Η μελισσοκομία στις φτωχές ορεινές περιοχές των Τζουμέρκων το 1960

Στο κλαδικό, μηνιαίο μελισσοκομικό περιοδικό “Μελισσοκομική Ελλάς” του εκδότη Νικόλαου Τοπαλίδη , στο τεύχος 109, που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1960, βρίσκεται ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο με τίτλο “Η μελισσοκομία σε φτωχές ορεινές περιφέρειες, Τζουμέρκα (Άρτης)” το οποίο σήμερα πια έχει ιστορική αξία.

Για πολλά χρόνια το συγκεκριμένο συνδρομητικό περιοδικό αποτελούσε τη μοναδική ενημέρωση για τα τρέχοντα θέματα της μελισσοκομίας. Διαβάζουμε λοιπόν στο συγκεκριμένο άρθρο, το οποίο υπογράφει ο Α. Τ. Ξυδιάς, ότι ο νομός Άρτης είναι ίσως ο πλουσιότερος μελισσοκομικά νομός, με άφθονα μελισσοτροφικά φυτά, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα να επιτευχθούν, τις καλές χρονιές δύο και τρεις τρύγοι με μικρές σχετικά μετακινήσεις.

Η μελισσοκομία των προοδευτικών μελισσοκόμων της Άρτας.

Στην πεδιάδα της Άρτας βρίσκεται η κυριότερη νομή που είναι η πορτοκαλιά. Εκεί καλλιεργούνταν το 1960, 35.000 στρέμματα με εσπεριδοειδή. Η ανθοφορία της λαμβάνει χώρα το Απρίλιο και τις καλές χρονιές δίνει ικανοποιητικά αποτελέσματα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 1958 ένας από τους πιο οργανωμένους μελισσοκόμους της Άρτας, σύμφωνα με τους συναδέλφους του, ο Γ, Δασκαλόπουλος πήρε 22 οκάδες (28 κιλά) μέλι πορτοκαλιάς ανά κυψέλη.

Τόσο εξαιρετικές χρονιές όμως είναι σπάνιες. Δε λείπουν όμως και οι πολύ κακές χρονιές, όπως η επόμενη, το 1959 που λόγω του έντονου κρύου κατά την ανθοφορία, διακόπηκε η νεκταροέκκριση με αποτέλεσμα να μην τρυγηθεί καθόλου μέλι. Στις συνηθισμένες χρονιές και χωρίς να εφαρμόζεται κάποια μέθοδος εντατικής εκμετάλλευσης η παραγωγή κυμαίνεται στις 10 οκάδες (12 κιλά) ανά κυψέλη.

Έπειτα από την ανθοφορία της πορτοκαλιάς οι προοδευτικότεροι μελισσοκόμοι της Άρτας μεταφέρουν τα μελίσσια τους στα ορεινά για τη μελιτοφορία της Ελάτης, όπου η παραγωγή όμως επηρεάζεται έντονα από τις καιρικές συνθήκες. Στις καλές χρονιές οι νέες κυψέλες δίνουν 10 έως και 20 οκάδες (12-25 κιλά), αλλά δε λείπουν και τα δίσεκτα έτη…

Τον Αύγουστο τα μελίσσια μεταφέρονται στο Ξεροβούνι σε ακόμα μεγαλύτερο υψόμετρο, άνω των 1000μ. όπου υπάρχει άφθονη ορεινή θρούμπα και περδικάκι. Ο μελισσοκόμος από την Άρτα κ. Παππάς βεβαιώνει ότι το 1957 από 85 μελίσσια πήρε 2000 οκάδες (2,5 τόνους) δηλαδή περίπου 23kg/κυψέλη, ενώ ο μέσος όρος κυμαίνεται στις 10 οκάδες (12 κιλά).

Τον Σεπτέμβριο γίνεται η τελευταία μεταφορά στους λόφους γύρω από την πεδιάδα της Άρτας για την ανθοφορία της ερείκης και της κουμαριάς. Ειδικά η περιοχή κοντά στα παράλια του Αμβρακικού, στις βουνοπλαγιές του Μακρυνόρους είναι κατάφυτη, ενώ εκεί διαχειμάζουν και μελίσσια από άλλες περιφέρειες της Ελλάδας.

Χαρακτηριστικές διαφημίσεις της εποχής για τις σύγχρονες κυψέλες

Κάποιοι από τους προοδευτικούς μελισσοκόμους της Άρτας όμως δεν αρκούνται σ’ αυτόν το θησαυρό μελισσοκομικής χλωρίδας, αλλά τα τελευταία χρόνια ξεκίνησαν να μεταφέρουν τα μελίσσια τους στη Λευκάδα για το θυμάρι. Όσοι μάλιστα το επιχείρησαν την τελευταία χρονιά πήραν 6 οκάδες (7,5 κιλά) ανά κυψέλη, το οποίο πούλησαν επί τόπου με 150 δραχμές, από τις οποίες ξόδεψαν 30 για τις μεταφορές.

Όλες αυτές οι ανθοφορίες βέβαια δεν είναι εξασφαλισμένες. Άλλες μπορεί να καταστραφούν από όψιμα κρύα, άλλες από ξηρασία ή άκαιρες βροχοπτώσεις. Είναι αδύνατον όμως να χαθούν όλες, ειδικά για τους προοδευτικούς μελισσοκόμους της Άρτας που ασκούν νομαδική μελισσοκομία.

Η μελισσοκομία στις φτωχές ορεινές περιοχές των Τζουμέρκων.

Στις φτωχές ορεινές περιοχές των Τζουμέρκων όμως η μελισσοκομία είναι ακόμα καθυστερημένη. Από τα 6800 μελίσσια μόλις τα 1300 είναι σε κυψέλες με πλαίσια. Τα υπόλοιπα παρέμεναν σε κοφίνια. Επίσης ενώ ο κάμπος της Άρτας κατά την άνοιξη γέμιζε από μελίσσια που μεταφέρονταν εκεί από την Ευρυτανία, τη Θεσσαλία και τα Ιωάννινα, οι ορεινοί μελισσοκόμοι των Τζουμέρκων δε μετακινούσαν τα μελίσσια τους.

«Στο δρόμο για τα χειμαδιά, Πίνδος», 1960 φωτογραφία Κώστας Μπαλάφας

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο αρθρογράφος κ. Ξυδιάς:
“Ατυχώς η φιλεργία και η ικανότης των ξένων μελισσοτρόφων, δεν χρησιμεύει ως παράδειγμα στους ορεινούς μελισσοκόμους των Τζουμέρκων, που αφήνουν ανεκμετάλλευτο τον πλούτο της μελισσοκομικής χλωρίδας του τόπου τους, μολονότι βρίσκεται κάτω από τα πόδια τους, Μάλιστα για την πρόοδο της μελισσοκομίας σ’ αυτήν την περιφέρεια το Υπουργείο Γεωργίας έδωσε κατά την περίοδο 1948-1950 αρκετές κυψέλες σε συμμοριόπληκτους (sic) μελισσοτρόφους. Η απελπιστική όμως κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι άνθρωποι αυτοί, ανάγκασε τους πιο πολλούς να πουλήσουν τις κυψέλες για να ικανοποιήσουν άλλες πιο επιτακτικές ανάγκες εκείνης της εποχής”.

Τις κυψέλες αυτές αγόρασαν νέοι, αρχάριοι τότε μελισσοκόμοι από το πεδινό τμήμα του νομού Άρτας, οι οποίοι εξελίχθησαν στους σημερινούς προοδευτικούς μελισσοκόμους. Πάντως τα πράγματα φαίνεται σιγά σιγά να αλλάζουν και στα ορεινά καθώς οι μελισσοκόμοι εκεί αρχίζουν να καταλαβαίνουν τα πλεονεκτήματα της νέας κυψέλης και της μεταφοράς σε άλλα μέρη για βοσκή.

Μεταφορά νεογέννητων αρνιών (Βουργαρέλι Άρτας, 1960) φωτογραφία Κώστας Μπαλάφας

Αλλά και οι συνθήκες πλέον είναι ευνοϊκότερες γιατί ανοίγονται δρόμοι. Και συνεχίζει ο κ. Ξυδιάς:
“Αν επιδοθούν στη μελισσοκομία μπορεί να καλυτερεύσουν τις συνθήκες της ζωής τους. Αρκετοί από τους κατοίκους των ορεινών προσπαθούν να ζήσουν με 5 γιδοπρόβατα και 5 στρέμματα γης από τα οποία τα 3 είναι άγονα. Τέτοια φτώχεια μαστίζει πολλούς από αυτούς ώστε το γάλα που παίρνουν από τα γιδοπρόβατα το κάνουν βούτυρο το οποίο πουλούν και κρατούν το ξινόγαλο για τροφή τους”.

“Για τη μελισσοκομική ανάπτυξη του νομού Άρτας η Βασιλική Πρόνοια έδωσε 200 κυψέλες. Όμως γι αυτό το σκοπό χρειάζονται πολύ περισσότερες. Και επειδή είναι αδύνατο να δοθούν δωρεάν πολλές κυψέλες, καλό είναι να δοθούν 1000 με πίστωση και με μειωμένη τιμή, όπως δόθηκαν από το Βασιλικό Εθνικό Ίδρυμα με τους ίδιους όρους σε άλλες φτωχές περιοχές (Ευρυτανία, Μάνη).”

Τζουμέρκα: Το ακατέργαστο διαμάντι του ελληνικού τουρισμού

Θα μπορούσε να γίνει “τεύχος”- ωραίες ιστορίες, ενδιαφέροντες άνθρωποι, φύση αλήστου μνήμης, έκπαγλη, μια ομορφιά που σήμερα, συχνά, φαντάζει μνημειακή… Τα Τζουμέρκα- όπως ανεβαίνει ο δρόμος απ’ την Άρτα προβάλλουν σα λαξεμένος γρανίτης, άγριο αλλά στιλπνό διαμάντι στον ορίζοντα. Ο ορεινός όγκος των Τζουμέρκων, για την Ήπειρο, είναι τ’ ανέγγιχτο, αυθεντικό πετράδι στο στέμμα της.

Κουϊάσα- Πουλιάνα, ανάμεσα στο Συρράκο και τους Καλαρρύτες, ο «Χρούσιας», παραπόταμος του Αράχθου, δημιουργεί τον μικρό καταρράκτη και την βάθρα

Τα έργα υποδομών της τελευταίας 15ετίας έχουν βγάλει την περιοχή από την διαχρονική της απομόνωση: το πρώτο “boom” έγινε με την Εγνατία και τα τελευταία χρόνια η Ιονία Οδός και τα αεροδρόμια Ακτίου και Ιωαννίνων έχουν ολοκληρώσει ένα σύγχρονο επικοινωνιακό και μεταφορικό δίκτυο, πρωτόγνωρο για την περιοχή. Η διαδρομή από την Αθήνα ή την Θεσσαλονίκη μέχρι τα Τζουμέρκα οριακά ξεπερνά τις 4 ώρες, ενώ ολοένα αυξάνονται οι καλοκαιρινοί επισκέπτες που επιλέγουν να βρεθούν- ακόμα και σαν μονοήμερη εκδρομή- από τις παραλίες της Λευκάδας, ή τα Σύβοτα, στα αλπικά Τζουμερκοχώρια.

Η κορυφή της Στρογγούλας, φθινόπωρο, στο ηλιοβασίλεμα

Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες, αυτά τα πέτρινα «Τολέδο» που σα να τα ζωγράφισε ο Ελ Γκρέκο στο ηπειρώτικο τοπίο, τα Πράμαντα, το μεγαλύτερο ορεινό χωριό της Ηπείρου (αν θεωρήσουμε Μέτσοβο και Κόνιτσα κωμοπόλεις σχεδόν) και δεκάδες ακόμα χωριά: ο Καταρράκτης, οι Μελισσουργοί, τα Άγναντα, τα Θεοδώριανα- μέσα στο δάσος και την πέτρα, ανάμεσα από ποταμούς και κάτω από νεφοσκεπείς ή κρυστάλλινες κορφές-αναζωογονούνται ήπια, αειφορικά. Ανθρωποκεντρικά πρωτίστως- το δημιουργικό σφρίγος και ο καθημερινός παλμός των Τζουμερκιώτικων βουνών αργά αλλά σταθερά δυναμώνουν, οι τοπικές τους κοινωνίες μοιάζουν να επανασυστήνονται.

Άλογα της Πίνδου κοντά στο χωριό Καταρράκτης

«Πριν 15 χρόνια στα Τζουμέρκα υπήρχαν περίπου 250 κλίνες, σήμερα είναι 683», λέει ο Γιώργος Γκιόκας, διευθυντής της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού Ηπείρου. «Η περιοχή αναπτύσσει ένα τουριστικό προϊόν με ποιοτικά χαρακτηριστικά: επισκεψιμότητα όλες τις εποχές του χρόνου, μεγάλη γκάμα εναλλακτικών δραστηριοτήτων στο βουνό, σοβαροί επιχειρηματίες και “επαναλαμβανόμενοι” τουρίστες, που έρχονται ξανά και ξανά».

«Τα καταλύμματα είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία νεόδμητα και καλαίσθητα, με μικρό οικολογικό αποτύπωμα- δεν υπάρχουν τεράστιες μονάδες αλλά διάσπαρτα, μικρά συγκροτήματα», σχολιάζει ο Βαγγέλης Σταμάτης, που μαζί με τον αδερφό του Βασίλη, λειτουργούν τους “Ορίζοντες Τζουμέρκων”, μια από τις (βραβευμένες) τουριστικές επιχειρήσεις που δίνουν νέα πνοή στην ευρύτερη περιοχή.

Είθε, ριπές δροσιάς απ’ το κρυστάλλινο αεράκι των Τζουμέρκων και χρώματα φθινοπωριάτικα απ’ τα δάση τους- και λόγια μετρημένα των ανθρώπων τους να διαπερνούν κι αυτό το ρεπορτάζ.

Μπάμπης Τριανταφύλλου και Πόλα Μαρκόζη_ Ορειβατικό Καταφύγιο Πραμάντων.

«Εδώ ο ήλιος είναι το ρολόι μας και ο καιρός το ημερολόγιό μας».

Οικογένεια Τριανταφύλλου

«Σήμερα έχει φοβερό, άπλετο ήλιο. Το πρωί φυσούσε δυνατά, άπνοια τώρα, κρύσταλλο φαίνονται όλα. Στο πλάι ο ήλιος, παίζουν σκιές στο βουνό, στα δέντρα. Γλυκειά ώρα», μου λέει ο Μπάμπης Τριανταφύλλου. Μαζί με τη σύζυγό του, Πόλα Μαρκόζη, τους συναντώ στο ίδιο, παραμυθένιο μέρος όπου τους πρωτογνώρισα το καλοκαίρι του 2010, στο Ορειβατικό Καταφύγιο Πραμάντων στους πρόποδες της εντυπωσιακής κορφής της Στρογγούλας. «Οχτώ χρόνια μετά το μόνο που δεν έχει αλλάξει είναι η ποιότητα ζωής, ίσα ίσα που είναι ολοένα και καλύτερη γιατί είμαστε πιο έμπειροι, ξέρουμε καλύτερα τον τόπο», μου λένε. Αθηναίοι και οι δυο, χωρίς καμιά καταγωγή από τα Τζουμέρκα, ανέλαβαν το εγκαταλειμμένο καταφύγιο πριν δώδεκα χρόνια. «Όταν το είδαμε, πριν ακόμα σβήσουμε το τσιγάρο μας, αποφασίσαμε ότι θέλουμε να ζήσουμε εδώ. Καλή ζωή για εμάς σημαίνει ύπαρξη αγάπης, καλή διατροφή, ασφάλεια, ποιοτικός χρόνος». «Λοιπόν, πως κυλάει ο χρόνος εδώ πάνω;», τους ρωτάω. «Εδώ ο ήλιος είναι το ρολόι μας και οι καιρικές συνθήκες το ημερολόγιό μας. Πορευόμαστε μες στη μέρα με τον ήλιο, μέσα στο έτος με τον καιρό- ανάλογα την εποχή κάνουμε αυτά που μας επιτρέπει η φύση. Αυτός είναι ο τρόπος ζωής και ο προγραμματισμός μας».

Φθινόπωρο στο πευκοδάσος του Προφήτη Ηλία, πάνω από τα Άγναντα

«Τα παιδιά σας, ο Ορέστης και η Αγγελίνα, μεγαλώνουν σε έναν τόπο “Lord of the Rings”…». «Είναι, νομίζω, ισορροπημένα παιδιά και έχουν την ικανότητα της προσαρμοστικότητας γιατί δεν ζουν στο ίδιο, κλειστό περιβάλλον ενός διαμερίσματος», λέει η Πόλα. «Αυτή είναι η ευλογία, το καλύτερο πράγμα που κάναμε για την κοινωνία είναι ότι μεγαλώνουμε δυο παιδιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ζούνε σ’ έναν πολύ όμορφο τόπο, όπου τους επισκέπτονται άνθρωποι απ’ όλον τον κόσμο. Και αποκτούν τόσες εικόνες και γνώσεις, σαν να κάνουν ολιγοήμερα ταξιδάκια σε όλη τη γη- τέτοιο προνόμιο δε θα μπορούσα ποτέ να το σκεφτώ, πόσω μάλλον να το σχεδιάσω». «Σε αυτούς που μου λένε ότι τα παιδιά μου δεν θα έχουν τις ευκαιρίες που θα είχαν στην πόλη, απαντώ ότι έχουν κάτι που δε διδάσκεται», συμπληρώνει ο Μπάμπης. «Αλλά και τυπικά να το εξετάσεις, η περιοχή έχει τις υποδομές για να ζήσει μια οικογένεια- σχολεία από Δημοτικό μέχρι Λύκειο, φροντιστήριο αγγλικών, μαθήματα μουσικής και χορού, αθλητικό κέντρο. Και γρήγορο ίντερνετ», λέει γελώντας. «Τα Τζουμέρκα δεν είναι τόπος που αναπτύσσεται οικονομικά αλλά ερημώνει κοινωνικά- δεν αυξάνεται τυπικά το ΑΕΠ. Τη Δευτέρα το πρωί υπάρχουν μόνιμοι κάτοικοι, έχει ζωή ο τόπος και πέρα απ’ τις αργίες και τα σαββατοκύριακα, δεν είναι Ντίσνεϋλαντ».

Κώστας Μαυροπάνος_ Ο φωτογράφος που απαθανατίζει τα Τζουμέρκα

«Πρέπει να ζεις εδώ για να κάνεις αυτές τις εικόνες».

«Γεννήθηκα στα Άγναντα της Άρτας, κεφαλοχώρι των Τζουμέρκων.Χωρίς σπουδές φωτογραφίας, περιπλανιέμαι, χρόνια τώρα, με εφόδιο το συναίσθημα και τη συγκίνηση που προκαλεί το ελληνικό τοπίο», λέει ο Κώστας Μαυροπάνος, ένας αυθεντικός καλλιτέχνης της φωτογραφίας, ανεπιτήδευτος και αφοσιωμένος στην απεικόνιση του τόπου που γεννήθηκε και ζει. «Μέσα από τις φωτογραφίες μου προσπαθώ να αγγίξω την ψυχή, την ομορφιά και την ποίηση ενός τόπου πλούσιου σε εικόνες, χρώματα, φως και αντιθέσεις».

Συναντιόμαστε στο καφέ που πρόσφατα ο ίδιος ξεκίνησε να λειτουργεί στην κεντρική πλατεία των Αγνάντων, με την επιβλητική Στρογγούλα να δεσπόζει από πάνω μας. Ο Κ. Μαυροπάνος είναι και παθιασμένος συλλέκτης- ανακαίνισε θαυμάσια τον νερόμυλο και την νεροτριβή του χωριού του, δημιουργώντας ένα λιλιπούτειο μουσείο υδροκίνησης, γεμάτο από τα λαογραφικά είδη που διαχρονικά συγκεντρώνει.

Και η αίθουσα του καφέ είναι γεμάτη από αντικείμενα/ ενθυμήματα περασμένων καιρών. Παλιές φωτογραφικές μηχανές, ένα μουσειακό ραδιόφωνο, μηχανή προβολής φιλμ- όμορφος, ζεστός χώρος. Στον προτζέκτορα θαυμάζω τις εικόνες που σημάδεψε και εξαίσια αποτύπωσε ο φωτογράφος με το οξυδερκές, ενστικτώδικο κλείστρο του- τοπία, άνθρωποι και ζώα των Τζουμέρκων, ένας κόσμος απαράμιλλης ομορφιάς.

Ο ανακαινισμένος νερόμυλος στα Άγναντα, εξωτερική άποψη.

Συλλεκτικές εικόνες που, κακά τα ψέματα, πρέπει να ζεις σ’ αυτόν τον τόπο για να τις απαθανατίσεις. Η φωτογραφική τέχνη του Μαυροπάνου δεν είναι ταξιδιωτικής φύσης, ούτε έχει προκύψει μετά από τριήμερες εξορμήσεις στο βουνό- είναι καρπός μιας ολόκληρης ζωής, συναρπαστική σαν βίωμα γιατί από αυτό έχει προκύψει. Τον ευχαριστώ από καρδιάς για την παραχώρηση του δικαιώματος δημοσίευσης αυτών των στιγμιοτύπων ζωής και φύσης των Τζουμέρκων, αυτών των αντανακλάσεων της ζωής του στα ηπειρώτικα βουνά.

Οι δύο μαχαλάδες των Αγνάντων, Πάνω και Κάτω, χωρίζονται από το ποτάμι. Το πέτρινο καλντερίμι (Κοδέλες), τους ενώνει.

Νίκος Ζάψας_ «Θέασις Ιgloo».

«Μακάρι να αποφύγουν τα Τζουμέρκα την “ανάπτυξη” που κατέστρεψε άλλες περιοχές»

«Είχαμε καλές δουλειές στην Άρτα, και εγώ και η γυναίκα μου, Βασιλική Μήτσιου- τις αφήσαμε πριν δεκατρία χρόνια και ήρθαμε εδώ, με δυο μικρά παιδιά», μου λέει ο Νίκος Ζάψας στην οικογενειακή επιχείρησή τους στους Κτιστάδες (Άγναντα Άρτας). «Η φιλοσοφία μας δεν ήταν να κάνουμε κάτι για τα χρήματα αλλά να φτιάξουμε μια βιώσιμη, οικογενειακή επιχείρηση για να βιοποριζόμαστε. Χρειάστηκε να κάνουμε πολύ υπομονή, τα Τζουμέρκα ήταν άγνωστος προορισμός και τα πρώτα χρόνια δύσκολα “βγαίναμε”. Αλλά όταν ο άνθρωπος θέλει κάτι πραγματικά, το αγαπά και το υποστηρίζει με συνέπεια, τα καταφέρνει».

Tο εσωτερικό του νερόμυλου στα Άγναντα, σήμερα με τη λαογραφική συλλογή του Κώστα Μαυροπάνου,

«Πως σας ήρθε η ιδέα με αυτά τα τόσο (ίδι)όμορφα καταλύμματα, σαν ιγκλού;», τον ρωτάω. «Θέλαμε να κάνουμε κάτι στο σχήμα του κύκλου- ο κύκλος και ο κώνος είναι σχήματα που δίνουν θετική ενέργεια στον χώρο και θετικά συναισθήματα στους ανθρώπους- έχουν αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν “οικοδυναμική”. Η αρχιτεκτονική των δικών μας καταλυμμάτων βασίζεται στις πυραμιδοειδείς καλύβες που χαρακτηρίζουν την ζωή των νομάδων όλου του κοσμου, από τους Σαρακατσαναίους με τα “κονάκια” τους, μέχρι τα “yurt” των Μογγόλων». Τα σπιτάκια είναι αυτόνομα, με κουζίνα και μια μεγάλη ξυλόσομπα στο κέντρο- η «κορυφή» του καθενός καταλήγει σε υαλοπέτασμα ώστε να φαίνεται ο έναστρος ουρανός.

Τζουμέρκα, κορυφή «Μπάρος», κοντά στα 2.000 μέτρα. Πίσω από τα βουνά η Θεσσαλία.

Μια οικογένεια από το Ισραήλ μόλις έχει φτάσει και ο Νίκος Ζάψας τους καλοσωρίζει στο «μικρό χωριό» που έχει διαμορφώσει. «Τα 2-3 τελευταία χρόνια το 60% των επισκεπτών μας είναι Ισραηλινοί», μου λέει. «Έγιναν κατάλληλες προωθητικές ενέργειες στο Ισραήλ- και απέδωσαν. Η όποια ανάπτυξη οφείλεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία- ήρθαμε κάποιοι “τρελαμένοι”, επενδύσαμε εδώ πάνω και παρασύραμε σε μια αναπτυξιακή κινητικότητα και τους Δήμους. Ο τόπος είναι πανέμορφος, αλλά από μόνο του αυτό δεν φτάνει».

«Πλέον τα νούμερα της επισκεψιμότητας κινούνται συνεχώς ανοδικά- δεν πρέπει όμως να εφυσυχάζουμε γιατί η Ελλάδα βρίθει από παραδείγματα περιοχών που αναπτύχθηκαν άναρχα, χωρίς σχέδιο, χωρίς σεβασμό στο περιβάλλον. Σε βάθος χρόνου αυτή η “ανάπτυξη” απέβη μοιραία- υποβαθμίστηκε το φυσικό περιβάλλον και διαμορφώθηκε ένα τουριστικό προϊόν που δεν έχει ποιότητα και εντέλει το πουλάνε φτηνά σε τουρίστες που έρχονται για να γίνουν “φέσι”. Αυτός είναι ο κίνδυνος από ’δω και πέρα. Ελπίζω να τον αποφύγουμε».

Φώτης Δελημήτρος_ Ορεινό Καταφύγιο Μελισσουργών.

«Πως αντέχετε να ζείτε στην πόλη;»

Όταν ο Φώτης Δελημήτρος, τον Οκτώβριο του ’13, 26 χρονών τότε, ανέλαβε με τον τότε συνεταίρο του το Ορειβατικό Καταφύγιο των Μελισσουργών, το οίκημα, ιδιοκτησίας του τοπικού Δήμου, ήταν διαλυμένο. «Είχε καταντήσει να είναι στάβλος, κάποιος έβαζε τα γελάδια του- είχε φτιαχτεί για να λειτουργήσει ως καταφύγιο αλλά εμείς το παραλάβαμε κλειστό, σε πολύ κακή κατάσταση», μου λέει στην αυλή του καταφυγίου που, πέντε χρόνια μετά, θυμίζει το «Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι»…

«Η προσπάθεια ήταν συλλογική- μας βοήθησαν πολλοί φίλοι. Ήρθαμε όλοι μαζί και ξεκινήσαμε να δουλεύουμε- “μαζέψαμε” τις υγρασίες και τα νερά, στοκάραμε, βάψαμε, στήσαμε την κουζίνα και ξεκινήσαμε να διαμορφώνουμε εσωτερικά τον χώρο. Τον δεύτερο χειμώνα ήταν όλα πολύ καλύτερα». Πλέον ο χώρος είναι «για διαφήμιση» του ελληνικού ορεινού τουρισμού- μπορεί να φιλοξενήσει έως 35 επισκέπτες, υπάρχει οργανωμένη κουζίνα, ενώ η σάλα με το τζάκι, τις παχιές φλοκάτες και την θέα στο βουνό έχει μαγνητικές ιδιότητες…. «Πλέον δεν είμαστε μόνο καταφύγιο αλλά και αναγνωρισμένο hostel», μου λέει ο Φώτης, ενώ εργάζεται με το λαπτοπ του πάνω στο μεγάλο μοναστηριακό τραπέζι και με φόντο τις τζουμερκιώτικες κορυφογραμμές.

Ηλικιωμένος βοσκός στους Καλαρρύτες.

«Είναι ένας μικρός, ορεινός παράδεισος τα Τζουμέρκα», μου λέει ο ίδιος- «το αγαπημένο μου σύμπλεγμα είναι η περιοχή που ορίζουν τα χωριά Μελισσουργοί- Πράμαντα- Ματσούκι- Καλαρρύτες: εκεί μέσα έχει ποτάμια, βαθρες, φαράγγια, καταρράκτες, απίστευτες διαδρομές. Και πλέον έχουμε επισκέπτες απ’ όλον τον κόσμο- Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία, ΗΠΑ, ακόμα και από Ινδία έχουν έρθει ορειβάτες. Και όλοι ενθουσιάζονται. Ειδικά οι Έλληνες, όσοι έρχονται πρώτη φορά θα επισκεπτούν ξανά την περιοχή δύο και τρεις φορές τον επόμενο χρόνο- ώστε να απολαύσουν τα Τζουμέρκα όλες τις εποχές. Γιατί καθεμιά σου δίνει άλλες εικόνες και εμπειρίες, άλλη συγκίνηση».

Το ελατοδάσος των Μελισσουργών, κοντά στο ορειβατικό καταφύγιο.

Φέυγοντας για την Άρτα, ο ήλιος δύει βάφοντας τα βουνά με ζεστές πινελιές. «Δεν σου λείπει η πόλη;», τον ρωτάω. «Είμαι μεγαλωμένος σ’ ένα χωριό της Μαγνησίας, τον Άγιο Γεώργιο Φερρών, αργότερα έζησα στην Θεσσαλονίκη. Λοιπόν, δε μου λείπει τίποτα από την πόλη, αυτά που προσφέρει, ένα σινεμά ή θέατρο τα κάνω επιλεκτικά. Με ρωτάνε συχνά, να όπως εσύ τώρα, πως αντέχω εδώ πάνω… – εγώ απορώ και ανταπαντώ, πως αντέχετε εσείς εκεί…».

Τσέκας Χρήστος_ Μάστορας μιας τέχνης που χάνεται.

«Μακάρι όλα τα ορεινά χωριά να ήταν ακόμα πέτρινα»

Συναντιόμαστε με τον πετρά Χρήστο Τσέκα στη Γέφυρα της Πλάκας, ακριβολογώντας στο βάθρο της που έχει απομείνει στην ανατολική όχθη του Αράχθου. Παραδοσιακός μάστορας της πέτρας είναι πια από τους ελάχιστους που απέμειναν να ασκούν αυτή την διαχρονική ηπειρώτικη τέχνη στα Τζουμερκοχώρια. Μιλήσαμε σε ένα διάλειμμα της εργασίας που ο ίδιος πρόσφερε εθελοντικά στην αποκατάσταση και συντήρηση του παλιού μονοπατιού που οδηγούσε στην ιστορική γέφυρα.

Όταν μου είπε πως πηγαινοέρχεται στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ για δουλειά, έμεινα, αφελώς μάλλον, έκπληκτος… «Δουλεύαμε στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου στο Ρόσκο (Roscoe). Ξεκινήσαμε πέρσι το φθινόπωρο, σταματήσαμε απ’ τον καιρό όπως χειμώνιαζε και ξαναπήγαμε το Πάσχα, μέχρι τον Ιούλιο. Πολύ δουλειά- απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ κόβαμε, πελεκάγαμε (πέτρες) και κτίζαμε σε στυλ βυζαντινό. Περιμένω τηλέφωνο για να ξαναπάω».

Δεν έχει δουλειές εδώ;

Κάτι πάει να κινηθεί με τους ξενώνες και τον τουρισμό, αλλά λίγα πράγματα ακόμη. Και οι μάστορες στα χωριά μας είναι πλέον μετρημένοι στα δάχτυλα, οι παλιοί αποσύρθηκαν, τα νέα παιδιά φεύγουν.

«Εδώ υπάρχει τεράστια παράδοση στην πέτρα και τα παλιά κτίσματα- όμως δεν τα συντηρούμε, δεν έχουμε αυτόν τον πολιτισμό… Πιο εύκολα γκρεμίζουμε. Ούτε το κράτος επενδύει χρήματα σε αυτή την τέχνη και την κληρονομιά- θα ήταν ωραίο να γίνει μια σχολή και να βγάζει νέους πετράδες, αλλά κι αυτοί που θα δουλέψουν μετά; Θα έπρεπε να υπάρχουν υποδομές και δράσεις, ένα πρόγραμμα αναστήλωσης παλιών κτηρίων».

Φθινόπωρο, ο Άραχθος ποταμός στη Γέφυρα Πλάκας. Σήμερα, με την γέφυρα ακόμα γκρεμισμένη, το τοπίο φαίνεται ακρωτηριασμένο. Σε δύο χρόνια οι ειδικοί εκτιμούν ότι το πρότζεκτ αναστήλωσης της γέφυρας θα έχει ολοκληρωθεί.

«Αν γινόταν οργανωμένα μια τέτοια προσπάθεια και τα χωριά μας ήταν όλα σαν το Συρράκο, θα υπήρχε ανταποδοτικότητα από τον τουρισμό, σίγουρα», μου λέει.

Γεράκι πάνω από το Συρράκο.

Παπαγεωργίου Δημήτρης_ Trekking (Hellas) στα Τζουμέρκα

«Τα Τζουμέρκα είναι οι ελληνικές Άλπεις»

Δημήτρης Παπαγεωργίου

Γεννημένος στα Τζουμέρκα (Κυψέλη) και μεγαλωμένος στην Άρτα, ο Δημήτρης Παπαγεωργίου είναι από τους πρωτοπόρους της ευρύτερης περιοχής στα σπορ του βουνού. «Ο πατέρας μου ήταν πετράς, κτίστης. Δούλευε σε όλα τα χωριά των Τζουμέρκων και το καλοκαίρι με έπαιρνε μαζί του- ανεβαίναμε στα βουνά και μου έδειχνε τα μονοπάτια που περπάταγε μικρός », μου λέει ο Δημήτρης. «Έτσι ερωτεύτηκα το βουνό. Και ειδικά τα Τζουμέρκα».

«Εικοσάρης έκανα σχολές βουνού, σχολές ποταμού- εκπαιδεύτηκα από τον Χρήστο Λάμπρη, που είναι επίσης Τζουμερκιώτης, ένας από τους πρώτους Έλληνες στα Ιμαλάϊα και την Ανταρκτική και ιδρυτής της TrekkingHellas, της πρώτης ελληνικής εταιρείας για δραστηριότητες στη φύση. Πλέον, είμαι ο ίδιος εκπαιδευτής οδηγών βουνού και διευθύνω το γραφείο της εταιρείας στα Τζουμέρκα- η βάση μας είναι στη Γέφυρα της Πλάκας. Από εκεί εξορμούμε για όλες τις δραστηριότητες».

Φθινόπωρο στα Τζουμέρκα.

Όπως;

Ράφτιγκ σίγουρα, canyoning επίσης, δηλαδή καταρρίχηση με σκοινια σε καταρράκτες- η περιοχή ευνοεί πολύ αυτή τη δραστηριότητα γιατί έχει πολλά νερά και καταρράκτες, με περισσότερες από δέκα διαδρομές canyoning όλες τις εποχές του χρόνου. Έχουμε ποδηλατικά events, ακόμα και πολυήμερα οπότε με καλά mountainbikes κυκλώνουμε τα Τζουμέρκα. «Τρέχουμε» πεζοπορικά προγράμματα από χωριό σε χωριό, όπου παρατηρούμε την τέχνη της πέτρας, την αρχιτεκτονική, τα μονοπάτια. Κάνουμε και περιβαλλοντική εκπαίδευση με σχολεία- μαθαίνουμε για τη μελισσοκομία, βλέπουμε την ζωή σε στάνες αλπικές, επισκεπτόμαστε μύλους και αλέθουμε για να φτιάξουμε ψωμί. Τον Φλεβάρη που έχουν παγώσει όλα οργανώνουμε και πάγο- αναρριχήσεις.

Καταρράκτης

«Τα Τζουμέρκα είναι ιδιαίτερη περιοχή, ένα βορειοαλπικό τοπίο με εκπληκτική φύση, βλάστηση και σπάνια φυτά- έχουν δέκα κορυφές πάνω από 2.000 μέτρα και περισσότερα από 12 είδη ενδημικών βοτάνων. Θυμάμαι μια οικογένεια Αμερικάνων που έκανε ράφτιγκ και είχαν ενθουσιαστεί, μου έλεγαν ότι αν δεν είχαν κλείσει τις επόμενες διακοπές τους στο Γκραν Κάνυον, εδώ θα ξανάρχονταν. Παλιοί ορειβάτες, δάσκαλοί μας, έλεγαν ότι προπόνηση στην Ελλάδα έκαναν σε 3 βουνά: στα Τζουμέρκα, στην Γκαμήλα και στον Όλυμπο».

Αγαπημένη σου δραστηριότητα στα Τζουμέρκα;

Το καγιάκ σε άγρια ποτάμια. Δεμένος στο σκάφος, με διπλό κουπί και περνάς τον Άνω Καλαρρύτικο, πηδάς από καταρράκτες και περνάς αφρισμένα νερά… Δυνατό ποτάμι για extreme καγιάκερς- έρχονται από το εξωτερικό και κατασκηνώνουν την άνοιξη για να “κάνουν” αυτά τα ποτάμια.

Τζουμέρκα, φθινόπωρο και πρώτα χιόνια.

Πηγή: huffingtonpost.gr
φωτογραφίες: Κώστας Μαυροπάνος
Facebook: Ορειβατικό Καταφύγιο Πραμάντων
Google: Ορεινό Καταφύγιο Μελισσουργών
Facebook: Trekking Hellas (Tzoumerka)

Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων

Το Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και χαράδρας Αράχθου γεωγραφικά εκτείνεται στις ορεινές περιοχές, των νομών Ιωαννίνων, Άρτας και Τρικάλων (Κεντρική οροσειρά Πίνδου) είναι μια ανοιχτή χερσαία περιοχή περίπου 820 τετρ. χλμ. που ο  κύριος σκοπός ίδρυσής του είναι η διατήρηση της φυσικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς, καθώς και της άγριας ζωής, παράλληλα με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται με την προστασία της φύσης, έτσι ώστε όλα τα γνωρίσματα, φυσικά, ιστορικά και πολιτιστικά της προστατευόμενης περιοχής να διατηρηθούν ανεπηρέαστα για τις μελλοντικές γενιές.

Η πανίδα στο Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό χερσαίων, υδρόβιων και ιπτάμενων ασπονδύλων, αμφίβιων, ερπετών, πουλιών και θηλαστικών. Όσον αφορά στα σπονδυλόζωα έχουν καταγραφεί συνολικά 197 είδη, ενώ οι υπάρχουσες μελέτες που αφορούν τα ασπόνδυλα είναι περιορισμένες και ως σήμερα παραμένει άγνωστος ο αριθμός των ειδών που ζουν στα ενδιαιτήματα της περιοχής. Στα αλπικά λιβάδια ζουν πολλά είδη πεταλούδων, αλλά και νυχτοπεταλούδων. Ορισμένα είδη πεταλούδων έχουν περιορισμένη παγκόσμια εξάπλωση και κάνουν στην περιοχή μια από τις λιγοστές εμφανίσεις τους στον ελλαδικό χώρο.

The Spotted Fritillary- Melitaea didyma

Εκτός από τα Λεπιδόπτερα, ενδημισμός παρατηρείται και σε άλλες οικογένειες των εντόμων όπως τα ορθρόπτερα, τα κολεόπτερα και τα χερσαία ασπονδύλα, τα οποία αν και δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά στο ευρύ κοινό, έχουν ιδιαίτερη επιστημονική και βιογεωγραφική αξία.

The moth – Zygaena transalpina

Στα κρυστάλλινα νερά των παραπόταμων του Αράχθου και του Αχελώου ζουν 7 είδη ψαριών, ενώ ακόμη διατηρούνται ορισμένοι αμιγείς πληθυσμοί της άγριας πέστροφας. Στα ρέματα, τα υγρά αλπικά λιβάδια, στους εποχικούς νερόλακκους της περιοχής αναπαράγονται 6 είδη αμφιβίων. Ο ελληνικός βάτραχος (Rana graeca) ζει κοντά στην κοίτη των ορεινών ρεμάτων, η κιτρινομπομπίνα συναντάται σε υγρές θέσεις με βλάστηση, ενώ οι φρύνοι και οι σαλαμάνδρες μετά την περίοδο αναπαραγωγής τους βρίσκουν καταφύγιο στα δάση.

Η Κίτρινη μπομπίνα (The Yellow – bellied toad)

Στα διαφορετικά ενδιαιτήματα του πάρκου βρίσκουν καταφύγιο 19 είδη της ερπετοπανίδας (1 χερσαία χελώνα, 8 είδη σαυρών και 10 είδη φιδιών). Οι πληθυσμοί πολλών ειδών αυτής της παρεξηγημένης ομάδας ζώων, έχουν μειωθεί, λόγω των πιέσεων από ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Τα ερπετά είναι σημαντικά για τα οικοσυστήματα και στις τροφικές αλυσίδες τόσο ως θηρευτές όσο και ως θηράματα.

Η σαλαμάνδρα της φωτιάς (The Fire salamander)

Όλα τα είδη των ερπετών προστατεύονται σύμφωνα με την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ενώ για ορισμένα είδη όπως τα φίδια (Elaphe quatuorlineata, Zamenis situla), η μεσογειακή χελώνα (Testudo hermanni), ισχύει πιο αυστηρό πλαίσιο προστασίας και σαν χώρα έχουμε αναλάβει την υποχρέωση να εφαρμόσουμε ειδικότερα μέτρα, προκειμένου να προστατεύσουμε τους πληθυσμούς τους. Επιπλέον, στο Εθνικό Πάρκο καταγράφηκε για πρώτη φορά η παρουσία της οχιάς των λιβαδιών (Vipera ursinii) που αποτελεί ενδημικό υποείδος της οροσειράς της Πίνδου.

Όρνιο (The Griffon Vulture)

Η περιοχή φιλοξενεί σημαντικό αριθμό στρουθιόμορφων και αρπακτικών πτηνών (περίπου 150 είδη). Η παρουσία πολλών ειδών των αρπακτικών, καθώς και πολλών μεγάλων θηλαστικών δικαιολογεί και την αναγκαιότητα θεσμοθέτησης της περιοχής ως Εθνικού Πάρκου. Συνολικά συναντώνται εδώ 36 είδη αρπακτικών των οικογενειών Accipitridae, Falconidae. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos),  το Όρνιο (Gyps fulvus), το βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus), ο Πετρίτης (Falco peregrinus) κ.α..

Αετομάχος (The Red – backed shrike)

Στα κωνοφόρα δάση φωλιάζουν 7 ειδών δρυοκολαπτών μεταξύ αυτών ο μαύρος δρυοκολάπτης (Dryocopus martius), ενώ οι ορθοπλαγιές του Λάκμου και των Τζουμέρκων αποτελούν κατάλληλο ενδιαίτημα φωλεοποίησης για αρκετά ορεινά είδη, όπως ο χιονόστρουφος (Montifringilla nivalis), η χιονάδα (Eremophila alpestris), τα οποία αναζητούν τη λεία τους στα αλπικά και υποαλπικά λιβάδια της περιοχής.

The Greater Horseshoe bat

Το Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και Χαράδρας Αράχθου αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική περιοχή για τα θηλαστικά, καθώς στα διαφορετικά ενδιαιτήματα της περιοχής έχει καταγραφεί η παρουσία του ¼ των ειδών των θηλαστικών που απαντώνται στην Ελλάδα (30 είδη θηλαστικών που ανήκουν σε 17 οικογένειες). Πιο αναλυτικά, στην περιοχή ζουν 4 είδη εντομοφάγων (Insectivora), ένα είδος λαγόμορφου (Lagomorpha), και 8 είδη τρωκτικών (Rodentia), 4 είδη πληφόρων αρτιοδάκτυλων θηλαστικών (Artiodactyla) και 8 είδη σαρκοφάγων θηλαστικών.

Στα σπήλαια και στις σχισμές των βράχων ζουν τουλάχιστον 5 είδη χειροπτέρων (οικογενειες Rhinilophidae και Vespertilionidae), τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας εξαιτίας της καταστροφής των ενδιαιτημάτων τους.

Αγριόγιδο

Η παρουσία της Αρκούδας (Ursus arctos) είναι αισθητή στο μεγαλύτερο τμήμα του Εθνικού Πάρκου, η οποία για να ικανοποιήσει τις τροφικές της ανάγκες μετακινείται σε μεγάλες αποστάσεις. Η ευρύτερη περιοχή αποτελεί το νοτιοδυτικό όριο της γεωγραφικής εξάπλωσης της αρκούδα στη χώρα μας. Ο αγριόγατος (Felis sylvestris), είναι ένα εντυπωσιακό αιλουροειδές που μπορεί να σας ξαφνιάζει αν αποφασίσετε να διαβείτε τα δασωμένα μονοπάτια στο Εθνικό Πάρκο. Οι καλοί ιχνηλάτες, σίγουρα θα βρουν βιοδηλωτικά ίχνη της βίδρας (Lutra lutra) κατά μήκος των οχθών των ποταμών, παρόλο που τα τελευταία χρόνια οι πληθυσμοί της έχουν μειωθεί σημαντικά, σε παγκόσμιο επίπεδο, εξαιτίας της ανθρώπινης όχλησης και της μείωσης της τροφής της.

Το Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra balcanica), διατηρεί μικρούς πληθυσμούς τα Τζουμέρκα και συναντάται σε επικλινείς καλυμμένες με δάση πλαγιές που καταλήγουν προς τα πάνω σε απόκρημνες κορυφές με σάρες, λούκια και περισσότερο ή λιγότερο οριζόντια διαζώματα με άφθονη ποώδη βλάστηση που συνήθως γειτνιάζουν αναλόγως του υψομέτρου με υπαλπικά λιβάδια. Η παρουσία του Ζαρκαδιού (Capreolus capreolus) αποτελεί ενδείκτη της πολυμορφίας και της ποικιλότητας των οικοσυστημάτων του Εθνικού Πάρκου.

Όσον αφορά στα κτηνοτροφικά είδη, αξίζει να αναφερθούμε στην εκτροφή του προβάτου καλαρρύτικης φυλής (μπούτσικο) από τους κατοίκους των χωριών Καλαρρύτες και  Συρράκο. Οι παλιοί κτηνοτρόφοι υποστηρίζουν ότι τα πρόβατα αυτής της φυλής προήλθαν από τη διασταύρωση του Ορεινού Ηπειρωτικού προβάτου με το πρόβατο της φυλής comisana, άτομα της οποίας μεταφέρθηκαν από τη Σικελία, στα μέσα του18ου αιώνα, από Συρρακιώτες εμπόρους με σκοπό την παραγωγή μαλλιού καλύτερης ποιότητας. Ο συνολικός πληθυσμός αυτής της φυλής στην Ελλάδα ανέρχεται σε 5.000 άτομα.

πηγή: tzoumerka-park.gr

Τζουμέρκα

Τα Αθαμανικά Όρη, ή αλλιώς Τζουμέρκα, είναι ένας μεγάλος ορεινός όγκος της Κεντρικής Πίνδου με ποικιλόμορφο τοπίο, πλούσια βλάστηση στα χαμηλά και όμορφα αλπικά οροπέδια. Η παραδοσιακή ονομασία «Τζουμέρκα» σημαίνει «ελλέβορος» στα σλάβικα, ενώ η επίσημη ονομασία «Αθαμανικά» κατάγεται από το αρχαίο φύλο των Αθαμάνων που άκμασαν στη περιοχή τον 3ο αιώνα π.Χ.

tzoumerka1

Τα Αθαμανικά Όρη είναι μια μακρόστενη οροσειρά που εκτείνεται από βορά προς νότο σε ένα μήκος 30 χλμ. και οριοθετεί τρεις νομούς: Ιωαννίνων, Άρτας και Τρικάλων, χωρίζοντας σαν τείχος την Ήπειρο με την Θεσσαλία. Η οροσειρά χωρίζεται σε δύο κύρια τμήματα από το Μελισσουργιώτικο ποτάμι, την Κακαρδίτσα στα βόρεια που βρίσκεται στα όρια των νομών Ιωαννίνων και Τρικάλων και στα κυρίως Τζουμέρκα στα νότια που το μεγαλύτερο τμήμα τους ανήκει στον νομό Άρτας. Ψηλότερες κορυφές του βόρειου τμήματος είναι η Κακαρδίτσα (2.429 μ.), ο Καταραχιάς (2.299 μ.), η Χίλια εξήντα (2.253 μ.), η Τσούμα Πλαστάρι (2.188 μ.) και ο Κρυάκουρας (2.100 μ.), ενώ στα νότια ξεχωρίζουν το Καταφίδι (2.393 μ.),  η Στρογγούλα (2.107 μ.),το  Γερακοβούνι (2.211 μ.), το Αγκάθι (2.080 μ.) και η Σκλάβα (2.067 μ.).

Στα βόρεια ο ορεινός όγκος χωρίζεται από την Περιστέρα με τα ρέματα του Μονοδεντρίου και του Νέγρη, δυτικά καταλήγει στην κοιλάδα του Άραχθου, ανατολικά ορίζεται από τον ποταμό Αχελώο και στα νότια καταλήγει στα Όρη του Βάλτου. Το βουνό αποτελείται από ασβεστόλιθο και φλύσχη με ένα μεγάλο πλήθος πηγών και μικρών ποταμών να το διατρέχουν και να σχηματίζουν πολλούς καταρράκτες, οι οποίοι καταλήγουν στον Άραχθο και στον Αχελώο. Στα ανατολικά του βουνού απλώνονται τα δύο οροπέδια της Κωστελάτας, ένα από τα πιο ιστορικά βοσκοτόπια της Ελλάδας.

Τα Τζουμέρκα στο παρελθόν είχαν πυκνά δάση, αλλά με τα χρόνια έχουν υποστεί έντονη αποψίλωση, από την εκτεταμένη υλοτομία και την κτηνοτροφία. Στα χαμηλά και στις χαράδρες απαντώνται πουρνάρια, αριές, φυλίκια, κουμαριές, κουτσουπιές, κοκκορεβυθιές και δάφνες, πιο ψηλά αναπτύσσονται φυλλοβόλα όπως γάβροι, φράξοι, σφενδάμια, βελανιδιές, οστριές, καστανιές και λίγες οξιές, Στα ρέματα αναπτύσσονται πλατάνια, ιτιές και σκλήθρα, λίγο ψηλότερα αναπτύσσονται δάση κωνοφόρων (έλατα και μαυρόπευκα) και στις κορφές απλώνονται τα μεγάλα αλπικά οροπέδια της περιοχής με τα στεπόμορφα χορτολίβαδα.

tzoumerka2

Συνολικά, στην περιοχή των Τζουμέρκων έχουν καταγραφεί περισσότερα από 500 είδη φυτών, αλλά θεωρείται ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα καθώς το βουνό δεν έχει μελετηθεί διεξοδικά. Σημαντικά είδη της περιοχής είναι ο Solenanthus albanicus, οι ενδημικές Alchemilla fallax και A. plicatula, η κενταύρια Centaurea triamularia, το αγριογαρύφαλλο Dianthus sylvestris, η Alkanna noneiformis, ο Rhinanthus mediterraneus, το γάλιο Galium degenii, η Aubrieta scardica, η Achillea absinthoides, το Edraianthus graminifolius, η καμπανούλα Campanula rotundifolia, το Onosma helveticum, το Hieracium trikalense, το Sedum atratum, ο κρόκος Crocus veluchensis, ο κρίνος Lilium candidum, ο νάρκισσος Narcissus poeticus, η Saxifraga marginata, η φριτιλάρια Fritillaria thessala, οι αγριοπανσέδες Viola pyrenaica, V. orphanidis και πολλές ορχιδέες όπως οι Epipactis microphylla, Dactyloriza sambucina, D. saccifera, κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ανατολικές πλαγιές έχει διαπιστωθεί η παρουσία της ορχιδέας Ophrys insectifera, ενός σπάνιου είδους ορχιδέας της Ευρώπης που η Ελλάδα είναι το ανατολικότερο σημείο εξάπλωσης της.

Eκτιμάται ότι στην περιοχή απαντούν περίπου 100 είδη πουλιών μερικά από τα οποία είναι πολύ σπάνια όπως το όρνιο και ο ασπροπάρης. Άλλα αρπακτικά είδη που ζουν στο βουνό είναι ο χρυσαετός, ο σταυραετός, η γερακίνα, ο πετρίτης, το βραχοκιρκίνεζο, το διπλοσάινο, ο σφηκιάρης, το ξεφτέρι, ο μπούφος και ο φιδαετός. Η ορνιθοπανίδα συμπληρώνεται από είδη όπως βραχοτσοπανάκοι, μαύροι δρυοκολάπτες, σταυρομύτες, κιτρινοκαλιακούδες, κοκκινοκαλιακούδες, κοράκια, βουνοτσιροβάκοι, αετομάχοι, γυδοβυζάχτρες, γαλαζοκότσυφες, πυρροκότσυφες, τοιχοδρόμοι, χιονόσπινοι, χιονόστρουθοι, ενώ σημαντική είναι η παρουσία από σπάνιες πετροπέρδικες.

tzoumerka3(φωτ.: Πάνος Οικονόμου)

Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει την πολύ σπάνια οχιά των λιβαδιών (Vipera ursinii) με τα Τζουμέρκα να αποτελούν το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης στην Ευρώπη. Άλλα είδη είναι ο αλπικός τρίτωνας, η σαλαμάνδρα, η κιτρινομπομπίνα, ο γραικοβάτραχος, ο φρύνος, η πρασινόσαυρα, το νερόφιδο, η σαΐτα και η κοινή οχιά. Από τα θηλαστικά σημαντική είναι η περιστασιακή παρουσία της αρκούδας, του λύκου και του αγριόγατου. Αλλά είδη είναι οι βίδρες, τα ζαρκάδια, οι αγριόχοιροι, οι νυφίτσες, τα κουνάβια, οι ασβοί, οι αλεπούδες, οι λαγοί, οι δασομυωξοί, οι δεντρομυωξοί και οι σκίουροι. Τα αγριόγιδα, αν και έχουν  κυνηγηθεί πολύ, ακόμα ζούνε στις πιο απομακρυσμένες περιοχές του βουνού. Στα νερά των γύρω ποταμών ζουν εννέα είδη ψαριών, με πιο χαρακτηριστικό είδος την πέστροφα.

πηγή: naturagraeca.com

Άρτα: Γέφυρα στους αιώνες

Η διαχρονική συνέχεια της Αρτας είναι πραγματικά σπάνια: από την αρχαία Αμβρακία μέχρι το Δεσποτάτο της Ηπείρου και το σήμερα, η Αρτα πάντα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή, κάτι που συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας.

arta1Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου, μετά τα Ιωάννινα, και μία από εκείνες τις πόλεις που έχουν συνδέσει άρρηκτα το όνομά τους με το πιο σπουδαίο τους αξιοθέατο: κι αν ακόμα δεν έχεις έρθει ποτέ, ξέρεις τι πρέπει να δεις οπωσδήποτε στην Αρτα. Ενα είναι το γεφύρι άλλωστε που ξέρεις από μικρός, το γεφύρι της Αρτας, το χιλιοτραγουδισμένο και πολυθρύλητο. Και δικαίως βέβαια: μπορεί να μην είναι το πιο περίπλοκο τεχνικά (εκτός κι αν έλεγε την αλήθεια ο θρύλος με τη γυναίκα του πρωτομάστορα…), όμως λίγο η λαϊκή δοξασία, λίγο το γεγονός πως για κάποιο διάστημα αποτελούσε το σύνορο ανάμεσα στην απελευθερωμένη και την ακόμη υπόδουλη Ελλάδα, το γεφύρι απέκτησε σχεδόν μυθικές διαστάσεις.

Το πέτρινο γεφύρι λοιπόν που ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού Αραχθου, βρίσκεται στην είσοδο της σύγχρονης πόλης της Αρτας. Με μήκος 145 μ., 4 συνολικά καμάρες, το γεφύρι αυτό του 17ου αι. δικαιολογεί και επιβεβαιώνει τις προσδοκίες. Απέναντι ακριβώς, θα δεις το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο Αρτας, καθώς και τον Πλάτανο του Αλή, όπως λέγεται το γέρικο πλατάνι όπου λέγεται πως… κρεμούσε ο τρομερός πασάς τους εχθρούς του.

Πέρα από τους θρύλους και τις δοξασίες πάντως, η Αρτα έχει παρόν· και το ζει έντονα. Για να τη γνωρίσεις θα πρέπει να σεργιανίσεις τους κεντρικούς της πεζόδρομους, την Σκουφά, την Αγίου Κωνσταντίνου, τη Μάτσου και την Παντοκράτορος, καθώς και τις πλατείες Κιλκίς και Εθνικής Αντιστάσεως, όπου χτυπάει η καρδιά της σύγχρονης Αρτας. Σημείο αναφοράς είναι το περίφημο Ρολόι, ένας παλιός οθωμανικός πύργος του 19ου αι., και βέβαια το Κάστρο, ο σταθερός φρουρός της πόλης, που έχτισαν τον 13ο αι. οι Κομνηνοί του Βυζαντίου, όταν η πόλη ήταν η πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Μπροστά από το Κάστρο εκτείνεται μία από τις πιο χαρακτηριστικές συνοικίες της Αρτας, η γειτονιά των Ταμπακιάδων, με τα χαμηλά σπίτια και τις γραφικές αυλές. Για μια πανοραμική άποψη της πόλης μπορείς να ανέβεις στην Περάνθη, έναν πευκόφυτο λόφο με θέα σε όλη την πόλη και τον ποταμό Αραχθο.

arta10Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το καύχημα των Κομνηνών

Από τον πρωτότυπο αρχιτεκτονικό της τύπο και μόνο αντιλαμβάνεσαι πως εδώ πρέπει να συμβαίνει κάτι σπουδαίο. Ο λόγος γίνεται βέβαια για τον εντυπωσιακό ναό της Παναγίας της Παρηγορήτισσας, στο κέντρο της πόλης, δίπλα στην πολυσύχναστη πλατεία Σκουφά. Ο πελώριος, κυβόσχημος ναός δεν μοιάζει με κανέναν άλλον που έχεις δει: αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός των Κομνηνών, των βυζαντινών αρχόντων του Δεσποτάτου της Ηπείρου, που μέλημά τους ήταν να κατασκευάσουν κάτι καινοτόμο και εντελώς ασυνήθιστο για να στεγάσει τη Μητρόπολη της πολιτείας. Ο στόχος επετεύχθη, όπως θα διαπιστώσεις.

Ο ναός χτίστηκε την περίοδο 1285-1289 (κατά μία από τις επικρατέστερες εκδοχές) από τον Μιχαήλ Β’ Νικηφόρο Α’ Κομνηνό Δούκα, συνεχίζοντας στην ουσία μια παλαιότερη κατασκευή που μάλλον δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αν και έχουν περάσει κοντά οκτακόσια χρόνια από τα εγκαίνια του ναού, πολλά είναι τα ιδιαίτερα στοιχεία του που ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζουν, όπως η οροφή με τους πέντε πλίνθινους τρούλους ή η σπάνια μείξη διαφορετικών τεχνοτροπιών που εναρμονίζονται χωρίς χτυπητές αντιθέσεις: ανάγλυφες διακοσμήσεις με προφανή τη φράγκικη επιρροή δίπλα σε αρχαιοελληνικούς μαιάνδρους, ενώ παραδίπλα, στα τόξα, παρατηρείς γοτθική γλυπτή διακόσμηση, κατά πάσα πιθανότητα έργο Ιταλών μαστόρων που εργάζονταν στην κατασκευή του ναού.

arta11Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ακόμη ένα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ο κεντρικός τρούλος της Παρηγορήτισσας. Από τη μια, βλέπεις να στολίζει τον τρούλο ένα πελώριων διαστάσεων περίτεχνο ψηφιδωτό που απεικονίζει τον Παντοκράτορα, κάτι ιδιαίτερα σπάνιο στους ελληνορθόδοξους ναούς· και από την άλλη, παρατηρείς πως ο τρούλος αυτός στηρίζεται σε πανύψηλους κίονες, κάτι που επίσης δεν απαντάται συχνά. Αξίζει μάλιστα να παρατηρήσεις πως όσο ορθώνονται προς την οροφή, οι κίονες σμικραίνουν, έτσι ώστε όταν πια συναντούν τον τρούλο να δίνουν μια αίσθηση «πυραμίδας».

Η Παναγιά η Παρηγορήτισσα μπορεί να είναι ο πιο εντυπωσιακός ναός στην Αρτα, δεν είναι όμως και ο παλαιότερος. Τον «τίτλο» αυτό έχει ο βυζαντινός ναός του Αγίου Βασιλείου, με την εντυπωσιακή κεραμοπλαστική διακόσμηση, χτισμένος κι αυτός τον 13ο αι., σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις των ειδικών μελετητών.

Μια ανέλπιστη ανακάλυψη
Γεμάτη βυζαντινά μνημεία είναι η Αρτα. Μέσα στα σπλάχνα της πόλης θα ανακαλύψεις ωστόσο και ένα μνημείο που θα σε πάει πολύ πιο πίσω στον χρόνο. Οι εργασίες που γίνονταν σε ένα οικόπεδο της πόλης έφεραν στο φως τα απομεινάρια ενός αρχαίου ναού δωρικού ρυθμού, περίπου του 500 π.Χ. Είναι ο ναός του Απόλλωνα Πύθιου Σωτήρα, από τους πλέον σημαίνοντες λατρευτικούς χώρους της αρχαίας Αμβρακίας, από τον οποίο διασώζονται μονάχα η κρηπίδα και η ευθυντηρία (η επίστρωση των θεμελίων), καθώς και το θεμέλιο του βάθρου όπου δέσποζε ο ανδριάντας του θεού. Η είσοδος στον χώρο είναι ελεύθερη για το κοινό.

arta2Τμήμα της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου, με το παλιό σχολείο να διακρίνεται ολόκληρο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το χωριό της λίμνης

Δημιουργήθηκε ως απόρροια των υδροηλεκτρικών και αρδευτικών έργων στην περιοχή, και κυρίως χάρη στην κατασκευή του φράγματος Πουρναρίου. Η ομώνυμη τεχνητή λίμνη, λίγα μόλις χιλιόμετρα βόρεια της Αρτας, έφερε πράγματι τα ποθητά αποτελέσματα των ιθυνόντων, πότισε τις καλλιέργειες, παράλληλα ωστόσο έφερε μοιραία και την εξαφάνιση ενός ολόκληρου χωριού. Εξαφάνιση; Κι όμως, όχι οριστική! Κάθε φορά που τα νερά της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου αποσύρονται, λόγω εποχής, αποκαλύπτονται κάποια από τα παλιά κτίσματα της Κάτω Κλημεντίνης, ένας οικισμός που είχε ήδη εγκαταλειφθεί λίγο πριν από την κατασκευή του φράγματος. Οι εικόνες που δημιουργούνται είναι στ’ αλήθεια υποβλητικές: φαντάσου ένα ολόκληρο σχολείο να ξεμυτίζει σιγά-σιγά μέσα από τα νερά, σαν ένα μήνυμα από το παρελθόν, κι έπειτα να βυθίζεται και πάλι όταν η στάθμη της λίμνης επανέρχεται σε υψηλότερα επίπεδα.

arta3Ηλιοβασίλεμα στην Κορωνησία.  Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Νησί με τα όλα του…

Κορωνησία όνομα και πράγμα! Τι κι αν μπορείς να έρθεις και με το αυτοκίνητό σου ή ακόμα και πεζός; Η Κορωνησία είναι νησί με τα όλα του, και μάλιστα με πολύ περισσότερα από όσα ίσως θα περίμενες να συναντήσεις σε ένα τόσο δα νησάκι καταμεσής του Αμβρακικού. Με περίπου 25 χλμ. να τη χωρίζουν από την Αρτα, η Κορωνησία είναι ένας μικρός παράδεισος για τους παρατηρητές πουλιών, για υπαίθριες δραστηριότητες, για περιηγητές που γοητεύονται από βυζαντινά μνημεία (έχει κι απ’ αυτά!), ακόμα και για τους… καλοφαγάδες. Η μεγάλη πλειονότητα των περίπου 350 μόνιμων κατοίκων της Κορωνησίας ασχολούνται με την αλιεία, πράγμα που σημαίνει πως το φρέσκο ψάρι δεν λείπει ποτέ από τα (άφθονα) ταβερνάκια του μικρού νησιού.

Στην Κορωνησία μην παραλείψεις να σταθείς στον βυζαντινό ναό της Παναγίας (7ος ή 10ος αι.) με τον ωραίο τρούλο, ενώ αν θέλεις να ασχοληθείς, έστω και ερασιτεχνικά, με το birdwatching στην περιοχή, μπορείς να απευθυνθείς στο Κέντρο Ερευνας και Πληροφόρησης (τηλ. 26810 74772). Τέλος, αν και ο κόλπος του Αμβρακικού δεν ενδείκνυται γενικά για μπάνιο, καθώς σε πολλά σημεία ο βυθός είναι βαλτώδης, περιμετρικά της Κορωνησίας θα βρεις μικρές παραλίες που είναι κατάλληλες για κολύμπι. Θυμήσου ακόμα πως στο νησί γίνεται μεγάλη γιορτή τον Δεκαπενταύγουστο, όπου ξεχωρίζει η Γιορτή της Σαρδέλας.

arta4Οι βάρκες ξεμυτίζουν ανάμεσα από τους καλαμιώνες στις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Πέτρινα αριστουργήματα
Στο σκληρό ηπειρώτικο τοπίο μία λύση είχαν οι παλιοί κάτοικοι ώστε να μη μένουν αποκομμένοι από τον κόσμο: να δαμάσουν τη γη φτιάχνοντας γεφύρια. Κι έτσι, οι Ηπειρώτες μάστορες έβαλαν όλο το μεράκι και την τέχνη τους, και από τα χέρια τους βγήκαν αριστουργήματα που μένουν ακλόνητα στο πέρασμα των δεκαετιών και των αιώνων. Σ’ ολόκληρη την Ηπειρο και τη Δυτική Μακεδονία θα συναντήσεις άπειρα τέτοια γεφύρια, ένα ωστόσο από αυτά είναι το πιο ονομαστό: είναι το περίφημο γεφύρι της Πλάκας, που ζεύγει τις όχθες του ποταμού Αραχθου, πολύ κοντά στην πόλη της Αρτας. Το γεφύρι χτίστηκε στα 1866 -η λαϊκή δοξασία μάλιστα θέλει να επαναλαμβάνεται κι εδώ ο θρύλος «να στεριώσουν άνθρωπο»- και είναι το μεγαλύτερο μονότοξο στα Βαλκάνια, με τόξο ανοίγματος 40 μ., μήκος 61 μ. και μέγιστο ύψος 21 μ.

arta5Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ασπιλη Αθαμανία

Μία από τις πιο συγκλονιστικές περιοχές της Αρτας, της Ηπείρου κι ολόκληρης της Ελλάδας συνοψίζεται σε μία λέξη: Τζουμέρκα. Παραδοσιακά χωριά που «φυτρώνουν» στις κατάφυτες πλαγιές, άφθονα τρεχούμενα νερά, οροσειρές που κόβουν την ανάσα και συνθέτουν έναν φυσικό καμβά ανυπέρβλητης ομορφιάς, πέρα από κάθε περιγραφή.

Τα Αθαμανικά Ορη, όπως είναι και η επίσημη ονομασία της οροσειράς που γνωρίζουμε ως «Τζουμέρκα», αποτελούν κομμάτι της Πίνδου, το βορειότερο μάλιστα τμήμα τους ανήκει διοικητικά στα Ιωάννινα, με το κεντρικό και νότιο να ανήκουν στην Αρτα. Με αφετηρία την πρωτεύουσα του νομού, μπορείς να ακολουθήσεις διαδρομές είτε προς τα Αγναντα είτε αρχικά προς τα Θεοδώριανα, που θα σε περάσουν από περιοχές σπάνιας φυσικής ομορφιάς, χωρίς μάλιστα να παρουσιάζουν ιδιαίτερες δυσκολίες για τον οδηγό, ειδικά αυτήν την εποχή: ολόκληρη η διαδρομή άλλωστε είναι πλέον ασφαλτοστρωμένη.

Εκκινώντας λοιπόν από την Αρτα, μια διαδρομή που συστήνεται για να γνωρίσεις τα αρτινά Τζουμέρκα είναι εκείνη με κατεύθυνση τα ορεινά Αγναντα. Ο δρόμος θα σε περάσει πρώτα από την τεχνητή λίμνη Πουρναρίου και το χωριό της Ροδαυγή, για να συνεχίσει έπειτα προς την Πλατανούσσα και το Μονολίθι. Από το χωριό αυτό ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει, για να φτάσει στον ποταμό Αραχθο και το περίφημο γεφύρι της Πλάκας (το αυτοκίνητο περνάει από τη σύγχρονη γέφυρα). Από εδώ τα Αγναντα απέχουν μόλις 7,5 χλμ., κι αυτά μάλιστα σε πολύ όμορφη διαδρομή. Το υψόμετρο στο κεφαλοχώρι των Αγνάντων φτάνει περίπου τα 700 μ.· το χωριό μάλιστα διαθέτει και αρκετές υποδομές, αν θελήσεις να διανυκτερεύσεις εδώ ή να έχεις τον οικισμό ως αφετηρία για εξορμήσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Συνεχίζοντας λίγο βορειότερα, στα όρια πια με τα Ιωάννινα, θα συναντήσεις το χωριό Κτιστάδες, με το όνομά του να αποκαλύπτει γρήγορα την ιδιαίτερη τέχνη των κατοίκων του. Οι Κτιστάδες απέχουν από την Αρτα περίπου 63 χλμ., ωστόσο για να φτάσεις στο επόμενο από τα τζουμερκοχώρια της διαδρομής θα πρέπει να… πατήσεις Ιωάννινα, να ακολουθήσεις δηλαδή τον δρόμο που για λίγο μπαίνει μέσα στα όρια του γειτονικού νομού.

arta7Οι γραφικοί Μελισσουργοί, με την «άγρια» θέα στα βουνά. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Μελισσουργοί και Θεοδώριανα
Περίπου 73 χλμ. από την Αρτα, οι ορεινοί Μελισσουργοί είναι σίγουρα από τα ωραιότερα χωριά των Τζουμέρκων. Εχεις από τη μια ένα πανέμορφο και φροντισμένο χωριό, με τη γραφική πλατεία του, τον ναό του Αγίου Νικολάου, ακόμα κι έναν μικρό καταρράκτη λίγο έξω από τον οικισμό, κι από την άλλη μια εκπληκτική θέα στα άγρια βουνά, που ολοκληρώνει την υπέροχη αίσθηση που σου αφήνει το χωριό.

Για να συνεχίσεις τη διαδρομή σου στα αρτινά τζουμερκοχώρια μετά τους Μελισσουργούς, θα πρέπει να πάρεις τον δρόμο από τον οποίο ήρθες, με κατεύθυνση προς τα Αγναντα. Από εκεί, στρίψε αριστερά προς τον Καταρράκτη, ένα χωριό που θεωρείται από τα πιο ανερχόμενα τουριστικά. Το πιο εντυπωσιακό αξιοθέατο του χωριού δεν είναι άλλο από τους διπλούς καταρράκτες λίγο έξω από τον οικισμό (γύρω στα 4 χλμ.): θα πρέπει να θυμάσαι ωστόσο πως αυτήν την εποχή οι καταρράκτες ουσιαστικά στερεύουν (καλοκαίρι γαρ…), έχε στον νου σου ωστόσο πως τον χειμώνα τα νερά τους χυμούν ορμητικά στην πλαγιά, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό θέαμα. Πολύ κοντά στον Καταρράκτη βρίσκεται και το Δασικό Χωριό Κέδρος.

arta6Το παλιό και το νέο γεφύρι στα Θεοδώριανα. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Περιήγησης συνέχεια, κατεύθυνση προς τον Νότο και σειρά έχει η Κυψέλη, περίπου 23 χλμ. από τον Καταρράκτη (και 60 από την Αρτα). Εδώ αξίζει να σταθείς στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ζωής του ντόπιου Παντελή Καραλή, στην πλατεία του χωριού, που φιλοξενεί εκατοντάδες (ίσως πλέον και χιλιάδες) εκθέματα από το σπίτι, το χωράφι, το κοπάδι του παραδοσιακού Αρτινού (τηλ. 26850 71390).

Συνεχίζοντας έρχεσαι στο όμορφο Βουργαρέλι, από τα μεγαλύτερα τζουμερκοχώρια, έπειτα στο χωριό Αθαμάνιο για να καταλήξεις ύστερα από συνολικά 75 χλμ. (από την Αρτα) στα Θεοδώριανα: ένα από τα πιο όμορφα αθαμανικά χωριά, με απίστευτα πλούσια νερά που φροντίζουν να χαρίζουν τη δροσιά τους χειμώνα-καλοκαίρι.

arta8Στο αρχαιολογικό μουσείο της Αρτας. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Η αίγλη της Αμβρακίας

Αν οι βόλτες στα μουσεία και στους πολιτιστικούς χώρους είναι για σένα αναπόσπαστο κομμάτι ενός ταξιδιού, η επίσκεψη στην Αρτα είναι ό,τι ιδανικότερο. Κι αν πάλι δεν είσαι (ακόμα) φανατικός των μουσείων, πάλι η επίσκεψη στην Αρτα είναι αυτή που θα σε κάνει να αναθεωρήσεις.

Ξεκίνημα με το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, ένας νέος χώρος-κύτταρο πολιτισμού, με την άψογη διαρρύθμιση των χώρων να συμβάλλει στην καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων, με επίκεντρο βέβαια την ιστορία της αρχαίας Αμβρακίας. Το μουσείο διακρίνεται σε τρεις ενότητες, «τα εν δήμω», «τα εν οίκω» και «τα εν τάφω», όπου και παρουσιάζονται ευρήματα από ανασκαφές στην περιοχή, που τοποθετούνται χρονολογικά από την παλαιολιθική εποχή έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η πλειονότητα των εκθεμάτων προέρχεται από τις έρευνες στο πρυτανείο, το μικρό και το μεγάλο θέατρο, τον ναό του Απόλλωνα και τα δύο αρχαία νεκροταφεία που έχουν εντοπιστεί στη σημερινή Αρτα.

arta9Το Λαογραφικό Μουσείο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το Ιστορικό Μουσείο Σκουφά είναι μία ακόμα απαραίτητη στάση σε μια επίσκεψη στην Αρτα. Το θέμα και εδώ είναι η ιστορία της πολιτείας από τα χρόνια της αρχαιότητας μέχρι τις μέρες μας, που εδώ ωστόσο δίνεται με τρόπο διαφορετικό. Η ιστορία της Αρτας παρουσιάζεται μέσα από σκηνογραφικές συνθέσεις που αναπαριστούν σκηνές τόσο από την καθημερινότητα όσο και από συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες. Το μουσείο αφιερώνει συνθέσεις στην αρχαία Αμβρακία, στη βυζαντινή εποχή, στην Τουρκοκρατία, στην απελευθερωμένη πια Αρτα καθώς και σε διάφορες κοινωνικές και επαγγελματικές δραστηριότητες των Αρτινών.

Το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που στέκει απέναντι στο γεφύρι της Αρτας, που κάποτε λειτουργούσε ως μεθοριακός σταθμός, σήμερα στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της Αρτας. Η εντυπωσιακή όσο και φροντισμένη του εμφάνιση, με το έντονο κόκκινο χρώμα, δεν προδίδει ούτε κατά διάνοια την ηλικία του (χτίστηκε το 1864), ωστόσο είναι στο εσωτερικό του εκεί όπου αρχίζει να εκτυλίσσεται το πραγματικό ταξίδι στο παρελθόν. Το Λαογραφικό λοιπόν περιλαμβάνει πλούσιες συλλογές που εκθέτουν με προσεγμένο τρόπο τη ζωή στην Αρτα: το κοινωνικό γίγνεσθαι, τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, τις αγροτικές ασχολίες, τη ζωή στο σπίτι και την οικογένεια, τα εργαστήρια των επαγγελματιών, ακόμη και το γνωστό καρναβάλι της Αρτας.

Σημαντικά μουσεία και χώροι πολιτισμού που θα πρέπει να επισκεφθείς είναι ακόμα το Μουσείο Κλασικών Αρχαιοτήτων, στη Μονή της Παρηγορήτισσας, η Δημοτική Πινακοθήκη «Γ. Μόραλης» με μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, ενώ αρκετά έξω από την πόλη, στην τοποθεσία Κόπραινα, στις όχθες του Αραχθου, θα βρεις το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, το Μουσείο Αλιείας και το Μουσείο Φάρων.

Αρχαιολογικό Μουσείο Αρτας (θέση Τρίγωνο, 26810 21191, http://www.artasmuseum.gr/)

Ιστορικό Μουσείο Σκουφά (πλατεία Σκουφά, 26810 22795) Λαογραφικό Μουσείο Σκουφά (Γέφυρα Αραχθου, 26810 22192).

Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Αραχθου (Κόπραινα, 26810 69654, http://kpe-arach.art.sch.gr/).

Πηγή: Έθνος (κείμενο: Γιάννης Μαντάς)

Άρτα: ο Βυζαντινός ανθός της Ηπείρου

Χωριά σαν αϊτοφωλιές, μεγαλειώδη βουνά που σου κόβουν την ανάσα, αξεπέραστοι ήρωες, νερά που δεν σταματούν να τρέχουν ποτέ, θρυλικά γεφύρια, ποτάμια και λιμνοθάλασσες· καλώς ήρθες στην Αρτα!

1Το γεφύρι της Άρτας. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ένα ταξίδι στην Άρτα είναι μια περιπέτεια που δεν θέλεις να τελειώσει, ένα σεργιάνι ανάμεσα σε τοπία ετερόκλητα που συνταιριάζουν εικόνες οι οποίες,  με έναν μαγικό τρόπο, εναλλάσσονται χωρίς να το καταλαβαίνεις. Αστικά κέντρα και γραφικά χωριά σκαρφαλωμένα στις βουνοπλαγιές, θρύλοι για πρωτομάστορες, ποταμοί και λίμνες, ο Αμβρακικός και η Κορωνησία, θρησκευτικά μνημεία και διαδρομές ανάμεσα σε πυκνά δάση και τοπία που κόβουν την ανάσα.

Πρωτεύουσα του νομού και αδιαμφισβήτητο κέντρο της κάθε δραστηριότητας είναι φυσικά η Άρτα. Και στην Άρτα το πιο διάσημο αξιοθέατο, που το ξέρεις ακόμα κι αν δεν έχεις δει ούτε μισή φωτογραφία του, είναι το γεφύρι της. Πέρα από τον περίφημο θρύλο που το συνοδεύει για τη γυναίκα του πρωτομάστορα που έπρεπε να «σφραγίσει» με το σώμα της την ευστάθειά του, το γεφύρι αποτέλεσε κάποτε και το όριο της ελεύθερης από την αλύτρωτη Ελλάδα.

10Η πόλη της Άρτας από ψηλά.

Κέντρο σήμερα της Αρτας είναι η πλατεία Σκουφά, όπου χτυπά ο παλμός της κίνησης μέρα και νύχτα. Θα δεις ακόμα τον εκπληκτικό ναό της Παρηγορήτισσας με τον τρούλο του (ψηφιδωτού) Παντοκράτορα, θα περάσεις και από τον ναό της Αγίας Θεοδώρας με τα παλαιοχριστιανικά κιονόκρανα και τον τάφο της ίδιας της αγίας, θα συνεχίσεις το βυζαντινό σεργιάνι στην εκκλησιά του Αγίου Βασιλείου της Αγοράς με την περίτεχνη κεραμοπλαστική διακόσμηση, θα κάνεις τη βόλτα σου στο Αρχαιολογικό Μουσείο, θα ανέβεις και στον πευκόφυτο λόφο της Περάνθης για να δεις τη θέα σ’ όλη την Αρτα και το ημικύκλιο που σχηματίζει ο Αραχθος περιμετρικά της πόλης.

Δεν θα παραλείψεις να δεις το Κάστρο, πιστό φύλακα της Αρτας από την εποχή του Δεσποτάτου της Ηπείρου, και φυσικά τα τείχη της αρχαίας Αμβρακίας, της λαμπρής αρχαίας πολιτείας που υπήρξε πρωτεύουσα του Κοινού των Ηπειρωτών.

2Η Κορωνησία στον Αμβρακικό κόλπο.

Στα χνάρια του Καραϊσκάκη

Στα νότια της Αρτας, ο Αμβρακικός κόλπος και η λιμνοθάλασσα της Κορωνησίας χαρίζουν καινούργιες, διαφορετικές εικόνες. Μα η εναλλαγή είναι συνεχής, ασταμάτητη. Από τα νερά του Αμβρακικού, στα νερά των Τζουμέρκων, σ’ αυτά τα μεγαλειώδη, υποβλητικά βουνά που έχουν αγαπηθεί όσο λίγα και εξακολουθούν να προκαλούν ρίγη στους τυχερούς που τα επισκέπτονται.

Οι διαδρομές από το φράγμα Πουρναρίου και την τεχνητή λίμνη μέχρι το Βουργαρέλι κι από κει στα Θεοδώριανα, στα Αγναντα και στους Μελισσουργούς είναι βγαλμένες από τα πιο ευφάνταστα όνειρα του απαιτητικού ταξιδιώτη. Εντυπωσιακές βουνοκορφές, γκρεμοί που ζαλίζουν, ατμόσφαιρα, δάση πυκνά μα και άγρια, χωριά που ξεφυτρώνουν στις τραχιές πλαγιές, τρεχούμενα νερά και λαϊκές παραδόσεις που συγκινούν.

3Το παλιό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Στα ανατολικά όρια της Άρτας με τη Θεσσαλία, στην περιοχή της Άνω Καλεντίνης και της Σκουληκαριάς, έρχεσαι στα βήματα του Γεωργίου Καραϊσκάκη, του ηρωικού οπλαρχηγού που γεννήθηκε εδώ (στη Σκουληκαριά) και φέρει το όνομά του η ευρύτερη περιοχή. Ανάμεσα στα όμορφα χωριά, θα ανακαλύψεις παμπάλαιους ναούς και μοναστήρια, όλα άρρηκτα συνδεδεμένα με την τοπική ιστορία αλλά και το σήμερα, μια αέναη συνέχεια όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον μπλέκονται δημιουργικά μεταξύ τους.

Φύση, φαγητό, παράδοση

Στην ευρύτερη περιοχή της Αρτας μπορείς να επιδοθείς σε αρκετές μορφές εναλλακτικού τουρισμού: οικολογικός και περιβαλλοντικός, περιπατητικός, εκκλησιαστικός, γαστριμαργικός. Μην παραλείψεις να δοκιμάσεις τα πλούσια γαλακτοκομικά προϊόντα από την ορεινή περιοχή των Τζουμέρκων!

tzoumerkaΤζουμέρκα. Φωτογραφία: Τασος Παρας

«Δεν θα βρεις αταίριαστη ούτε πέτρα!»

Τα βουνά των Τζουμέρκων είναι από τα πιο συγκλονιστικά τοπία που θα αντικρίσεις ποτέ. Μια φορά να ’ρθεις και θα καταλάβεις πως δεν υπάρχει ίχνος υπερβολής σ’ αυτό. Οι επιβλητικές κορυφές, οι τραχιές κι απότομες πλαγιές που πάνω τους «γαντζώνονται» σαν αετοφωλιές οι ορεινοί οικισμοί, τα άφθονα νερά που δεν σταματούν λεπτό να τρέχουν, οι διαδρομές ανάμεσα στα δάση, οι άνθρωποι. Και τόσα άλλα. Γι’ αυτό και οι φίλοι των Τζουμέρκων, που ξέρουν καλά τα μέρη εδώ και δεν τα συγκρίνουν με τίποτα άλλο, λένε: «Τα Τζουμέρκα είναι τόσο τέλεια φτιαγμένα, που δεν θα βρεις αταίριαστη ούτε πέτρα»· κι άδικο δεν μπορείς να τους δώσεις.

Τα Τζουμέρκα ή Αθαμανικά Ορη απλώνονται σε δύο νομούς, στην Αρτα και στα Γιάννενα· όχι πως τα ανυπότακτα βουνά γνωρίζουν οριογραμμές, αλλά για τη χωροταξία του πράγματος. Στην Αρτα ανήκουν τα Κεντρικά Τζουμέρκα, με πρωτεύουσα και μεγαλύτερο κεφαλοχώρι τους το ιστορικό Βουργαρέλι (περίπου 55 με 60 χλμ. από την Αρτα), χτισμένο σε υψόμετρο που φτάνει και τα 800 μέτρα, κι «αγκαλιασμένο» από πυκνό ελατόδασος: είναι η ιδανική βάση για την εξερεύνηση των Κεντρικών Τζουμέρκων.

4Το ιστορικό γεφύρι της Πλάκας, που, δυστυχώς, τον χειμώνα που μας πέρασε γκρεμίστηκε εξαιτίας των ορμητικών νερών του Αραχθου.

Το Βουργαρέλι είναι από τα πιο παλιά χωριά των Τζουμέρκων, η ιστορία του καταγράφεται σε έγγραφα ήδη του 17ου αι., είναι όμως κι από τα πιο ζωντανά χωριά της περιοχής (και η έδρα του δήμου Κεντρικών Τζουμέρκων), με περίπου πεντακόσιους μόνιμους κατοίκους να ζουν εδώ. Τον χειμώνα, διότι από την άνοιξη και μετά ο πληθυσμός τραβάει την ανηφόρα, χάρη στους επισκέπτες, ντόπιους και μη, που τιμούν δεόντως το χωριό.

5Το Βουργαρέλι

Στο Βουργαρέλι θα κάνεις λοιπόν μια στάση στη μεγάλη, πλακόστρωτη πλατεία του χωριού με τα πελώρια πλατάνια, τις ταβέρνες και τα καφενεία και φυσικά τις βρύσες του! Τα τρεχούμενα νερά είναι άλλωστε κυρίαρχο στοιχείο της ζωής στα Τζουμέρκα, θα τα συναντάς συνέχεια. Στις πολλές του βρύσες μάλιστα οφείλει (κατά μία εκδοχή) και το όνομά του το χωριό, από τον θόρυβο που κάνουν τα πλούσια νερά αναβλύζοντας. Κάποιες από τις πετρόκτιστες κρήνες έχουν και τα ονόματά τους, η Αρχόντω, η Κρυστάλλω, η κρήνη του καπετάν Γιάννη. Ο τοπικός θρύλος θέλει μάλιστα το νερό τους να εξασφαλίζει σε όποιον το πιει και… νύφη απ’ τα Τζουμέρκα!

Στην πλατεία θα δεις και τον ναό του Αγίου Νικολάου, όμως δεν θα ’ναι και το μοναδικό προσκύνημα στο Βουργαρέλι. Στις βορειότερες άκρες του χωριού θα δεις το παλιό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου (περίπου του 1360), προστάτη της περιοχής. Η σημασία του μεγάλη και πολλαπλή: αξίζει να δεις τις τριακοσίων ετών αγιογραφίες στο καθολικό του ναού, αξίζει επίσης να ρωτήσεις και για την ιστορία του, για τότε που Ηπειρώτες και Ρουμελιώτες οπλαρχηγοί με πρώτο όλων των Γεώργιο Καραϊσκάκη συγκεντρώθηκαν εδώ και άναψαν τη φλόγα της Επανάστασης στα Τζουμέρκα.

6Τα Θεοδώριανα, ένα χωριό που τον χειμώνα δεν φιλοξενεί περισσότερους από 25-30 κατοίκους, όμως το καλοκαίρι ξεπερνά πολλές φορές και τους δύο χιλιάδες. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Λίγο έξω από το Βουργαρέλι, στα 3 χλμ. περίπου απ’ το χωριό (θέση Παλαιοχώρι), θα βρεις ακόμη ένα σπουδαίο όσο και ασυνήθιστο θρησκευτικό μνημείο. Είναι η Κόκκινη Εκκλησία ή Παναγία Βελλάς, ένα βυζαντινό στολίδι ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, με πιο χαρακτηριστικό στοιχείο τα κόκκινα κεραμικά (εξ ου και το όνομά της). Οι αγιογραφίες της πάνε πίσω μέχρι και στο 1295, γι’ αυτό και πολλές απ’ αυτές διακρίνονται πλέον με δυσκολία.

Συνεχίζοντας από το Βουργαρέλι, θα κινηθείς είτε προς τα ανατολικά και βόρεια, με κατεύθυνση προς Αθαμάνιο και Θεοδώριανα, είτε προς δυτικά και βόρεια, προς Κυψέλη, Αγναντα και τελικό προορισμό τους Μελισσουργούς.

1Το όμορφο χωριό Αγναντα. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Τέρμα Θεού ή αρχή του κόσμου;

Αν αποφασίσεις να συνεχίσεις λοιπόν προς τα ανατολικά, το πρώτο χωριό που θα συναντήσεις, μόλις 5 χλμ. από το Βουργαρέλι, είναι το Αθαμάνιο, όμορφο και φροντισμένο, με τους ξενώνες του και την οργιαστική του βλάστηση. Από εδώ ξεκινά μια συγκλονιστική διαδρομή που λίγες φορές θα έχεις την ευκαιρία να κάνεις, μέχρι τον ορεινό οικισμό των Θεοδώριανων.

Από το Αθαμάνιο συνεχίζεις βορειότερα και ετοιμάζεσαι για συνεχείς στροφές που θα σε φέρνουν όλο και ψηλότερα, μπαίνοντας για τα καλά στον ορεινό όγκο των Αθαμανικών ορέων. Ο δρόμος θέλει προσοχή, όμως τι να πεις και για το τοπίο, που θα σε αναγκάζει σε συνεχείς στάσεις για να βεβαιώνεσαι πως αυτά που βλέπεις υπάρχουν στα αλήθεια και δεν είναι παραίσθηση;

2Οι καταρράκτες της Σούδας, κοντά στα Θεοδώριανα. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Η πρώτη απαραίτητη στάση είναι στο διάσελο του Σταυρού (1.440-1.450 μ. υψόμετρο), με τη συγκλονιστική θέα: κορυφογραμμές της νότιας Πίνδου, ένα μεγάλο κομμάτι της λεκάνης του Αχελώου, ο αρτινός κάμπος και στο βάθος ο Αμβρακικός κόλπος. Θυμήσου πως τον χειμώνα, σαν βαραίνει πολύ ο καιρός, ο Σταυρός μαζεύει πολύ χιόνι και το πέρασμα συχνά κλείνει. Πολύ κοντά στο διάσελο, στη θέση Λιβάδι, βρίσκεται και το πάρκο χειμερινών δραστηριοτήτων, που τα Σαββατοκύριακα του χειμώνα (και τις αργίες) συγκεντρώνει πολλούς φίλους των χειμερινών σπορ.

3Η Κόκκινη Εκκλησιά (ή Βασιλομονάστηρο ή Παναγία Βελλάς). Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Από το Αθαμάνιο μέχρι τα Θεοδώριανα η διαδρομή είναι συνολικά 16 χλμ., oι στροφές πολλές κι οι κορυφές που παρατηρείς ακόμη περισσότερες, η μια ψηλότερη από την άλλη. Η υψηλότερη όλων είναι το Καταφίδι, στα 2.393 μ., ή «Πυραμίδα» όπως την αποκαλούν εδώ. Καθώς προχωράς, ο δρόμος πολλές φορές μοιάζει να «χώνεται» στα βάθη των βουνών, ο ορίζοντας συχνά χάνεται και μονάχα λίγο πριν φτάσεις στα Θεοδώριανα ανοίγει ξανά και το βλέμμα αγκαλιάζει τις άγριες πλαγιές των Αθαμανικών.

Τα Θεοδώριανα είναι ένα χωριό που τον χειμώνα δεν φιλοξενεί παραπάνω από 25-30 κατοίκους, όμως το καλοκαίρι ξεπερνά πολλές φορές και τους δύο χιλιάδες. Σε υψόμετρο 950 μ., τέρμα Θεού για κάποιους, ευλογημένη αρχή για άλλους, το χωριό μοιάζει απόλυτα εναρμονισμένο με το συγκλονιστικής ομορφιάς τοπίο, οι κεραμοσκεπές του φαίνονται σαν να ξεπηδούν απ’ τα βράχια, σωστές αετοφωλιές. Παλιό χωριό κι αυτό, με το όνομά του να αναφέρεται ως Θεοδώριανα ήδη από το 1695 σε βενετσιάνικους καταλόγους, ζει σήμερα από την κτηνοτροφία που αριθμεί πάνω από δεκαπέντε χιλιάδες πρόβατα.

Πολλά από αυτά βόσκουν στο οροπέδιο της Κωστηλάτας, άλλη μια τοποθεσία με τη δική της παρουσία στις σελίδες της Ιστορίας. Η Κωστηλάτα ανήκε κάποτε σε Τούρκους αγάδες, την απέκτησαν ντόπιοι τσιφλικάδες και έπειτα από αγώνες πέρασε στα χέρια του τοπικού αναγκαστικού συνεταιρισμού. Είναι όμως ονομαστή και για τις δεκάδες πηγές της, για το νερό που εμφιαλώνεται και κυκλοφορεί κι αυτό με την επωνυμία «Κωστηλάτα», για τις νεροτριβές της κι επίσης για τους καταρράκτες της, που έχουν νερό όλο τον χρόνο, με γνωστούς εκείνους της Σούδας (οδηγεί ένα μονοπάτι 15’ περίπου).

Εντυπωσιακοί καταρράκτες και διαδρομές στις όχθες της λίμνης

Για να συνεχίσεις τη διαδρομή μετά τα Θεοδώριανα, θα πρέπει αναγκαστικά να γυρίσεις πίσω. Σύνδεση άλλη δεν υπάρχει, με εξαίρεση τον χωματόδρομο που συνεχίζει βόρεια προς τους Μελισσουργούς, που θα πάρεις μόνο αν ο καιρός το επιτρέπει και έχεις απόλυτη εμπιστοσύνη στο αυτοκίνητό σου. Τζουμέρκα είναι αυτά, δεν αστειεύονται!

4Οι απομονωμένοι Μελισσουργοί, που δεν έχουν άμεση σύνδεση με κανένα άλλο χωριό της Αρτας. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Επιστροφή στο Βουργαρέλι λοιπόν, κι αυτήν τη φορά διάλεξε τον δρόμο προς τα νοτιοδυτικά, προς το Κάτω Αθαμάνιο και το φράγμα του Πουρναρίου. Δεν θα χρειαστεί να φτάσεις μέχρι το υδροηλεκτρικό φράγμα, αξίζει ωστόσο να έρθεις μέχρι τον οικισμό της Κάτω Καλεντίνης, που ένα μέρος του έχει χαθεί κάτω από τα νερά της τεχνητής λίμνης που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ’80. Μένοντας εκτός κεντρικού δρόμου, μπορείς να ακολουθήσεις τους επαρχιακούς δρόμους που κινούνται όλο και πιο κοντά στις όχθες της τεχνητής λίμνης και του Αραχθου: Δίστρατο, Τραπεζάκι, Φτέρη και Βαθύκαμπος είναι μικρά χωριά χωρίς υποδομές, στα οποία αξίζει ωστόσο να αφιερώσεις ένα μέρος από τον χρόνο σου για να τα ανακαλύψεις.

Στο χωριό του Κ. Μπαλάφα

Ξανά στον κεντρικό δρόμο και πορεία προς τα βορειοδυτικά. Πρώτος σταθμός η Κυψέλη, περίπου 10 χλμ. από το Βουργαρέλι, το χωριό όπου γεννήθηκε ο Κώστας Μπαλάφας, ο «φωτογράφος της Αντίστασης». Χτισμένο στις πλαγιές του βουνού, με υψομετρική διαφορά ανάμεσα στα ψηλότερα και τα χαμηλότερα σπίτια της, η Κυψέλη έχει περίπου εκατό μόνιμους κατοίκους. Μια βόλτα στα ωραία καφενεία της πλατείας είναι επιβεβλημένη, όπως επίσης και μια επίσκεψη στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ζωής, του Παντελή Καραλή, κι αυτό στην πλατεία. Ο χώρος του δεν είναι πολύ μεγάλος, όμως θα χάσεις τον νου σου απ’ όσα θα δεις εδώ μέσα: χιλιάδες αντικείμενα για το σπίτι, το χωράφι, τη ζωή και την παράδοση του τόπου, αποτέλεσμα δεκαετιών προσεκτικής και επίμονης συλλογής.

5Το γεφύρι του Βρατσίστα στην Ανω Καλεντίνη. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Στο τρίστρατο προς Καλλονή και Ράμια στρίβεις δεξιά και χαράζεις πορεία προς βορρά. Θα περάσεις τα χωριά Ράμια και Λεπιανά, θα στρίψεις ξανά προς αριστερά και θα κατευθυνθείς προς Κάτω Γραικικό και την Παναγιά τη Χρυσοσπηλιώτισσα. Η εκκλησία βρίσκεται σε μια μάλλον δυσπρόσιτη μα πολύ όμορφη τοποθεσία, και μετράει ούτε λίγο ούτε πολύ εννέα (με δέκα) αιώνες ζωής (11ος αι.). Κάποτε υπήρχε ολόκληρο μοναστηριακό συγκρότημα εδώ, ωστόσο μονάχα τούτος ο ναός έχει απομείνει. Κάποιες μαρτυρίες μιλούν για την εικόνα της που εμφανίστηκε σε μια κοντινή σπηλιά, άλλες πως η εκκλησία λειτούργησε κάποτε και ως κρυφό σχολείο.

6Βοσκότοπος στα τζουμέρκα. Η κτηνοτροφία είναι από τις βασικές ασχολίες της περιοχής.

Περίπου 15 χλμ. ΒΑ από το Κάτω Γραικικό είναι ο Καταρράκτης, χωριό που θεωρείται από πολλούς ως ανερχόμενο τουριστικά, χάρη ?τι άλλο;- στους καταρράκτες του που τον χειμώνα, ή έπειτα από βροχές, είναι στ’ αλήθεια εντυπωσιακοί! Ομως, και μέσα στο χωριό η παρουσία του υγρού στοιχείου είναι εμφανής, με πιο χαρακτηριστικό δείγμα την κρήνη με τις τέσσερις βρύσες – λεοντοκεφαλές! Δυο βήματα από τον Καταρράκτη είναι το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης (18ος αι.), ενώ λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα θα βρεις και το γνωστό δασικό χωριό Κέδρος.

Φτιαγμένα από νερό και λιθάρια

Από τον Καταρράκτη θα συνεχίσεις την πορεία προς βορρά. Πριν φτάσεις στα Αγναντα, αξίζει να κάνεις μια μικρή παράκαμψη για να πλησιάσεις ξανά τις όχθες του Αραχθου και να δεις ό,τι έχει απομείνει σήμερα από το διάσημο γεφύρι της Πλάκας.

Τα μανιασμένα νερά κατάφεραν να το ρίξουν, μα πιο δυνατός από τον κρότο που έκανε πέφτοντας αντήχησε ο στεναγμός των κατοίκων της περιοχής που είδαν ένα τέτοιο στολίδι να σωριάζεται… Ηταν βλέπεις το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι στα Βαλκάνια, η καμάρα του άνοιγε στα 40 μ. και το ύψος του έφτανε τα 20 μ. Ευχής έργον θα ’ναι οι πολυπόθητες εργασίες αποκατάστασης να γίνουν γρήγορα πραγματικότητα.

7Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου: εδώ γεννήθηκε ο Γεώργιος Καραϊσκάκης

Ορεινό κεφαλοχώρι από τα λίγα είναι τα Αγναντα ή η Αγναντα, όπως συνηθίζουν να το αποκαλούν οι ντόπιοι. Οπως παντού στα Τζουμέρκα, έτσι κι εδώ η παρουσία του νερού είναι καταλυτική, με τους νερόμυλους και τις ντριστέλες (νεροτριβές) να είναι απόλυτα ενταγμένοι στον ιστό του χωριού. Φυσικά θα καθίσεις στην πλατανοσκέπαστη πλατεία του οικισμού, θα παραγγείλεις το καφεδάκι σου με νερό δροσερό κατευθείαν από τα Τζουμέρκα και θα επιτρέψεις στον εαυτό σου να χαθεί σε μια βόλτα στα καλντερίμια του χωριού.

Λίγο βορειότερα από τα Αγναντα, στα όρια πια της Αρτας με τα Γιάννενα, βρίσκονται οι Κτιστάδες, το τελευταίο χωριό των Κεντρικών Τζουμέρκων πριν από τις πινακίδες που πληροφορούν για την αλλαγή νομού. Δεν θέλει πολλή σκέψη για το πώς πήρε το όνομά του το χωριό: από την τέχνη των κατοίκων του, που κάποτε το εγκατέλειπαν για μήνες χτίζοντας τα σπίτια του κόσμου εδώ κι εκεί.

Φεύγοντας από τους Κτιστάδες, συμβαίνει το εξής παράδοξο: Τελειώνει η Αρτα, όχι όμως και τα Κεντρικά Τζουμέρκα, τελειώνει ο νομός, αλλά η διαδρομή έχει ακόμα κάμποσα χιλιόμετρα. Τι συμβαίνει; Απλώς, ο δρόμος μέχρι τους Μελισσουργούς περνάει υποχρεωτικά από την επικράτεια των Ιωαννίνων, κι έτσι θα χρειαστεί να βγεις για λίγο από τα όρια της Αρτας, να περάσεις τα Πράμαντα, κι έπειτα να ξαναμπείς Αρτα και να συνεχίσεις μέχρι το χωριό. Οχι πως θα το έπαιρνες είδηση δηλαδή αν δεν υπήρχε η σχετική σήμανση· είπαμε, τα Τζουμέρκα δεν καταλαβαίνουν από οριοθετήσεις…

8Το καταπράσινο οροπέδιο του Γάβρογου.

Οι… ιδιαίτεροι Μελισσουργοί
Οι Μελισσουργοί λοιπόν δεν έχουν άμεση σύνδεση με κανένα άλλο χωριό της Αρτας. Μονάχα ο δύσβατος χωματόδρομος που οδηγεί στα Θεοδώριανα υπάρχει, όπως είπαμε, ωστόσο το να περάσεις πάνω από τον αυχένα των Τζουμέρκων δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο, εκτός πια κι αν επιλέξεις να τον περπατήσεις, οπότε τότε μάλλον αλλάζει το θέμα!

Εδώ θα δεις ένα από τα ωραιότερα χωριά των Τζουμέρκων, με την πελώρια πλατεία του, με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου και με τους φιλόξενους κατοίκους του, που μπορεί να είναι ελάχιστοι (δεν ξεπερνούν τους 35-40), μα είναι πάντα ανοιχτοί.

Εδώ λοιπόν, στην καρδιά των Αθαμανικών ορέων, στα Κεντρικά Τζουμέρκα, είναι το πιο ταιριαστό σημείο για να γραφτεί ο επίλογος της περιήγησής μας σε μια από τις πιο συγκλονιστικές περιοχές της Ελλάδας!…

Η γενέτειρα του ηρωικού «γιου της καλογριάς»

Το όνομα και τα κατορθώματά του τα γνωρίζουν και όσοι δεν έχουν ασχοληθεί ποτέ με τη μελέτη της Ιστορίας. Η προσωπικότητα του Γεώργιου Καραϊσκάκη είναι τόσο λαμπερή που αρκεί από μόνη της για να τραβήξει την προσοχή αλλά και να εκπροσωπήσει μια ολόκληρη περιοχή. Οχι πως λείπουν από τον ομώνυμο δήμο τα αξιοθέατα με παρελθόν και ενδιαφέρον, μα όταν γεννήθηκε στα μέρη σου ένας ήρωας αυτού του διαμετρήματος, όλα τα υπόλοιπα αναπόφευκτα περνούν σε δεύτερη μοίρα.

Ο ήρωας γεννήθηκε λοιπόν το 1782, σ’ ένα κελί του μοναστηριού της Κοίμησης, στη Σκουληκαριά. Το προσωνύμιο που τον συνόδευε πάντα ήταν «ο γιος της καλογριάς», από τη μάνα του Ζωΐτσα Ντιμισκή που ζούσε στο μοναστήρι. Τον είπαν Γεώργιο, για χάρη του αγίου, όταν βρέφος λίγων ημερών ακόμα τον μετέφερε η μητέρα του στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, στο Μαυρομάτι Καρδίτσας. Αργότερα, τον πήγε στα χωριά του Βάλτου, στον εξάδελφό της Δημήτριο Ισκο, και καθώς ήταν αδύνατος και καχεκτικός, τον είπαν «μικρό, μαύρο Ισκο», δηλαδή Καραϊσκάκη. Πολύ αργότερα, επέστρεψε στη γενέτειρά του Σκουληκαριά. Εδώ ήταν η έδρα και η βάση του για τις στρατιωτικές του δράσεις στην ευρύτερη περιοχή. Σήμερα, ο νυν καλλικρατικός δήμος φέρει το όνομά του.

Στη Σκουληκαριά φυλάσσονται και τα οστά του ήρωα, σε ένα σεντούκι που βρίσκεται στην πλατεία του χωριού, δίπλα στην προτομή του. Για ασφάλεια, δεν μπορεί να ανοίξει παρά μόνο με την ταυτόχρονη χρήση τριών κλειδιών που κρατούν (πάλι για λόγους ασφαλείας) τρεις διαφορετικοί άνθρωποι.

9

Το δεύτερο Ζάλογγο
Πέρα από την ιστορία του Καραϊσκάκη, η ευρύτερη περιοχή έχει να επιδείξει ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα θρησκευτικά μνημεία. Στα όρια του νομού της Αρτας με τη Θεσσαλία, κοντά στο όμορφο χωριό Πηγές (περίπου 50 χλμ. από την Ανω Καλεντίνη, έδρα του δήμου) βρίσκεται η ιστορική Ιερά Μονή Σέλτσου. Η σημασία της πολλαπλή: σπουδαίο θρησκευτικό μνημείο αλλά και «ένα δεύτερο Ζάλογγο», όπως λένε χαρακτηριστικά οι ντόπιοι.

Το μοναστήρι χτίστηκε στα τέλη του 17ου αι., κατά πάσα πιθανότητα από Αρτινούς καπεταναίους, όπως μαρτυρά και η απεικόνισή τους στο εσωτερικό του ναού. Το 1804, περίπου πεντακόσιες γυναίκες και παιδιά έφτασαν εδώ κυνηγημένοι από τους άντρες του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Για να μην πέσουν στα χέρια τους, ο θρύλος λέει πως προτίμησαν να πέσουν στα νερά του Αχελώου, που κυλά κάτω από το χωριό και το μοναστήρι.

Για να έρθεις μέχρι εδώ θα ακολουθήσεις έναν σχετικά βατό χωματόδρομο από τις Πηγές (περίπου 5 χλμ.), πολύ καλή ιδέα μάλιστα είναι να το επισκεφτείς στο πανηγύρι που γίνεται κάθε χρόνο στις 23 Αυγούστου.

Ακόμη ένα σπουδαίο μοναστήρι που πρέπει να επισκεφτείς είναι η «Κυρά της ορεινής Αρτας», η γυναικεία μονή της Παναγιάς της Ροβέλιστας, ανάμεσα στην Ανω Καλεντίνη και το Βελετζικό. Αν και η ίδρυσή της δεν έχει ακόμη ταυτοποιηθεί χρονικά, κάποιες πηγές αναφέρουν πως χτίστηκε τον 10ο αι.! Η θέα στα βουνά είναι πραγματικά συγκλονιστική. Επίσης, πολύ κοντά στο μοναστήρι, στο χωριό Ασφακερό, θα βρεις ακόμη ένα ενδιαφέρον μνημείο, την Κόκκινη Εκκλησία του Βελεντζικού, κτίσμα του 1615.

Για το τέλος, τι θα ’λεγες για μια βόλτα… πάνω από τον Αχελώο; Οχι με αεροπλάνο, αλλά με την περαταριά του Μεσόπυργου! Στο μικρό χωριό Μεσόπυργος, λοιπόν, στα όρια με την Καρδίτσα, θα βρεις ένα χειροκίνητο τελεφερίκ με συρματόσχοινο που από το 1960 μέχρι σήμερα διασχίζει σε λίγα δευτερόλεπτα τον ποταμό και σε περνά στην άλλη όχθη του! Μια εμπειρία που πρέπει να βιώσεις…

πηγή: Έθνος, Γιάννης Μαντάς

Oδοιπορικό στη γη της Ηπείρου: Η πόλη της Άρτας

Από τα πανέμορφα Ζαγοροχώρια μέχρι τα μαγευτικά Θεσπρωτικά παράλια και από τα ορεινά Τζουμέρκα της Άρτας μέχρι την Πρέβεζα και την Πάργα η Ήπειρος παραμένει το τελευταίο παρθένο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας. Εδώ θα επισκεφτείτε Βυζαντινά μνημεία και πέτρινα γεφύρια, θα κάνετε ράφτινγκ σε ποτάμια αλλά και ορειβασία στις κορυφές τις Πίνδου.

mnc707_1032

Το ιστορικό γεφύρι Άρτας είναι από τα πλέον φημισμένα ηπειρώτικα γεφύρια. Βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της πόλης και την ενώνει με την απέναντι εύφορη πεδιάδα με τα πορτοκάλια. Χτίστηκε γύρω στο 1602-1606 Η ορμητικότητα του ποταμού, το μαλακό έδαφος λόγω των επιχώσεων και οι ιδιαίτερες απαιτήσεις της κατασκευής θα πρέπει να δυσκόλεψαν πολύ τη θεμελίωση του γεφυριού, αλλά και τις επισκευές που ακολούθησαν. Οι δυσκολίες αυτές σε συνδυασμό με τον φόβο του λαού για τα στοιχειά της φύσης δημιούργησαν το γνωστό θρύλο της γυναίκας του πρωτομάστορα που έπρεπε να θυσιαστεί για να στεριώσει το γεφύρι.

aa

Το κάστρο της Άρτας χτισμένο στα μέσα του 13ου αιώνα διατηρείται σε άριστη κατάσταση, αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της κοσμικής αρχιτεκτονικής των βυζαντινών χρόνων και της μεσαιωνικής φυσιογνωμίας της Άρτας. Ο λοφίσκος στον οποίο είναι κτισμένο, θεωρήθηκε στρατηγική θέση κι από τους αρχαίους Αμβρακιώτες. Είναι ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της περιοχής. Ο πανύψηλος πύργος του ρολογιού μπροστά από το κάστρο κτίστηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας (1875) με πολύ ευαισθησία, ώστε να φαντάζει ως φυσική προέκταση του τείχους.

aa

Η Μονή Κάτω Παναγιάς χτίστηκε το 13ο αιώνα από τον Μιχαήλ Δούκα Κομνηνό, Δεσπότη της Ηπείρου. Σήμερα το μοναστήρι κρατιέται ζωντανό χάρη στη συνεχή φροντίδα των γυναικών μοναχών που μένουν εκεί. Διατηρεί εξωτερικά σχεδόν στο ακέραιο την αρχική του λαμπρότητα και εσωτερικά την παλιά μυσταγωγική του ατμόσφαιρα.

aa

Ο πιο γνωστός βυζαντινός ναός του νομού. Χτίστηκε τον 13ο αιώνα από τον Νικηφόρο τον Α’ Κομνηνό Δούκα, στην ακμή της ιστορίας του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Από την μεγάλη σταυροπηγιακή μονή σώζονται σήμερα ο ναός, η Τράπεζα και 16 κελιά. Ο ναός εντυπωσιάζει με τις εξωτερικές και εσωτερικές αρχιτεκτονικές καινοτομίες του, ενώ μοναδικός στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική είναι ο τρόπος στήριξης του κεντρικού τρούλου όπου και σώζεται το ψηφιδωτό του Παντοκράτορα.

aa2

Η πρωτοτυπία του σχεδίου της, οι αρχιτεκτονικές της καινοτομίες και η πλούσια κεραμοπλαστική της διακόσμηση την καθιστούν μοναδικό δείγμα βυζαντινής ναοδομίας σε όλο τον ορθόδοξο χριστιανικό κόσμο. Οι πολλές φθορές συντέλεσαν στο να χάσει ο ναός ένα μεγάλο μέρος από την παλιά του εσωτερική λαμπρότητα, διατήρησε ωστόσο το επιβλητικό του μεγαλείο.

aa

Ο Ναός της πολιούχου της Άρτας, Αγίας Θεοδώρας, και ένας πυλώνας είναι τα μόνα σωσμένα τμήματα μονής που ιδρύθηκε το 13ο αιώνα από τη βασίλισσα του Δεσποτάτου Θεοδώρα. Ιδρύθηκε προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου και λειτούργησε ως γυναικείο μοναστήρι. Μετά το θάνατο του συζύγου της, η Θεοδώρα εμόνασε στη μονή, τάφηκε εκεί και ο ναός τιμάται στο όνομά της.

aa

Ο ναός του Αγίου Βασιλείου βρίσκεται στην παλιά συνοικία του Τουρκοπάζαρου της Άρτας και χρονολογείται στο τέλος του 14ου αιώνα, ενώ το σωζόμενο στρώμα τοιχογραφιών το 17ο αιώνα. Εξωτερικά φέρει πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο και δύο εφυαλωμένες εικόνες στο αέτωμα της ανατολικής πλευράς: των Τριών Ιεραρχών και της Σταύρωσης. Πρόκειται για ένα διακοσμητικό κομψοτέχνημα.

aa

Μια από τις νεότερες ανακαλύψεις του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Αμβρακίας, είναι αυτό το μικρό θεατράκι που είναι το μικρότερο από τα όλα αρχαία ελληνικά θέατρα. Βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και ανακαλύφθηκε τυχαία κατά την διάρκεια οικοδομικών εργασιών. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις χτίστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Πύρρου, όταν έκανε την Αμβρακία πρωτεύουσα του βασιλείου. Το θέατρο δεν κατασκευάστηκε με τη συνήθη πρακτική των αρχαίων Eλλήνων στην πλαγιά κάποιου φυσικού υψώματος, αλλά με επιχωμάτωση. Αυτό ίσως δικαιολογεί και το μικρό του μέγεθος.

aa

Απλωμένη αμφιθεατρικά από τους πρόποδες έως την κορυφή σχεδόν της βορειοδυτικής πλαγιάς του λόφου Περάνθη η Άρτα ατενίζει ολόκληρο τον κάμπο. Χτισμένη πάνω στα ερείπια της αρχαίας Αμβρακίας, η οποία χρονολογείται από τον 7ο αιώνα π.Χ., υπήρξε εκτός από πρωτεύουσα του Κράτους των Μολοσσών του βασιλιά Πύρρου, κατά την ελληνιστική περίοδο, και έδρα του Δεσποτάτου της Ηπείρου που ίδρυσαν οι Κομνηνοί-Δούκες μετά την Άλωση της Πόλης από τους Σταυροφόρους το 1204 ενώ απέκτησε την ανεξαρτησία της από τους Τούρκους το 1881, πρώτη σ’ όλη την Ήπειρο.

πηγές από: epirustreasures.gr, wikipedia