Ποταμός Αχέροντας: Τα νερά που γέννησαν τους μύθους

Κρυμμένος καλά στους μίτους του μύθου και στα κάθετα φαράγγια που τον αγκαλιάζουν, ο μεγάλος ποταμός της Βορειοδυτικής Ελλάδας λικνίζεται μαιανδρικά πριν καταλήξει στο Ιόνιο, συμβολίζοντας με τους θρύλους του τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις της φύσης.

Ο Αχέροντας

Γιος της Γης, ο μυθικός ποταμός Αχέροντας έκανε το μοιραίο λάθος ενώ εξελισσόταν η Τιτανομαχία να προσφέρει νερό στους Τιτάνες για να σβήσουν τη δίψα τους. Ο Δίας έγινε έξαλλος. Μαύρισε τα νερά του και τον καταδίκασε να γίνει για πάντα το όριο μεταξύ του κόσμου των ζωντανών και των νεκρών. Εκεί που ο Αχέροντας συναντούσε τον ποταμό των δακρύων, Κωκυτό, τοποθέτησε η λαϊκή φαντασία την είσοδο του υποχθόνιου κόσμου. Στην πύλη του στεκόταν ο φοβερός Κέρβερος, αδελφός της Λερναίας Υδρας και γιος της Εχιδνας.

Αυτός είναι ο μύθος που χάνεται στους αιώνες. Η σημερινή αλήθεια είναι ότι ο υπέροχος, δυνατός Αχέροντας, είναι ένα ποτάμι με σπάνιες ομορφιές και μοναδικά οικοσυστήματα στο Δέλτα, στις πηγές και στις απότομες χαράδρες του, που πηγάζει από τα όρη του Σουλίου και διανύοντας με διαδοχικούς μαιανδρισμούς μια υδάτινη διαδρομή 64 χιλιομέτρων εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος, στον κόλπο του Γλυκέα.

Κατάβαση με κανό στις Πύλες του Αδη.

Ψυχοπομπός Ερμής και Χάροντας
Η απολαυστική περιήγηση στον Αχέροντα δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει με μια ιχνηλασία στα απομεινάρια του αρχαίου παρελθόντος. Σε ανασκαφές που άρχισαν το 1958 στον λόφο πάνω από τη συμβολή του ποταμού με τον Κωκυτό ανακαλύφθηκε το αρχαιότερο ελληνικό νεκρομαντείο…

Εδώ οι ζωντανοί έρχονταν σε επαφή με τους νεκρούς με διάφορες τελετουργίες και παρακάλια προς τους θεούς του Κάτω Κόσμου, αλλά και τους ίδιους τους νεκρούς. Νεκρομαντεία στον ελλαδικό χώρο κατά την αρχαιότητα υπήρχαν πολλά όπως του Ταίναρου, της Ερμιόνης, της Φιγαλείας, της Ιεράπολης στη Φρυγία και της Κύμης στην Κάτω Ιταλία. Απ’ όλα όμως το πιο αρχαίο, φημισμένο κι ονομαστό ήταν αυτό της Εφύρας στη γη της Θεσπρωτίας.

Το ταξίδι προς το αιώνιο σκοτάδι δεν ήταν απλό. Ο ψυχοπομπός Ερμής, ως θεός της πορείας ήταν αυτός που μετέφερε τις ψυχές των θνητών μέχρι τις πύλες του Αδη, στην αρχή του φαραγγιού του Γκορίλα κοντά στο χωριό Σεριζιανά. Για να διαπλεύσουν οι ψυχές το ποτάμι έπρεπε να προσφύγουν στις υπηρεσίες του θλιβερού περαματάρη Χάροντα. Πρώτη του φροντίδα είναι να λάβει τον οβολό που κάθε «επιβάτης» όφειλε να έχει στο στόμα του. Οσοι νεκροί δεν είχαν το κόμιστρο των πορθμείων καταδικάζονταν σε αιώνια περιπλάνηση στις τραχιές χαράδρες και στα σκιερά φαράγγια του Αχέροντα.

Ο βαρκάρης κατέβαινε βιαστικά το ποτάμι κουβαλώντας τις ψυχές για να τις παραδώσει με τη σειρά του στον Αδη. Στη μακριά διαδρομή του στη χώρα των Θεσπρωτών ο Αχέροντας εξαφανιζόταν εδώ κι εκεί μέσα σε βαθιές αβύσσους και ξανάβγαινε στην επιφάνεια, φτάνοντας κοντά στην αρχαία πόλη Εφύρα, που σχηματιζόταν η Αχερουσία λίμνη.

Η μικρή εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στο ηρωικό Κούγκι.

Τα αρχαία δρώμενα του Νεκρομαντείου της Εφύρας
Ανηφόρισα τον λόφο στο χωριό Μεσοπόταμος και πέρασα την πύλη του Νεκρομαντείου. Από εδώ ψηλά αποκαλύπτεται το πανόραμα της μυθικής χώρας του Αδη που περιβάλλεται από βουνά και ράχες και διαρρέεται από τρία ποτάμια που σμίγουν κι ενωμένα χύνονται στον κόλπο του Γλυκέα.

Ο Αχέροντας, ο Κωκυτός και ο βουβός Πυριφλεγέθοντας που στα παρόχθια λιβάδια του, τα γεμάτα ασφόδελους, έκαναν βόλτες οι ψυχές των νεκρών (οι φερτές φωσφορικές ύλες που κατεβάζει έχουν σαν αποτέλεσμα να λαμπυρίζει μέσα στη νύχτα).

Είναι συγκλονιστικό πόσο οι αρχαίες παραδόσεις για τον Αχέροντα συγχωνεύτηκαν με τις μετέπειτα χριστιανικές. Σύμφωνα με παλιούς θρύλους στη σπηλιά του βουνού Γκορίλα κοντά στο σημερινό χωριό Γλυκή, όπου βρίσκονται και πολλές πηγές του ποταμού, ζούσε ένας δράκος που έκανε το νερό πικρό και θανατηφόρο (ο Αχέροντας ονομάζεται και Μαυροπόταμος).

Για να τον καλοπιάσουν οι γύρω κάτοικοι του πρόσφεραν κάθε χρόνο μια κόρη για να την καταβροχθίσει. Ο άνθρωπος που σύμφωνα με την παράδοση μπόρεσε και σκότωσε τον δράκο που μόλυνε τα νερά του ποταμού λεγόταν Αηδονάτος και ήταν επίσκοπος Ευροίας, ο μετέπειτα Αϊ-Δονάτος που η γιορτή του στις 30 Απριλίου πανηγυρίζεται και σήμερα με μεγαλοπρέπεια σε όλα τα χωριά που βρίσκονται κοντά στον Αχέροντα. Το νερό έγινε πάλι γλυκό και το χωριό που βρισκόταν στην έξοδο του φαραγγιού του Αχέροντα ονομάστηκε Γλυκή. Από το όνομα του Αϊ-Δονάτου η πόλη της Παραμυθιάς και τα περίχωρά της ονομάζονταν Αϊδονάτι. Καζάς Αηδονάτου γραφόταν η επαρχία στα τούρκικα κατάστιχα.

Το Νεκρομαντείο της Εφύρας είναι κτίσμα του 3ου προχριστιανικού αιώνα. Μέχρι και έναν σεληνιακό μήνα παρέμεναν οι χρηστηριαζόμενοι για να μυηθούν στην πολύπλοκη διαδικασία επαφής με τους αγαπημένους τους νεκρούς. Μια διαδικασία σκοτεινή και απόλυτα σιωπηλή.

Προτού εισέλθουν στην ιερή αίθουσα μασούσαν σπόρους, φύλλα και κουκιά που προκαλούσαν ζάλη και οπτασίες, στα πλαίσια της στέρησης των αισθήσεων που επέβαλε η όλη διαδικασία. Με τέτοια κουκιά και σπόρους βρέθηκαν γεμάτα πιθάρια στο Νεκρομαντείο. Για τον εξαγνισμό του ιερού χώρου θυμιάτιζαν με καιόμενο θειάφι. Ο χρηστηριαζόμενος περνούσε από το ιερό της Περσεφόνης, όπου άφηνε το τάμα του, εισερχόταν στον περίβολο και δια της μεγάλης δυτικής πύλης στον βόρειο διάδρομο. Εχανε πια το φως της ημέρας και προετοιμαζόμενος για την επαφή με τους νεκρούς υποβαλλόταν σε μυστηριακές τελετές. Ετρωγε ορισμένο φαγητό (χοιρινό, θαλασσινά, οστρακοειδή), πλενόταν, μασούσε ναρκωτικούς καρπούς και φέροντας μαζί του το αγγείο με τα άλφιτα (χοντροαλεσμένα δημητριακά) και δύο λιθάρια προχωρούσε για τον ανατολικό διάδρομο.

Αποτροπιαστικά σύμβολα και ιερές σπονδές
Προτού εισέλθει στον δεύτερο διάδρομο έριχνε δεξιά του τη μία πέτρα για να αφήσει το κακό πίσω του (αποτρόπαια λίθος) και έπλενε συμβολικά τα χέρια του σε πιθάρι με νερό που ήταν τοποθετημένο στην είσοδο (η πρακτική επιβιώνει μέχρι και τις μέρες μας, καθώς στην Ηπειρο εξακολουθούν μετά τις κηδείες να ρίχνουν νερό πίσω τους). Ο οδηγός-μαντολόγος ψιθύριζε ευχές και ιερά, ακατάληπτα λόγια επικαλώντας και προτρέποντας τους χθόνιους θεούς να επιτρέψουν την επικοινωνία του χρηστηριαζομένου με τα φαντάσματα των νεκρών. Στον ανατολικό διάδρομο που ακούγονταν τα μακάβρια γαβγίσματα του Κέρβερου ο χρηστηριαζόμενος προχωρούσε σε έναν μαιανδρικό λαβύρινθο που συμβόλιζε την περιπλάνηση των ψυχών στον Αδη και το αδιέξοδο της ανθρώπινης ζωής και από εκεί εισερχόταν στο κυρίως ιερό.

Μπαίνοντας έριχνε και τον δεύτερο αποτρόπαιο λίθο για να εξορκιστεί το κακό από πάνω του και έκανε σπονδές με μέλι, κρασί, γάλα και λάδι θέλοντας να εξευμενίσει τη ζήλια των νεκρών για τους ζωντανούς και τον Επάνω Κόσμο. Την ίδια στιγμή που οι ιερείς έκαιγαν δάφνες και λιβάνια ο χρηστηριαζόμενος αντίκριζε στο βάθος της ιερής αίθουσας τη σκιά του ειδώλου του νεκρού. Εδώ προκύπτει και το μεγάλο ερώτημα. Ηταν οι ιερείς μύστες και πνευματιστές που νόμιζαν ότι πράγματι έρχονταν σε επαφή με την άλλη πλευρά ή μήπως έστηναν μια καλοστημένη παράσταση θεάτρου σκιών εκμεταλλευόμενοι τη συγκίνηση και τις παραισθήσεις των χρηστηριαζομένων;

Ειδυλλιακή βαρκάδα κοντά στις εκβολές του Αχέροντα.

Οι πρωταγωνιστές του μύθου
Κάποιοι πιο επώνυμοι, πάντως, είχαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν απευθείας επίσκεψη στον Κάτω Κόσμο. Ο μουσικός Ορφέας μην αντέχοντας τον χωρισμό της πολυαγαπημένης του Ευρυδίκης κατέβηκε στον Αδη και με τη λύρα του συγκίνησε τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη που του επέτρεψαν να την πάρει μαζί του με την προϋπόθεση να μη γυρίσει να την κοιτάξει μέχρι να ανέβει στη γη.

Ο ανυπόμονος Ορφέας αθέτησε την υπόσχεση και η Ευρυδίκη εξαφανίστηκε. Από κοντά και τα πρωτοπαλίκαρα του αρχαίου κόσμου. Ο Ηρακλής και ο Θησέας.

Συγκλονιστική, ίσως η συγκλονιστικότερη απ’ όλες, είναι και η κάθοδος του Οδυσσέα στον Αδη ύστερα από τη συμβουλή της Κίρκης να συναντήσει εκεί τον νεκρό μάντη Τειρεσία για να μάθει τι ακόμα του επιφυλάσσει η μοίρα στο ταξίδι του για την Ιθάκη.

«Εμπα στο καράβι σου και ο βοριάς θα σε οδηγήσει στον Αχέροντα. Μη φοβηθείς. Εμπα μέσα στον ωκεανό του ποταμού δέσε το καράβι σου και πεζός τράβα για τον Αδη. Θα δεις δάσος από λεύκες και ιτιές. Είναι το δάσος στο βασίλειο της Περσεφόνης. Εκεί που ο Πυριφλεγέθοντας πέφτει στον Αχέροντα και σμίγουν με τον Κωκυτό υπάρχει βράχος, κομμάτι της Στύγας. Ανέβα ψηλά και κάνε σπονδές και θα δεις να πετάγονται μέσα από το Ερεβος μιλιούνια οι ψυχές των νεκρών μαζί με την ψυχή του Τειρεσία.»

Εφτασε ο Οδυσσέας, ακολουθώντας κατά γράμμα τις συμβουλές της Κίρκης και εξιλέωσε την Περσεφόνη με παρακάλια, θυσιάζοντας στους νεκρούς, χύνοντας κρασί και μέλι. Πετάχτηκαν από τη χαράδρα του βράχου μελίσσι οι ψυχές. Ο Οδυσσέας μιλάει με τον Τειρεσία, συναντιέται με τον Αγαμέμνονα που κλαίει σαν παιδί για τη δολοφονία του, συναντά τον Αχιλλέα που επιστρέφει απ’ το λιβάδι με τους ασφόδελους, γεμάτος χαρά που άκουσε καλά λόγια για τον γιο του, Νεοπτόλεμο.

Ένας παλιός, πέτρινος νερόμυλος στο μονοπάτι για το Σούλι.

Βλέπει ακόμα τον Τάνταλο να σκύβει σκασμένος από τη δίψα να πιει νερό κι εκείνο να χάνεται και τον Σίσυφο να παιδεύεται στο απέναντι βουνό να ανεβάσει το θεόρατο λιθάρι και μόλις το φτάνει στην κορυφή, να του κατρακυλάει. Τέλος, συναντά και συνομιλεί με τη μητέρα του, Αντίκλεια, που είχε αφήσει ζωντανή φεύγοντας από την Ιθάκη, στη λυρικότερη και συγκινητικότερη ίσως στιγμή της Οδύσσειας.

-«Την είδα και τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα, η ψυχή μου λύπη»

-«Γιε μου πώς ήλθες ζωντανός στο ζοφερό σκοτάδι

δύσκολο είναι όσοι ζουν να δουν τον κόσμο τούτο…»

Ιστορικές επιδρομές και αρχαιολογικές ανασκαφές
Το 167 π.Χ. το Νεκρομαντείο δέχεται σφοδρή επίθεση από τους Ρωμαίους του Αιμίλιου Παύλου. Οι μάντεις και το προσωπικό του ιερού μανταλώνουν τις πόρτες και αντιστέκονται. Ο εχθρός βάζει σε ενέργεια τις πολιορκητικές μηχανές και οι τοίχοι σπάζουν. Ο,τι γλιτώνει από τους καταπέλτες παραδίδεται στην πυρά.

Κι όμως, το κάψιμο του Νεκρομαντείου από τους Ρωμαίους και το θάψιμο των ερειπίων του ίσως και να έσωσε το μοναδικό αυτό μνημείο της αρχαιότητας από την ολοκληρωτική καταστροφή. Οι γεροντότεροι στο Μεσοπόταμο θυμούνται ότι σαν παιδιά κατρακυλούσαν λιθάρια από τον λόφο ενώ θυμούνται και κάποιους Ιταλούς που το 1914 ανέβηκαν στον λόφο φόρτωσαν δεκαπέντε άλογα και αναχώρησαν ανενόχλητοι για την πατρίδα τους. Το 1958 ύστερα από τις επίμονες προσπάθειες του Σπύρου Μουσελίμη, επιμελητή αρχαιοτήτων, λογοτέχνη και ακούραστου ερευνητή της θεσπρωτικής γης αρχίζουν ανασκαφές στον λόφο του Αγιου Γιάννη του Πρόδρομου από τον Σωτήρη Δάκαρη (1916-1996), πανεπιστημιακό καθηγητή και πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που συνεχίζονται μέχρι και το 1964, που αποκαλύπτεται ολόκληρος ο χώρος του Νεκρομαντείου, των διαδρόμων, του δωματίου και του περιβόλου.

Οι πλούσιοι βιότοποι του άγριου ποταμού
Το οδοιπορικό στον Αχέροντα θα ακολουθήσει πορεία ανάποδη από τη ροή του ποταμού και το πλωτό ταξίδι του Χάροντα. Με αφετηρία το χωριό Γλυκή θα επιχειρούσα την «Αχέροντος ανάβαση» στις Πύλες του Αδη. Ο ποταμός, εγκαταλείποντας το, σχεδόν μονίμως σκιερό φαράγγι του μετά τη Γλυκή, κυλούσε προς τα δυτικά, τροφοδοτούσε τη βαλτώδη λίμνη Αχερουσία και από εκεί συνέχιζε την πορεία του έως τις κοντινές εκβολές του.

Στο Αλωνάκι της Αμμουδιάς με τα σμαραγδένια νερά.

Μετά την οριστική αποξήρανση της λίμνης Αχερουσίας τη δεκαετία του ’50 με σκοπό την δημιουργία της εύφορης πεδιάδας του Φαναρίου, ο μυθικός ποταμός συνεχίζει πλέον απευθείας τη ροή του προς το μεγάλης φυσικής αξίας οικοσύστημα του Δέλτα του. Δύο αξιοσημείωτοι ελώδεις υγρότοποι σχηματίζονται. Το μεγάλο έλος της Αμμουδιάς και το μικρότερο της Βελανιδοράχης καλύπτονται από χιλιάδες καλαμιές, βούρλα, σκλήθρα, φράξους και αλμυρίκια. Περισσότερα από 150 είδη πουλιών έχουν παρατηρηθεί στην περιοχή των εκβολών του Αχέροντα καθιστώντας ιδιαίτερα αξιόλογη την ορνιθοπανίδα της περιοχής.

Η χλωρίδα του Δέλτα περιλαμβάνει 415 είδη. Ανάμεσά τους και είδη με περιορισμένη εξάπλωση, όπως το ρακοβότανο, η λουίζα, η κραμπουτσάνα, αλλά και ο πανέμορφος λευκός κρίνος της θάλασσας που σχηματίζει μικρά λιβάδια στις αμμούδες των εκβολών. Η μαγεία της περιοχής των εκβολών του ποταμού συμπληρώνεται από την εντυπωσιακή παραλία της Αμμουδιάς, του Αμονιού, της Λούτσας και του κόλπου του Οδυσσέα. Ισως ο καλύτερος τρόπος για τη γνωριμία με την περιοχή του Δέλτα να είναι το μικρό ποταμόπλοιο που πραγματοποιεί εκδρομές από το ποτάμιο λιμάνι της Αμμουδιάς μέχρι και το χωριό Μεσοπόταμος. Πρόκειται μάλιστα για την ίδια διαδρομή που ακολούθησε κι ο Οδυσσέας αναζητώντας τον νεκρό μάντη Τειρεσία στο βασίλειο του Πλούτωνα…

Τα περίφημα πηγάδια του Σουλίου.

Το δυσπρόσιτο ανάγλυφο στα περίφημα Στενά
Από το χωριό Γλυκή (περίπου 20 χλμ. από τις εκβολές) ξεκινά το μονοπάτι που διασχίζει το περίφημο φαράγγι του Αχέροντα. Η Σκάλα της Τζαβέλαινας ανηφορίζει στα στενά και το αχολόγημα του ποταμού γίνεται όλο και εντονότερο. Το δυσπρόσιτο ανάγλυφο της περιοχής των Στενών του Αχέροντα, η τραχύτητα των γύρω βουνών, η πλούσια βλάστηση και τα καθαρά και ορμητικά νερά του ποταμού συνθέτουν ένα τοπίο ιδιαίτερης ομορφιάς. Σε αρκετά τμήματα εκεί που η ροή του το καλοκαίρι είναι ομαλή, σχηματίζονται νερόλακκοι και μικρές λίμνες, τόποι ιδανικοί για τη διαβίωση πολλών αμφιβίων και ψαριών. Σε άλλες πλευρές, ο ποταμός κυλά ορμητικά μέσα από κατακόρυφους και ψηλούς βράχους. Κάποιες φορές το ύψος τους ξεπερνά κατά πολύ τα 100 μέτρα, ενώ το πλάτος του ποταμού στα σημεία αυτά φτάνει τα δύο μέτρα.

Στις βραχώδεις πλαγιές των Στενών του Αχέροντα φωλιάζουν πολλά είδη αρπακτικών πουλιών, όπως γερακίνες, ξεφτέρια, βραχοκιρκίνεζα, ασπροπάρηδες και φιδαετοί. Μεγάλα θηλαστικά, όπως λύκοι και αγριογούρουνα, αναζητούν τροφή και καταφύγιο στις δασωμένες πλαγιές του φαραγγιού, ενώ άλλα θηλαστικά της περιοχής των Στενών είναι η αλεπού, ο ασβός, το πετροκούναβο, η νυφίτσα, η αγριόγατα και ο δασοποντικός. Στα νερά του ποταμού ζει η βίδρα, ένα σπάνιο υδρόβιο θηλαστικό που ζει μόνο σε καθαρά νερά με πλούσια παρόχθια βλάστηση. Τέλος, στα νερά του Αχέροντα αναπαράγονται περισσότερα από εννέα είδη ψαριών, ένα από τα οποία είναι ο περίφημος αχερωνογοβιός, ένα ενδημικό είδος που πήρε το όνομα του ποταμού.

Με πενήντα λεπτά πορεία φτάνω στη γέφυρα του Ντάλα. Ασπρα βράχια σκαλισμένα από τον χρόνο και το νερό. Το μονοπάτι διακόπτεται από το Τσαγγαριώτικο ρέμα. Από εδώ, μία ώρα ανηφορική διαδρομή οδηγεί στο ιστορικό χωριό Σαμονίβα, στο Μέσα Σούλι.

Το ιερό του Νεκρομαντείου Μεσοποτάμου, όπου οι αρχαίοι έπαιρναν τον χρησμό.

Τα ανυπότακτα Σουλιωτοχώρια αντιστάθηκαν για χρόνια σθεναρά στον Αλή Πασά και τελικά -όπως σε πολλές περιπτώσεις στην Ιστορία μας- βρέθηκε ο προδότης για να δώσει τη λύση. Ο Πήλιος Γούσης πρόδωσε το Σούλι και ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκι στέλνοντας στον άλλο κόσμο Τούρκους και Σουλιώτες.

Ηρωικοί τόποι γεμάτοι κάστρα, δάση και γεφύρια
Το εντυπωσιακό Κάστρο της Κιάφας (μαζί με τα χωριά Σαμονίβα, Αβαρίκο και Σούλι αποτελούσαν το περίφημο τετραχώρι, τον πυρήνα της αυτόνομης ομοσπονδίας των Σουλιωτών) με άφησε άφωνο με το μέγεθος και την οχύρωσή του πάνω στο απόκρημνο βουνό. Μετά την πτώση του Σουλίου, ο Αλή Πασάς επισκεύασε το κάστρο και εγκατέστησε μόνιμη φρουρά. Το φρούριο της Κιάφας -που σώζεται σχεδόν ακέραιο- αποτελεί και το ύστατο σημείο άμυνας των Σουλιωτών κατά τη δεύτερη και οριστική εκδίωξή τους το 1822.

Επιστροφή στη γέφυρα του Ντάλα και περπάτημα σε μονοπάτι με νοτιοανατολική κατεύθυνση και επίπονη πορεία που οδηγεί στις Πύλες του Αδη κοντά στο χωριό Σεριζιανά. Στη θέση Ταμπουράκια στη χαρακτηριστική στροφή του ποταμού προς την Ανατολή ένα δάσος με πυκνές ιτιές που αχνίζει από την πρωινή δροσιά. Μια εικόνα συναρπαστική και συνάμα απόκοσμη που ταιριάζει απόλυτα με την περιγραφή της Κίρκης για το δάσος της Περσεφόνης. Κυκλάμινα, ίριδες, ανεμώνες, νάρκισσοι αλλά και φτέρες, ασφάκες και σκυλοκρεμμύδες.

Περπατώντας στον περίβολο στο Κούγκι.

Το Κάστρο της Κιάφας κρέμεται στα βράχια του φαραγγιού. Η θέα και η βοή του ποταμού γίνονται πιο συγκλονιστικές. Το μονοπάτι παρουσιάζει κάποιες δυσκολίες, ιδιαίτερα για όσους υποφέρουν από υψοφοβίες. Σκαλοπάτια και προστατευτικά κιγκλιδώματα έχουν τοποθετηθεί για το πέρασμα των δύσκολων σημείων. Αντικρίζω επιτέλους τις Πύλες του Αδη, το λιμάνι του θλιβερού βαρκάρη Χάροντα, τον τόπο όπου ο Ηρακλής πάλεψε με τον Κέρβερο. Τα λόγια τα δικά μου μάλλον περιττεύουν μπροστά στην εικόνα άγριας ομορφιάς και την τρομακτική βοή του μυθικού ποταμού που κυλά με ορμή ανάμεσα στα βράχια, οδηγώντας τις ψυχές στο βασίλειο του Πλούτωνα. Καλύτερα να μιλήσουν οι στίχοι από την ανεπανάληπτη δημοτική μας παράδοση.

Στο χαροπόταμο πλέει η κόρη
σκιά ωχρόλυπη με τ’ άξιο αγόρι
Στη μαύρη βάρκα του στέκετ’ ο Χάρος
και στον Αχέροντα πάει κουρσάρος.
Ακούει το μούγκρισμα το ερημάδι
του στοιχειού τ’ άγριου κάτου στον Αδη
και τρέμει σύγκορμη κατασκιασμένη
που παίνει η άμοιρη, τι την προσμένει;

Κείμενο – Φωτογραφίες: Αντώνης Δήμας. Πηγή: Έθνος

Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων

Το Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και χαράδρας Αράχθου γεωγραφικά εκτείνεται στις ορεινές περιοχές, των νομών Ιωαννίνων, Άρτας και Τρικάλων (Κεντρική οροσειρά Πίνδου) είναι μια ανοιχτή χερσαία περιοχή περίπου 820 τετρ. χλμ. που ο  κύριος σκοπός ίδρυσής του είναι η διατήρηση της φυσικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς, καθώς και της άγριας ζωής, παράλληλα με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται με την προστασία της φύσης, έτσι ώστε όλα τα γνωρίσματα, φυσικά, ιστορικά και πολιτιστικά της προστατευόμενης περιοχής να διατηρηθούν ανεπηρέαστα για τις μελλοντικές γενιές.

Η πανίδα στο Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό χερσαίων, υδρόβιων και ιπτάμενων ασπονδύλων, αμφίβιων, ερπετών, πουλιών και θηλαστικών. Όσον αφορά στα σπονδυλόζωα έχουν καταγραφεί συνολικά 197 είδη, ενώ οι υπάρχουσες μελέτες που αφορούν τα ασπόνδυλα είναι περιορισμένες και ως σήμερα παραμένει άγνωστος ο αριθμός των ειδών που ζουν στα ενδιαιτήματα της περιοχής. Στα αλπικά λιβάδια ζουν πολλά είδη πεταλούδων, αλλά και νυχτοπεταλούδων. Ορισμένα είδη πεταλούδων έχουν περιορισμένη παγκόσμια εξάπλωση και κάνουν στην περιοχή μια από τις λιγοστές εμφανίσεις τους στον ελλαδικό χώρο.

The Spotted Fritillary- Melitaea didyma

Εκτός από τα Λεπιδόπτερα, ενδημισμός παρατηρείται και σε άλλες οικογένειες των εντόμων όπως τα ορθρόπτερα, τα κολεόπτερα και τα χερσαία ασπονδύλα, τα οποία αν και δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά στο ευρύ κοινό, έχουν ιδιαίτερη επιστημονική και βιογεωγραφική αξία.

The moth – Zygaena transalpina

Στα κρυστάλλινα νερά των παραπόταμων του Αράχθου και του Αχελώου ζουν 7 είδη ψαριών, ενώ ακόμη διατηρούνται ορισμένοι αμιγείς πληθυσμοί της άγριας πέστροφας. Στα ρέματα, τα υγρά αλπικά λιβάδια, στους εποχικούς νερόλακκους της περιοχής αναπαράγονται 6 είδη αμφιβίων. Ο ελληνικός βάτραχος (Rana graeca) ζει κοντά στην κοίτη των ορεινών ρεμάτων, η κιτρινομπομπίνα συναντάται σε υγρές θέσεις με βλάστηση, ενώ οι φρύνοι και οι σαλαμάνδρες μετά την περίοδο αναπαραγωγής τους βρίσκουν καταφύγιο στα δάση.

Η Κίτρινη μπομπίνα (The Yellow – bellied toad)

Στα διαφορετικά ενδιαιτήματα του πάρκου βρίσκουν καταφύγιο 19 είδη της ερπετοπανίδας (1 χερσαία χελώνα, 8 είδη σαυρών και 10 είδη φιδιών). Οι πληθυσμοί πολλών ειδών αυτής της παρεξηγημένης ομάδας ζώων, έχουν μειωθεί, λόγω των πιέσεων από ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Τα ερπετά είναι σημαντικά για τα οικοσυστήματα και στις τροφικές αλυσίδες τόσο ως θηρευτές όσο και ως θηράματα.

Η σαλαμάνδρα της φωτιάς (The Fire salamander)

Όλα τα είδη των ερπετών προστατεύονται σύμφωνα με την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ενώ για ορισμένα είδη όπως τα φίδια (Elaphe quatuorlineata, Zamenis situla), η μεσογειακή χελώνα (Testudo hermanni), ισχύει πιο αυστηρό πλαίσιο προστασίας και σαν χώρα έχουμε αναλάβει την υποχρέωση να εφαρμόσουμε ειδικότερα μέτρα, προκειμένου να προστατεύσουμε τους πληθυσμούς τους. Επιπλέον, στο Εθνικό Πάρκο καταγράφηκε για πρώτη φορά η παρουσία της οχιάς των λιβαδιών (Vipera ursinii) που αποτελεί ενδημικό υποείδος της οροσειράς της Πίνδου.

Όρνιο (The Griffon Vulture)

Η περιοχή φιλοξενεί σημαντικό αριθμό στρουθιόμορφων και αρπακτικών πτηνών (περίπου 150 είδη). Η παρουσία πολλών ειδών των αρπακτικών, καθώς και πολλών μεγάλων θηλαστικών δικαιολογεί και την αναγκαιότητα θεσμοθέτησης της περιοχής ως Εθνικού Πάρκου. Συνολικά συναντώνται εδώ 36 είδη αρπακτικών των οικογενειών Accipitridae, Falconidae. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos),  το Όρνιο (Gyps fulvus), το βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus), ο Πετρίτης (Falco peregrinus) κ.α..

Αετομάχος (The Red – backed shrike)

Στα κωνοφόρα δάση φωλιάζουν 7 ειδών δρυοκολαπτών μεταξύ αυτών ο μαύρος δρυοκολάπτης (Dryocopus martius), ενώ οι ορθοπλαγιές του Λάκμου και των Τζουμέρκων αποτελούν κατάλληλο ενδιαίτημα φωλεοποίησης για αρκετά ορεινά είδη, όπως ο χιονόστρουφος (Montifringilla nivalis), η χιονάδα (Eremophila alpestris), τα οποία αναζητούν τη λεία τους στα αλπικά και υποαλπικά λιβάδια της περιοχής.

The Greater Horseshoe bat

Το Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και Χαράδρας Αράχθου αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική περιοχή για τα θηλαστικά, καθώς στα διαφορετικά ενδιαιτήματα της περιοχής έχει καταγραφεί η παρουσία του ¼ των ειδών των θηλαστικών που απαντώνται στην Ελλάδα (30 είδη θηλαστικών που ανήκουν σε 17 οικογένειες). Πιο αναλυτικά, στην περιοχή ζουν 4 είδη εντομοφάγων (Insectivora), ένα είδος λαγόμορφου (Lagomorpha), και 8 είδη τρωκτικών (Rodentia), 4 είδη πληφόρων αρτιοδάκτυλων θηλαστικών (Artiodactyla) και 8 είδη σαρκοφάγων θηλαστικών.

Στα σπήλαια και στις σχισμές των βράχων ζουν τουλάχιστον 5 είδη χειροπτέρων (οικογενειες Rhinilophidae και Vespertilionidae), τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας εξαιτίας της καταστροφής των ενδιαιτημάτων τους.

Αγριόγιδο

Η παρουσία της Αρκούδας (Ursus arctos) είναι αισθητή στο μεγαλύτερο τμήμα του Εθνικού Πάρκου, η οποία για να ικανοποιήσει τις τροφικές της ανάγκες μετακινείται σε μεγάλες αποστάσεις. Η ευρύτερη περιοχή αποτελεί το νοτιοδυτικό όριο της γεωγραφικής εξάπλωσης της αρκούδα στη χώρα μας. Ο αγριόγατος (Felis sylvestris), είναι ένα εντυπωσιακό αιλουροειδές που μπορεί να σας ξαφνιάζει αν αποφασίσετε να διαβείτε τα δασωμένα μονοπάτια στο Εθνικό Πάρκο. Οι καλοί ιχνηλάτες, σίγουρα θα βρουν βιοδηλωτικά ίχνη της βίδρας (Lutra lutra) κατά μήκος των οχθών των ποταμών, παρόλο που τα τελευταία χρόνια οι πληθυσμοί της έχουν μειωθεί σημαντικά, σε παγκόσμιο επίπεδο, εξαιτίας της ανθρώπινης όχλησης και της μείωσης της τροφής της.

Το Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra balcanica), διατηρεί μικρούς πληθυσμούς τα Τζουμέρκα και συναντάται σε επικλινείς καλυμμένες με δάση πλαγιές που καταλήγουν προς τα πάνω σε απόκρημνες κορυφές με σάρες, λούκια και περισσότερο ή λιγότερο οριζόντια διαζώματα με άφθονη ποώδη βλάστηση που συνήθως γειτνιάζουν αναλόγως του υψομέτρου με υπαλπικά λιβάδια. Η παρουσία του Ζαρκαδιού (Capreolus capreolus) αποτελεί ενδείκτη της πολυμορφίας και της ποικιλότητας των οικοσυστημάτων του Εθνικού Πάρκου.

Όσον αφορά στα κτηνοτροφικά είδη, αξίζει να αναφερθούμε στην εκτροφή του προβάτου καλαρρύτικης φυλής (μπούτσικο) από τους κατοίκους των χωριών Καλαρρύτες και  Συρράκο. Οι παλιοί κτηνοτρόφοι υποστηρίζουν ότι τα πρόβατα αυτής της φυλής προήλθαν από τη διασταύρωση του Ορεινού Ηπειρωτικού προβάτου με το πρόβατο της φυλής comisana, άτομα της οποίας μεταφέρθηκαν από τη Σικελία, στα μέσα του18ου αιώνα, από Συρρακιώτες εμπόρους με σκοπό την παραγωγή μαλλιού καλύτερης ποιότητας. Ο συνολικός πληθυσμός αυτής της φυλής στην Ελλάδα ανέρχεται σε 5.000 άτομα.

πηγή: tzoumerka-park.gr

Η γέφυρα της Επισκοπής

Η γέφυρα της Επισκοπής συνδέει τους νομούς Ευρυτανίας και Αιτωλοακαρνανίας και δημιουργήθηκε μαζί με την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, σε υψόμετρο 300 μέτρων και χτίστηκε πάνω απ’ το ομώνυμο χωριό που χάθηκε στα νερά της λίμνης.

episkopi1

Η Επισκοπή ήταν ένα μεγάλο χωριό, στο σημείο που περνούσε ο ποταμός Μέγδοβας. Το μέρος ήταν πεδινό, το πιο εύφορο του νομού Ευρυτανίας, και το χωριό βρισκόταν ακριβώς πάνω στον οδικό άξονα που συνδέει το Καρπενήσι με το Αγρίνιο. Το 1965, άρχισε η κατασκευή του φράγματος των Κρεμαστών το οποίο δημιούργησε την ομώνυμη τεχνητή λίμνη τα νερά της οποίας κατέκλυσαν την Επισκοπή και τα άλλα μικρότερα χωριά της περιοχής.

episkop2

Οι κάτοικοι του χωριού, αφού πήραν κάποιες αποζημιώσεις για τις χαμένες τους περιουσίες, εγκατέλειψαν την περιοχή και εγκαταστάθηκαν κυρίως στο Αγρίνιο αλλά και σε άλλες πόλεις όπως στο Καρπενήσι, στη Λαμία, στην Αθήνα, αλλά και στο εξωτερικό. Κάποιοι κάτοικοι, ωστόσο, παρέμειναν στην περιοχή και έχτισαν το σημερινό μικρό χωρίο που βρίσκεται δίπλα από τη γέφυρα που ενώνει Ευρυτανία και Αιτωλοακαρνανία. Απέναντι ακριβώς, στην πλευρά της Αιτωλοακαρνανίας βρίσκεται το χωριό Ψηλόβραχος.

episkop3

Στο παλιό χωριό, βρισκόταν ο ναός της Παναγίας της Επισκοπής, από τα σπουδαιότερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας. Ο ιστορικός αυτός ναός υπήρξε κατά τα Βυζαντινά χρόνια έδρα της Επισκοπής Λιτζάς και Αγράφων και μαρτυρά τη σπουδαιότητα του χωριού κατά την εποχή εκείνη. Υπολογίζεται πως δημιουργήθηκε κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (8ος – 9ος αιώνας). Όταν αποφασίστηκε η κατασκευή της τεχνητής λίμνης έγιναν έρευνες στο ναό και ανακαλύφθηκαν τρία στρώματα τοιχογραφιών, του 8ου-9ου αιώνα, του 11ου και του 13ου. Οι τοιχογραφίες αφαιρέθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο των Αθηνών, όπου βρίσκονται και σήμερα.

πηγή: Wikipedia

Λίμνη Κρεμαστών : 50 χρόνια μετά… ένα οδοιπορικό στο χώρο και το χρόνο!

Αν στο μύθο της αρχαιότητας ο Ηρακλής νικώντας τον μεταμορφωμένο σε ταύρο Αχελώο, παίρνει το κέρας σαν σύμβολο της αφθονίας, στα Κρεμαστά η γνώση και η τεχνολογία στα χέρια των ανθρώπων που δούλεψαν εκεί μεταμορφώνουν την ορμή του σε ηλεκτρικό ρεύμα και τα νερά του σε μια τεράστια λίμνη, αλλάζοντας οριστικά το τοπίο και τη ζωή των ανθρώπων που κατοικούσαν κοντά του.

kremasta1

Από το 1955 η Ελλάδα προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της με πρώτη προτεραιότητα σ΄ ολόκληρη την ελληνική επικράτεια τον εκτεταμένο εξηλεκτρισμό της χώρας. Ανάμεσα στα φαράγγια και τα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας δημιουργούνται γαιοφράγματα και λίμνες που αλλάζουν οριστικά την εικόνα της. Το «ιδανικό» της εκβιομηχάνισης προσθέτει στο ελληνικό τοπίο νέα ιδεολογικά σύμβολα που εξυμνούν το βιομηχανικό πολιτισμό και τις αρετές της τεχνολογίας. Η μονόπλευρη ανάδειξη της νησιωτικής Ελλάδας που θεμελίωσε η μεταπολεμική τουριστική πολιτική, αγνοούσε την ομορφιά της άλλης Ελλάδας που σιγά–σιγά σήμερα ανακαλύπτουμε.

Πριν την έναρξη του έργου ο χώρος των Κρεμαστών και ότι κάλυψαν τα νερά της λίμνης είναι ένα κράμα όπου γη, άνθρωπος, παραδόσεις και το ίδιο το ποτάμι συνθέτουν ένα ενιαίο, σχεδόν κλειστό σύνολο. Η περιοχή διαθέτει μια απαράμιλλη φυσική ομορφιά και παρ’ ότι είναι φορτωμένη με σημαντικά ιστορικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία, παραμένει αθέατη και αναξιοποίητη.

gefyraepiskopis-boubourisgiannis-1

Αυτές τις εικόνες του φυσικού χώρου διαδέχονται εκείνες όπου η περιοχή αποψιλώνεται και το τοπίο τεμαχίζεται. Στα Κρεμαστά η φυσική αγριάδα του τοπίου αντιδιαστέλλεται με την επιβλητικότητα του συνεχούς υψούμενου φράγματος και των εργοταξίων που το περιβάλλουν. Γερανοί, βαριά μηχανήματα, αδρανή υλικά, συνθέτουν ένα τραυματισμένο τοπίο με την αθέατη πλευρά που αφορά τη συμμετοχή και των ντόπιων στο έργο.

Τα έργα στα Κρεμαστά σημάδεψαν με θετικές και αρνητικές επιπτώσεις έναν κόσμο που για αιώνες μέχρι τότε ζούσε έτσι όπως ο καθένας ήξερε και μπορούσε με τις παραδοσιακές ασχολίες, τα αγροτικά και την κτηνοτροφία. Όμως η εποχιακή αναζήτηση δουλειάς στο φράγμα, παράλληλα με τις ασχολίες τους σιγά- σιγά τους οδηγεί σε σταθερότερη εργασία, κάνοντας συνολικά επαναπροσδιορισμούς που τους απομακρύνει από το χθες.

kremasta2

Η διαδικασία αναζήτησης μεροκάματου και οι συνθήκες εργασίας καθορίζονταν από σημειώματα παραγόντων της εποχής, ανθρώπων των μηχανισμών και της εξουσίας με αντάλλαγμα τη χειραγώγηση και τον έλεγχο. Το Αγρίνιο αποτέλεσε το κέντρο διερχομένων για τα Κρεμαστά, από εκεί δίνονταν τα σημειώματα για τις εταιρίες όπου η παντοδυναμία του εργοδηγού και του επιστάτη ήταν αδιαμφισβήτητη.

Κάποια οικήματα στον οικισμό πάνω από το φράγμα αλλά και κοντά σ’ αυτό δέχονταν να ξεκουράζουν τα κουρασμένα απ’ τη δουλειά κορμιά των εργατών που συνωστίζονταν σ’ αυτά χωρίς όρια. Μια συμβίωση προβληματική, άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ελλάδας, κουβαλώντας ο καθένας τα δικά του βάσανα, συνυπήρχαν σε ασυντήρητα κτήρια, όπου οι πόρτες γίνονταν κρεβάτια και όταν έφευγε ο ένας για βάρδια, πήγαινε να κοιμηθεί ο άλλος. Από το ξεκίνημα των έργων η «Astoria», ένα καφέ-μπαρ στον οικισμό πάνω από το φράγμα  ήταν μετά την δουλειά, ο τόπος συνάντησης των συμπατριωτών μας για επικοινωνία, ένα τηλεφώνημα. Να πάρουν ή να στείλουν κάποιο μήνυμα ή λίγα χρήματα στην οικογένεια,  στα χωριά μας που όλο και κάποιος πήγαινε ή έρχονταν.

kremasta3

Οι συγκρούσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο. Για εργατική νομοθεσία και δικαιώματα ούτε λόγος. Η περιοχή μας παρά τους τραυματισμούς και τις αναπηρίες  συμπατριωτών δεν θρήνησε θύματα, από άλλες περιοχές όμως, άνθρωποι στοίχειωσαν με το αίμα τους το έργο φτάνοντας, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΔΕΗ, τους 30 νεκρούς τουλάχιστον!!! Η λαϊκή μας μούσα εκφρασμένη από άγνωστους παραδοσιακούς τραγουδοποιούς και οργανοπαίκτες αποτύπωσε αυτό τον τραγικό απολογισμό σε ένα 45αρι δισκάκι της εποχής του pic-up τότε και γινόταν ανάρπαστο τόσο απ’ τους εργάτες του τεράστιου αυτού έργου όσο και από τους κατοίκους στην περιοχή μας, «Κακό μεγάλο έγινε στα έργα του Αχελώου, σκοτώθηκαν πολλά παιδιά μέσα στις γαλαρίες…..»

kremasta4

Χαρακτηριστικό δείγμα υποτίμησης των μέτρων ασφαλείας και της ανθρώπινης ζωής από την ίδια την πολιτεία εκείνα τα …δίσεκτα  χρόνια, ήταν η αντιμετώπιση  μιας αυθόρμητης απόπειρας διαμαρτυρίας μετά από εργατικό δυστύχημα με ένα νεκρό στα έγκατα μιας από τις γαλαρίες όπου έφερε την Επιθεώρηση Εργασίας μόνο μέχρι τα γραφεία της εταιρίας στον οικισμό Ορφανού πάνω από το φράγμα και όχι στον τόπο του δυστυχήματος, ενώ έξω από τη γαλαρία ο εργοδηγός απ’ τη μια πλευρά της εισόδου και ο ταμίας της εταιρίας απ’ την άλλη, διάβαζαν τα ονόματα της βάρδιας και οι εργαζόμενοι στη σειρά είχαν να επιλέξουν αν θα μπουν μέσα για δουλειά ή θα περάσουν απ’ τον ταμία για εξόφληση και απόλυση. Για σωματείο βέβαια ούτε λόγος, εκείνα τα χρόνια  κάθε κίνηση για συνδικάτο ήταν αδιανόητη όχι μόνο από τους εργοδότες, αλλά από τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό.

kremasta5

Σε αυτή την σειρά έξω από την γαλαρία που έπρεπε «να αποφασίσω με το πιστόλι  στον κρόταφο» βρέθηκα ό ίδιος ο γράφων σαν εργαζόμενος,  σε μια τρυφερή ηλικία, βίαιης ωρίμανσης  που σημάδεψε τη ζωή μου και την αντίληψη μου για τον κόσμο, το δίκιο και το άδικο, τα εργατικά δικαιώματα, στη δεύτερη φάση των έργων που συνεχίστηκαν για χρόνια και μετά την λειτουργία του φράγματος και την  δημιουργία της λίμνης.

Η ολοκλήρωση του έργου υπογραμμίζεται απ’ την κυριαρχία των πυλώνων που θα μεταφέρουν το ρεύμα, τις συντεταγμένες σήραγγες εκτροπής, την εγκατάσταση του εργοστασίου παραγωγής, τον τεράστιο υπερχειλιστή.

kremasta12

Το φράγμα δεν είναι μόνο ένα κολοσσιαίο έργο. Η κατασκευή του συνεργεί στη γένεση ενός καινούργιου τοπίου, καθώς η τεχνητή λίμνη δημιουργεί απρόβλεπτους νέους φυσικούς συσχετισμούς. Ο άνθρωπος, βέβαια, από την αρχαιότητα επιχειρούσε το δυναμικό έλεγχο των φυσικών στοιχείων με αναπόφευκτες κοινωνικές και αισθητικές συνέπειες. Έτσι και η δημιουργία της λίμνης γεννά ταυτόχρονα βίαιες ανατροπές, διαταράσσει τον κοινωνικό ιστό και θέτει αναπάντητα ερωτήματα κατά πόσο ορίζεται φυσικό τοπίο αυτό που απαρτίζεται από φυσικά στοιχεία αλλά δεν είναι, όμως, αποτέλεσμα φυσικής διαδικασίας.

Ο Ξεριζωμός

Πολλοί που ο τόπος τους θα χάνονταν κάτω απ’ τα νερά της λίμνης έπρεπε να αποφασίσουν για το μετά.

Ο χρόνος και η λήθη τείνει να σβήσει απ’ τις μνήμες μας τις συγκλονιστικές εικόνες μιας βίαιης ανατροπής και να χαθεί έτσι μία σημαντική πλευρά της ιστορίας των κατοίκων της περιοχής μας. Ο ξεριζωμός των χωριών μας που βρίσκονται στην κοίτη του Αχελώου με τους παραποτάμους του και μέσα στα προβλεπόμενα όρια της στάθμης της λίμνης , ήταν μια σκληρή δοκιμασία. Τα παιδιά μας πρέπει να ξέρουν ότι κάτω απ’ τη σημερινή ομορφιά της λίμνης, που η φύση δημιούργησε ξανά και μπορούν σήμερα να χαίρονται, υπάρχουν θαμμένα χωριά, υπάρχουν τα δάκρυα των ανθρώπων που ξεριζώθηκαν βίαια απ΄ τον τόπο τους, πληρώνοντας το τίμημα του εξηλεκτρισμού και της ανάπτυξης της σημερινής σύγχρονης Ελλάδας.

kremasta6

Το 1963 με την ολοκλήρωση του φράγματος για όσους είχαν χωράφια ή σπίτια που θα έπνιγε η λίμνη, άρχισε η διαδικασία καταγραφής των περιουσιακών τους στοιχείων προκειμένου να αποζημιωθούν. Την ίδια χρονιά η περιοχή μας δοκιμάζεται από πρωτοφανείς  πλημμύρες, χωριά ολόκληρα χάνονται κάτω από την λάσπη παίρνοντας μαζί τους για πάντα ανθρώπους, όπως στο Μικρό Χωριό, ένα κομμάτι της Τατάρνας, το παλιό χωριό Παλιοκάτουνο, τα Κέδρα και πολλά άλλα, ενώ ο Αχελώος τεράστιος και αγέρωχος δέχεται όλο αυτό τον όγκο νερού, χωρίς αντιπλημμυρικά έργα, πνίγει στη λάσπη τον κάμπο της  κοιλάδας του κι ένα μεγάλο μέρος απ΄ τα χωράφια που υπήρχαν εκεί δεν ξεχωρίζουν για να καταγραφούν. Τίτλοι ιδιοκτησίας δεν υπάρχουν και πολλά απ’ αυτά χαρακτηρίζονται σαν ιδιοκτησίας « ελληνικού δημοσίου». Αρκετοί συμπατριώτες μας  οδηγούνται μέσω των κομματαρχών στα γραφεία  των πολιτικών παραγόντων στη γνωστή πελατειακή λογική και σε ένα όργιο επιλεκτικών διευθετήσεων.

Η αυθαίρετη καταγραφή και αποτίμηση των αποζημιώσεων απ’ τη ΔΕΗ ξεσήκωσε αντιδράσεις και  διοργανώνεται συλλαλητήριο διαμαρτυρίας στη γέφυρα στο χωριό Σίδερα της Επισκοπής όπου συμμετέχουν όλα τα χωριά που ξεριζώνονταν και έχαναν τις περιουσίες τους. Όμως το μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα της εποχής δεν επιτρέπει τέτοιες «οχλοκρατικές και ύποπτα καθοδηγούμενες εκδηλώσεις» κατά της «καθεστηκυίας και εννόμου τάξεως». Τα τάγματα εφόδου της Χωροφυλακής επιτίθενται στους διαδηλωτές βάναυσα με δακρυγόνα και συλλήψεις και οδηγούν πολλούς στα κρατητήρια και τις φυλακές με βαριές κατηγορίες. Έτσι ένας αγώνας για να έχουν και οι ίδιοι οι κάτοικοι λόγο στον ξεριζωμό τους καταστέλλεται πριν ξεκινήσει…

kremasta7

Χαρακτηριστικό στοιχείο που καταγράφει και τη νοοτροπία της εποχής, ιδιαίτερα όσων έχαναν τα σπίτια τους, είναι οι εναλλακτικές προτάσεις της ΔΕΗ για αποκατάσταση των πληγέντων στον κάμπο του Αγρινίου, και κυρίως στα χωριά Μεγάλη Χώρα, Τριαντέικα, κ. α. όπου σήμερα ζουν και προοδεύουν οι συμπατριώτες μας και οι επίγονοι τους. Κυκλοφορούσαν στα χωριά μας οι κατόψεις των σπιτιών που η ΔΕΗ αναλάμβανε την υποχρέωση να παραδώσει στους δικαιούχους όπου προέβλεπαν ένα ή δυο δωμάτια, κουζίνα και λουτρό. Με το δικό μας χαρακτηριστικό τρόπο διακωμωδούνταν ιδιαίτερα η ύπαρξη λουτρού (wc) μέσα στο σπίτι και  εκφράζονταν η βεβαιότητα  ότι όλα αυτά είναι παραμύθια και ότι τίποτα δεν πρόκειται να γίνει, γι’ αυτό καλά θα κάναμε να προτιμήσουμε τις αποζημιώσεις σε χρήμα. Πολλοί με διάφορους τρόπους πέτυχαν και τα δύο, άλλοι προτίμησαν τα χρήματα. Η περιοχή μας βγαίνοντας μόλις από μια ανταλλακτική οικονομία όπου οι ανάγκες καλύπτονταν κύρια με ανταλλαγές προϊόντων και ο κόσμος δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένος με χρήματα και μάλιστα μεγάλα ποσά, για ένα διάστημα είχαμε διάφορα κωμικοτραγικά φαινόμενα αλόγιστης σπατάλης αυτών των χρημάτων χωρίς να πιάσουν τόπο και να αξιοποιηθούν σωστά, ευτυχώς από λίγους.

kremasta8

Οι μπουλντόζες αρχίζουν το γκρέμισμα, τα σπίτια ισοπεδώνονται και μόνο οι εκκλησίες παραμένουν όρθιες από το… «φόβο των Αγίων». Οι άνθρωποί μας μαζεύουν το κουράγιο τους και ότι μπορούν να πάρουν μαζί τους αναζητώντας νέους τόπους να στεγάσουν τα όνειρά τους Οι εικόνες είναι συγκλονιστικές: Οι άνθρωποι αρνούνται την οπισθοχώρηση της παράδοσης μπροστά στον καλπάζοντα εκσυγχρονισμό του οποίου γίνονται θύματα. Φορτώνουν ότι μπορούν να πάρουν μαζί τους, ακόμα και από τα γκρεμίσματα των σπιτιών τους, όπως ξυλεία, λαμαρίνες, πορτοπαράθυρα. Πολλοί δεν μπορούν να τους αποχωριστούν και ξεθάβουν τα κόκκαλα των νεκρών τους. Νέες πατρίδες τους υποδέχονται για να ξαναπιάσουν το κουβάρι της ζωής τους απ’ την αρχή, όχι όμως όπως ήξεραν, αλλά όπως βρήκαν.

kremasta13

Μαζί με το έργο ισοπέδωσης των κτιρίων, για ένα με δύο χρόνια εκατοντάδες συμπατριώτες μας ανέλαβαν να αποψιλώσουν και να εκμεταλλευτούν τα δάση μέχρι το ύψος της στάθμης που προβλέπονταν να φτάσουν τα νερά της λίμνης. Τσεκούρια, κόφτρες και για πρώτη φορά αλυσοπρίονα αποδεκάτισαν χιλιάδες στρέμματα δάσους με πουρνάρια, αριές, βαλανιδιές, πλατάνια και άλλα είδη ξυλείας  για την παραγωγή  καυσόξυλων και ξυλοκάρβουνου που αναπτύχτηκε σε συνεταιριστική βάση και για πολλά χρόνια αργότερα συνεχίστηκε σαν μια παράλληλη δραστηριότητα και συνέβαλλε στην τοπική οικονομία.

Η λίμνη άρχισε να κατακλύζει μέρα με τη μέρα τον τόπο. Κάτω απ’ τα νερά της χάνονται για πάντα σημαντικά μνημεία, γεφύρια, εκκλησίες, μοναστήρια, σπίτια, χωράφια, αλώνια. Από τα διάφορα ξάγναντα στα υψώματα περιφερειακά της λίμνης, οι άνθρωποι  καθημερινά παρακολουθούν την άνοδο της στάθμης και αποχαιρετούν με σπαραγμό αγαπημένα μέρη συνδεδεμένα απόλυτα με την ζωή τους και την ύπαρξη τους. Οι ξεριζωμένοι σφραγίζουν με ένα  τελευταίο θολό απ’ τα δάκρυα βλέμμα τον τόπο τους που θα διατηρείται μόνο στη μνήμη. Οι ηλικιωμένοι δεν θα ξαναγυρίσουν για να ταφούν στα χώματα που έζησαν.

kremasta9

Σε λίγο πάνω απ’ τα σπίτια και τα αγαπημένα μέρη θα περνά ένα φέρυ-μπόουτ για να τους μεταφέρει με τα τελευταία υπάρχοντά τους στο νέο τόπο που εγκαθίστανται. Τους δρόμους που διέκοψε η λίμνη αναλαμβάνουν τώρα να συνδέσουν τούτα τα φέρυ-μπόουτ. Δύο, τα μεγαλύτερα που ναυπηγήθηκαν επί τόπου, θα εξυπηρετήσουν με πορθμείο (για χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή της γέφυρας Επισκοπής) τον οδικό άξονα Καρπενησίου- Αγρινίου. Υπάρχουν ακόμα οι προβλήτες κάτω από το χωριό Αι Γιώργης από την πλευρά της Ευρυτανίας και πάνω από το πνιγμένο χωριό Αι Βασίλης από την πλευρά την Αιτωλ/νίας. Τα δύο μικρότερα φέρυ, κάθε Δευτέρα και Παρασκευή ξαναζωντανεύουν τις αυτοσχέδιες προβλήτες των παραλίμνιων χωριών από ανθρώπους που ακόμα δεν το παίρνουν απόφαση και πηγαινοέρχονται ανάμεσα στον παλιό και στον νέο τόπο διαμονής, μαζί με ζώα και πράγματα μέχρι την κατασκευή της γέφυρας Τατάρνας, ενός έργου με παγκόσμια κατασκευαστικά ρεκόρ και τεράστιο κόστος για την εποχή, που θα μπορούσε να ονομάζεται και «γέφυρα της ντροπής» αφού για 15 ολόκληρα χρόνια παρέμενε ανεκμετάλλευτη χωρίς δυνατότητες πρόσβασης και οδικής σύνδεσης και από τις δύο πλευρές της.

kremasta10

Το δρομολόγιο ξεκινά το πρωί  από την προβλήτα του Αι Βασίλη και συνδέει τα χωριά της Ευρυτανίας με αυτά του Βάλτου φτάνοντας μέχρι  τη Σιβίστα και τα στενά παλιά περάσματα του Αχελώου στο δρόμο για Εμπεσό. Επιστρέφει σε μια αντίστροφη πορεία το απόγευμα στον Αι Βασίλη με ανταπόκριση λεωφορείου για το Αγρίνιο. Οι ανύπαρκτοι δρόμοι της Ευρυτανίας και το μακρινό Καρπενήσι αναδείχνει τη νέα συγκοινωνία  σαν τη σωτήρια λύση επικοινωνίας για τα παραλίμνια χωριά, ενώ δεν είναι λίγα τα δρομολόγια εκτάκτου ανάγκης με  τα αυτοσχέδια φορεία στους ώμους των κατοίκων για να μεταφέρουν ασθενείς στις προβλήτες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ιδιαίτερα σημαντική στην διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης, των τοπίων και των πολιτιστικών και ιστορικών μνημείων που χάθηκαν  καθώς και της τραγικότητας των στιγμών αυτής της βίαιης ανατροπής είναι οι φωτογραφίες και το υλικό έτσι όπως καταγράφηκε και σώζεται από τον αείμνηστο Κώστα Μπαλάφα, έναν από του μεγαλύτερους Έλληνες φωτογράφους της Εθνικής μας Αντίστασης και της μεταπολεμικής Ελλάδας. Μεγάλο μέρος αυτού του υλικού διατέθηκε από τον φωτογράφο στο Μουσείο Φωτογραφίας της Θεσσαλονίκης και παρουσιάστηκε σε σχετική έκθεση πριν περίπου μια δεκαετία με τίτλο «Τα αντίρροπα ρεύματα του Αχελώου». μερικές από τις οποίες δημοσιεύουμε.

kremasta11

Οι ανατροπές όμως στη ζωή μας σαν συνέπεια αυτού του τεράστιου έργου δεν σταματούν εδώ. Ο σχηματισμός της λίμνης βάζει σε νέες περιπέτειες τον τόπο μας, αφού οι γεωλογικές μεταβολές που συντελούνται κατά την δημιουργία της  δημιουργούν τοπικούς σεισμούς και  νέα δεινά σε όσους απόμειναν στα χωριά μας. Ένα νέο κύμα ξεριζωμένων δίνει την  χαριστική βολή που μαζί με την φτώχεια  επιδεινώνουν την εγκατάλειψη με μία ανεπίστροφη πορεία μέχρι σήμερα. Χρόνο με το χρόνο οι κάτοικοι λιγοστεύουν, οι νέοι μας αναζητούν μια καλλίτερη ζωή μετανάστες στο εξωτερικό και στα μεγάλα αστικά κέντρα ή στο Καρπενήσι όπου τους παραχωρούνται οικόπεδα και κάποια δάνεια για να στεγαστούν. Νέες οικογένειες δημιουργούνται πλέον σπάνια, τα σχολεία κλείνουν, στα μελαγχολικά καφενεία και στις πλατείες λίγοι απόμαχοι συνθέτουν ένα σκηνικό εγκατάλειψης και παρακμής.

Τα μετέπειτα χρόνια της ψεύτικης ευημερίας και των επιδοτήσεων δεν στάθηκαν ικανά να αλλάξουν την μοίρα του τόπου. Το όνειρο του διορισμού στο δημόσιο που συντήρησαν και εξέθρεψαν οι ίδιοι πολιτικοί που μας κουνούν σήμερα το δάκτυλο για τους δημοσίους υπαλλήλους και ψηφίζουν «ναι σε όλα» για… να μας σώσουν, δρούσε αποτρεπτικά στο να δημιουργηθούν υποδομές και προϋποθέσεις για να  πιστέψουν όσοι παρέμειναν η ήθελαν να επιστρέψουν και να αξιοποιήσουν με τον κόπο τους. τις όποιες νέες αναπτυξιακές  δυνατότητες που διέθετε η περιοχή.

kremasta134

Σήμερα με τις  μνημονιακές πολιτικές, όλα αυτά τα έργα που κόστισαν τόσες δαπάνες, στερήσεις και πόνο για τον  εξηλεκτρισμό και την αναγκαία ανάπτυξη της χώρας μας, παραδίνονται βορά στα νύχια των διεθνών κερδοσκόπων απατεώνων που αποκαλούνται επενδυτές από τους ντόπιους εκπροσώπους τους, πωλούνται όσο-όσο διαψεύδοντας τις ελπίδες όσων θυσιαστήκαν στο βωμό για την αυτοδύναμη ανάπτυξη και για την ανεξαρτησία της χώρας μας. Τα υδροηλεκτρικά φράγματα και ολόκληρη η ΔΕΗ παραδίδονται στα ιδιωτικά συμφέροντα μαζί με όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τη δημόσια περιουσία και όλα αυτά ονομάζονται σωτηρία της χώρας μας. Τι και αν δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά κάθε χρόνο μετά τα μνημόνια, ξαναγυρίζουν στη λάμπα πετρελαίου και στην ξυλόσομπα, τι και αν το ρεύμα το νερό και άλλες παροχές όπως η παιδεία, η υγεία, από κοινωνικά αγαθά γίνονται εμπόρευμα, τι και αν το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής μας οδηγεί σε βαθύτερη ύφεση και ανεργία, γι’ αυτούς τώρα είναι η ευκαιρία και δεν θα την χάσουν, οι συνέπειες δεν τους αφορούν, αυτές αφορούν εμάς τα θύματα της πολιτικής τους. Γι’ αυτούς υπέρτατη αξία πάνω από τις ζωές μας είναι το κέρδος, έτσι αντιλαμβάνονται τη «σωτηρία της χώρας» πάνω στα συντρίμμια της κοινωνίας. Αυτή όμως είναι και η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι της οργής μας για να παρασύρει τα φράγματα και τις όποιες ακόμα αναστολές και ψευδαισθήσεις  μας συγκρατούν και ανεχόμαστε μια καταστροφή που ξαναγυρίζει τη ζωή μας πίσω σε κείνα τα χρόνια και που ξεδιάντροπα  την ονομάζουν «σωτηρία». Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα είναι μακριά αυτή η μέρα.

[youtube https://www.youtube.com/watch?v=i6j1ajUnEog]

ΥΓ. Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε το 2003 στο περιοδικό «Απεραντιακά» τεύχος 102 από τον Θωμά Κώτσια υπεύθυνο έκδοσης του περιοδικού και μέλος τότε του Δ.Σ. του Συλλόγου Απεραντίων, αναφέρονταν όμως στα όρια του τ. Δήμου Απεραντίων. Σήμερα στη μνημονιακή εποχή των μεγάλων ανατροπών και του ξεπουλήματος της ΔΕΗ, το άρθρο βελτιωμένο απ’ τον ίδιο με περισσότερα στοιχεία και γενικότερες αναφορές στο σύνολο της περιοχής μας, δημοσιεύεται  στο ιστολόγιο “Ευρυτάνας ιχνηλάτης” με αφορμή και τα 50 χρόνια από την μεγάλη κοινωνική και περιβαλλοντική ανατροπή που έφερε στη Δυτική Ευρυτανία και την γειτονική μας Αιτωλοακαρνανία.

Του Θωμά Κώτσια (πηγή: Ευρυτάνας ιχνηλάτης)

Τζουμέρκα

Τα Αθαμανικά Όρη, ή αλλιώς Τζουμέρκα, είναι ένας μεγάλος ορεινός όγκος της Κεντρικής Πίνδου με ποικιλόμορφο τοπίο, πλούσια βλάστηση στα χαμηλά και όμορφα αλπικά οροπέδια. Η παραδοσιακή ονομασία «Τζουμέρκα» σημαίνει «ελλέβορος» στα σλάβικα, ενώ η επίσημη ονομασία «Αθαμανικά» κατάγεται από το αρχαίο φύλο των Αθαμάνων που άκμασαν στη περιοχή τον 3ο αιώνα π.Χ.

tzoumerka1

Τα Αθαμανικά Όρη είναι μια μακρόστενη οροσειρά που εκτείνεται από βορά προς νότο σε ένα μήκος 30 χλμ. και οριοθετεί τρεις νομούς: Ιωαννίνων, Άρτας και Τρικάλων, χωρίζοντας σαν τείχος την Ήπειρο με την Θεσσαλία. Η οροσειρά χωρίζεται σε δύο κύρια τμήματα από το Μελισσουργιώτικο ποτάμι, την Κακαρδίτσα στα βόρεια που βρίσκεται στα όρια των νομών Ιωαννίνων και Τρικάλων και στα κυρίως Τζουμέρκα στα νότια που το μεγαλύτερο τμήμα τους ανήκει στον νομό Άρτας. Ψηλότερες κορυφές του βόρειου τμήματος είναι η Κακαρδίτσα (2.429 μ.), ο Καταραχιάς (2.299 μ.), η Χίλια εξήντα (2.253 μ.), η Τσούμα Πλαστάρι (2.188 μ.) και ο Κρυάκουρας (2.100 μ.), ενώ στα νότια ξεχωρίζουν το Καταφίδι (2.393 μ.),  η Στρογγούλα (2.107 μ.),το  Γερακοβούνι (2.211 μ.), το Αγκάθι (2.080 μ.) και η Σκλάβα (2.067 μ.).

Στα βόρεια ο ορεινός όγκος χωρίζεται από την Περιστέρα με τα ρέματα του Μονοδεντρίου και του Νέγρη, δυτικά καταλήγει στην κοιλάδα του Άραχθου, ανατολικά ορίζεται από τον ποταμό Αχελώο και στα νότια καταλήγει στα Όρη του Βάλτου. Το βουνό αποτελείται από ασβεστόλιθο και φλύσχη με ένα μεγάλο πλήθος πηγών και μικρών ποταμών να το διατρέχουν και να σχηματίζουν πολλούς καταρράκτες, οι οποίοι καταλήγουν στον Άραχθο και στον Αχελώο. Στα ανατολικά του βουνού απλώνονται τα δύο οροπέδια της Κωστελάτας, ένα από τα πιο ιστορικά βοσκοτόπια της Ελλάδας.

Τα Τζουμέρκα στο παρελθόν είχαν πυκνά δάση, αλλά με τα χρόνια έχουν υποστεί έντονη αποψίλωση, από την εκτεταμένη υλοτομία και την κτηνοτροφία. Στα χαμηλά και στις χαράδρες απαντώνται πουρνάρια, αριές, φυλίκια, κουμαριές, κουτσουπιές, κοκκορεβυθιές και δάφνες, πιο ψηλά αναπτύσσονται φυλλοβόλα όπως γάβροι, φράξοι, σφενδάμια, βελανιδιές, οστριές, καστανιές και λίγες οξιές, Στα ρέματα αναπτύσσονται πλατάνια, ιτιές και σκλήθρα, λίγο ψηλότερα αναπτύσσονται δάση κωνοφόρων (έλατα και μαυρόπευκα) και στις κορφές απλώνονται τα μεγάλα αλπικά οροπέδια της περιοχής με τα στεπόμορφα χορτολίβαδα.

tzoumerka2

Συνολικά, στην περιοχή των Τζουμέρκων έχουν καταγραφεί περισσότερα από 500 είδη φυτών, αλλά θεωρείται ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα καθώς το βουνό δεν έχει μελετηθεί διεξοδικά. Σημαντικά είδη της περιοχής είναι ο Solenanthus albanicus, οι ενδημικές Alchemilla fallax και A. plicatula, η κενταύρια Centaurea triamularia, το αγριογαρύφαλλο Dianthus sylvestris, η Alkanna noneiformis, ο Rhinanthus mediterraneus, το γάλιο Galium degenii, η Aubrieta scardica, η Achillea absinthoides, το Edraianthus graminifolius, η καμπανούλα Campanula rotundifolia, το Onosma helveticum, το Hieracium trikalense, το Sedum atratum, ο κρόκος Crocus veluchensis, ο κρίνος Lilium candidum, ο νάρκισσος Narcissus poeticus, η Saxifraga marginata, η φριτιλάρια Fritillaria thessala, οι αγριοπανσέδες Viola pyrenaica, V. orphanidis και πολλές ορχιδέες όπως οι Epipactis microphylla, Dactyloriza sambucina, D. saccifera, κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ανατολικές πλαγιές έχει διαπιστωθεί η παρουσία της ορχιδέας Ophrys insectifera, ενός σπάνιου είδους ορχιδέας της Ευρώπης που η Ελλάδα είναι το ανατολικότερο σημείο εξάπλωσης της.

Eκτιμάται ότι στην περιοχή απαντούν περίπου 100 είδη πουλιών μερικά από τα οποία είναι πολύ σπάνια όπως το όρνιο και ο ασπροπάρης. Άλλα αρπακτικά είδη που ζουν στο βουνό είναι ο χρυσαετός, ο σταυραετός, η γερακίνα, ο πετρίτης, το βραχοκιρκίνεζο, το διπλοσάινο, ο σφηκιάρης, το ξεφτέρι, ο μπούφος και ο φιδαετός. Η ορνιθοπανίδα συμπληρώνεται από είδη όπως βραχοτσοπανάκοι, μαύροι δρυοκολάπτες, σταυρομύτες, κιτρινοκαλιακούδες, κοκκινοκαλιακούδες, κοράκια, βουνοτσιροβάκοι, αετομάχοι, γυδοβυζάχτρες, γαλαζοκότσυφες, πυρροκότσυφες, τοιχοδρόμοι, χιονόσπινοι, χιονόστρουθοι, ενώ σημαντική είναι η παρουσία από σπάνιες πετροπέρδικες.

tzoumerka3(φωτ.: Πάνος Οικονόμου)

Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει την πολύ σπάνια οχιά των λιβαδιών (Vipera ursinii) με τα Τζουμέρκα να αποτελούν το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης στην Ευρώπη. Άλλα είδη είναι ο αλπικός τρίτωνας, η σαλαμάνδρα, η κιτρινομπομπίνα, ο γραικοβάτραχος, ο φρύνος, η πρασινόσαυρα, το νερόφιδο, η σαΐτα και η κοινή οχιά. Από τα θηλαστικά σημαντική είναι η περιστασιακή παρουσία της αρκούδας, του λύκου και του αγριόγατου. Αλλά είδη είναι οι βίδρες, τα ζαρκάδια, οι αγριόχοιροι, οι νυφίτσες, τα κουνάβια, οι ασβοί, οι αλεπούδες, οι λαγοί, οι δασομυωξοί, οι δεντρομυωξοί και οι σκίουροι. Τα αγριόγιδα, αν και έχουν  κυνηγηθεί πολύ, ακόμα ζούνε στις πιο απομακρυσμένες περιοχές του βουνού. Στα νερά των γύρω ποταμών ζουν εννέα είδη ψαριών, με πιο χαρακτηριστικό είδος την πέστροφα.

πηγή: naturagraeca.com

Αμβρακικός: Η μικρή Μεσόγειος

Το αλμυρό νερό του Ιονίου σμίγει με το γλυκό νερό του Λούρου και του Αραχθου δημιουργώντας μια κιβωτό ζωής για ψάρια και πουλιά. Πάνω σε έναν απέραντο καθρέφτη αντανακλάται η ομορφιά των σκαφών των ψαράδων, των πελεκάνων με τα κατακόκκινα ράμφη που έχουν ανέβει ήδη στις φωλιές τους πάνω στα νησάκια, η γοητευτική Παναγιά της Ροδιάς, τα ασημένια ψάρια στην προκυμαία της Πρέβεζας και τα πολύχρωμα στα ψηφιδωτά της Νικόπολης.

amvrakikos1
Ο πολιτισμός των νερών
Αυτό είναι ένα από τα λιγότερο προβεβλημένα θαύματα του μεγάλου στρατηλάτη, του Αλέξανδρου. Ομως, σύμφωνα με την παράδοση, αυτός δημιούργησε τον Αμβρακικό, ανοίγοντας το στενό της Πρέβεζας. Και το αλμυρό νερό του Ιονίου που έσμιξε με το γλυκό του Λούρου και του Αραχθου δημιούργησε μια ξεχωριστή κιβωτό ζωής για ψάρια, πουλιά και ανθρώπους, και έναν επίσης ιδιαίτερο πολιτισμό, που χρωματίζεται από την υγρασία – διάβαζε ομορφιά – της ακουαρέλας:

Το συνειδητοποιήσαμε παρακολουθώντας πέρυσι τέτοιον καιρό τον ζωγράφο Πάβλο Χαμπίδη να βάζει υγρές πινελιές ακουαρέλας στα σχέδια με μελάνι που έκανε εκ του φυσικού, όπως στο «Νταλιάνι στη Λάσκαρα», έναν από τους πολλούς παραδοσιακούς τρόπους ψαρέματος που επιβιώνουν ακόμη στον κόλπο και εμπλουτίζουν τα πολιτισμικά του κοιτάσματα. Γιατί το ψάρεμα είναι κομμάτι της ζωής και του πολιτισμού αυτού του υγροτόπου από τα πρώτα βήματα της ιστορίας του ανθρώπου, χιλιάδες χρόνια πριν.

Η χαρά του βυθού αποτυπώνεται με ωραία χρώματα και στα ψηφιδωτά της βασιλικής του Αγίου Δουμετίου της Νικόπολης, ψάρια και χταπόδια, που θυμηθήκαμε ότι την Κυριακή του Ασώτου, η «παλιοπαρέα» θα συγκεντρωνόταν, όπως κάθε χρόνο, στο Σεϊτάν Παζάρ της Πρέβεζας για να τα απολαύσει. Μαζί τους ήταν ο Νίκος και η Μαίρη Γέρου και η Νένη Γέρου που μας μύησαν στη γεύση του Αμβρακικού. Θυμηθήκαμε επίσης ότι οι πελεκάνοι της Ροδιάς θα συγυρίζουν πάλι αυτή την εποχή τις φωλιές τους στα νησάκια της λιμνοθάλασσας για να γεννήσουν τα αβγά τους. Ε, δεν θέλαμε και άλλα για να κάνουμε ένα ακόμη ταξίδι σε γοητευτικά νερά…

amvrakikos2

Η μικρογραφία της μεγάλης θάλασσας
Ο Αμβρακικός, με είκοσι ακέραιες λιμνοθάλασσες, είναι μικρογραφία της Μεσογείου. Εχει ένα στενό άνοιγμα προς το Ιόνιο 370 μέτρων, όπως και η μεγάλη θάλασσά μας έχει ένα σχετικά στενό άνοιγμα από τις Ηράκλειες Στήλες προς τον Ατλαντικό. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται πολλά χρόνια τα νερά για να ανανεωθούν και «κρατάνε» τη ρύπανση από τα φυτοφάρμακα κυρίως. Κάτω από το άνοιγμα του Αμβρακικού περνά η υποθαλάσσια σήραγγα που φέρνει γρήγορα τους επισκέπτες από το Ακτιο στην Πρέβεζα.

Παρ’ όλη την ευαισθησία στη ρύπανση, οι σαρδέλες εισβάλλουν ακόμα από το Ιόνιο στον Αμβρακικό και ξοπίσω τους έρχονται και τα δελφίνια, κάπου 150, εμβλήματα του κόλπου μαζί με τους πελεκάνους. Υπάρχει όμως ένα πλήθος μορφών ζωής εκτός από τα προβεβλημένα. Σπάνια πουλιά, ο λευκοτσικνιάς, ο αργυροτσικνιάς, ο λευκοτσικνιάς, ο κορμοράνος, το φοινικόπτερο, ο αγριόκυκνος κάνουν την εμφάνισή τους εδώ. Αυτός βέβαια που κερδίζει πάντα τις εντυπώσεις είναι ο αργυροπελεκάνος. Είναι ο μεγαλύτερος από όλα τα είδη πελεκάνων και την εποχή που φωλιάζει η σακούλα κάτω από το ράμφος του είναι κατακόκκινη. Αυτό τον κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακό.

Οι αργυροπελεκάνοι ψαρεύουν στον Αμβρακικό όπως και οι ψαράδες, αλλά σε διαφορετικά σημεία του κόλπου. Οι πελεκάνοι τρώνε ψάρια χαμηλής εμπορικής αξίας, ενώ οι ψαράδες κυνηγούν αλιεύματα που έχουν υπολογίσιμη εμπορική αξία. Οι πελεκάνοι, τα δελφίνια και οι άνθρωποι είναι οι μεγαλύτεροι ψαράδες της περιοχής. Τις δραστηριότητες στον κόλπο μπορείτε να παρακολουθήσετε από το παρατηρητήριο στο λόφο της Αγίας Αικατερίνης (κοντά στο χωριό Στρογγυλή), το οποίο προσφέρει πανοραμική θέα των λιμνοθαλασσών Ροδιάς και Τσουκαλιού και του βάλτου της Ροδιάς με τον απέραντο καλαμιώνα. Μία ακόμη φιγούρα σπάνιου ζώου τσαλαβουτά στα νερά στη Στρογγυλή. Ο νεροβούβαλος επιβιώνει μόνο στην Κερκίνη, όταν ένα μικρό κοπάδι μεταφέρθηκε εδώ και έγινε μεγάλο. Τώρα ζουν κι άλλοι στο Δέλτα του Αξιού και στη λίμνη Βιστωνίδα.

amvrakikos4

Το απίθανο ταξίδι των χελιών
Τα χέλια είναι τα ελάχιστα όντα, που περνούν από το άνοιγμα του Αμβρακικού και το Γιβραλτάρ. Τα ασημόχελα, πια, ενηλικιώνονται και ωριμάζουν σεξουαλικά πραγματοποιώντας ένα απίθανο ταξίδι που διαρκεί έναν χρόνο. Το σήμα δίνεται μια «χελοβραδιά», τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο – λιγότερο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο – όταν το φεγγάρι βρίσκεται στο τελευταίο τέταρτό του και στην αρχή του νέου, φυσά δυνατός νοτιάς, βρέχει και το σκοτάδι είναι έντονο. Σε όλη τη διάρκεια του μεγάλου ταξιδιού τους τα χέλια δεν τρώνε, μόνο ακουμπούν το ένα το άλλο με την ουρά τους.

Ετσι φτάνουν στον βόρειο Ατλαντικό, στη θάλασσα των Σαργάσσων, για να ζευγαρώσουν στο κέντρο των μεγάλων θαλάσσιων ρευμάτων. Αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο ταξίδι τους. Το πρώτο ήταν όταν νεαρά γυαλόχελια ακόμη μπήκαν στο ρεύμα από τη θάλασσα των Σαργάσσων που γεννήθηκαν και ήλθαν στον Αμβρακικό, όπου έμειναν από 8 ως 14 χρόνια για τα αρσενικά και 10 ως 18 χρόνια για τα θηλυκά, μέχρι να γίνουν κιτρινόχελα και μετά ασημόχελα για να πραγματοποιήσουν το ταξίδι της επιστροφής.

Είναι τόσο θαυμαστό αυτό το ταξίδι των χελιών για τη διαιώνιση του είδους, που φαντάζει πολύ ταπεινό να σκεφτούμε ότι αποτελούν έναν εξαιρετικό μεζέ. Μάλιστα οι ψαράδες τα πιάνουν στα στόμια των λιμνοθαλασσών, την ώρα που ξεκινούν το μεγάλο ταξίδι τους προς τη θάλασσα. Αν και τόσο νόστιμα, καταναλώνονται γύρω από τους χελότοπους και κυρίως εξάγονται σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης.

amvrakikos5

Στον Αμβρακικό μια από τις πολλές συνταγές είναι καπνιστό χέλι με κριθαράκι. Για μια μερίδα, βάζουν στο τηγάνι μια κουταλιά της σούπας βούτυρο και δύο ελαιόλαδο και σοτάρουν τον μάραθο κομμένο σε φέτες με αλάτι και πιπέρι. Μόλις μαραθεί βάζουν 200 γραμμ. κριθαράκι και 200 ml ζωμό ψαριού. Τα αφήνουν να χυλώσουν σε χαμηλή φωτιά και μετά ρίχνουν μισό κουταλάκι του γλυκού σκόρδο τριμμένο. Στο τέλος βάζουν 100 γραμμ. χέλι καπνιστό κομμένο σε μικρά κομμάτια, τον άνηθο ψιλοκομμένο και δύο κουταλιές της σούπας λεμόνι.

Το «μουγκρητό» του βάλτου
Ενα σωρό θρύλοι και παραδόσεις έχουν δημιουργηθεί γύρω από τα μουγκρίσματα του ήταυρου. Και όπως διασώζει ο Νικόλαος Πολίτης, όταν μουγκρίζει ο ήταυρος, κάτι κακό θα συμβεί στον τόπο. Αυτός όμως που μουγκρίζει στους βάλτους είναι ένας πολύ σπάνιος ερωδιός σε μέγεθος γαλοπούλας. Ο Αμβρακικός είναι ο πρώτος υγρότοπος όπου αποδεδειγμένα φωλιάζουν ελάχιστοι ήταυροι. Η φωνή του, που ακούγεται χιλιόμετρα μακριά, μοιάζει σαν υπόκωφο μούγκρισμα ενός θεριού που είναι κρυμμένο σε πλημμυρισμένους, ψηλούς καλαμιώνες. Η μη εξαφάνιση του άγνωστου πουλιού είναι ένα μεγάλο στοίχημα και γι’ αυτό ο Φορέας Διαχείρισης Υγροτόπων Αμβρακικού το έχει κάνει σύμβολό του.

amvrakikos3

Τα καθημερινά της Νικόπολης και της Πρέβεζας
Τα πουλιά έπαιζαν πάντα ιδιαίτερο ρόλο σε αυτόν τον τόπο. Πριν από τη ναυμαχία στο Ακτιο (31 π.Χ.) δύο χελιδόνια έχτισαν τη φωλιά τους στην πρύμνη της ναυαρχίδας της Κλεοπάτρας που είχε το όνομα «Αντωνιάς». Αλλα χελιδόνια ήλθαν και σκότωσαν τους νεοσσούς του ζευγαριού και κατέστρεψαν τη φωλιά. Αυτός ήταν κακός οιωνός για την τελευταία βασίλισσα της δυναστείας των Πτολεμαίων της Αιγύπτου. Και επιβεβαιώθηκε.

Εξω από τη «μύτη» του Αμβρακικού, ο στόλος του Οκταβιανού Αυγούστου έβαλε τέρμα στην Ελληνιστική εποχή καταστρέφοντας την αρμάδα του Μάρκου Αντωνίου – που βγήκε από τον Αμβρακικό – και της μοιραίας Κλεοπάτρας που ξαφνικά έφυγε από κοντά του και τον απέσπασε από τον πόλεμο. Μια καταστροφή όμως έγινε η αιτία να δημιουργηθεί μια θαυμαστή πόλη, η Νικόπολη, σύμβολο της αναμέτρησης δύο κόσμων και της ανατολής του νέου.

Παρ’ όλα τα θαυμαστά που συνέβησαν στη Νικόπολη, κάποια πράγματα έμειναν διαχρονικά και καθημερινά. Οπως, ας πούμε, το ψάρεμα. Στα μωσαϊκά δάπεδα της βασιλικής του Δουμετίου (6ος αιώνας) εμφανίζεται με εκπληκτικά χρώματα ο ενάλιος κόσμος, ψαράδες, ψάρια, χταπόδια. Μέσα στο ωραίο, καινούργιο μουσείο της Νικόπολης υπάρχουν προθήκες με αγκίστρια και άλλα σύνεργα που δείχνουν ότι το ψάρεμα ήταν πάντα μια ξεχωριστή ενασχόληση σε αυτόν τον τόπο.

Και σήμερα οι ψαράδες δίνουν χρώμα στην προκυμαία της Πρέβεζας. Μία-μία οι βάρκες έρχονται και πλευρίζουν και οι ψαράδες ξεφορτώνουν στο μουράγιο όλα του Αμβρακικού τα καλά. Ενα πλήθος ανθρώπων περιμένουν εκεί για να αγοράσουν, αλλά και επισκέπτες για να απολαύσουν αυτές τις εμβληματικές σκηνές.

amvrakikos6

Γαρίδες, πίνες και χάβαρα
«Γαρίδες; Ναι, αλλά Αμβρακικού» λέει ο Ρότζερ Μουρ στην ταινία του Τζέιμς Μποντ «Για τα μάτια σου μόνο» που γυρίστηκε στην Ελλάδα. Και πράγματι οι γαρίδες του κόλπου είναι ιδιαίτερες, μαγειρεμένες απλά (στο τηγάνι με λάδι, σκόρδο, δενδρολίβανο και μαϊντανό) ή πιο πολύπλοκα με την παραδοσιακή πρεβεζάνικη συνταγή που μας έδωσε ο Νίκος Γέρος: γάμπαρες με κολοκυθάκια και πατάτες. Τσιγαρίζουν ελαφρά στο λάδι τις φρέσκες γαρίδες μέχρι να πάρουν κόκκινο χρώμα και μετά βάζουν τριμμένη ντομάτα, ψιλοκομμένο σκόρδο, κολοκυθάκια κομμένα ροδέλες και πατάτες κυδωνάτες, προσθέτουν νερό και τα αφήνουν να βράσουν. Με πατάτες γίνεται και ο κέφαλος πλακί, αν και πιο χαρακτηριστική γεύση της περιοχής είναι ο κέφαλος πετάλι ψητός στα κάρβουνα. Ξεχωριστή λιχουδιά είναι οι τηγανητές πίνες, αλλά και τα ιδιότροπα χάβαρα, σπάνια πια στον Αμβρακικό, που γίνονται αχνιστά με σκόρδο ή με κοφτό μακαρονάκι.

Το «χρυσό» αβγοτάραχο
Οι μπάφες στα διβάρια της Λογαρούς και του Τσουκαλιού «εγκυμονούν» το αβγοτάραχο του Αμβρακικού που πολλοί θεωρούν ανώτερο από όλα. Την παράδοση του πατέρα τους Δημήτρη Κουσιάδη συνεχίζουν στη Νέα Σαμψούντα η σύζυγος και οι κόρες του Μαρία και Σοφία (τηλ. 26820 51369), πλάθοντας με υπομονή και μυστική συνταγή τα σακούλια με τα αβγά με αλάτι και μετά κερώνοντας το χρυσό αβγοτάραχο, έναν εξαιρετικό μεζέ για τσίπουρο με ή χωρίς γλυκάνισο.

amvrakikos7

Χρώματα στην Παναγιά της Ροδιάς
Η Παναγιά της Ροδιάς, στην όχθη του Αμβρακικού πιο πέρα από τη Στρογγυλή, ταξιδεύει μες στα χρώματα. Μέσα οι ζωγράφοι δημιούργησαν ένα εντυπωσιακά πολύχρωμο όραμα και έξω ο κόλπος απλώνει τα εξίσου λαμπερά χρώματά του μπροστά στα μάτια του επισκέπτη, ειδικά την ώρα του δειλινού. Το μοναστήρι πρωτοχτίστηκε, λένε, το 970, όταν στην Κωνσταντινούπολη βασίλευε ο Ιωάννης Τσιμισκής. Και απ’ έξω το καθολικό του μεταβυζαντινού μοναστηριού με τον κυλινδρικό τρούλο είναι ιδιαίτερο, όμως μέσα ο επισκέπτης που θα ανοίξει τη διπλοασφαλισμένη πόρτα του θα βρεθεί κάτω από τον χρωματικό καταρράκτη, ασυνήθιστο στην αυστηρή ορθόδοξη ζωγραφική. Το καθολικό είναι κατάγραφο από τοιχογραφίες με έντονα μπλε κάμπο αντί για χρυσό και επιπλέον πράσινα, κίτρινα και κόκκινα χρώματα. Οι αγιογράφοι Αθανάσιος, Γεώργιος και Βασίλειος «εκ Σαμαρίνης» κατέγραψαν το 1884 στους τοίχους την Παλαιά και Καινή Διαθήκη με λαϊκότροπη τεχνική αλλά με αφοσίωση στις Γραφές. Εδώ τον Δεκαπενταύγουστο γίνεται αξέχαστο πανηγύρι.

πηγή: Το Βήμα (φωτογραφίες αντλήθηκαν από τα blogs: rodiawetlands.gr, deepinbirds.wordpress.com)

Το φαράγγι που ενώνει δύο γίγαντες

Στην καρδιά της Πίνδου δύο από τα ομορφότερα χωριά της Ελλάδας ενώνονται με δύο μονοπάτια και χωρίζονται από έναν ποταμό που αυτή την εποχή περιβάλλεται από ένα πυρρόξανθο δάσος.

pindos1Σε πολλά σημεία του φαραγγιού δημιουργούνται μικρές, ειδυλλιακές λίμνες.

Στα νοτιοανατολικά του Νομού Ιωαννίνων, εκεί όπου ο τεράστιος Λάκμος ενώνεται με τα Τζουμέρκα, δύο χωριά έχουν την τύχη να έχουν στα πόδια τους ένα φαράγγι εκπληκτικής ομορφιάς το οποίο διακρίνεται για την άγρια, ανέγγιχτη φύση του. Για πολλούς ταξιδιώτες το Συρράκο και οι Καλαρρύτες ανήκουν, απλά και χωρίς μεγάλο συναγωνισμό, στα ομορφότερα ορεινά χωριά της Ελλάδας. Χτισμένα στις πλαγιές των μικρότερων βουνών που ενώνουν το όρος Περιστέρι (Λάκμος) με την Καλιακούδα (βορειότερη κορυφογραμμή των Τζουμέρκων), οι δύο παραδοσιακοί οικισμοί περιβάλλονται από πυκνά δάση που τα διατρέχουν δεκάδες ρέματα που γεννιούνται στις χιονάδες των μεγάλων κορυφών.

Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες διατηρούν στο απόλυτο την παραδοσιακή ηπειρώτικη αρχιτεκτονική με τα πετρόχτιστα σπίτια και τις χαρακτηριστικές στέγες από σχιστόλιθο και κατέχουν ξεχωριστή θέση στα βλαχοχώρια της περιοχής που περιλαμβάνουν ακόμα το Παλαιοχώρι, το Βαθύπεδο και το Ματσούκι. Η γύρω περιοχή είναι γεμάτη από τοπωνύμια με υπέροχες βλάχικες ονομασίες αλλά και απομακρυσμένα ξωκλήσια και μονές, με κυρίαρχη τη Μονή Κηπίνας, που αξίζει κανείς να επισκεφθεί.

pindos4Μικρά γεφύρια σάς μεταφέρουν από τη μία όχθη του Χρούσια στην άλλη.

Τα δύο χωριά έχουν ως ξεκάθαρο σύνορο ένα φαράγγι που είναι γνωστό με διάφορα ονόματα, από τα οποία έχει επικρατήσει η ονομασία Φαράγγι του Σταυραετού. Στην κοίτη του φαραγγιού κυλάει ο ποταμός Χρούσιας, που πήρε το όνομά του από τον μυθολογικό γενάρχη των βασιλιάδων της Ηπείρου Χρούσιο, γιο του Νεοπτόλεμου κι εγγονό του Αχιλλέα. Ο Χρούσιας γεννιέται στον Μέγα Τράπο, στην Πλάκα και την Κουρκούμπετα, τις νοτιότερες ψηλές κορυφές του Λάκμου, και με κατεύθυνση προς τα νότια ενώνεται μετά από τέσσερα χιλιόμετρα με το ρέμα Ξερολάγκαδο που έρχεται από το διάσελο της Γκρουμιλιάσας.

Στη συνέχεια ο ποταμός περνάει ανάμεσα από τα δύο χωριά, όπου σχηματίζεται το φαράγγι, και λίγο μετά στρέφεται προς τα δυτικά, όπου ενώνεται με τον Μελισσουργιώτικο και μαζί πλέον κυλάνε προς τον μεγάλο Αραχθο ποταμό.

Περπάτημα στο φαράγγι
Το συνολικό μήκος του φαραγγιού δεν ξεπερνάει, χονδρικά, τα 6 χλμ., και οι παλιές πλακόστρωτες στράτες που ένωναν τα δύο χωριά σάς κατεβάζουν εύκολα στην καρδιά του. Τα κύρια μονοπάτια τέμνουν κάθετα το φαράγγι στο βόρειο και το νότιο τμήμα του, δημιουργώντας έτσι μια κυκλική διαδρομή που περιλαμβάνει και αρκετό περπάτημα σε χωματόδρομους και άσφαλτο.

pindos2Οι πέτρινοι παλιοί νερόμυλοι ορίζουν το φθινοπωρινό τοπίο.

Ομως, αξίζει κανείς να κατέβει στην κοίτη και να περπατήσει παράλληλα με τον Χρούσια στα μικρότερα μονοπάτια που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι για να κατέβουν στον ποταμό, στους νερόμυλους, στα μικρά τους μποστάνια κοντά στις όχθες. Το μόνο πρόβλημα που μπορεί να συναντήσετε είναι η πυκνή βλάστηση που σε λίγα σημεία μπορεί να σας μπερδέψει. Με αφετηρία λοιπόν το Συρράκο και τα 1.150 μέτρα υψόμετρο, το πλακόστρωτο μονοπάτι φτάνει στην κοίτη του ποταμού, όπου βρίσκονται διάσπαρτοι παλιοί πετρόκτιστοι μύλοι και γεφύρια. Από εδώ μικρές διαδρομές σάς οδηγούν πιο βόρεια σε μια παράλληλη πορεία που συναντάει κανείς καταρράκτες και λιμνούλες, ανάμεσα στα κάθετα βράχια του φαραγγιού.

Για όσους διαθέτουν πιο εξερευνητικό πνεύμα, αξίζει να ακολουθήσουν προς τα νότια την κοίτη και να περπατήσουν μέσα στο πυκνό δάσος σε μια πορεία περίπου 2,5 χιλιομέτρων η οποία ενώνει το βόρειο πλακόστρωτο μονοπάτι με το νότιο. Κοντά στο τέλος της διαδρομής υπάρχει και το περίφημο γεφύρι της Κουιάσας. Η βλάχικη ονομασία του σημαίνει «σκιερός τόπος» και το μονότοξο γεφύρι με ύψος 18 μέτρα και μήκος 20 μέτρα στέκεται ακόμα ακμαίο, ενώνοντας τις δύο όχθες του Χρούσια. Από εδώ διαλέξτε να ανεβείτε στους Καλαρρύτες από το μονοπάτι και όχι από την άσφαλτο, σε μια μικρή διαδρομή που κοιτάει το πέταλο του Μπάρου και την επιβλητική κορφή του Καταραχιά.

Παρθένα, άγρια φύση
Η ονομασία Σταυραετός του φαραγγιού δεν είναι τυχαία, καθώς στην περιοχή ζουν μεγάλα σπάνια αρπακτικά της ορνιθοπανίδας, μαζί με δεκάδες άλλα μεγάλα και θαυμαστά ζώα.

pindos3Το παραδοσιακό Συρράκο είναι η αφετηρία για τις πεζοπορίες σας.

Οι ντόπιοι συμβουλεύουν τους πεζοπόρους να τραγουδάνε και να φωνάζουν στα περπατήματά τους, και αυτό γιατί μέσα στην πυκνή βλάστηση μπορεί να κρύβεται κάποια αρκούδα που κατέβηκε για αναζήτηση τροφής στο ποτάμι. Στον ουρανό πετάνε μεγαλόπρεποι χρυσαετοί, φιδαετοί και πετρίτες, στα κρύα νερά του ποταμού οι βίδρες κυνηγάνε ψάρια και καβούρια και μπορεί από μακριά να δείτε κάποιο ζαρκάδι να χώνεται με σβελτάδα στα πυκνά βάτα.

Το ιδιαίτερο γνώρισμα του φαραγγιού είναι η μεγάλη ποικιλία από δέντρα, η οποία δημιουργεί ένα πλούσιο μεικτό δάσος. Αυτή την εποχή μάλιστα τα δέντρα χαρίζουν στον ταξιδιώτη ένα πολύχρωμο σκηνικό, καθώς οι βελανιδιές, οι φλαμουριές, τα πλατάνια, οι κουτσουπιές και ένα σωρό άλλα είδη γεμίζουν από καφετιά, κόκκινα και κίτρινα χρώματα.

Κείμενο: Δαυίδ Κουτσογιαννόπουλος
Φωτογραφίες: ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΗΛΑΣ
πηγή: Έθνος

Άρτα: Γέφυρα στους αιώνες

Η διαχρονική συνέχεια της Αρτας είναι πραγματικά σπάνια: από την αρχαία Αμβρακία μέχρι το Δεσποτάτο της Ηπείρου και το σήμερα, η Αρτα πάντα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή, κάτι που συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας.

arta1Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου, μετά τα Ιωάννινα, και μία από εκείνες τις πόλεις που έχουν συνδέσει άρρηκτα το όνομά τους με το πιο σπουδαίο τους αξιοθέατο: κι αν ακόμα δεν έχεις έρθει ποτέ, ξέρεις τι πρέπει να δεις οπωσδήποτε στην Αρτα. Ενα είναι το γεφύρι άλλωστε που ξέρεις από μικρός, το γεφύρι της Αρτας, το χιλιοτραγουδισμένο και πολυθρύλητο. Και δικαίως βέβαια: μπορεί να μην είναι το πιο περίπλοκο τεχνικά (εκτός κι αν έλεγε την αλήθεια ο θρύλος με τη γυναίκα του πρωτομάστορα…), όμως λίγο η λαϊκή δοξασία, λίγο το γεγονός πως για κάποιο διάστημα αποτελούσε το σύνορο ανάμεσα στην απελευθερωμένη και την ακόμη υπόδουλη Ελλάδα, το γεφύρι απέκτησε σχεδόν μυθικές διαστάσεις.

Το πέτρινο γεφύρι λοιπόν που ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού Αραχθου, βρίσκεται στην είσοδο της σύγχρονης πόλης της Αρτας. Με μήκος 145 μ., 4 συνολικά καμάρες, το γεφύρι αυτό του 17ου αι. δικαιολογεί και επιβεβαιώνει τις προσδοκίες. Απέναντι ακριβώς, θα δεις το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο Αρτας, καθώς και τον Πλάτανο του Αλή, όπως λέγεται το γέρικο πλατάνι όπου λέγεται πως… κρεμούσε ο τρομερός πασάς τους εχθρούς του.

Πέρα από τους θρύλους και τις δοξασίες πάντως, η Αρτα έχει παρόν· και το ζει έντονα. Για να τη γνωρίσεις θα πρέπει να σεργιανίσεις τους κεντρικούς της πεζόδρομους, την Σκουφά, την Αγίου Κωνσταντίνου, τη Μάτσου και την Παντοκράτορος, καθώς και τις πλατείες Κιλκίς και Εθνικής Αντιστάσεως, όπου χτυπάει η καρδιά της σύγχρονης Αρτας. Σημείο αναφοράς είναι το περίφημο Ρολόι, ένας παλιός οθωμανικός πύργος του 19ου αι., και βέβαια το Κάστρο, ο σταθερός φρουρός της πόλης, που έχτισαν τον 13ο αι. οι Κομνηνοί του Βυζαντίου, όταν η πόλη ήταν η πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Μπροστά από το Κάστρο εκτείνεται μία από τις πιο χαρακτηριστικές συνοικίες της Αρτας, η γειτονιά των Ταμπακιάδων, με τα χαμηλά σπίτια και τις γραφικές αυλές. Για μια πανοραμική άποψη της πόλης μπορείς να ανέβεις στην Περάνθη, έναν πευκόφυτο λόφο με θέα σε όλη την πόλη και τον ποταμό Αραχθο.

arta10Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το καύχημα των Κομνηνών

Από τον πρωτότυπο αρχιτεκτονικό της τύπο και μόνο αντιλαμβάνεσαι πως εδώ πρέπει να συμβαίνει κάτι σπουδαίο. Ο λόγος γίνεται βέβαια για τον εντυπωσιακό ναό της Παναγίας της Παρηγορήτισσας, στο κέντρο της πόλης, δίπλα στην πολυσύχναστη πλατεία Σκουφά. Ο πελώριος, κυβόσχημος ναός δεν μοιάζει με κανέναν άλλον που έχεις δει: αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός των Κομνηνών, των βυζαντινών αρχόντων του Δεσποτάτου της Ηπείρου, που μέλημά τους ήταν να κατασκευάσουν κάτι καινοτόμο και εντελώς ασυνήθιστο για να στεγάσει τη Μητρόπολη της πολιτείας. Ο στόχος επετεύχθη, όπως θα διαπιστώσεις.

Ο ναός χτίστηκε την περίοδο 1285-1289 (κατά μία από τις επικρατέστερες εκδοχές) από τον Μιχαήλ Β’ Νικηφόρο Α’ Κομνηνό Δούκα, συνεχίζοντας στην ουσία μια παλαιότερη κατασκευή που μάλλον δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αν και έχουν περάσει κοντά οκτακόσια χρόνια από τα εγκαίνια του ναού, πολλά είναι τα ιδιαίτερα στοιχεία του που ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζουν, όπως η οροφή με τους πέντε πλίνθινους τρούλους ή η σπάνια μείξη διαφορετικών τεχνοτροπιών που εναρμονίζονται χωρίς χτυπητές αντιθέσεις: ανάγλυφες διακοσμήσεις με προφανή τη φράγκικη επιρροή δίπλα σε αρχαιοελληνικούς μαιάνδρους, ενώ παραδίπλα, στα τόξα, παρατηρείς γοτθική γλυπτή διακόσμηση, κατά πάσα πιθανότητα έργο Ιταλών μαστόρων που εργάζονταν στην κατασκευή του ναού.

arta11Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ακόμη ένα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ο κεντρικός τρούλος της Παρηγορήτισσας. Από τη μια, βλέπεις να στολίζει τον τρούλο ένα πελώριων διαστάσεων περίτεχνο ψηφιδωτό που απεικονίζει τον Παντοκράτορα, κάτι ιδιαίτερα σπάνιο στους ελληνορθόδοξους ναούς· και από την άλλη, παρατηρείς πως ο τρούλος αυτός στηρίζεται σε πανύψηλους κίονες, κάτι που επίσης δεν απαντάται συχνά. Αξίζει μάλιστα να παρατηρήσεις πως όσο ορθώνονται προς την οροφή, οι κίονες σμικραίνουν, έτσι ώστε όταν πια συναντούν τον τρούλο να δίνουν μια αίσθηση «πυραμίδας».

Η Παναγιά η Παρηγορήτισσα μπορεί να είναι ο πιο εντυπωσιακός ναός στην Αρτα, δεν είναι όμως και ο παλαιότερος. Τον «τίτλο» αυτό έχει ο βυζαντινός ναός του Αγίου Βασιλείου, με την εντυπωσιακή κεραμοπλαστική διακόσμηση, χτισμένος κι αυτός τον 13ο αι., σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις των ειδικών μελετητών.

Μια ανέλπιστη ανακάλυψη
Γεμάτη βυζαντινά μνημεία είναι η Αρτα. Μέσα στα σπλάχνα της πόλης θα ανακαλύψεις ωστόσο και ένα μνημείο που θα σε πάει πολύ πιο πίσω στον χρόνο. Οι εργασίες που γίνονταν σε ένα οικόπεδο της πόλης έφεραν στο φως τα απομεινάρια ενός αρχαίου ναού δωρικού ρυθμού, περίπου του 500 π.Χ. Είναι ο ναός του Απόλλωνα Πύθιου Σωτήρα, από τους πλέον σημαίνοντες λατρευτικούς χώρους της αρχαίας Αμβρακίας, από τον οποίο διασώζονται μονάχα η κρηπίδα και η ευθυντηρία (η επίστρωση των θεμελίων), καθώς και το θεμέλιο του βάθρου όπου δέσποζε ο ανδριάντας του θεού. Η είσοδος στον χώρο είναι ελεύθερη για το κοινό.

arta2Τμήμα της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου, με το παλιό σχολείο να διακρίνεται ολόκληρο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το χωριό της λίμνης

Δημιουργήθηκε ως απόρροια των υδροηλεκτρικών και αρδευτικών έργων στην περιοχή, και κυρίως χάρη στην κατασκευή του φράγματος Πουρναρίου. Η ομώνυμη τεχνητή λίμνη, λίγα μόλις χιλιόμετρα βόρεια της Αρτας, έφερε πράγματι τα ποθητά αποτελέσματα των ιθυνόντων, πότισε τις καλλιέργειες, παράλληλα ωστόσο έφερε μοιραία και την εξαφάνιση ενός ολόκληρου χωριού. Εξαφάνιση; Κι όμως, όχι οριστική! Κάθε φορά που τα νερά της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου αποσύρονται, λόγω εποχής, αποκαλύπτονται κάποια από τα παλιά κτίσματα της Κάτω Κλημεντίνης, ένας οικισμός που είχε ήδη εγκαταλειφθεί λίγο πριν από την κατασκευή του φράγματος. Οι εικόνες που δημιουργούνται είναι στ’ αλήθεια υποβλητικές: φαντάσου ένα ολόκληρο σχολείο να ξεμυτίζει σιγά-σιγά μέσα από τα νερά, σαν ένα μήνυμα από το παρελθόν, κι έπειτα να βυθίζεται και πάλι όταν η στάθμη της λίμνης επανέρχεται σε υψηλότερα επίπεδα.

arta3Ηλιοβασίλεμα στην Κορωνησία.  Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Νησί με τα όλα του…

Κορωνησία όνομα και πράγμα! Τι κι αν μπορείς να έρθεις και με το αυτοκίνητό σου ή ακόμα και πεζός; Η Κορωνησία είναι νησί με τα όλα του, και μάλιστα με πολύ περισσότερα από όσα ίσως θα περίμενες να συναντήσεις σε ένα τόσο δα νησάκι καταμεσής του Αμβρακικού. Με περίπου 25 χλμ. να τη χωρίζουν από την Αρτα, η Κορωνησία είναι ένας μικρός παράδεισος για τους παρατηρητές πουλιών, για υπαίθριες δραστηριότητες, για περιηγητές που γοητεύονται από βυζαντινά μνημεία (έχει κι απ’ αυτά!), ακόμα και για τους… καλοφαγάδες. Η μεγάλη πλειονότητα των περίπου 350 μόνιμων κατοίκων της Κορωνησίας ασχολούνται με την αλιεία, πράγμα που σημαίνει πως το φρέσκο ψάρι δεν λείπει ποτέ από τα (άφθονα) ταβερνάκια του μικρού νησιού.

Στην Κορωνησία μην παραλείψεις να σταθείς στον βυζαντινό ναό της Παναγίας (7ος ή 10ος αι.) με τον ωραίο τρούλο, ενώ αν θέλεις να ασχοληθείς, έστω και ερασιτεχνικά, με το birdwatching στην περιοχή, μπορείς να απευθυνθείς στο Κέντρο Ερευνας και Πληροφόρησης (τηλ. 26810 74772). Τέλος, αν και ο κόλπος του Αμβρακικού δεν ενδείκνυται γενικά για μπάνιο, καθώς σε πολλά σημεία ο βυθός είναι βαλτώδης, περιμετρικά της Κορωνησίας θα βρεις μικρές παραλίες που είναι κατάλληλες για κολύμπι. Θυμήσου ακόμα πως στο νησί γίνεται μεγάλη γιορτή τον Δεκαπενταύγουστο, όπου ξεχωρίζει η Γιορτή της Σαρδέλας.

arta4Οι βάρκες ξεμυτίζουν ανάμεσα από τους καλαμιώνες στις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Πέτρινα αριστουργήματα
Στο σκληρό ηπειρώτικο τοπίο μία λύση είχαν οι παλιοί κάτοικοι ώστε να μη μένουν αποκομμένοι από τον κόσμο: να δαμάσουν τη γη φτιάχνοντας γεφύρια. Κι έτσι, οι Ηπειρώτες μάστορες έβαλαν όλο το μεράκι και την τέχνη τους, και από τα χέρια τους βγήκαν αριστουργήματα που μένουν ακλόνητα στο πέρασμα των δεκαετιών και των αιώνων. Σ’ ολόκληρη την Ηπειρο και τη Δυτική Μακεδονία θα συναντήσεις άπειρα τέτοια γεφύρια, ένα ωστόσο από αυτά είναι το πιο ονομαστό: είναι το περίφημο γεφύρι της Πλάκας, που ζεύγει τις όχθες του ποταμού Αραχθου, πολύ κοντά στην πόλη της Αρτας. Το γεφύρι χτίστηκε στα 1866 -η λαϊκή δοξασία μάλιστα θέλει να επαναλαμβάνεται κι εδώ ο θρύλος «να στεριώσουν άνθρωπο»- και είναι το μεγαλύτερο μονότοξο στα Βαλκάνια, με τόξο ανοίγματος 40 μ., μήκος 61 μ. και μέγιστο ύψος 21 μ.

arta5Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ασπιλη Αθαμανία

Μία από τις πιο συγκλονιστικές περιοχές της Αρτας, της Ηπείρου κι ολόκληρης της Ελλάδας συνοψίζεται σε μία λέξη: Τζουμέρκα. Παραδοσιακά χωριά που «φυτρώνουν» στις κατάφυτες πλαγιές, άφθονα τρεχούμενα νερά, οροσειρές που κόβουν την ανάσα και συνθέτουν έναν φυσικό καμβά ανυπέρβλητης ομορφιάς, πέρα από κάθε περιγραφή.

Τα Αθαμανικά Ορη, όπως είναι και η επίσημη ονομασία της οροσειράς που γνωρίζουμε ως «Τζουμέρκα», αποτελούν κομμάτι της Πίνδου, το βορειότερο μάλιστα τμήμα τους ανήκει διοικητικά στα Ιωάννινα, με το κεντρικό και νότιο να ανήκουν στην Αρτα. Με αφετηρία την πρωτεύουσα του νομού, μπορείς να ακολουθήσεις διαδρομές είτε προς τα Αγναντα είτε αρχικά προς τα Θεοδώριανα, που θα σε περάσουν από περιοχές σπάνιας φυσικής ομορφιάς, χωρίς μάλιστα να παρουσιάζουν ιδιαίτερες δυσκολίες για τον οδηγό, ειδικά αυτήν την εποχή: ολόκληρη η διαδρομή άλλωστε είναι πλέον ασφαλτοστρωμένη.

Εκκινώντας λοιπόν από την Αρτα, μια διαδρομή που συστήνεται για να γνωρίσεις τα αρτινά Τζουμέρκα είναι εκείνη με κατεύθυνση τα ορεινά Αγναντα. Ο δρόμος θα σε περάσει πρώτα από την τεχνητή λίμνη Πουρναρίου και το χωριό της Ροδαυγή, για να συνεχίσει έπειτα προς την Πλατανούσσα και το Μονολίθι. Από το χωριό αυτό ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει, για να φτάσει στον ποταμό Αραχθο και το περίφημο γεφύρι της Πλάκας (το αυτοκίνητο περνάει από τη σύγχρονη γέφυρα). Από εδώ τα Αγναντα απέχουν μόλις 7,5 χλμ., κι αυτά μάλιστα σε πολύ όμορφη διαδρομή. Το υψόμετρο στο κεφαλοχώρι των Αγνάντων φτάνει περίπου τα 700 μ.· το χωριό μάλιστα διαθέτει και αρκετές υποδομές, αν θελήσεις να διανυκτερεύσεις εδώ ή να έχεις τον οικισμό ως αφετηρία για εξορμήσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Συνεχίζοντας λίγο βορειότερα, στα όρια πια με τα Ιωάννινα, θα συναντήσεις το χωριό Κτιστάδες, με το όνομά του να αποκαλύπτει γρήγορα την ιδιαίτερη τέχνη των κατοίκων του. Οι Κτιστάδες απέχουν από την Αρτα περίπου 63 χλμ., ωστόσο για να φτάσεις στο επόμενο από τα τζουμερκοχώρια της διαδρομής θα πρέπει να… πατήσεις Ιωάννινα, να ακολουθήσεις δηλαδή τον δρόμο που για λίγο μπαίνει μέσα στα όρια του γειτονικού νομού.

arta7Οι γραφικοί Μελισσουργοί, με την «άγρια» θέα στα βουνά. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Μελισσουργοί και Θεοδώριανα
Περίπου 73 χλμ. από την Αρτα, οι ορεινοί Μελισσουργοί είναι σίγουρα από τα ωραιότερα χωριά των Τζουμέρκων. Εχεις από τη μια ένα πανέμορφο και φροντισμένο χωριό, με τη γραφική πλατεία του, τον ναό του Αγίου Νικολάου, ακόμα κι έναν μικρό καταρράκτη λίγο έξω από τον οικισμό, κι από την άλλη μια εκπληκτική θέα στα άγρια βουνά, που ολοκληρώνει την υπέροχη αίσθηση που σου αφήνει το χωριό.

Για να συνεχίσεις τη διαδρομή σου στα αρτινά τζουμερκοχώρια μετά τους Μελισσουργούς, θα πρέπει να πάρεις τον δρόμο από τον οποίο ήρθες, με κατεύθυνση προς τα Αγναντα. Από εκεί, στρίψε αριστερά προς τον Καταρράκτη, ένα χωριό που θεωρείται από τα πιο ανερχόμενα τουριστικά. Το πιο εντυπωσιακό αξιοθέατο του χωριού δεν είναι άλλο από τους διπλούς καταρράκτες λίγο έξω από τον οικισμό (γύρω στα 4 χλμ.): θα πρέπει να θυμάσαι ωστόσο πως αυτήν την εποχή οι καταρράκτες ουσιαστικά στερεύουν (καλοκαίρι γαρ…), έχε στον νου σου ωστόσο πως τον χειμώνα τα νερά τους χυμούν ορμητικά στην πλαγιά, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό θέαμα. Πολύ κοντά στον Καταρράκτη βρίσκεται και το Δασικό Χωριό Κέδρος.

arta6Το παλιό και το νέο γεφύρι στα Θεοδώριανα. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Περιήγησης συνέχεια, κατεύθυνση προς τον Νότο και σειρά έχει η Κυψέλη, περίπου 23 χλμ. από τον Καταρράκτη (και 60 από την Αρτα). Εδώ αξίζει να σταθείς στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ζωής του ντόπιου Παντελή Καραλή, στην πλατεία του χωριού, που φιλοξενεί εκατοντάδες (ίσως πλέον και χιλιάδες) εκθέματα από το σπίτι, το χωράφι, το κοπάδι του παραδοσιακού Αρτινού (τηλ. 26850 71390).

Συνεχίζοντας έρχεσαι στο όμορφο Βουργαρέλι, από τα μεγαλύτερα τζουμερκοχώρια, έπειτα στο χωριό Αθαμάνιο για να καταλήξεις ύστερα από συνολικά 75 χλμ. (από την Αρτα) στα Θεοδώριανα: ένα από τα πιο όμορφα αθαμανικά χωριά, με απίστευτα πλούσια νερά που φροντίζουν να χαρίζουν τη δροσιά τους χειμώνα-καλοκαίρι.

arta8Στο αρχαιολογικό μουσείο της Αρτας. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Η αίγλη της Αμβρακίας

Αν οι βόλτες στα μουσεία και στους πολιτιστικούς χώρους είναι για σένα αναπόσπαστο κομμάτι ενός ταξιδιού, η επίσκεψη στην Αρτα είναι ό,τι ιδανικότερο. Κι αν πάλι δεν είσαι (ακόμα) φανατικός των μουσείων, πάλι η επίσκεψη στην Αρτα είναι αυτή που θα σε κάνει να αναθεωρήσεις.

Ξεκίνημα με το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, ένας νέος χώρος-κύτταρο πολιτισμού, με την άψογη διαρρύθμιση των χώρων να συμβάλλει στην καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων, με επίκεντρο βέβαια την ιστορία της αρχαίας Αμβρακίας. Το μουσείο διακρίνεται σε τρεις ενότητες, «τα εν δήμω», «τα εν οίκω» και «τα εν τάφω», όπου και παρουσιάζονται ευρήματα από ανασκαφές στην περιοχή, που τοποθετούνται χρονολογικά από την παλαιολιθική εποχή έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η πλειονότητα των εκθεμάτων προέρχεται από τις έρευνες στο πρυτανείο, το μικρό και το μεγάλο θέατρο, τον ναό του Απόλλωνα και τα δύο αρχαία νεκροταφεία που έχουν εντοπιστεί στη σημερινή Αρτα.

arta9Το Λαογραφικό Μουσείο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το Ιστορικό Μουσείο Σκουφά είναι μία ακόμα απαραίτητη στάση σε μια επίσκεψη στην Αρτα. Το θέμα και εδώ είναι η ιστορία της πολιτείας από τα χρόνια της αρχαιότητας μέχρι τις μέρες μας, που εδώ ωστόσο δίνεται με τρόπο διαφορετικό. Η ιστορία της Αρτας παρουσιάζεται μέσα από σκηνογραφικές συνθέσεις που αναπαριστούν σκηνές τόσο από την καθημερινότητα όσο και από συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες. Το μουσείο αφιερώνει συνθέσεις στην αρχαία Αμβρακία, στη βυζαντινή εποχή, στην Τουρκοκρατία, στην απελευθερωμένη πια Αρτα καθώς και σε διάφορες κοινωνικές και επαγγελματικές δραστηριότητες των Αρτινών.

Το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που στέκει απέναντι στο γεφύρι της Αρτας, που κάποτε λειτουργούσε ως μεθοριακός σταθμός, σήμερα στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της Αρτας. Η εντυπωσιακή όσο και φροντισμένη του εμφάνιση, με το έντονο κόκκινο χρώμα, δεν προδίδει ούτε κατά διάνοια την ηλικία του (χτίστηκε το 1864), ωστόσο είναι στο εσωτερικό του εκεί όπου αρχίζει να εκτυλίσσεται το πραγματικό ταξίδι στο παρελθόν. Το Λαογραφικό λοιπόν περιλαμβάνει πλούσιες συλλογές που εκθέτουν με προσεγμένο τρόπο τη ζωή στην Αρτα: το κοινωνικό γίγνεσθαι, τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, τις αγροτικές ασχολίες, τη ζωή στο σπίτι και την οικογένεια, τα εργαστήρια των επαγγελματιών, ακόμη και το γνωστό καρναβάλι της Αρτας.

Σημαντικά μουσεία και χώροι πολιτισμού που θα πρέπει να επισκεφθείς είναι ακόμα το Μουσείο Κλασικών Αρχαιοτήτων, στη Μονή της Παρηγορήτισσας, η Δημοτική Πινακοθήκη «Γ. Μόραλης» με μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, ενώ αρκετά έξω από την πόλη, στην τοποθεσία Κόπραινα, στις όχθες του Αραχθου, θα βρεις το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, το Μουσείο Αλιείας και το Μουσείο Φάρων.

Αρχαιολογικό Μουσείο Αρτας (θέση Τρίγωνο, 26810 21191, http://www.artasmuseum.gr/)

Ιστορικό Μουσείο Σκουφά (πλατεία Σκουφά, 26810 22795) Λαογραφικό Μουσείο Σκουφά (Γέφυρα Αραχθου, 26810 22192).

Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Αραχθου (Κόπραινα, 26810 69654, http://kpe-arach.art.sch.gr/).

Πηγή: Έθνος (κείμενο: Γιάννης Μαντάς)

Συρράκο – Καλαρρύτες: Tαξίδι στα μέρη του Κώστα Κρυστάλλη και στα απόκρημνα δίδυμα χωριά

Όλοι γνωρίζουν το Μέτσοβο, τα Ζαγοροχώρια, όχι, όμως τη επιβλητική γαλήνη των δύο χωριών! Όπως κάθε φοιτητής και φοιτήτρια που σπούδασε στα Γιάννενα και σέβεται τον εαυτό του, την Ήπειρο την έχω γυρίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό και επανέρχομαι συχνά-πυκνά για να δω… αν είναι όλα εντάξει.

a3

Ενώ όμως τα Ζαγοροχώρια, την Κόνιτσα και το Μέτσοβο τα ξέραμε σχεδόν από την αρχή σαν την παλάμη του χεριού μας, υπήρχαν δύο χωριά που δεν είχαμε καταφέρει να επισκεφθούμε, παρόλο που τα είχαμε βάλει στο μάτι. Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες, αν και απέχουν από τα Γιάννενα καμιά πενηνταριά χιλιόμετρα, δεν είναι προορισμός, στον οποίο πετάγεσαι για να πιεις καφέ – απαιτούν σεβασμό και… ύπνο. Αυτήν τη φορά, λοιπόν, στις παραδοσιακές διανυκτερεύσεις στα Ζαγόρια προσθέσαμε και τρεις στο Συρράκο και ξεκινήσαμε να γνωρίσουμε καινούργια μέρη.

Η αλήθεια είναι ότι αυτό το ξεκίνημα με ζόρισε αρκετά. Ο δρόμος για το Συρράκο ουσιαστικά ολοκληρώθηκε μέσα στη δεκαετία του ’90 και δεν είναι τυχαία αυτή η αργοπορία. Στενός, απότομος, με κατολισθήσεις κατά τόπους, υψώνεται πάνω από βαθιές χαράδρες και είναι μια μικρή δοκιμασία για όσους έχουν ακροφοβία. Αν και αρχικά ήμουν μάλλον πανικόβλητη, είναι τέτοια η ομορφιά του τοπίου, που κάποια στιγμή ξεχνάς την τρομάρα σου κι αρχίζεις να χαζεύεις τα επιβλητικά βουνά, τα νερά που κυλούν στο πολύ βάθος και τις πράσινες πλαγιές που τιμούν με κέφι πρόβατα, κατσίκια και, όπως μάθαμε στο χωριό, αγριογούρουνα.

Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, τα αγριογούρουνα έχουν πολλαπλασιαστεί στην περιοχή και κάθε βράδυ οι ντόπιοι τα βλέπουν να ανεβαίνουν πάνω από το Συρράκο για να φάνε. Όσο για το τι τρώνε, έχω να κάνω δύο καταγγελίες: βολβούς λουλουδιών, σύμφωνα με την ιδιοκτήτρια του ξενώνα όπου έμεινα, γεγονός που τη στενοχωρεί ιδιαίτερα, αλλά και καλαμπόκια και ό,τι άλλο τους γυαλίσει από τα μικρά μποστάνια που διατηρούν οι κάτοικοι, όπως άκουσα να λέει ένας τσαντισμένος παππούς, πίνοντας τσίπουρο.

Η όποια ταλαιπωρία της διαδρομής ξεχνιέται αυτομάτως τη στιγμή που αντικρίζει κανείς το Συρράκο: αγέρωχο, πέτρινο, γαντζωμένο σε μια κάθετη πλαγιά, προκαλεί θαυμασμό με την πρώτη ματιά. Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο τρόπος που η ανθρώπινη θέληση κατάφερε να δαμάσει το τοπίο, με αποτέλεσμα ένα παραμυθένιο χωριό με πέτρινα σπίτια, βρύσες, γεφύρια και καλντερίμια με τόσο απότομη κλίση που η γκλίτσα είναι απαραίτητο και καθόλου φολκλόρ αξεσουάρ. Εννοείται ότι στο χωριό δεν μπαίνουν αυτοκίνητα. Η κεντρική του είσοδος είναι μια πέτρινη πύλη, η Λεύκα, με καλντερίμι που οδηγεί σε δυο γεφυράκια και ύστερα από λίγο περπάτημα στην κεντρική πλατεία.

Υπάρχει, επίσης, ένας περιφερειακός δρόμος με τον οποίο φτάνει κανείς λίγο πιο κοντά στους ξενώνες του χωριού. Από κει και πέρα ετοιμαστείτε για πολύ και απολαυστικό περπάτημα. Οτιδήποτε διαθέτει ρόδες είναι πλέον άχρηστο. Η δυσκολία στην πρόσβαση μας έκανε να αναρωτηθούμε πώς το Συρράκο βρίσκεται σε τόσο καλή κατάσταση, με τη συντριπτική πλειονότητα των κτισμάτων του να είναι άριστα συντηρημένη. Ρωτώντας, μάθαμε ότι δύο ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στην «ανάσταση» του χωριού, το οποίο είχε εγκαταλειφθεί σχεδόν μετά τον Εμφύλιο: η διάνοιξη του δρόμου και ο ερχομός των Αλβανών στην Ελλάδα. Όπως μας εξήγησαν, οι μετανάστες από την Αλβανία ανέλαβαν το δύσκολο έργο της μεταφοράς οικοδομικών και άλλων υλικών στα απότομα καλντερίμια του χωριού. Μέχρι σήμερα, κάθε χρόνο έρχονται στο Συρράκο και φεύγουν μόνο κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Την εμφάνισή τους έχουν κάνει και μικρά ερπυστριοφόρα μηχανήματα μεταφοράς, ενώ απουσιάζουν τα γαϊδούρια ως ασύμφορα – «ταΐστε τα εσείς τον χειμώνα», μας είπαν χαρακτηριστικά.

a2

Τη βόλτα μας στο χωριό την ξεκινήσαμε από την κεντρική πλατεία, που ακόμα κι αυτή απλώνεται σε επίπεδα και διαθέτει τις απαραίτητες ταβέρνες για να φάτε, να πιείτε και να ξαναπιείτε. Εκεί, κάτω από έναν εντυπωσιακό θόλο βρίσκεται και η πηγή Γκούρα, που, απ’ ό,τι φαίνεται, είναι και σημείο συνάντησης. «Γκούρα» στα βλάχικα σημαίνει «στόμα», ενώ βλάχικα μιλούσαν και οι άνθρωποι γύρω μας, καθώς οι μεγαλύτεροι σε ηλικία κάτοικοι τα χρησιμοποιούν συστηματικά και, όπως μας είπαν, μοιάζουν με τα ρουμάνικα – οι νεότεροι δυστυχώς δεν τα γνωρίζουν.

Όσο κι αν προσπαθήσαμε, δεν μπορέσαμε να πιάσουμε κουβέντα – το ίδιο συνέβη την άλλη μέρα και στους Καλαρρύτες. Στην πλατεία βρίσκεται ο Άγιος Νικόλαος με το ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τον χρυσοΰφαντο ρωσικό επιτάφιο. Αν αναρωτιέστε τι δουλειά έχει ο Άγιος Νικόλαος στα 1.150 μέτρα υψόμετρο, λάβετε υπόψη ότι αντίστοιχες εκκλησίες συναντάμε σε πολλά ορεινά της Ηπείρου, μια και οι κάτοικοί τους ασχολούνταν με το εμπόριο και ταξίδευαν πολύ, οπότε χρειάζονταν και την ανάλογη προστασία. Οι Συρρακιώτες έμποροι, μάλιστα, ήταν τόσο δαιμόνιοι, που κατάφεραν να προμηθεύσουν με τις περίφημες αδιάβροχες κάπες από κατσικίσιο μαλλί που φτιάχνονταν στο χωριό ακόμα και τον στρατό του Μεγάλου Ναπολέοντα!

Επόμενο σημείο ενδιαφέροντος είναι το σπίτι του «Τραγουδιστή του χωριού και της στάνης», Κώστα Κρυστάλλη, το οποίο σήμερα έχει γίνει μουσείο και στεγάζει και τη βιβλιοθήκη του χωριού, ενώ αξίζει να δείτε και το Λαογραφικό Μουσείο που δημιούργησε και δώρισε μετά τον θάνατό της η Ερμηνεία Φωτιάδου. Από τον ενθουσιασμό με τον οποίο θα σας ξεναγήσει ο υπεύθυνος του μουσείου θα καταλάβετε πόσο αγαπούν το χωριό τους οι Συρρακιώτες, οι οποίοι το κατακλύζουν κάθε Αύγουστο για το μεγάλο πανηγύρι της Παναγίας –«κάθε δωμάτιο και οικογένεια»–, αφήνοντάς το τον χειμώνα σε όσους ασχολούνται με τον τουρισμό, μια και το μυστικό το έχουν μάθει πλέον αρκετοί και το Συρράκο έχει επισκέπτες όλο τον χρόνο.

Όταν φτάσαμε στο Συρράκο, μετά από τρεις μέρες με πολλά χιλιόμετρα στα Ζαγόρια, είχαμε αποφασίσει ότι η μόνη οδική μετακίνηση που θα κάναμε θα ήταν για να δούμε τους Καλαρρύτες. Απαραίτητη, όμως, σύμφωνα με τη σπιτονοικοκυρά μας, ήταν μια στάση στη Μονή Κηπίνας και ήταν τέτοια η σιγουριά της, που δεν σήκωνε αντιρρήσεις. Συνήθως το κλειδί για το μοναστήρι το παίρνει κανείς από το καφενείο του χωριού(!), τον Αύγουστο όμως μένει ανοιχτό καθημερινά, μια και η περιοχή είναι γεμάτη επισκέπτες που έχουν ακούσει τις ανάλογες θερμές συστάσεις. Φτάνοντας στο μοναστήρι, η πρώτη εικόνα είναι εντυπωσιακή. Ένα Μέγα Σπήλαιο τσέπης από πέτρα, σχεδόν αόρατο από μακριά, χτισμένο το 1212 από τον Αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο.

Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι ιδρύθηκε από έναν υποψήφιο ηγούμενο που αποχώρησε από τη Μονή Βύλιζας μαζί με άλλους μοναχούς, όταν έχασε στις εκλογές, ενώ η πιο θεάρεστη εκδοχή αφηγείται ότι από τη γειτονική Βύλιζα οι μοναχοί έβλεπαν κάθε βράδυ μια μικρή φλόγα αναμμένη, μέχρι που αποφάσισαν να φτιάξουν στο σημείο ένα μοναστήρι – διαλέγετε και παίρνετε. Πάνω από τη μονή μπορεί κανείς να δει ό,τι απέμεινε από τις φιλόδοξες προσπάθειες επέκτασής της, οι οποίες εγκαταλείφθηκαν μετά τη θανάσιμη πτώση ενός καλόγερου καθώς μετέφερε υλικά, γεγονός που θεωρήθηκε θεϊκό σημάδι. Μπαίνοντας στο μοναστήρι, ο επισκέπτης περνά πάνω από μια ξύλινη γέφυρα, η οποία σε περίπτωση κινδύνου σηκωνόταν, μετατρέποντάς το σε απόρθητο φρούριο. Ο μικρός ναός έχει για στέγη τον βράχο, λαξεμένο για να σχηματίζει θόλο, κι ένα όμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο, ακριβές αντίγραφο –όπως διαπιστώσαμε εκ των υστέρων– του αυθεντικού τέμπλου του 18ου αιώνα, που το 1997 κλάπηκε ολόκληρο(!) από αρχαιοκάπηλους κι είναι ακόμα άφαντο. Δίπλα από την εκκλησία ξεκινά ένα σπήλαιο, το οποίο επισκέφθηκε το 1815 ο Πουκεβίλ, βλέποντας όμως μόνο την αρχή του.

Σήμερα μπορεί κανείς να ακολουθήσει μια διαδρομή 300 περίπου μέτρων, αν δεν τον ενοχλούν οι νυχτερίδες, αρκεί να έχει μαζί του έναν υποτυπώδη, έστω, φακό, μια και ο χώρος είναι σχεδόν αφώτιστος. Αξίζει, τέλος, να δείτε το αρχονταρίκι και τα κελιά που είναι κυριολεκτικά τρυπωμένα στον βράχο και κρέμονται στο κενό. Αν είστε παρατηρητικοί, θα εντοπίσετε να κρέμεται σε έναν τοίχο ένα υφαντό «Πάτερ Ημών» – δεν έχει τύχει ποτέ να δω κάτι παρόμοιο και μου έκανε μεγάλη εντύπωση.

a4

Οι Καλαρρύτες και το Συρράκο είναι δίδυμα χωριά εκατέρωθεν του φαραγγιού, με βίους παράλληλους από τον 14ο αιώνα, όταν και ιδρύθηκαν από Βλάχους βοσκούς. Η μόνη εποχή που διαφοροποιήθηκε η μοίρα τους ήταν το 1881, όταν ως σύνορο του ελληνικού κράτους ορίστηκε το Φαράγγι του Χρούσια, με αποτέλεσμα το Συρράκο να μείνει «τουρκοχώρι» και οι Καλαρρύτες να γίνουν «ελληνοχώρι», όπως χαρακτηριστικά μας είπαν. Η απόσταση που χωρίζει τα δυο χωριά είναι περίπου σαράντα λεπτά με τα πόδια ή με το αυτοκίνητο. Η ζέστη και η επερχόμενη βροχή λειτούργησαν αποτρεπτικά κι έτσι δεν αποφασίσαμε να πάρουμε το μονοπάτι που διασχίζει το φαράγγι κι ενώνει τα δύο χωριά – άλλωστε, ήταν και η Κηπίνα στη μέση.

Φτάσαμε στο χωριό και το πρώτο που αντικρίσαμε ήταν ένας αγωγιάτης με τα τρία του γαϊδούρια, μια κι οι Καλαρρύτες είναι πιο «απλωτό» χωριό, με καλντερίμια λιγότερο επικίνδυνα για τα υπομονετικά τετράποδα απ’ ό,τι αυτά του Συρράκου, οπότε οι μεταφορές δεν έπαψαν να γίνονται με ζώα – φυσικά, και στους Καλαρρύτες αφήνεις το αυτοκίνητο έξω από τον οικισμό. Οι Καλαρρυτινοί ήταν διάσημοι για την ασημουργία τους, στην οποία και οφείλεται η χρυσή εποχή του χωριού, στα τέλη του 18ου αιώνα, όταν οι έμποροι πουλούσαν την πραμάτεια τους σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ υπάρχει Μουσείο Αργυροχρυσοχοΐας, το οποίο δυστυχώς δεν κατέστη δυνατό να δούμε, καθότι κλειστό. Αρκεστήκαμε, λοιπόν, στην πληροφορία ότι ο πασίγνωστος Bulgari κατάγεται από δω και πήγαμε να πιούμε καφέ στο άλλο… μουσείο του χωριού.

Πρόκειται για το καφενείο «Άκανθος», ηλικίας 176 ετών, που λειτουργεί ασταμάτητα από το 1840. Ο Ναπολέων Ζαγκλής αποφάσισε τη δεκαετία του ’90 να εγκαταλείψει την πολυεθνική όπου εργαζόταν και να αναλάβει το καφενείο του προπάππου του – απ’ ό,τι φαίνεται, δεν το έχει μετανιώσει καθόλου. Την ώρα του καφέ έπιασε και καταιγίδα, οπότε ακολούθησαν και τα σχετικά τσίπουρα με εξαιρετικό μεζέ, μια και στον «Άκανθο» σερβίρεται και καλομαγειρεμένο φαγητό, που αν κατάλαβα καλά, μάλλον κάποιοι ντόπιοι το παίρνουν και για το σπίτι. Η βόλτα που κάναμε μετά τη βροχή αποκάλυψε ένα πανέμορφο χωριό με πέτρινα αρχοντικά, συντηρημένα με σεβασμό, ενώ η έκπληξη της ημέρας –δεν είμαι σίγουρη ότι ήταν ευχάριστη– ήταν δύο ελαφάκια που εντοπίσαμε να βόσκουν ήσυχα σε έναν περιφραγμένο χώρο, κάνοντάς μας να αναρωτηθούμε μήπως έχουμε χάσει σε τέτοιο βαθμό την επαφή με τη φύση, που μπερδεύουμε τα κατσίκια με τα ελάφια.

a5

Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες ήταν αντικείμενο του πόθου μας για πολλά χρόνια και τώρα που τα γνώρισα τα θεωρώ από τα ωραιότερα ορεινά χωριά της Ελλάδας. Όσο για το Συρράκο, το τοποθετώ μετά βεβαιότητας στην πρώτη τριάδα. Η ζεστασιά των ανθρώπων, η αυθεντική φιλοξενία, το «άγριο» τοπίο, το πέτρινο αρχοντικό του 1864 με το… σαγηνευτικό πρωινό και τους ανοιχτόκαρδους ιδιοκτήτες με κέρδισαν από την πρώτη στιγμή. Θα επιστρέψω με την πρώτη ευκαιρία, μια κι έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου αυτήν τη φορά να κάνω και πεζοπορία. Άλλωστε στην επιστροφή η διαδρομή δεν μου φάνηκε τόσο επικίνδυνη, τη συνήθισα.

πηγή: Lifo, της Κορίνας Φαρμακόρης

Κεντρικό Ζαγόρι: Μνημεία της φύσης και ανθρώπων έργα

Το Κεντρικό Ζαγόρι (από τις σλαβικές λέξεις za που σημαίνει «πίσω» και gora που σημαίνει «βουνό»), εκτός από τα πανέμορφα χωριά του, περιλαμβάνει και μια σειρά από παρεμβάσεις στη φύση που όχι μόνο δεν την προσβάλλουν αλλά δείχνουν και πόσο αρμονικά μπορεί να συνυπάρξει με τον άνθρωπο. Οι Ηπειρώτες μαστόροι σμίλεψαν την πέτρα κι έφτιαξαν γεφύρια, λιθόστρωτα μονοπάτια και σκάλες, να χαίρεσαι να τα βλέπεις και να τα περπατάς και τις τέσσερις εποχές του χρόνου. Και το κάθε ένα από αυτά έχει τη δική του ιστορία, τυλίγεται με τους δικούς του μύθους, με τους δικούς του θρύλους…

1

Το μικροσκοπικό τοξωτό γεφυράκι του καπετάν Αρκούδα («εδώ εφονεύθη από τουρκικό βόλι ο οπλαρχηγός Γεώργιος Αρκούδας την 6η Αυγούστου του  1906», αναγράφει η ταμπέλα) στον Ξηροπόταμο, λίγο έξω από το Δίλοφο, προϊδεάζει για τις αριστουργηματικές, μέσα στην απλότητά τους, ανθρώπινες κατασκευές προκειμένου να δαμαστούν τα ρέματα, τα φαράγγια και τα υψώματα για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των χωριών.

Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γοητεία του μικρού Δίλοφου. Χτισμένο εξ ολοκλήρου από φυσική πέτρα και πνιγμένο μέσα στο πυκνό δάσος από μαυρόπευκα και βελανιδιές, μόλις που διακρίνεται. Ενα τετραώροφο αρχοντικό στην είσοδό του φτιάχτηκε για να ατενίζει προς το Κουκούλι, μια και η κυρά του ιδιοκτήτη καταγόταν από εκεί κι ήθελε να έχει καθημερινή οπτική επαφή με το χωριό της. Ο Διλοφιώτης άρχοντας δεν της χάλασε το χατίρι, χτίζοντας για χάρη της το ψηλότερο ζαγορίσιο αρχοντικό (13,5 μέτρα).

2Το Καλογερικό γεφύρι ή γεφύρι του Πλακίδα κι από πίσω οι Κήποι. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Βίκος και βικογιατροί 
Η γραφική πλατεία με το κτίριο της Αναγνωστοπούλειου Σχολής (1855), ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου (1857), τα ανηφορικά καλντερίμια με τις μικρές αυλόπορτες και η παντελής έλλειψη οποιασδήποτε νεωτεριστικής αρχιτεκτονικής διάστασης δίνουν στο Δίλοφο μια εικόνα σχεδόν παραμυθένια. Στον δρόμο προς τους Κήπους το γεφύρι του Κόκκορου ποζάρει σαν καλλονή. Κατασκευάστηκε στα μέσα του 18ου αιώνα για να δαμάζει τις δύο απότομες βραχώδεις πλευρές του ρέματος του Βίκου, εξυπηρετώντας την επικοινωνία ανάμεσα στα χωριά Δίλοφο, Κήποι και Κουκούλι.

Οι περιγραφές περιττεύουν και για το Κουκούλι, επίσης άβατο για τα αυτοκίνητα. Σπουδαία αρχοντικά (Κόκκορου, Πλακίδα) βρίσκονται διάσπαρτα στο χωριό, που έχει σαν πυρήνα την πλατεία με τον ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου και το συγκρότημα του παλιού σχολείου με τις καμάρες και τις βρύσες. Το μουσείο – βοτανική συλλογή του Κουκουλιώτη λαογράφου και φυσιοδίφη Κώστα Λαζαρίδη στεγάζεται στο συντηρημένο πατρικό σπίτι του και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ταξινομημένα περίπου 1.260 είδη φυτών του Ζαγορίου, που αποτέλεσαν το συνταγολόγιο των περίφημων βικογιατρών, των πρακτικών γιατρών που έφτασαν να κατέχουν ακόμη και πολύ υψηλά αξιώματα ως ιατρικοί σύμβουλοι των σουλτάνων.

3Οι Κήποι ήταν η παλιά πρωτεύουσα του Ζαγορίου. (Φωτογραφία: Αντώνης Δήμας)

Εξω από το κεφαλοχώρι των Κήπων, παλιάς πρωτεύουσας του Ζαγορίου, συναντιούνται τα ρέματα Ξηροπόταμος, Μπαγιώτικο και Βικάκι που μαζί θα κατευθυνθούν βόρεια σχηματίζοντας το περίφημο φαράγγι του Βίκου.

Το περίτεχνο τρίτοξο Καλογερικό ή γεφύρι του Πλακίδα (1814), με τη μοναδική αρμονία των τόξων του, ενώνει τις όχθες του Μπαγιώτικου σαν κάμπια σε κίνηση. Το ντελικάτο πέρασμα στην απέναντι όχθη αποτελεί μοναδική εμπειρία. Λίγο πιο κάτω, στην έξοδο του φαραγγιού Βικάκι, το γεφύρι του Κοντοδήμου, διερμηνέα της γαλλικής πρεσβείας στην Πόλη, χτίστηκε το 1753 για την επικοινωνία των Κήπων με το Κουκούλι.

Στον δρόμο για τους Νεγάδες, τα περίφημα γεφύρια του Μύλου και του Πιτσιώνη (έχτισε το γεφύρι το 1830 εκεί που κόντεψε να πνιγεί), καθώς και άλλα μικρότερα αλλά εξίσου γοητευτικά, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ολοήμερα tour γεφυριών που συνδέονται μεταξύ τους με μονοπάτια και λιθόστρωτα.
Συνεπαρμένος από την αρμονική συνύπαρξη φυσικού μεγαλείου και ανθρώπινων κατασκευών, κατευθύνομαι στους άγνωστους -στις τρεις μέχρι τώρα επισκέψεις μου στα Ζαγοροχώρια- Νεγάδες (1.060 μ.).

4Το φαράγγι του Βίκου, έτσι όπως φαίνεται από την Οξιά. (Φωτογραφία: Αντώνης Δήμας)

Μια αμαζόνα στα Σουδενά
Αφήνω την κοιλάδα του Μπαγιώτικου και ακολουθώντας παράλληλη πορεία με το ρέμα της Γεφυρίτσας, μέσα σε δάσος βελανιδιάς που φορά τα χρώματα του φθινοπώρου, φτάνω στο αρχοντοχώρι του Κεντρικού Ζαγορίου, με τα σκουρόχρωμα σπίτια και τα ψηλά αρχοντικά των Νεγαδιτών που διέπρεψαν στην πολιτική και οικονομική ζωή της Μολδοβλαχίας από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα. Ο τρισυπόστατος ναός του Αγίου Γεωργίου με το εξάγωνο καμπαναριό θα συμπληρώσει την εικόνα ενός ακόμη αρχιτεκτονικού διαμαντιού στο Κεντρικό Ζαγόρι.

Δεν είχα ποτέ επισκεφτεί τον Ελαφότοπο. Στον Κάμπο των Σουδενών (Πεδινών) βρήκα την αφορμή. Ο κύριος Αλκιβιάδης και η αμαζόνα κυρά του. Το τοπίο γύρω από το μικρό οροπέδιο τραχύ, με κέδρα, πουρνάρια, σφεντάμια κι αγριοκερασιές. Οι καλλιέργειες στον κάμπο φτωχές, με κρεμμύδια, πατάτες και λίγα κολοκύθια.

«Οι νέοι έφυγαν, οι γέροι το παλεύουν», μου εξομολογείται ο γέροντας. Ο Ελαφότοπος (1.100 μ.) είναι ένας πανέμορφος οικισμός με καλντερίμια και πέτρινες βρύσες, με εξαίρετα δείγματα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και υποδειγματικό λαογραφικό μουσείο. Πείστηκα από τις περιγραφές και αποφάσισα να ακολουθήσω το μονοπάτι Ελαφότοπου – Βίκου μέχρι τη θέση Καστρί για να δω τη θέα στα βράχια της Αστράκας από μια άλλη, άγνωστη προοπτική.

Ορεινές αγελάδες βόσκουν ανέμελα στις πλαγιές του Στούρου, ελληνικοί ποιμενικοί με δήθεν απειλητικές διαθέσεις αρχικά και με χαρούμενη διάθεση στη συνέχεια με ακολουθούν μέχρι το Καστρί, ένα μοναδικό μπαλκόνι απέναντι από τους Πύργους της Αστράκας. Τα σύννεφα πυκνώνουν και η φθινοπωρινή καταιγίδα της Πίνδου δεν αργεί να ξεσπάσει.

5Στο Δίλοφο θα βρείτε τα ωραιότερα καλντερίμια του Ζαγορίου. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω, φτάνω στο αυτοκίνητο ασθμαίνοντας και στάζοντας. Από τον Ελαφότοπο κατηφορίζω πάλι στον κάμπο των Πεδινών. Ασπρες κουκκίδες τα αιγοπρόβατα, βόσκουν στον πάλαι ποτέ σιτοβολώνα του Ζαγορίου. Στην είσοδο των Κάτω Πεδινών ο ναός των Ταξιαρχών με την αθωνίτικη αρχιτεκτονική και στο μεσοχώρι το Παρθεναγωγείο γοητεύουν τους σπάνιους επισκέπτες του χωριού, μια και αυτό δεν φημίζεται για την τουριστική υποδομή του.

Αντίθετα, τα Ανω Πεδινά συγκεντρώνουν κάποιους από τους καλύτερους ξενώνες των Ζαγοροχωρίων. Στην είσοδο του χωριού που περηφανεύεται για το λαμπρό τέκνο του, τον δάσκαλο του Γένους, Νεόφυτο Δούκα, δεσπόζει η φρουριακή μονή Ευαγγελιστρίας με εξαιρετικές αγιογραφίες και σπάνια κειμήλια. Ξεχωρίζουν, ακόμα, τα κτίρια της Λαμπριάδειου Χειροτεχνικής Σχολής, το κλειστό πλέον σχολείο του χωριού που στεγάζει τη βιβλιοθήκη του Νεοφύτου Δούκα και η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.

6Μονοπάτι πάνω από το φαράγγι του Βίκου που οδηγεί από τη μονή της Αγ. Παρασκευής στα ασκηταριά. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Στο χωριό των Ριζάρη
Μόλις 1,2 χλμ. από την έξοδο των Ανω Πεδινών σχηματίζεται το τρίστρατο που οδηγεί στους Κήπους (δεξιά), ενώ ευθεία ανηφορίζει στη Βίτσα και στο Μονοδένδρι, δύο από τα διασημότερα χωριά όλου του Ζαγορίου.
Η «τουριστικοποιημένη» Βίτσα αποτελείται από τις συνοικίες της Κάτω και Ανω Βίτσας. Το εντυπωσιακότερο κτίριο του χωριού είναι η Βριζοπούλειος Σχολή, ενώ ενδιαφέρουσες είναι οι εκκλησίες της Κοίμησης της Θεοτόκου στον κάτω μαχαλά και του Αγίου Νικολάου και των Ταξιαρχών στον άνω.

Η Βίτσα συνδέεται με το Κεντρικό Ζαγόρι μέσω της σκάλας της, ενός ελικοειδούς λιθόστρωτου μονοπατιού που κατεβάζει στο δίτοξο γεφύρι του Μίσιου. Οδηγώ μέχρι το Μονοδένδρι (1.060 μ.) που αυτονομήθηκε από τη Βίτσα το 1753 (αποτελούσε τον άνω μαχαλά της). Πήρε το όνομά του από το τεράστιο έλατο που βρισκόταν κάποτε κοντά στον ναό του Αγίου Μηνά. Ως ιδιαίτερη πατρίδα των αδελφών Ριζάρη, βρίθει δημοσίων κτιρίων (Ριζάρειος Σχολή, Ριζάρειο Εκθεσιακό Κέντρο, Ριζάρειο Χειροτεχνικό Κέντρο), σπουδαίων αρχοντικών, εκκλησιών (ξεχωρίζουν η τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Αθανασίου και ο ναός του Αγίου Μηνά) και δικτύου καλντεριμιών.

7Το Κουκούλι, με τα αρχοντικά, τον ναό της Κοίμησης και το συγκρότημα του παλιού σχολείου με τις καμάρες. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Ενα από αυτά με οδηγεί στη μονή της Αγίας Παρασκευής, που είναι το πιο φημισμένο μοναστήρι του Ζαγορίου, με μοναδική θέση στο φαράγγι του Βίκου. Πάνω από το Μονοδένδρι, στην περιοχή Θεόκτιστα, περπατώ σε πετροδάσος, εκεί που οι σχιστολιθικοί σχηματισμοί ξεπερνούν και την πιο αχαλίνωτη φαντασία, για να καταλήξω στο μπαλκόνι της Οξιάς (1.320 μέτρα) με την ανεμπόδιστη θέα στο φαράγγι του Βίκου και κυρίως στον Μέγα Λάκκο, το πιο παρθένο παρακλάδι του φαραγγιού…

Η διάσχιση αποτελεί πραγματική πρόκληση. Από το Μονοδένδρι μέχρι τον πάτο του φαραγγιού απαιτείται περίπου μία ώρα και άλλες πέντε ώρες διάσχιση μέχρι το χωριό Βίκος, στο Δυτικό Ζαγόρι, που από τον δρόμο απέχει 16 χιλιόμετρα από το Μονοδένδρι.

Ευλογημένη διαδρομή
Η κύρια είσοδος του Κεντρικού Ζαγορίου είναι το χωριό Ασπράγγελοι, όπου και το Κέντρο Ενημέρωσης για τον Εθνικό Δρυμό. Η δεξιά οδός οδηγεί στα χωριά που φωλιάζουν στις πίσω πλαγιές (όπως αυτό φαίνεται από τα Γιάννενα) του κατάφυτου βουνού Μιτσικέλι.

8Η φρουριακή μονή Ευαγγελιστρίας στα Ανω Πεδινά. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Η Ελάτη (960 μ.) πνιγμένη σε σύμμικτο δάσος ελάτων, μαυρόπευκων και βελανιδιών προσφέρει την πιο ολοκληρωμένη πανοραμική θέα στις πλαγιές της Τύμφης, ενώ το Δίκορφο (1.000 μ.), με την ελάχιστη τουριστική αξιοποίηση, θυμίζει την εποχή του παλιού Ζαγορίου. Η εκκλησία του Αγίου Μηνά και το κτίριο του Αρρεναγωγείου δεσπόζουν στο χωριό και αποτελούν τα μεγαλύτερα οικοδομήματα του γραφικότατου και τουριστικά ανεπιτήδευτου Δίκορφου.

Ο δρόμος συνεχίζει σκαρφαλωμένος στη βορειοανατολική πλαγιά του βουνού, μέσα σε εκπληκτικό τοπίο, προς τα μικροσκοπικά χωριά του Μανασσή και του Καλουτά με το δίτοξο γεφυράκι στον Ροδόλακκο και τελειώνει στο εξίσου μικρό και πανέμορφο Διπόταμο, που στέκεται στην κορυφή ενός καταπράσινου λόφου στο βορειοανατολικό άκρο του Μιτσικελίου. Ακόμη 12 χιλιόμετρα ευλογημένης διαδρομής και φτάνω στους Φραγκάδες, που κάηκαν από τους Γερμανούς το 1943, όμως διατηρούν αρκετή από την παλιά γοητεία τους, με την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, την ευρύχωρη πλατεία, τον μεγάλο πλάτανο, κάποια πετρόκτιστα σπίτια, καλντερίμια και βρύσες…

Παράλληλα με τον Αώο
Για να γνωρίσω τα πιο απομακρυσμένα από τα χωριά του Κεντρικού Ζαγορίου κάνω τον μεγάλο κύκλο. Παίρνω τον δρόμο Κόνιτσας-Δίστρατου και οδηγώ παράλληλα με τον Αώο που κυλά αφρισμένος ανάμεσα στην Τύμφη και στον Σμόλικα. Στο χωριό Παλιοσέλι, παίρνοντας νότια πορεία, κατευθύνομαι στο Βρυσοχώρι με τις τέσσερις εκκλησιές, τις 22 βρύσες και τη μοναδική θέα στις κορυφές της Τσούκα Ρόσα.

9Σκηνικό μαγείας στο φαράγγι Βικάκι, που βρίσκεται κοντά στον Βίκο. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Λίγα μένουν από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του χωριού, μια και αυτό έπεσε θύμα της θηριωδίας των Γερμανών που το κατέκαψαν. Ατέλειωτα δάση με μαυρόπευκα αποτελούν τη μοναδική πηγή πλούτου αυτών των απομακρυσμένων χωριών. Εδώ όλοι ασχολούνται με την υλοτομία. Πέντε χιλιόμετρα μετά το Βρυσοχώρι συναντώ το Ηλιοχώρι (1.050 μ.), χτισμένο σε κατάφυτη πλαγιά. Πανέμορφη η εκκλησία του Αγίου Νικολάου και άξιος προσοχής ο γιγάντιος πλάτανος στην κεντρική πλατεία.

Η νότια πορεία συνεχίζεται και με γενναία δυτική παράκαμψη -πάντα κινούμενος σε δασικό τοπίο ανυπέρβλητης ομορφιάς και σε δρόμο που δείχνει να υποχωρεί στις ορέξεις του καιρού- φτάνω στη Λαΐστα, το πιο απομονωμένο και απομακρυσμένο Ζαγοροχώρι. Επιστρέφω στον οδικό άξονα, περνώ τον Γυφτόκαμπο και τις Σαρακατσάνικες Στάνες με τις παρειές του δρόμου γεμάτες ευθυτενείς κορμούς από κομμένα μαυρόπευκα.

Συναντώ κοπάδια με άλογα πάνω και απολαμβάνω τη θέα της μικρής χαράδρας του Γυφτόκαμπου από τη θέση Μπόκοβο. Συνεχίζω με δυτική κατεύθυνση, περνώ από το Σκαμνέλι (δυστυχώς εδώ ο τσίγκος έχει αντικαταστήσει την πέτρα) και επιτέλους φτάνω στο Τσεπέλοβο, την πρωτεύουσα του Δήμου Τύμφης, με τα σκουρόχρωμα αρχοντικά με φόντο τα βράχια της Τύμφης, τα υπέροχα καλντερίμια, την εκκλησία-στολίδι του Αγίου Νικολάου με το εξάγωνο καμπαναριό.

10Το Δίκορφο, με την ελάχιστη τουριστική αξιοποίηση, θυμίζει την εποχή του παλιού Ζαγορίου. Η εκκλησία του Αγίου Μηνά και το κτίριο του Αρρεναγωγείου δεσπόζουν στο χωριό.(Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Φινάλε στο Μπελόη
Επτά χιλιόμετρα από το Τσεπέλοβο απέχει το αγαπημένο μου χωριό, το μικροσκοπικό Καπέσοβο (1.120 μ.). Με υπέροχα ζαγορίσια αρχοντικά και εξαιρετικά καλντερίμια μπήκε στην καρδιά μου από τις χιονισμένες χριστουγεννιάτικες μέρες που πέρασα εδώ πριν από κάποια χρόνια. Το χωριό αναπτύσσεται γύρω από την τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Νικολάου, διακοσμημένη με τοιχογραφίες Καπεσοβιτών αγιογράφων, η φήμη των οποίων ξεπέρασε τα όρια της περιοχής.

Η Πασχάλειος Σχολή, το μεγαλύτερο σχολείο στο Ζαγόρι, διαθέτει 14 αίθουσες και τώρα στεγάζει μικρό λαογραφικό μουσείο και σπουδαία βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία. Ανάμεσά τους και ένα από τα πρωτότυπα αντίγραφα της Μεγάλης Χάρτας του Ρήγα Φεραίου.

Ενας φιδογυριστός δρόμος 9 χλμ. ενώνει το Καπέσοβο με το Βραδέτο, τη στέγη του Ζαγορίου. Εγώ προτιμώ και πάλι την παραδοσιακή πρόσβαση από τη Σκάλα του Βραδέτου, μοναδικό τρόπο επικοινωνίας του χωριού με τον έξω κόσμο μέχρι το 1974. Μια σκάλα-αποθέωση της ηπειρώτικης μαστοριάς – τρεις «λωρίδες κυκλοφορίας» πάνω σε αριστουργηματικό καλντερίμι.

11Η Σκάλα του Βραδέτου, του χωριού που φύλαγε για χρόνια μονάχη η θεία Κωστάντω διατηρώντας το μικρό καφενεδάκι στην πλατεία. (Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Η μεσαία για τα μουλάρια, στρωμένη με μαύρη πέτρα για να μη γλιστράνε, δεξιά κι αριστερά οι λωρίδες των ανθρώπων φτιαγμένες με άσπρη πέτρα και ούγιες για να ακολουθούν τον ανθρώπινο βηματισμό. Η σκάλα με τα 39 πέταλα και τα 1.100 σκαλοπάτια φτάνει μέχρι κοντά στο εκκλησάκι του Αϊ-Θανάση του Βραδέτου. Τριάμισι συνολικά τα χιλιόμετρα της διαδρομής. Μια κατασκευή απαράμιλλης τεχνικής που μετουσιώθηκε σε αληθινό έργο τέχνης…

Φτάνω στο Βραδέτο (1.340 μ.), στο χωριό που ανέδειξε μεγάλους ευεργέτες (αδελφοί Κοντοδήμου, Αναστάσιος Σακελλάρης), που φύλαγε για χρόνια μονάχη η θεία Κωστάντω διατηρώντας το μικρό καφενεδάκι στην πλατεία. Ο ναός της Γέννησης της Θεοτόκου, με την απλότητα που τον διακρίνει, περιγράφει την ακμή του χωριού τον 18ο αιώνα, όταν χτίστηκαν το σχολείο, η πλατεία και τα θαυμάσια λιθόστρωτα.

12(Φωτογραφία: Αντώνης Δήμας)

Αφήνω το Βραδέτο με βορειοδυτική κατεύθυνση και ανάμεσα σε κοπάδια με ζαγορίσια μοσχαράκια κατευθύνομαι στο Μπελόη, το σημαντικότερο μπαλκόνι θέας του θαύματος που ακούει στο όνομα «φαράγγι του Βίκου». Το οδοιπορικό στον τόπο «πίσω από το βουνό» τελειώνει εδώ, με εικόνες που αξίζουν όσο χιλιάδες λέξεις…

Εθνικός δρυμός Βίκου – Αώου
Τα χωριά Μονοδένδρι, Βίκος, Μικρό και Μέγάλο Πάπιγκο βρίσκονται εντός του δρυμού. Από τα θαύματα της φύσης που περικλείονται στα όριά του ξεχωρίζουν το φαράγγι του Βίκου, ο Βοϊδομάτης που έχει τις πηγές του μέσα στο φαράγγι και η υποαλπική Δρακολίμνη.  Ο δρυμός, με τον πλούτο των οικοσυστημάτων του, παραμένει ένα από τα καταφύγια άγριας ζωής στην Ευρώπη.

13Τσεπέλοβο, η έδρα του Δήμου Τύμφης, με τα σκουρόχρωμα αρχοντικά με φόντο τα βράχια της Τύμφης, τα καλντερίμια και την εκκλησία-στολίδι του Αγίου Νικολάου
(Φωτογραφία: Ηρακλής Μηλας)

Σημεία θέας

Οξιά: Με δασικό δρόμο από το Μονοδένδρι προσεγγίζεται το μπαλκόνι της Οξιάς (1.320 μ.), που στέκεται αντικριστά στον Μεγάλο Λάκκο, το μεγάλο παρακλάδι του φαραγγιού του Βίκου.

Μπελόη: Μπελόη στα σλάβικα σημαίνει «ωραία θέα» και από τη θέση αυτή, στα 1.400 μέτρα υψόμετρο, απλώνεται μεγαλοπρεπές όλο το φαράγγι. Η προσέγγιση από το χωριό Βραδέτο μπορεί να συμπληρωθεί με την ανάβαση της περίφημης Σκάλας του Βραδέτου. Πραγματικά μοναδική εμπειρία.

Καστρί: Προσβάσιμο με μονοπάτι από τον Ελαφότοπο (90 λεπτά), στέκεται αντικριστά στους πελώριους Πύργους της Αστράκας. Από τον Ελαφότοπο προς το χωριό Βίκος ακολουθούμε την κίτρινη ταμπέλα προς Καστρί.

Τα χωριά του Κεντρικού Ζαγορίου
Το Κεντρικό Ζαγόρι καταλαμβάνει μια τεράστια έκταση και περιλαμβάνει  τα χωριά: Βίτσα, Μονοδένδρι, Σκαμνέλι, Βραδέτο, Ελάτη, Βρυσοχώρι, Τσεπέλοβο, Καπέσοβο, Νεγάδες, Δίκορφο, Ανω Πεδινά, Κάτω Πεδινά, Ελαφότοπος, Μανασσή, Καλουτά, Διπόταμο, Λεπτοκαρυά, Ηλιοχώρι, Λαΐστα, Δίλοφο, Κήποι, Κουκούλι, Φραγκάδες, Ασπράγγελοι.

πηγή: Έθνος