Το πρόβλημα της κοινωνικής επιλογής έχει απασχολήσει επί αιώνες κοινωνικούς φιλοσόφους και πολιτικούς επιστήμονες. Το θεμελιώδες ερώτημα στις ομάδες είναι πώς μπορούν οι διαφορετικές προσωπικές προτιμήσεις να συνδυαστούν και να οδηγήσουν σε μία κοινή συλλογική απόφαση.

Αυτό το πρόβλημα έχει μελετηθεί κυρίως σε ανθρώπινες ομάδες, οι οποίες έχουν αναπτύξει μια ποικιλία διαδικασιών για να ξεχωρίσουν αυτή τη μια επιλογή, από μια λίστα πιθανών επιλογών πχ κανόνας της πλειοψηφίας, επικράτηση της σχετικής πλειοψηφίας, σταθμισμένη ψήφος κ.α. Η κοινωνική επιλογή σε ομάδες ζώων όμως, είναι λιγότερο καλά μελετημένη, αν και τα παραδείγματα είναι άφθονα: μια ομάδα μπαμπουίνων πρέπει να αποφασίσει πού θα πάει μετά από μια περίοδο ανάπαυσης· μια αποικία μυρμηγκιών αν θα επιτεθεί ή όχι σε μια γειτονική αποικία.
Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα συλλογικής λήψης απόφασης από μια ομάδα ζώων στη φύση, είναι η επιλογή μιας τοποθεσίας για μόνιμη εγκατάσταση από ένα σμήνος μελισσών που μόλις έχει σμηνουργήσει. Κατά τη διαδικασία αυτή μερικές εκατοντάδες μέλισσες συνεργάζονται για να βρουν δώδεκα ή περισσότερες πιθανές τοποθεσίες εγκατάστασης σε δέντρα και κατόπιν επιλέγουν την καλύτερη. Οι ερευνητές Thomas D. Seeley, Kevin Passino και Kirk Visscher μελέτησαν αυτή τη διαδικασία για μία δεκαετία. Η εργασία τους αποκάλυψε ένα σύνολο συμπεριφορικών μηχανισμών που επιτρέπουν στο σμήνος να λαμβάνει σταθερά εξαιρετικές συλλογικές αποφάσεις. Έχει γίνει σαφές ότι αυτή η συλλογική «νοημοσύνη» είναι προϊόν διαφωνίας και ανταγωνισμού –όχι συναίνεσης ή συμβιβασμού– μεταξύ διαφορετικών ομάδων μελισσών που εκπροσωπούν διαφορετικές επιλογές. Η εξέλιξη έχει δώσει μια ενδιαφέρουσα απάντηση στο ερώτημα πώς μια ομάδα μπορεί να λειτουργεί ως αποτελεσματική μονάδα λήψης αποφάσεων.
Μια πρωτοποριακή έρευνα
Εδώ και αιώνες οι μελισσοκόμοι γνωρίζουν ότι την άνοιξη, μια δυνατή αποικία μελισσών θα διαιρεθεί σε δύο ή και περισσότερα σμήνη. Μια φυσική διαδικασία που ονομάζεται σμηνουργία, κατά την οποία η βασίλισσα με ένα μεγάλο μέρος εργατριών μελισσών εγκαταλείπει την κυψέλη και οδεύει προς τη δημιουργία μιας νέας αποικίας, αφήνοντας πίσω της, τις υπόλοιπες εργάτριες μαζί με λίγα βασιλικά κελιά απ’ τα οποία θα προκύψει μια νέα βασίλισσα.

Οι μελισσοκόμοι γνωρίζουν επίσης ότι αφού ένα σμήνος εγκαταλείψει τη μητρική του κυψέλη, οι μέλισσες θα συγκεντρωθούν προσωρινά σε ένα κοντινό κλαδί δέντρου, απ’ όπου το σμήνος θα στείλει ανιχνεύτριες ώστε να εντοπίσουν υποψήφιες τοποθεσίες για μόνιμη εγκατάσταση (πχ μια κουφάλα ενός δέντρου).
Οι μελισσοκόμοι συνήθως μαζεύουν αυτά τα σμήνη και τα τοποθετούν σε κυψέλες, πριν αυτά προλάβουν να εγκατασταθούν σε κάποια μόνιμη φωλιά. Έτσι δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτή η διαδικασία λήψης συλλογικών αποφάσεων από τις μέλισσες παρέμεινε για καιρό ένα μεγάλο μυστήριο.
Η κατάσταση αυτή άρχισε να αλλάζει τη δεκαετία του 1950 όταν ο Martin Lindauer, ένας Γερμανός ζωολόγος, δημοσίευσε τη θεμελιώδη εργασία του «Schwarmbienen auf Wohnungssuche». Ο Lindauer ήταν τότε μεταδιδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου σπούδαζε με τον διάσημο Γερμανοαυστριακό ζωολόγο, Karl von Frisch, ο οποίος λίγο καιρό πριν είχε αποκωδικοποιήσει τον χορό των μελισσών. Η θεωρία του Frisch για τον χορό, περιγράφηκε στο βιβλίο «Aus dem Leben der Bienen» το οποίο έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά ως «Από τη ζωή των Μελισσών».

Αυτή η μέθοδος επικοινωνίας επιτρέπει στις μέλισσες να ενημερώνουν τις συντρόφισσες τους για τις τοποθεσίες των πηγών τροφής μέσω μιας συγκεκριμένης σειράς κινήσεων. Η μέλισσα υποδεικνύει την κατεύθυνση της τροφής με βάση τη γωνία των ακτίνων του ήλιου, ενώ η απόσταση δίνεται από την διάρκεια εκτέλεσης του.
Ο Lindauer ήταν δεινός παρατηρητής. Κάποια στιγμή ενώ βρισκόταν στον περιβάλλοντα χώρο του Ινστιτούτου παρατήρησε ότι σε ένα σμήνος που είχε σμηνουργήσει και βρισκόταν προσωρινά σε ένα κλαδί, κάποιες μέλισσες στην επιφάνεια του, εκτελούσαν ένα είδος χορού. Παρατήρησε επίσης ότι αυτές οι μέλισσες, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με τον χορό που λαμβάνει χώρα εντός της κυψέλης και σκοπό έχει να υποδείξει τη θέση της τροφής, δεν έφεραν φορτία νέκταρος ή γύρης.
Μήπως αυτές οι μέλισσες υποδείκνυαν στις υπόλοιπες κάτι άλλο; Θα μπορούσαν να αναφέρουν πληροφορίες για πιθανές τοποθεσίες μόνιμης εγκατάστασης; Ο Lindauer τελικά απάντησε σε αυτή την ερώτηση παρατηρώντας υπομονετικά πάρα πολλά σμήνη. Κάθε φορά που έβλεπε μια νέα μέλισσα να χορεύει σημείωνε την τοποθεσία που ήταν κωδικοποιημένη στον χορό της και στη συνέχεια την χρωμάτιζε για να αποφύγει την επανειλημμένη καταγραφή των πληροφοριών του χορού της.

Αυτή η επίπονη εργασία απέφερε αρκετές αξιόλογες ανακαλύψεις. Η πρώτη ήταν ότι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, μόνο μερικές εκατοντάδες από τις χιλιάδες μέλισσες σε ένα σμήνος είχαν ενεργητικό ρόλο – πετούσαν προς και από το σμήνος, πιθανώς βρίσκοντας και επιθεωρώντας υποψήφιες τοποθεσίες φωλιών και μετά εκτελούσαν χορούς.
Οι περισσότερες μέλισσες παρέμεναν ήρεμες στο σμάρι πιθανότατα για να διατηρήσουν την ενεργειακή παροχή του σμήνους, μέχρι να ληφθεί μια απόφαση και να έρθει η ώρα να πετάξουν στην επιλεγμένη τοποθεσία.
Ένα δεύτερο περίεργο εύρημα ήταν ότι, στην αρχή, οι χοροί των μελισσών έδειχναν διάφορες τοποθεσίες γύρω από το σμήνος, αλλά ώρα με την ώρα ο αριθμός των τοποθεσιών που προτείνονταν από τους χορούς, μειώνονταν έως ότου έμενε μόνο μόνο μία. Ο Lindauer διαπίστωσε επίσης ότι λίγο αφότου οι χοροί των μελισσών είχαν επικεντρωθεί σε μια τοποθεσία, ολόκληρο το σμήνος των μελισσών απογειωνόταν ξαφνικά και πετούσε προς αυτή την τοποθεσία.
Μερικές φορές κατάφερνε να τρέξει μαζί με το σμήνος, ακολουθώντας το και έτσι μάθαινε την τελική θέση εγκατάστασης. Δεν υπήρχε αμφιβολία πλέον ότι οι μέλισσες που χόρευαν ανέφεραν πιθανές τοποθεσίες εγκατάστασης και ότι διεξήγαγαν ένα είδος «δημοψηφίσματος» αν και το πώς ακριβώς λειτουργούσε η διαδικασία παρέμενε ακόμα άγνωστο.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 οι επιστήμονες αποφάσισαν να ερευνήσουν βαθύτερα αυτό το ενδιαφέρον παράδειγμα ζωικής δημοκρατίας. Στα χρόνια που μεσολάβησαν αρκετοί ερευνητές είχαν μελετήσει τις προτιμήσεις των μελισσών σχετικά με την ιδανική φωλιά και είχαν καταλήξει ότι αυτή είναι κοιλότητες χωρητικότητας 30-40 λίτρων (οι ανιχνεύτριες περπατούν τον χώρο από άκρη σε άκρη για να τον μετρήσουν), με νότιο προσανατολισμό και οπή εισόδου 15 με 30 τετραγωνικά εκατοστά, ενώ προτιμούνταν αυτές που βρίσκονταν από 1 έως 5 μέτρα πάνω από το έδαφος.
Αλλά κανείς δεν είχε καταλάβει πως ακριβώς παίρνονταν οι αποφάσεις έγκρισης ή απόρριψης των υποψήφιων τοποθεσιών, μέχρι την τελική συλλογική απόφαση. Το πρώτο βήμα για τους επιστήμονες ήταν να επαναλάβουν τις παρατηρήσεις του Lindauer χρησιμοποιώντας σύγχρονο εξοπλισμό ώστε να έχουν πιο ολοκληρωμένη εικόνα, σε σχέση με αυτή του 1950.

Δούλεψαν με μικρά σμήνη, περίπου 4.000 μελισσών, στα οποία όλες οι μέλισσες έφεραν ξεχωριστή σήμανση για αναγνώριση ώστε να μπορεί να αποδοθεί κάθε χορός, σε συγκεκριμένη μέλισσα και έτσι να εξακριβωθεί η συμβολή της στη λήψη των αποφάσεων ενός σμήνους.
Σε ένα σμήνος που μελετήθηκε, βρέθηκε ότι ολόκληρη η διαδικασία λήψης αποφάσεων απαιτούσε περίπου 16 ώρες χορευτικής δραστηριότητας για τρεις συνολικά ημέρες. Κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού της διαδικασίας, οι ανιχνεύτριες ανέφεραν 11 υποψήφιες τοποθεσίες εγκατάστασης που εξέτασαν και πληρούσαν τα κριτήριά τους. Μέχρι εκείνη τη στιγμή κανένας χορός δεν φαινόταν να ξεχωρίζει. Νέες ανιχνεύτριες πραγματοποιούσαν πτήσεις προς τις τοποθεσίες αυτές, ώστε να τις επιθεωρήσουν κι αυτές και επιστρέφοντας εκτελούσαν τον χορό, εφόσον έκριναν ότι όντως πληρούσε τις προϋποθέσεις.
Κατά το δεύτερο μισό μια τοποθεσία άρχισε σταδιακά να προτείνεται από όλο και περισσότερες ανιχνεύτριες, ώσπου τελικά επιλέγονταν. Αυτό που βρέθηκε ήταν ότι όταν ο αριθμός των μελισσών που επισκέπτονται μια υποψήφια περιοχή ξεπεράσει ένα κρίσιμο στάδιο, τότε ο χορός που υποδεικνύει αυτή την περιοχή κυριαρχεί και η περιοχή επιλέγεται ως η οριστική θέση εγκατάστασης της νέας αποικίας.
Το άρθρο συνεχίζεται…
Πηγή: American Scientist