ποσότητες), επηρεάζει καθοριστικά το άρωμά τους. Βέβαια καλό είναι να μένετε μακριά από τέτοια μέλια (χαρμάνια) γιατί είναι επεξεργασμένα (βρασμένα) και έχουν χάσει κάθε θρεπτική αξία.
πηγές: wikipedia, Μελισσοκομία Ν. Νικολαίδη, lexigram, bees.gr