Ένα μακρύ ταξίδι με τα πόδια στα δάση και τα βουνά της βόρειας Πίνδου

Με ή χωρίς υποστήριξη, η απίθανη πεζοπορική διάσχιση 100 χιλιομέτρων στον άξονα της Βόρειας Πίνδου είναι πλέον εφικτή και μπορεί ο οποιοσδήποτε να την επιχειρήσει απολαμβάνοντας την ανέγγιχτη φύση και τα παραδοσιακά χωριά αυτής της ξεχασμένης περιοχής της χώρας μας.

Μαυροβούνι: Στο μονοπάτι με θέα την λίμνη των πηγών του Αώου.

αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε αναπτύξει επαρκώς την πεζοπορική κουλτούρα στην χώρα μας. Ωστόσο, αν και δεν είναι πολλοί εκείνοι που επιλέγουν την πεζοπορία ως τρόπο για να επισκεφθούν έναν προορισμό, τελευταίως αυτή η μοναδικά αναζωογονητική δραστηριότητα κερδίζει όλο και περισσότερους οπαδούς που αντιλαμβάνονται ότι μόνο μέσα από αυτήν μπορεί κανείς να καταλάβει την πλούσια σε εναλλαγές γεωμορφολογία τόπου μας, τα μαγευτικά, φυσικά τοπία που διαθέτει και τα ξεχασμένα χωριά-διαμάντια που κρύβει- που συνήθως βρίσκονται μακριά από τα τουριστικά κέντρα- όπου κανείς μπορεί να συναντήσει ακόμα και σήμερα την παλιά, αγνή Ελλάδα.

Πάρτε για παράδειγμα τη πεζοπορική περιήγηση στα ορεινά μονοπάτια της οροσειράς της Πίνδου: πρόκειται περισσότερο για ένα ταξίδι, παρά για μια δραστηριότητα άθλησης, όπως πολλοί πιστεύουν. Είναι, θα έλεγε κανείς, ένα ταξίδι στην ιστορία και τον πολιτισμό της ορεινής Ελλάδας με μεταφορικό μέσο τα πόδια μια και το μέρος έχει να προσφέρει άφθονη αρχέγονη εμπειρία, επιβλητικά μνημεία της φύσης και του ανθρώπινου πολιτισμού, αρχιτεκτονήματα περασμένων εποχών και φυσιογνωμίες που δεν έχουν αλλοιωθεί και διατηρούνται ακόμα αυθεντικές. Με λίγα λόγια πρόκειται για μια συνολικότερη εμπειρία, όχι μόνο αθλητική, αλλά κυρίως βιωματική.

Κατηφορίζοντας από την κορυφή για τις δίδυμες λίμνες και τον πυρήνα της Βάλια Κάλντα.

Όμως είναι και κάτι ακόμα: ένα τρόπος για να συνδεθούμε με τη φύση, τον ίδιο μας τον εαυτό, το σώμα, τις σκέψεις και τα συναισθήματα. Νομίζω πως τίποτα δεν συνοψίζει καλύτερα την ουσία της πεζοπορίας από την ατάκα του θρυλικού Sir Edmund Hillary, του πρώτου ανθρώπου που ανέβηκε στο Όρος Έβερεστ: «Δεν είναι το βουνό που κατακτούμε, αλλά τον ίδιο μας τον εαυτό».

Ο Αποστόλης Τσιμπανάκος, λάτρης των βουνών, εξερευνητής και ιδιοκτήτης γραφείου πεζοπορικών περιηγήσεων είναι ο επικεφαλής του γιγαντιαίου επικείμενου πρότζεκτ Pindus Trail στα πλαίσια του οποίου προετοιμάζεται η μελέτη και κατασκευή ενός ενιαίου μονοπατιού 600+ χλμ υψηλών προδιαγραφών που θα ξεκινά από τους Δελφούς και θα καταλήγει στις Πρέσπες.

Εμπνευσμένος από παλαιότερη χάραξη διαδρομής και διάσχισης της Πίνδου “Τhe Pindos Way” (το Πέρασμα της Πίνδου) που ανέδειξε και περιέγραψε στο βιβλίο-οδηγό πεζοπορίας, ο Τιμ Σάλμον, ένας Άγγλος φιλέλληνας ερευνητής-συγγραφέας, φίλος και μέντοράς του- έχει βάλει σαν στόχο ζωής του να ανοίξει και να χαρτογραφήσει μαζί με την ομάδα εξειδικευμένων συνεργατών της Terra Pindus και τη συνδρομή πολλών εθελοντών και χορηγών ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά μονοπάτια της Ευρώπης, ικανοποιώντας έτσι και την διεθνή πεζοπορική τάση, που βρίσκει έδαφος και στην χώρα μας και αρέσκεται στην διάσχιση μεγάλων, καλαίσθητων ορεινών περιοχών όπως είναι η οροσειρά της Πίνδου, ακολουθώντας ένα μονοπάτι πολιτισμού που θα μας ταξιδεύει πίσω στο χρόνο και θα ενισχύει το ηθικό των ντόπιων κατοίκων και την τοπική οικονομία. Αρκεί να σκεφθεί κανείς την επισκεψιμότητα που μπορούν να προσελκύσουν αυτά τα μονοπάτια- είπαμε ότι υπάρχει μια ολόκληρη τάση γύρω από τον πεζοπορικό τουρισμό- και εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει ότι μπορούν να αναστήσουν απομακρυσμένες περιοχές όπως αυτές της Πίνδου.

Η λίμνη από το καταφύγιο και στο βάθος το Περιστέρι

«Κάθε χρόνο, δεκάδες χιλιάδες περιπατητές διασχίζουν τα μονοπάτια των γαλλικών Πυρηναίων, των Άλπεων ή της Κορσικής. Οι διαδρομές αυτές μάλιστα είναι διάσημες σε όλο τον κόσμο. Η χώρα μας απαρτίζεται κυρίως από ορεινές περιοχές, περίπου το 75% της συνολικής έκτασης είναι βουνά. Γιατί λοιπόν να μην φτιάξουμε τη δική μας διαδρομή μέσα από τα βουνά και να βοηθήσουμε ουσιαστικά τους λίγους ορεινούς οικισμούς που έχουν μείνει ζωντανοί να επιβιώσουν με τον πιο αειφορικό τρόπο;» αναρωτιέται ο κ. Τσιμπανάκος.

Ήδη κάποιοι πεζοπόροι έχουν ξεκινήσει να χρησιμοποιούν το μονοπάτι του οποίου τα πρώτα 100 χιλιόμετρα, έπειτα από συντονισμένες προσπάθειες καθαρισμού και διαμόρφωσης είναι πλέον προσπελάσιμα. Ξεκινώντας με τα πόδια από το Μέτσοβο και με πορεία βόρεια προς τα όρια του δρυμού της Βάλια Κάλντα κανείς μπορεί να κινηθεί πεζοπορικά στο ανάπτυγμα του ενιαίου μονοπατιού, που περνά από τη γραφική Βοβούσα, τη Βάλια Στάθη και το Δίστρατο, την ξακουστή Σαμαρίνα και τέλος την ψηλή ράχη του Σμόλικα για να τερματίσει για την ώρα στα νότια του βουνού στα χωριά της Λάκκας Άωου, Πάδες & Παλιοσέλι ή Β.Δ. στο χωριό Αγία Παρασκευή (Κεράσοβο).

Ίχνος αρκούδας.

Η ενιαία διαδρομή που συνδέει σημαντικά βλαχοχώρια της Ηπείρου και της Δυτ. Μακεδονίας, προτείνεται σε πενθήμερη δράση, είναι στο μεγαλύτερο ανάπτυγμα της φρεσκοσυντηρημένη και διαθέτει σχετική σήμανση, αλλού παλιά κι αλλού ανανεωμένη (σύντομα θα ανανεωθούν και τα τμήματα που εκρεμμούν) για να κινηθεί κανείς με σαφήνεια, άνεση και ασφάλεια. Όποιοι το έχουν τολμήσει περιγράφουν την απίστευτη εμπειρία που έζησαν περνώντας μέσα από τις υπέροχες, παρθένες δασικές εκτάσεις, σπάνιες εναλλαγές, τον ίσκιο και τα τρεχούμενα νερά.

Στο πέρασμα από το δαιδαλώδες αυτό ορεινό διαμέρισμα της χώρας, δε μπορείς παρά να στέκεις κάθε τόσο για να θαυμάζεις τα μοναδικά τοπία ανυπολόγιστης αισθητικής και περιβαλλοντικής αξίας, από όπου κι αν σου δοθεί η ευκαιρία, όπως τις αλπικές λίμνες και τα πανέμορφα βουνά που τις φιλοξενούν, που σε καλούν να έρθεις πιο κοντά με τη θελκτικότητα τους. Η κύρια διαδρομή στην 4η ενότητα (βόρεια Πίνδος) της χάραξης του “Μονοπατιού της Πίνδου”- Pindus Trail 600km έχει την δική της θεματική ενότητα: Περνάει από ξακουστά χωριά των Βλάχων τα οποία κατά το παρελθόν επικοινωνούσαν και συνέβαλαν σημαντικά στην επιβίωση και διάδοση της κουλτούρας της φυλής στην ευρύτερη περιοχή και είναι μια διαδρομή στην οποία ο πεζοπόρος περπατάει διαδοχικά από χωριό σε χωριό, ενώ το δίκτυο εξελίσσεται διαρκώς με σκοπό να πλέξει έναν ανεξάντλητο πεζοπορικό ιστό εντάσσοντας και τα γύρω χωριά-οικισμούς.

Ζητήσαμε από τον κ. Τσιμπανάκο να μας διηγηθεί αυτή την υπέροχη «βόλτα»:

«Αν και η σήμανση της διαδρομής είναι αμφίδρομη, τα μονοπάτια της διαδρομής μας προτείνονται ως μονοπάτια «διασχίσεων» και καλό είναι στο τέλος της διαδρομής να μας περιμένει ένα αμάξι που θα μας γυρίσει πίσω στην αφετηρία μας. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα φυσικά και καλό είναι να το συνεννοηθούμε πριν ξεκινήσουμε την πορεία μας. Ως αφετηρία για την ώρα προτείνεται το Μέτσοβο, το οποίο είναι ένα κομβικό σημείο, πλήρως οργανωμένο, όπου κανείς μπορεί να βρει τα πάντα αλλά και να αφήσει το όχημά του με ασφάλεια. Από το χωριό του Μετσόβου μπορείς να προμηθευτείς προϊόντα που θα χρησιμοποιήσεις στη διαδρομή όπως φρούτα, ξηρούς καρπούς ή κάποια σνακ για το πρόγευμά σου, ακόμα και πεζοπορικό εξοπλισμό.

Η λίμνη από την κορυφή Φλέγγα.

Από εκεί λοιπόν μπορεί να ξεκινήσει κανείς το 1ο προτεινόμενο ημερήσιο πεζοπορικό τμήμα και να κινηθεί βόρεια προς τα όρια του δρυμού της Βάλια Κάλντα περνώντας από πυκνά δάση ελάτης και οξιάς μέχρι να φτάσει στην ψηλότερη (τεχνητή) λίμνη της χώρας και τα βοσκοτόπια που στολίζουν την μεγάλη υποαλπική κοιλάδα που σχηματίζεται κάτω από το Μαυροβούνι. Στον 1ο ημερήσιο σταθμό, που στην ουσία σε φέρνει μέσα στον δρυμό, εκκρεμεί το κομμάτι της οργανωμένης διαμονής διότι παρότι υπάρχει υφιστάμενη υποδομή, το καταφύγιο του Μαυροβουνίου, ψηλά στα 1836μ (λίγο πριν την κορυφή Φλέγγα) για την ώρα παραμένει κλειστό.

Ωστόσο, το καταφύγιο συντηρείται από τον Αθλητικό Όμιλο Μετσόβου και υπάρχει η δυνατότητα να ζητήσει κανείς τα κλειδιά από τον αρμόδιο τοπικό φορέα για να βρει καταφύγιο και κρεβάτι σε αυτή την προνομιούχα τοποθεσία με την υπέροχη θέα στο υπόλοιπο, νότιο ανάπτυγμα της οροσειράς της Πίνδου και τα γύρω βουνά. Αυτή η πρώτη απόσταση που πρέπει να διανύσει κανείς είναι γύρω στα 15 χιλιόμετρα και στην ουσία μεταφέρει τον περιηγητή από το Μέτσοβο που βρίσκεται χτισμένο σε υψόμετρο 1160 μέτρων, ψηλά στα όρη του Λύγκου (Μαυροβούνι) και την απερίγραπτης ομορφιάς δασωμένη κοιλάδα των βλάχων, Βάλια Κάλντα (που στα βλάχικα σημαίνει ζεστή κοιλάδα). Οι κάπως πιο μυημένοι πεζοπόροι πολλές φορές επιλέγουν να κατασκηνώσουν στην περιοχή σε αυτό τον πρώτο σταθμό της διαδρομής. Το βουνό έχει αρκετές πηγές με καθαρό πόσιμο νερό και αυτό βοηθάει πολύ.

Η βόρεια Πίνδος έχει διαφορετική μορφολογία, χλωρίδα και πανίδα από την κεντρική και νότια Πίνδο. Εδώ συναντούμε γεωλογικές διαφορές και άλλη βλάστηση. Επικρατούν κυρίως η πεύκη, η οξιά, η βελανιδιά, ο σφένδαμος, θάμνοι και καρποφόρα δέντρα, καθώς κινούμαστε στα υποαλπικά πεδία, δηλαδή σε υψόμετρο 1200-2100 μέτρων. Η διαδρομές για τα υψίπεδα των βουνών είναι πιο βατές, οι κλήσεις είναι πιο ήπιες, υπάρχουν σκιερά περάσματα και αμέτρητες πηγές.

Το μεγάλο προνόμιο της διαδρομής είναι ότι βρίσκουμε άφθονο νερό όλο τον χρόνο κι αυτό είναι μεγάλη υπόθεση διότι σημαίνει ότι δεν θα χρειαστεί να αποθηκεύσουμε μεγάλες ποσότητες. Ένα μπουκάλι ή θερμός το οποίο θα ξαναγεμίζουμε με δροσερό και πεντακάθαρο νερό είναι αρκετό.

Στο μονοπάτι που περνά πάνω από τις βάθρες με προορισμό τη Βοβούσα.

Το Μαυροβούνι είναι ένα πολύ όμορφο βουνό, με ιδιαίτερα πετρώματα, μικρές παγετωνικές λεκάνες, χωρίς πυκνή βλάστηση στα οροπέδιά όπου κινείται η διαδρομή. Από την κορυφή του διακρίνονται καθαρά μεγάλες ημιορεινές εκτάσεις και βουνοκορφές της Ηπείρου, της Δυτ. Μακεδονίας αλλά και της Θεσσαλίας. Στα υψώματα του Μαυροβουνίου, αλλά και του Σμόλικα βορειότερα συναντούμε την λευκόδερμη πεύκη ή ρόμπολο ή αλλιώς Πεύκη του Χελδράιχ, όπως είναι η τοπική ονομασία του αειθαλούς δέντρου που μπορεί να φτάσει σε ύψος και τα 40 μέτρα, έχει σταχτίλευκο φλοιό και οι βελόνες του σχηματίζουν τούφες στις άκρες των κλαδιών του.

Σε αυτό το 1ο ημερήσιο τμήμα της διαδρομής μπορεί να μην συναντούμε πλήθος πεζοπόρων γιατί ακόμα δεν είναι αρκετά διαδεδομένη ως γραμμή διάσχισης, αλλά ίσως, όσο κι αν ακούγεται αλλόκοτο, μπορεί να συναντήσουμε δρομείς οι οποίοι αυτή την εποχή κάνουν την προπόνησή τους εκεί.

Η διαδρομή 15χλμ Μέτσοβο – Καταφύγιο Μαυροβουνίου παρέμενε αδιάφορη για τον κόσμο ωστόσο αξιοποιήθηκε στα πλαίσια της υλοποίησης ενός ετήσιου αγώνα ορεινού τρεξίματος μεγάλου αναπτύγματος που γίνεται στο Μέτσοβο. Ο αγώνας των 100χλμ σηματοδοτήθηκε από τον Α.Ο.Μετσόβου, ώστε να κάνει έναν κύκλο, στη Βάλια Κάλντα ονομάστηκε Ultra Ursa Trail ( σ.σ. ursa είναι η αρκούδα στα βλάχικα) και λαμβάνει χώρα στις αρχές του Σεπτέμβρη με αφετηρία και τερματισμό στο Μέτσοβο. Παράλληλα επιλέχθηκε από την Περιφέρεια Ηπείρου ως μέρος της προτεινόμενης γραμμής διάσχισης της ευρύτερης περιοχής που κινείται κατά κύριο λόγο στα όρια του νομού Ιωαννίνων και βρίσκεται σε εξέλιξη.

Μεγάλο τμήμα του συνόλου της πενθήμερης προτεινόμενης διαδρομής, επιλέχθηκε στο παρελθόν και σηματοδοτήθηκε για το πέρασμα του Ε6, ένα παλιό, διεθνές μονοπάτι που είχε χαραχτεί πριν από δεκαετίες να διατρέχει την Ελλάδα από δύση προς ανατολή (από Ηγουμενίτσα ως Σαμοθράκη) και εντάσσεται μέσα σε ένα δίκτυο πανευρωπαϊκών μονοπατιών.

Την δεύτερη μέρα, εισερχόμαστε στη Βάλια Κάλντα, ανηφορίζοντας από το καταφύγιο του Μαυροβουνίου, στην κορυφή Φλέγγα, που βρίσκεται στα 2,156 μέτρα υψόμετρο, η οποία είναι μια εύκολη και βατή κορυφή που μπορεί να ανέβει ο κάθε πεζοπόρος που διαθέτει την φυσική κατάσταση χωρίς κανένα κίνδυνο. Φτάνοντας ψηλά, αξίζει οπωσδήποτε μια στάση για να θαυμάσουμε την πανοραμική θέα. Από κει διακρίνουμε καθαρά το Περιστέρι, τα Τζουμέρκα την Τύμφη (Ζαγόρι), τον Σμόλικα και την κοιλάδα της Βάλια Κάλντα από ψηλά ενώ από κάτω ακριβώς βρίσκονται και οι Δίδυμες λίμνες της Φλέγγας οι οποίες θεωρούνται και το hot spot της περιοχής. Πρόκειται για ένα τοπίο μοναδικής ομορφιάς που πραγματικά σε ξαφνιάζει ευχάριστα και σε προϊδεάζει για την συνέχεια.

είς πρέπει να γνωρίζει ότι όταν κάνει πεζοπορικό τουρισμό ο στόχος του είναι να περπατά από το πρωί μέχρι νωρίς το απόγευμα, κάνοντας φυσικά τις απαραίτητες στάσεις κάθε τόσο για κολατσιό, για να κολυμπήσει μέσα σε κάποιο ποτάμι που θα συναντήσει ή απλά για να χαζέψει το τοπίο. Η διαδρομή αυτή πάντως είναι άκρως θεαματική σε όλο της το ανάπτυγμα.

Πάντως είναι απορίας άξιο πως δεν φρόντισε η ίδια η πολιτεία να αναδείξει αυτές τις διαδρομές, να τις αξιοποιήσει και να εντάξει το μεγαλύτερο εμβαδό της χώρας μας που είναι ορεινός όγκος μέσα στο πλαίσιο ενός αειφόρου μοντέλου ανάδειξης και αξιοποίησης. Έχουμε υπέροχα βουνά, αντίστοιχης ομορφιάς με αυτής των Άλπεων που όλοι γνωρίζουν ως πόλο έλξης για τουρίστες απ όλο τον κόσμο. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως η Πίνδος γεωλογικά είναι η νότια απόληξη των Άλπεων, συνεπώς η μορφολογία είναι όμοια, μόνο που τα δικά μας τα βουνά έχουν χαμηλότερα υψόμετρα γεγονός που τα κάνει και πιο προσιτά. Επίσης, στα βουνά της Πίνδου μπορούμε να έχουμε μεγαλύτερη πεζοπορική σεζόν διότι δεν έχουμε χιονοκάλυψη όλο το χρόνο στα διάσελα (ψηλά περάσματα) όπως έχουν για παράδειγμα οι Άλπεις ακόμα και το καλοκαίρι.

Πίσω στις Δρακόλιμνες της Φλέγγας θα δούμε και μια μεγάλη κοινότητα από τρίτωνες, αυτά τα προϊστορικά ζώα, που είναι αμφίβια ερπετά, πολύ μικρά σε μέγεθος ( 5-6 εκατοστά). Μοιάζουν με σαύρες και τα συναντάμε σε διάφορους υδάτινους κόσμους στις υποαλπικές ζώνες και στα αλπικά πεδία. Γι αυτό και οι λίμνες λέγονται έτσι, γιατί μοιάζουν με μικροσκοπικά «δρακάκια».

Υπάρχει περίπτωση να συναντηθεί κανείς και άλλα άγρια ζώα μέσα στον δρυμό καθώς εδώ είναι ένας από τους σημαντικούς βιότοπους της καφέ αρκούδας, όμως υπάρχουν και ζαρκάδια, αγριογούρουνα, αγριόγιδα και φήμες θέλουν να υπάρχει και ο λύγκας ένα δασόβιο είδος, ένα αιλουροειδές, που λόγω της ιδιαίτερης οικολογίας και συμπεριφοράς του, έχει λάβει συχνά μυθικές διαστάσεις στην φαντασία του λαού, καθώς είναι γνωστό σαν ένα άγριο και οξυδερκές ζώο που ελάχιστοι είχαν την ευκαιρία να συναντηθούν μαζί του.

Σε περίπτωση που συναντήσει ο άνθρωπος ένα από τα παραπάνω ζώα έχω την πεποίθηση ότι δεν θα κινδυνέψει η ζωή του. Εγώ έχω συναντήσει πάρα πολλές φορές αρκούδα στη ζωή μου. Μάλιστα μια από τις τελευταίες φορές βρεθήκαμε πολύ κοντά, σε απόσταση τεσσάρων μέτρων. Σηκώθηκε μπροστά μου όρθια, με κοίταξε και έφυγε. Είναι ένα ζώο που θέλει την ησυχία του. Έχει πάρα πολύ δυνατή όσφρηση και μας μυρίζει από πολύ μακριά. Δεν θέλει να συναντηθεί μαζί μας. Εμείς έχουμε πάρα πολλή τοξίνη στο σώμα μας για να μας προτιμήσει σαν «γεύμα» η αρκούδα.

Ασχολείται περισσότερο με τα φρούτα και τα πρόβατα των κτηνοτρόφων και αυτοί έχουν το πρόβλημα. Αυτές οι φήμες που θέλουν την αρκούδα να προστατεύει τα παιδιά της και να γίνεται επιθετική είναι ατεκμηρίωτες διότι ακόμα και με τα παιδιά της να είναι η αρκούδα θα θελήσει και πάλι να αποφύγει τον άνθρωπο. Προσωπικά μου έχει τύχει δύο φορές συνάντηση με μητέρα και μωρά και αλλάξανε πορεία δις. Αν παρ’ όλ’ αυτά κανείς έχει μια τέτοια συνάντηση το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να παραμείνει ψύχραιμος και αν μπορεί να έχει το δάκτυλο στη φωτογραφική του μηχανή για να απαθανατίσει την στιγμή.

Υπάρχει μια δεισιδαιμονία και φήμες που λένε ότι στα βουνά της Πίνδου μπορεί κανείς να κινδυνέψει από τα άγρια ζώα. Όμως αν κοιτάξουμε τα υπαρκτά κρούσματα θα δούμε ότι έχουν καταγραφεί μεμονωμένα περιστατικά που αφορούν σε κυνηγούς οι οποίοι στριμώχνουν το ζώο σε θαμνώδεις περιοχές και στη προσπάθειά του το ζώο να διαφύγει μπορεί να τραυματίσει τον άνθρωπο. Οι καφέ αρκούδες που ζουν στη χώρα μας δεν είναι επιθετικές όπως οι Γκρίζλι στη Βόρεια Αμερική.

Πάντως επειδή οι αρκούδες συχνάζουν εκεί που βρίσκονται και οι κτηνοτρόφοι και επειδή το πέρασμα της Βάλια Κάλντα έχει γίνει πολυσύχναστο εδώ και αρκετά χρόνια, η αρκούδα έχει απομακρυνθεί από την περιοχή και κινείται σε πιο απομονωμένα σημεία με αποτέλεσμα ελάχιστοι να έχουν συνάντηση μαζί της, έστω κι από μακριά, μέσα στη διαδρομή αυτή.

Οι δίδυμες αλπικές λίμνες στα 1950μ., πάνω από τον πυρήνα του δρυμού.

Από την άλλη πρέπει να πω ότι είχα πολλές φορές την ευκαιρία να θαυμάσω ζαρκάδια να πηδάνε μπροστά μου ή οικογένειες αγριογούρουνων να περνάνε τρέχοντας γιατί κι αυτά φοβούνται τον άνθρωπο. Κοντολογίς, ως έμπειρος πεζοπόρος, θεωρώ ότι είναι μια σχετικά ασφαλής διαδρομή για να κάνει κάποιος πεζοπορία.

Στα ποτάμια παρατηρείται η πέστροφα και άλλα ψάρια και γαρίδες, εκλεκτός μεζές για τις λιγοστές βίδρες που επανήλθαν στο Αρκουδόρεμα της Βάλια Κάλντα. Η βίδρα κιόλας είναι δείκτης καθαρότητας των νερών των ποταμιών. Ειδικά ο Αωός που είναι και ο κυρίαρχος ποταμός που περνάει μέσα από τη διαδρομή μας στην βόρεια Πίνδο σημειώνεται από τους επιστήμονες ως το δεύτερο πιο καθαρό ποτάμι της ευρύτερης περιοχής με τα πρωτεία να πηγαίνουν στον Σαραντάπορο αρκετά βορειότερα.

Στην Βάλια Κάλντα δεν μπορεί να μείνει κανείς. Είναι εθνικός δρυμός και πρέπει να παραμείνει όσο πιο ανέγγιχτος γίνεται. Υπάρχουν ταμπέλες που απαγορεύουν κάποιες δραστηριότητες, όπως το να ανάψεις φωτιά, να κατασκηνώσεις, να κυνηγήσεις, κόψεις ξύλα κλπ. Όμως επειδή δεν υπάρχει κρατικός μηχανισμός που να τα διαφυλάσσει όλα αυτά με συχνή παρουσία θα πρέπει να είναι οι ίδιοι οι επισκέπτες ενσυνείδητοι και σε γενικές γραμμές είναι, θα έλεγα.

Κατεβαίνοντας τώρα από τις λίμνες Φλέγγα προς τα μέσα, προς τον πυρήνα της Βάλια Κάλντα, στο βάθος της κοιλάδας της, βρίσκεται το Αρκουδόρεμα.

Ο επόμενός μας σταθμός είναι η Βοβούσα η οποία βρίσκεται βορειότερα από το Μαυροβούνι. Είναι ένα πανέμορφο χωριό, που τέμνει ο Άωος, και έχει μες την πλατεία του ένα όμορφο, τοξωτό πέτρινο γεφύρι. Τελευταία έχει αρκετή κινητικότητα τα καλοκαίρια ( περνάει και ο αγώνας δρόμου που λέγαμε πιο πριν). Είναι ένα από τα λίγα μέρη στη περιοχή που μπορείς να βρεις διαμονή και να το έχεις ως ορμητήριο για πεζοπορήσεις μέσα στον δρυμό της Βάλια Κάντα. Μπορείς είτε να κατασκηνώσεις σε οργανωμένα σημεία όπως είναι το καταφύγιο αλλά μπορεί κανείς να μείνει και σε ξενώνες διαφόρων κλάσεων που υπάρχουν μέσα στο χωριό. Υπάρχουν και ωραίες ταβέρνες για να φάει κανείς και είναι ένα πολύ ευχάριστο μέρος για να παραμείνεις.

Για να φτάσουμε στην Βοβούσα ακολουθούμε παραποτάμιες διαδρομές μέσα από την Βάλια Κάλντα, δηλαδή ακολουθούμε παραποτάμια διαδρομή όλο το Αρκουδόρεμα που είναι ένα άγριας ομορφιάς ποτάμι και χρειάζεται να το περάσουμε 3 φορές αλλάζοντας όχθη. Όμως ειδικά τώρα το καλοκαίρι, που η στάθμη του νερού είναι πολύ χαμηλή, είναι ιδανική εποχή γιατί πατάμε από πέτρα σε πέτρα και περνάμε απέναντι με σχετική ασφάλεια. Έπειτα, το Αρκουδόρεμα συναντά τον Αωό μέσα στον οποίο χύνεται και ακολουθούμε την όχθη του που θα μας φέρει σταδιακά στην Βοβούσα.

Το γεφύρι στην πλατεία της Βοβούσας.

Αυτή είναι άλλη μια εξαιρετική και σκιερή διαδρομή που περνάει μέσα από δάσος πεύκης. Το δάσος είναι γεμάτο με συστάδες μαύρης, κόκκινης αλλά και κοινής πεύκης, συναντάμε όμως και σφενδάμια, οξιές, οστριές, πυξάρια ενώ παράλληλα κυριαρχεί το υδάτινο στοιχείο. Αυτά τα δύο, ίσκιος και νερό, κάνουν την πεζοπορία πολύ ευχάριστη, προσιτή και ασφαλή. Βέβαια, έχει μεγαλύτερο χιλιομετρικό ανάπτυγμα από την προηγούμενη μέρα. Δηλαδή από το καταφύγιο του Μαυροβουνίου μέχρι την Βοβούσα θα πρέπει κανείς να περπατήσεις 24-25 χιλιόμετρα. Όμως πρόκειται για σχεδόν καθοδική διαδρομή μια και από τα 1836μ υψόμετρο, που βρίσκεται το καταφύγιο του Μαυροβουνίου, ανηφορίζουμε ελαφρώς για την κορυφή στα 2156μ για να βρεθούμε στο χωριό της Βοβούσας που βρίσκεται στα 1000 μ υψόμετρο. Επιπλέον έχει και αρκετές επίπεδες διαδρομές- αυτές που πάνε παράλληλα με το ποτάμι- που είναι και οι πιο εύκολες.

Όταν πεζοπορείς καλό είναι να ξυπνάς με το πρώτο φως της μέρας και να ξεκινάς να ετοιμάζεσαι για το περπάτημα. Τώρα βέβαια που είναι καλοκαίρι και οι μέρες είναι μεγάλες, αν ξεκινήσεις γύρω στις 8-8.30 είναι μια χαρά και πάλι θα φτάσεις στο χωριό με το φως. Όλες αυτές οι ώρες εξυπακούεται ότι συμπεριλαμβάνουν και αρκετές στάσεις γιατί στη διαδρομή θα συναντήσεις βάθρες όπου θα θελήσεις να κολυμπήσεις για να δροσιστείς ή τοπία που θα σε σαγηνέψουν και απαραίτητα θα κοντοσταθείς. Επίσης, έχει πολύ ωραία σημεία με υπέροχη θέα και άγριο τοπίο και θελήσεις να καθίσεις για να κολατσίσεις. Είναι μια διαδρομή που δεν σε αφήνει αδιάφορο γιατί την αισθάνεσαι. Δεν περπατάς μόνο αλλά γεμίζει το βλέμμα σου με υπέροχες εικόνες. Είναι μια διαδρομή με φοβερή ενέργεια που την επισκέπτονται λογιών άνθρωποι εδώ και πολλά χρόνια.

Οι βάθρες και μικροί καταρράκτες, ιδανική στάση για κολύμπι τους θερινούς μήνες.

Επιπλέον, είναι μια διαδρομή που αποτέλεσε ένα πέρασμα διαβίωσης των Βλάχων της περιοχής που επικοινωνούσαν μέσα από αυτήν από χωριό σε χωριό. Δεν είναι μια πορεία που δημιουργήθηκε για πεζοπορία αναψυχής αλλά μια διαδρομή που υπήρχε.

Μέσα στη Βάλια Κάλντα παλιά υπήρχαν νεροπρίονα όπου γινόταν υλοτόμηση, ζούσαν ολόκληρες οικογένειες από αυτή την δραστηριότητα. Επίσης, υπήρχαν καρβουνιάρικα, διάφορες υπαίθριες τέχνες που επιβίωναν παράλληλα με την κτηνοτροφία και υπήρχε και κίνηση μέσα στην περιοχή. Παλιά υπήρχαν ακόμα και καλύβια μέσα στα οποία ζούσαν άνθρωποι.

Τώρα πιά όλη αυτή η περιοχή είναι όσο πιο απομονωμένη μπορεί να φανταστεί κανείς. Δεν υπάρχουν άνθρωποι παρά μόνο επισκέπτες. Μέσα σε αυτό το μονοπάτι που προτείνουμε και που προσπαθούμε να συντηρήσουμε, οι ντόπιοι μας λένε ότι παλιά κάθε δεκαπέντε λεπτά έλεγες μια καλημέρα κάποτε, συναντούσες κάποιον να πηγαίνει κάπου. Έναν βοσκό, αγωγιάτες, μια γυναίκα που πήγαινε να πλύνει στο ποτάμι, κατοίκους των χωριών που πήγαιναν προς το Μέτσοβο, που ήταν πάντα εμπορικός κόμβος, για να πουλήσουν ή να ανταλλάξουν τα προϊόντα τους.

Στο μονοπάτι για τη Βάλια Στάθη.

Η Βοβούσα είναι ένα χωριό στο οποίο τον χειμώνα μένουν περίπου 30 άνθρωποι. Το καλοκαίρι είναι που αποκτά και πάλι ζωή, έρχονται επισκέπτες και γεμίζουν οι ταβέρνες του χωριού που σερβίρουν πίτες, ψητά κρέατα της περιοχής, δικά τους τυριά, όπως γαλοτύρι και φέτα αλλά και πέστροφα μια και υπάρχουν καλλιέργειες πέστροφας στα ποτάμια της περιοχής.

Την επόμενη μέρα (3η) αφού έχουμε κοιμηθεί στη Βοβούσα ξεκινάμε να πάμε ακόμα πιο βόρεια, συνεχίζοντας την πεζοπορία προς το Δίστρατο μέσα από μια εξαιρετική διαδρομή που περνάει μέσα από κάποιες πολύ απομονωμένες τοποθεσίες οι οποίες μέχρι πρότινος αγνοούνταν παντελώς. Παρότι είναι μια διαδρομή που περνάει το Ε6 ωστόσο δεν έχει χαρτογραφηθεί, δεν υπήρχε δηλαδή καν στους πεζοπορικούς χάρτες. Η απόσταση που θα πρέπει να καλύψουμε μέχρι τον επόμενο ημερήσιο σταθμό είναι γύρω στα 16 χιλιόμετρα που μπορούν να καλυφθούν σε 6-7 ώρες πεζοπορίας.

Μια βατή και όμορφη διαδρομή που επίσης κινείται παράλληλα με τον Αωό στο μεγαλύτερο ανάπτυγμά της και με θέα στην κοιλάδα του Αωού- ή αλλιώς την Λάκκα του Αωού όπως την ονομάζουν οι ντόπιοι- που είναι πολύ εντυπωσιακή και οδηγεί σε ένα άλλοτε ζωντανό από ανθρώπους τόπο, μακριά από τα πάντα που λέγεται Βάλια Στάθη, ένα πραγματικά πλούσιο οικοσύστημα με ρέματα, πηγές και λογής-λογής δέντρα.

Όταν είσαι εκεί μέσα αισθάνεσαι ότι είσαι μόνος σου σε αυτό τον κόσμο μια αίσθηση που πολλοί πεζοπόροι αποζητούν και συνήθως για να συναντήσουν τέτοιες περιοχές περπατούν δεκάδες χιλιόμετρα. Για να βρουν αυτή την αίσθηση του απόλυτου τοπίου της φύσης και της αρμονίας της. Οι ρομαντικοί της πεζοπορίας δεν προτιμούν τις πολυσύχναστες διαδρομές γι αυτό και η Ελλάδα έχει μεγάλες πιθανότητες να αναπτυχθεί πεζοπορικά αν δημιουργήσουμε μια καλή υποδομή. Κι αυτό γιατί τα βουνά μας δεν είναι εμπορικά, τουλάχιστον όχι ακόμη. Η φύση εκεί είναι ακόμα παρθένα και επίσης υπάρχει έντονο το στοιχείο της παράδοσης, υπάρχει ζώσα ιστορία.

Θα δεις ακόμα τον παπά της εκκλησίας να περπατά στα σοκάκια του χωριού, μια γιαγιά να είναι φορτωμένη με κλαριά και να περπατά παρέα με τις γίδες της ή τον βοσκό να οδηγεί το κοπάδι του. Και μπορεί για εμάς τους Έλληνες αυτές να είναι εικόνες που αποτελούν κομμάτι της γραφικότητας αλλά για τους ξένους επισκέπτες είναι μοναδικές. ‘Αλλωστε πάντα δεν εντυπωσιάζει η κουλτούρα των ανθρώπων και η απλότητά τους ακόμα και οι δυσκολίες που περνάνε για την απλή επιβίωσή τους! Εκεί βλέπεις και πάλι ανθρώπους που διατηρούν αξίες τις οποίες, οι άνθρωποι της πόλης έχουν ξεχάσει μέσα στον δυτικό και τοξικό τρόπο ζωής τους.

Μαυρόπευκο γίγαντας σε ξέφωτο λιβάδι πριν το Σαμαρινιώτικο ποτάμι.

Οι ξένοι πεζοπόροι, επειδή έχουν περισσότερο αφομοιωμένη στην κουλτούρα τους την πεζοπορία, ψάχνουν και θέλουν να βρίσκουν μεγάλες πεζοπορικές διαδρομές. Η καλή χαρτογράφηση και οι πεζοπορικές εφαρμογές είναι το εισιτήριο για να μπει κανείς στα βουνά. Σου εξασφαλίζουν μια θέση στο βουνό, σου δίνουν την δυνατότητα να μπορείς να κινηθείς με ασφάλεια και να χαρείς τη πεζοπορία χωρίς να δοκιμάζεσαι ιδιαίτερα ή να προβληματίζεσαι. Διότι αν δεν υπάρχει καλή σήμανση σε μια διαδρομή και δεν υπάρχει σαφήνεια σε αυτή, ένας πεζοπόρος μπορεί να κάνει λάθη, να ταλαιπωρηθεί ακόμα και να κινδυνέψει.

Πίσω στη διαδρομή μας τώρα, η χλωρίδα αλλάζει σε αυτή τη περιοχή μια και συναντάμε περισσότερα καρποφόρα δέντρα. Αυτό υπόψιν ότι κάνει και εντονότερη την παρουσία από τα ίχνη της αρκούδας. Αλλά είπαμε, δεν υπάρχει λόγος πανικού. Υπάρχουν άγριες μηλιές, αχλαδιές, κορομηλιές, κερασιές, κράνα, σμέουρα, βατόμουρα και πάρα πολλές άγριες φράουλες (στο τέλος της άνοιξης μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού) στη διαδρομή. Τώρα που είμαστε στα μέσα του Αυγούστου τα κορόμηλα, τα άγρια αχλάδια και τα άγρια μήλα έχουν την τιμητική τους. Μπορούμε λοιπόν να περπατάμε και να κόβουμε για να φάμε μερικούς καρπούς μέσα από την Βάλια Στάθη.

Μάλιστα λέγεται ότι το παλιό χωριό του Δίστρατου ήταν μέσα στην Βάλια Στάθη γιατί ήταν πιο απομονωμένα εκεί κι έτσι ήταν πιο προστατευμένο το μέρος από επιδρομείς. Βέβαια δεν υπάρχουν ίχνη από ερείπια κάποιου οικισμού εκεί μέσα κι αυτή η πληροφορία έρχεται μόνο από μαρτυρίες των ντόπιων. Το παλιό βλάχικο όνομα του χωριού πάντως είναι Μπριάζα ή Βριάζα.

Μέσα σε αυτή τη διαδρομή συμβαίνει και το εξής: Μεταξύ Βοβούσας και Διστράτου περνάμε τα όρια της Ηπείρου και μπαίνουμε για λίγο στη Δυτ. Μακεδονία και στον Νομό των Γρεβενών. Το ίδιο συμβαίνει και από το Δίστρατο προς τη Σαμαρίνα μια και η Σαμαρίνα είναι κι αυτή ένα χωριό της Δυτ. Μακεδονίας. Κι εδώ έχουμε ένα απτό παράδειγμα του πως συνδέονται περιφέρειες και νομοί μέσα από μια πεζοπορική διάσχιση και είναι το βασικό στοιχείο πάνω στο οποίο έχει βασιστεί η ιδέα της δημιουργίας ενός πεζοπορικού δικτύου που θα ενώνει όλα αυτά τα χωριά αλλά και πόλεις της περιοχής.

Το Δίστρατο ενώ είναι πολύ απομακρυσμένο χωριό ωστόσο έχει περισσότερους μόνιμους κατοίκους, περί τους 170 ανθρώπους, οι οποίοι έχουν ένα παλιό σύστημα επιβίωσης – δεν έχουν ασχοληθεί τόσο πολύ με την αξιοποίηση του τουρισμού- διατηρώντας τα παλιά επαγγέλματα. Ζουν από την υλοτομία, την κτηνοτροφία, τις ιχθυοκαλλιέργειες και τις χειρωνακτικές εργασίες μια και γίνεται μια σχετική ανοικοδόμηση στην περιοχή. Κάποιοι επίσης δουλεύουν στα γύρω εργοστάσια όπως αυτό της εμφιάλωσης νερού της Σαμαρίνας ή στον μικρό υδροηλεκτρικό σταθμό που υπάρχει λίγο πιο κάτω. Θα λέγαμε ότι οι άνθρωποι εδώ διατηρούν παλαιές αξίες και συντηρούνται με αυτόν τον αρχέτυπο τρόπο.

Για κάποια χρόνια είχαν το χιονοδρομικό κέντρο της Βασιλίτσας που τους έφερνε κόσμο τον χειμώνα όμως τώρα πλέον που η χιονοδρομία έχει δεχθεί μεγάλο πλήγμα έχει πέσει πολύ η επισκεψιμότητα στην περιοχή.

Περνώντας το Σαμαρινιώτικο ποτάμι.

Από το Δίστρατο ξεκινά 4η ημερήσια διαδρομή προς την Σαμαρίνα. Εδώ αφήνουμε πίσω μας τα καρποφόρα δέντρα και κινούμαστε στις πλαγιές της Γομάρας, ένα όμορφο και βατό βουνό που βρίσκεται δυτικά στο πλάι της Βασιλίτσας. Είναι μια άγρια και επίσης παρθένα διαδρομή που κινείται κατά κύριο λόγο μέσα σε δάση μαύρης πεύκης και ρόμπολου. Μεγάλα αιωνόβια δέντρα με χοντρούς κορμούς και σε εντυπωσιακούς σχηματισμούς μέσα σε υπέροχες πλαγιές με απίθανη θέα την οροσειρά του Σμόλικα. Από εδώ μπορείς να βλέπεις τις Μόσιες του Σμόλικα – έτσι λένε δυο ψηλές κορφές του βουνού- και την Βάλια Κίρνα της Σαμαρίνας που κάποιοι την λένε και Κοιλάδα του Διαβόλου ενώ κάποιοι άλλοι την λένε και κοιλάδα με τα πολλά και παγωμένα νερά. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ένα πολύ άγριο μέρος και τόπο κατοικίας άγριας ζωής. Έχει πολλά νερά από πηγές που πηγάζουν από τον Σμόλικα, συνεπώς πολύ έντονη υδρολογία με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο, έως και επικίνδυνο, να κάνεις αυτή τη διαδρομή από φθινόπωρο μέχρι αργά την άνοιξη γιατί πρέπει να περάσεις από πολλά ορμητικά ρέματα. Τώρα το καλοκαίρι όμως τα πράγματα είναι πιο εύκολα.

Κάποια στιγμή η διαδρομή έτσι όπως κινείται στις πλαγιές της Γομάρας αρχίζει και κατηφορίζει και πέφτει μέσα στη στενή κοιλάδα που απορρέει το Σαμαρινιώτικο ποτάμι το οποίο και θα πρέπει να περάσουμε τέμνοντάς το, πράγμα επίσης εύκολο τώρα το καλοκαίρι. Όλα αυτά τα ρέματα θυμίζουν σαν τοπία πολύ τα Καναδέζικα ρέματα που έχουν άγρια ομορφιά και είναι κάτι ξεχωριστό για τα ελληνικά δεδομένα. Οι χρωματισμοί των πετρωμάτων έχουν αυτό το σκούρο καφέ χρώμα που σπάνια συναντάμε, τα δέντρα που στολίζουν τις κοίτες του ποταμού είναι καλοσχηματισμένα μαυρόπευκα και ολοκληρώνουν μια συναρπαστική εικόνα.

Περνώντας το Σαμαρινιώτκο ποτάμι αρχίζουμε να ανεβαίνουμε για το παλιό ξωκλήσι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και το Βυζαντινό Μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής που είναι έξω από την Σαμαρίνα. Αυτή η διαδρομή είναι επίσης 16 χιλιόμετρα και μπορεί να την ολοκληρωθεί μέσα σε περίπου έξι ώρες πεζοπορίας. Η διαδρομή αυτή είναι και σκιερή αλλά έχει και ξέφωτα σημεία με υπέροχη θέα, εναλλαγές που την κάνουν και πολύ ενδιαφέρουσα.

Από εκεί ακολουθούμε σύντομη πορεία στο δρόμο για το χωριό, διότι αυτή τη στιγμή δεν είναι ακόμα έτοιμο το μονοπάτι που θα μας πηγαίνει σε αυτό από τη Μονή. Φτάνοντας στην Σαμαρίνα βρισκόμαστε σε ένα από τα δύο ψηλότερα χωριά της χώρας σε υψόμετρο 1450 μ. Είναι ένα μεγάλο χωριό με δυνατή κτηνοτροφική και λαϊκή παράδοση που βρίσκεται χτισμένο στην Β.Α. απόληξη της οροσειράς του Σμόλικα.

Παλιότερα ήταν ένα μέρος πόλος έλξης για τουρίστες που έρχονταν για να γνωρίσουν τις παραδόσεις των Βλάχων, να μάθουν για τις ιστορίες και τους θρύλους που υπάρχουν γι αυτά τα βουνά και να πάρουν μέρος στα πανηγύρια τους. Μια πληροφορία που είναι πρωτοφανής είναι ότι λίγο έξω από την Σαμαρίνα έχουν εντοπιστεί ίχνη ανθρώπινης παρουσίας από την εποχή του Νεατερντάλ! Αρχέγονος τόπος με λίγα λόγια η Σαμαρίνα και πολύ προσοδοφόρος για τους κτηνοτρόφους γιατί έχει πολλά πλούσια λιβάδια.

Πέρασμα από τα ρόμπολα στα 2200μ.

Τον χειμώνα σαν πέσουν τα χιόνια στο χωριό η πρόσβαση είναι δύσκολη και μένουν λιγοστοί μυημένοι στις συνθήκες κάτοικοι, αλλά το καλοκαίρι οι ετεροδημότες παραθεριστές και οι επισκέπτες είναι αρκετές εκαντοντάδες. Πολλοί έχουν σπίτι εδώ και έρχονται για τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Έχει όμως πολλούς ξενώνες και ξενοδοχεία. Αυτή τη στιγμή συμβαίνει και το εξής: επειδή οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις δεν τα έβγαζαν πέρα οι επιχειρηματίες έκαναν αιτήσεις σε διάφορα κρατικά προγράμματα που υπάρχουν και μέσα από διάφορες ΜΚΟ και τώρα φιλοξενούν Σύριους πρόσφυγες προσφέροντας τους διαμονή και σίτιση με κάποιο αντίτιμο που τους πληρώνει το κράτος (αυτό συμβαίνει και σε πολλά από τα γύρω χωριά που υπάρχουν γύρω από το χιονοδρομικό το οποίο έχει πάψει να έχει την επισκεψιμότητα που είχε κάποτε). Μόνο που αυτό είναι παροδικό γιατί κάποια στιγμή θα λήξουν αυτά τα συμβόλαια.

Η πλατεία της Σαμαρίνας από μόνη τα είναι ένα κέντρο που κανείς θα δει πολύ κόσμο, θα ακούσει να μιλάνε τα βλάχικα και θα έρθει σε επαφή με τη κουλτούρα και την αλεγκρία αυτής της ιδιαίτερης φυλής που χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια και περηφάνια.Εδώ θα συναντήσεις παντού βοσκούς και κτηνοτρόφους, θα φας καλά, θα πληρώσεις σωστά και θα ακούσεις και κανά κλαρίνο.

Από την Σαμαρίνα έρχεται η μεγάλη δοκιμασία που είναι η διάσχιση του Σμόλικα, που είναι και το 5ο κομμάτι της διαδρομής, έτσι ώστε να φτάσουμε να καλύψουμε και τα 100 χιλιόμετρα αυτής της πεζοπορικής διάσχισης του μοναπατιού. Πολλοί επιλέγουν να σταματήσουν τη διαδρομή τους στη Σαμαρίνα κι από εκεί μπορεί να κανονίσουν μια μετακίνηση με αυτοκίνητο που θα τους πάει πίσω στο Μέτσοβο απ όπου και ξεκίνησαν. Κάποιοι που είναι λίγο πιο τολμηροί ή πιο ανθεκτικοί θα επιλέξουν να κάνουν και τη διάσχιση του Σμόλικα που είναι και το πέμπτο μέρος της διαδρομής που καταλήγει στα χωριά που βρίσκονται στην άλλη μεριά του βουνού, απέναντι από την Σαμαρίνα δηλαδή, τα χωριά Αγ. Παρασκευή (Κεράσοβο), Πάδες και Παλιοσέλι.

Ο Σμόλικας είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό στη χώρα, η κορυφή του είναι στα 2, 638 μέτρα κι από εκεί πέφτουμε πάνω στην Δρακόλιμνη του Σμόλικα που είναι επίσης ένα πολύ ωραίο σημείο που επισκέπτεται αρκετός κόσμος. Από εκεί λοιπόν έχει να επιλέξει μεταξύ τριών διαδρομών και να βρεθεί σε τρία διαφορετικά χωριά, τα χωριά Κεράσοβο, Πάδες και Παλιοσέλι.

Διασχίζοντας την ψηλή ράχη του Σμόλικα θα συναντήσουμε κι άλλες αλπικές λιμνούλες τις οποίες τις βλέπουμε ανεβαίνοντας από τη Σαμαρίνα. Είναι μια βατή διαδρομή που όμως έχει μεγαλύτερο χιλιομετρικό ανάπτυγμα, γύρω στα 25 χιλιόμετρα.

Θέα στις Μόσιες.

Από εδώ έχουμε πανοραμική θέα σε όλα τα βουνά της περιοχής γιατί κινούμαστε πολύ ψηλά διότι κάποια στιγμή θα φτάσουμε στα 2500 – 2600 μέτρα υψόμετρο οπότε θα βρεθούμε σε ένα υπέροχο μπαλκόνι της βόρειας Πίνδου απ όπου βλέπουμε όλα τα βουνά μέχρι και τα ελληνοαλβανικά σύνορα, σε πρώτο πλάνο την Τύμφη και την Τραπεζίτσα μέχρι τον Γράμμο και την Νεμέρτσικα.

Είναι θεαματική αυτή η διαδρομή και παρόλο που κινούμαστε σε μεγάλο υψόμετρο συναντάμε κι εδώ πηγές απ όπου μπορούμε να ανεφοδιαζόμαστε συχνά με δροσερό νερό ακόμα και μέσα στο καλοκαίρι. Κι εδώ επικρατούν τα ρόμπολα και η μαύρη πέυκη.

Το χωριό Κεράσοβο ή Αγία Παρακευή που βρίσκεται στη Δυτική πλευρά του Σμόλικα, μας δίνει μια συνοχή ώστε να συνεχίσουμε και να βρεθούμε στον Γράμμο, στο επόμενο μεγάλο βουνό που συναντούμε στη συνέχεια της χάραξης. Ωστόσο προτείνουμε τις διαδρομές κατάβασης από τον Σμόλικα στα χωριά Παλιοσέλι όπου υπάρχει καταφύγιο και το χωριό Πάδες, στις νότιες απολήξεις του Σμόλικα, κοντά σε έναν χαρακτηριστικά ογκώδη βράχο που ονομάζεται «Πέτρινη Γριά» και περιτριγυρίζεται από πλούσια δάση δρυών και μαυρόπευκου, όπου υπάρχει επίσης οργανωμένη διαμονή στην πλατεία του χωριού».

της Μερόπης Κοκκίνη lifo.gr

Τζουμέρκα: Το ακατέργαστο διαμάντι του ελληνικού τουρισμού

Θα μπορούσε να γίνει “τεύχος”- ωραίες ιστορίες, ενδιαφέροντες άνθρωποι, φύση αλήστου μνήμης, έκπαγλη, μια ομορφιά που σήμερα, συχνά, φαντάζει μνημειακή… Τα Τζουμέρκα- όπως ανεβαίνει ο δρόμος απ’ την Άρτα προβάλλουν σα λαξεμένος γρανίτης, άγριο αλλά στιλπνό διαμάντι στον ορίζοντα. Ο ορεινός όγκος των Τζουμέρκων, για την Ήπειρο, είναι τ’ ανέγγιχτο, αυθεντικό πετράδι στο στέμμα της.

Κουϊάσα- Πουλιάνα, ανάμεσα στο Συρράκο και τους Καλαρρύτες, ο «Χρούσιας», παραπόταμος του Αράχθου, δημιουργεί τον μικρό καταρράκτη και την βάθρα

Τα έργα υποδομών της τελευταίας 15ετίας έχουν βγάλει την περιοχή από την διαχρονική της απομόνωση: το πρώτο “boom” έγινε με την Εγνατία και τα τελευταία χρόνια η Ιονία Οδός και τα αεροδρόμια Ακτίου και Ιωαννίνων έχουν ολοκληρώσει ένα σύγχρονο επικοινωνιακό και μεταφορικό δίκτυο, πρωτόγνωρο για την περιοχή. Η διαδρομή από την Αθήνα ή την Θεσσαλονίκη μέχρι τα Τζουμέρκα οριακά ξεπερνά τις 4 ώρες, ενώ ολοένα αυξάνονται οι καλοκαιρινοί επισκέπτες που επιλέγουν να βρεθούν- ακόμα και σαν μονοήμερη εκδρομή- από τις παραλίες της Λευκάδας, ή τα Σύβοτα, στα αλπικά Τζουμερκοχώρια.

Η κορυφή της Στρογγούλας, φθινόπωρο, στο ηλιοβασίλεμα

Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες, αυτά τα πέτρινα «Τολέδο» που σα να τα ζωγράφισε ο Ελ Γκρέκο στο ηπειρώτικο τοπίο, τα Πράμαντα, το μεγαλύτερο ορεινό χωριό της Ηπείρου (αν θεωρήσουμε Μέτσοβο και Κόνιτσα κωμοπόλεις σχεδόν) και δεκάδες ακόμα χωριά: ο Καταρράκτης, οι Μελισσουργοί, τα Άγναντα, τα Θεοδώριανα- μέσα στο δάσος και την πέτρα, ανάμεσα από ποταμούς και κάτω από νεφοσκεπείς ή κρυστάλλινες κορφές-αναζωογονούνται ήπια, αειφορικά. Ανθρωποκεντρικά πρωτίστως- το δημιουργικό σφρίγος και ο καθημερινός παλμός των Τζουμερκιώτικων βουνών αργά αλλά σταθερά δυναμώνουν, οι τοπικές τους κοινωνίες μοιάζουν να επανασυστήνονται.

Άλογα της Πίνδου κοντά στο χωριό Καταρράκτης

«Πριν 15 χρόνια στα Τζουμέρκα υπήρχαν περίπου 250 κλίνες, σήμερα είναι 683», λέει ο Γιώργος Γκιόκας, διευθυντής της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού Ηπείρου. «Η περιοχή αναπτύσσει ένα τουριστικό προϊόν με ποιοτικά χαρακτηριστικά: επισκεψιμότητα όλες τις εποχές του χρόνου, μεγάλη γκάμα εναλλακτικών δραστηριοτήτων στο βουνό, σοβαροί επιχειρηματίες και “επαναλαμβανόμενοι” τουρίστες, που έρχονται ξανά και ξανά».

«Τα καταλύμματα είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία νεόδμητα και καλαίσθητα, με μικρό οικολογικό αποτύπωμα- δεν υπάρχουν τεράστιες μονάδες αλλά διάσπαρτα, μικρά συγκροτήματα», σχολιάζει ο Βαγγέλης Σταμάτης, που μαζί με τον αδερφό του Βασίλη, λειτουργούν τους “Ορίζοντες Τζουμέρκων”, μια από τις (βραβευμένες) τουριστικές επιχειρήσεις που δίνουν νέα πνοή στην ευρύτερη περιοχή.

Είθε, ριπές δροσιάς απ’ το κρυστάλλινο αεράκι των Τζουμέρκων και χρώματα φθινοπωριάτικα απ’ τα δάση τους- και λόγια μετρημένα των ανθρώπων τους να διαπερνούν κι αυτό το ρεπορτάζ.

Μπάμπης Τριανταφύλλου και Πόλα Μαρκόζη_ Ορειβατικό Καταφύγιο Πραμάντων.

«Εδώ ο ήλιος είναι το ρολόι μας και ο καιρός το ημερολόγιό μας».

Οικογένεια Τριανταφύλλου

«Σήμερα έχει φοβερό, άπλετο ήλιο. Το πρωί φυσούσε δυνατά, άπνοια τώρα, κρύσταλλο φαίνονται όλα. Στο πλάι ο ήλιος, παίζουν σκιές στο βουνό, στα δέντρα. Γλυκειά ώρα», μου λέει ο Μπάμπης Τριανταφύλλου. Μαζί με τη σύζυγό του, Πόλα Μαρκόζη, τους συναντώ στο ίδιο, παραμυθένιο μέρος όπου τους πρωτογνώρισα το καλοκαίρι του 2010, στο Ορειβατικό Καταφύγιο Πραμάντων στους πρόποδες της εντυπωσιακής κορφής της Στρογγούλας. «Οχτώ χρόνια μετά το μόνο που δεν έχει αλλάξει είναι η ποιότητα ζωής, ίσα ίσα που είναι ολοένα και καλύτερη γιατί είμαστε πιο έμπειροι, ξέρουμε καλύτερα τον τόπο», μου λένε. Αθηναίοι και οι δυο, χωρίς καμιά καταγωγή από τα Τζουμέρκα, ανέλαβαν το εγκαταλειμμένο καταφύγιο πριν δώδεκα χρόνια. «Όταν το είδαμε, πριν ακόμα σβήσουμε το τσιγάρο μας, αποφασίσαμε ότι θέλουμε να ζήσουμε εδώ. Καλή ζωή για εμάς σημαίνει ύπαρξη αγάπης, καλή διατροφή, ασφάλεια, ποιοτικός χρόνος». «Λοιπόν, πως κυλάει ο χρόνος εδώ πάνω;», τους ρωτάω. «Εδώ ο ήλιος είναι το ρολόι μας και οι καιρικές συνθήκες το ημερολόγιό μας. Πορευόμαστε μες στη μέρα με τον ήλιο, μέσα στο έτος με τον καιρό- ανάλογα την εποχή κάνουμε αυτά που μας επιτρέπει η φύση. Αυτός είναι ο τρόπος ζωής και ο προγραμματισμός μας».

Φθινόπωρο στο πευκοδάσος του Προφήτη Ηλία, πάνω από τα Άγναντα

«Τα παιδιά σας, ο Ορέστης και η Αγγελίνα, μεγαλώνουν σε έναν τόπο “Lord of the Rings”…». «Είναι, νομίζω, ισορροπημένα παιδιά και έχουν την ικανότητα της προσαρμοστικότητας γιατί δεν ζουν στο ίδιο, κλειστό περιβάλλον ενός διαμερίσματος», λέει η Πόλα. «Αυτή είναι η ευλογία, το καλύτερο πράγμα που κάναμε για την κοινωνία είναι ότι μεγαλώνουμε δυο παιδιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ζούνε σ’ έναν πολύ όμορφο τόπο, όπου τους επισκέπτονται άνθρωποι απ’ όλον τον κόσμο. Και αποκτούν τόσες εικόνες και γνώσεις, σαν να κάνουν ολιγοήμερα ταξιδάκια σε όλη τη γη- τέτοιο προνόμιο δε θα μπορούσα ποτέ να το σκεφτώ, πόσω μάλλον να το σχεδιάσω». «Σε αυτούς που μου λένε ότι τα παιδιά μου δεν θα έχουν τις ευκαιρίες που θα είχαν στην πόλη, απαντώ ότι έχουν κάτι που δε διδάσκεται», συμπληρώνει ο Μπάμπης. «Αλλά και τυπικά να το εξετάσεις, η περιοχή έχει τις υποδομές για να ζήσει μια οικογένεια- σχολεία από Δημοτικό μέχρι Λύκειο, φροντιστήριο αγγλικών, μαθήματα μουσικής και χορού, αθλητικό κέντρο. Και γρήγορο ίντερνετ», λέει γελώντας. «Τα Τζουμέρκα δεν είναι τόπος που αναπτύσσεται οικονομικά αλλά ερημώνει κοινωνικά- δεν αυξάνεται τυπικά το ΑΕΠ. Τη Δευτέρα το πρωί υπάρχουν μόνιμοι κάτοικοι, έχει ζωή ο τόπος και πέρα απ’ τις αργίες και τα σαββατοκύριακα, δεν είναι Ντίσνεϋλαντ».

Κώστας Μαυροπάνος_ Ο φωτογράφος που απαθανατίζει τα Τζουμέρκα

«Πρέπει να ζεις εδώ για να κάνεις αυτές τις εικόνες».

«Γεννήθηκα στα Άγναντα της Άρτας, κεφαλοχώρι των Τζουμέρκων.Χωρίς σπουδές φωτογραφίας, περιπλανιέμαι, χρόνια τώρα, με εφόδιο το συναίσθημα και τη συγκίνηση που προκαλεί το ελληνικό τοπίο», λέει ο Κώστας Μαυροπάνος, ένας αυθεντικός καλλιτέχνης της φωτογραφίας, ανεπιτήδευτος και αφοσιωμένος στην απεικόνιση του τόπου που γεννήθηκε και ζει. «Μέσα από τις φωτογραφίες μου προσπαθώ να αγγίξω την ψυχή, την ομορφιά και την ποίηση ενός τόπου πλούσιου σε εικόνες, χρώματα, φως και αντιθέσεις».

Συναντιόμαστε στο καφέ που πρόσφατα ο ίδιος ξεκίνησε να λειτουργεί στην κεντρική πλατεία των Αγνάντων, με την επιβλητική Στρογγούλα να δεσπόζει από πάνω μας. Ο Κ. Μαυροπάνος είναι και παθιασμένος συλλέκτης- ανακαίνισε θαυμάσια τον νερόμυλο και την νεροτριβή του χωριού του, δημιουργώντας ένα λιλιπούτειο μουσείο υδροκίνησης, γεμάτο από τα λαογραφικά είδη που διαχρονικά συγκεντρώνει.

Και η αίθουσα του καφέ είναι γεμάτη από αντικείμενα/ ενθυμήματα περασμένων καιρών. Παλιές φωτογραφικές μηχανές, ένα μουσειακό ραδιόφωνο, μηχανή προβολής φιλμ- όμορφος, ζεστός χώρος. Στον προτζέκτορα θαυμάζω τις εικόνες που σημάδεψε και εξαίσια αποτύπωσε ο φωτογράφος με το οξυδερκές, ενστικτώδικο κλείστρο του- τοπία, άνθρωποι και ζώα των Τζουμέρκων, ένας κόσμος απαράμιλλης ομορφιάς.

Ο ανακαινισμένος νερόμυλος στα Άγναντα, εξωτερική άποψη.

Συλλεκτικές εικόνες που, κακά τα ψέματα, πρέπει να ζεις σ’ αυτόν τον τόπο για να τις απαθανατίσεις. Η φωτογραφική τέχνη του Μαυροπάνου δεν είναι ταξιδιωτικής φύσης, ούτε έχει προκύψει μετά από τριήμερες εξορμήσεις στο βουνό- είναι καρπός μιας ολόκληρης ζωής, συναρπαστική σαν βίωμα γιατί από αυτό έχει προκύψει. Τον ευχαριστώ από καρδιάς για την παραχώρηση του δικαιώματος δημοσίευσης αυτών των στιγμιοτύπων ζωής και φύσης των Τζουμέρκων, αυτών των αντανακλάσεων της ζωής του στα ηπειρώτικα βουνά.

Οι δύο μαχαλάδες των Αγνάντων, Πάνω και Κάτω, χωρίζονται από το ποτάμι. Το πέτρινο καλντερίμι (Κοδέλες), τους ενώνει.

Νίκος Ζάψας_ «Θέασις Ιgloo».

«Μακάρι να αποφύγουν τα Τζουμέρκα την “ανάπτυξη” που κατέστρεψε άλλες περιοχές»

«Είχαμε καλές δουλειές στην Άρτα, και εγώ και η γυναίκα μου, Βασιλική Μήτσιου- τις αφήσαμε πριν δεκατρία χρόνια και ήρθαμε εδώ, με δυο μικρά παιδιά», μου λέει ο Νίκος Ζάψας στην οικογενειακή επιχείρησή τους στους Κτιστάδες (Άγναντα Άρτας). «Η φιλοσοφία μας δεν ήταν να κάνουμε κάτι για τα χρήματα αλλά να φτιάξουμε μια βιώσιμη, οικογενειακή επιχείρηση για να βιοποριζόμαστε. Χρειάστηκε να κάνουμε πολύ υπομονή, τα Τζουμέρκα ήταν άγνωστος προορισμός και τα πρώτα χρόνια δύσκολα “βγαίναμε”. Αλλά όταν ο άνθρωπος θέλει κάτι πραγματικά, το αγαπά και το υποστηρίζει με συνέπεια, τα καταφέρνει».

Tο εσωτερικό του νερόμυλου στα Άγναντα, σήμερα με τη λαογραφική συλλογή του Κώστα Μαυροπάνου,

«Πως σας ήρθε η ιδέα με αυτά τα τόσο (ίδι)όμορφα καταλύμματα, σαν ιγκλού;», τον ρωτάω. «Θέλαμε να κάνουμε κάτι στο σχήμα του κύκλου- ο κύκλος και ο κώνος είναι σχήματα που δίνουν θετική ενέργεια στον χώρο και θετικά συναισθήματα στους ανθρώπους- έχουν αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν “οικοδυναμική”. Η αρχιτεκτονική των δικών μας καταλυμμάτων βασίζεται στις πυραμιδοειδείς καλύβες που χαρακτηρίζουν την ζωή των νομάδων όλου του κοσμου, από τους Σαρακατσαναίους με τα “κονάκια” τους, μέχρι τα “yurt” των Μογγόλων». Τα σπιτάκια είναι αυτόνομα, με κουζίνα και μια μεγάλη ξυλόσομπα στο κέντρο- η «κορυφή» του καθενός καταλήγει σε υαλοπέτασμα ώστε να φαίνεται ο έναστρος ουρανός.

Τζουμέρκα, κορυφή «Μπάρος», κοντά στα 2.000 μέτρα. Πίσω από τα βουνά η Θεσσαλία.

Μια οικογένεια από το Ισραήλ μόλις έχει φτάσει και ο Νίκος Ζάψας τους καλοσωρίζει στο «μικρό χωριό» που έχει διαμορφώσει. «Τα 2-3 τελευταία χρόνια το 60% των επισκεπτών μας είναι Ισραηλινοί», μου λέει. «Έγιναν κατάλληλες προωθητικές ενέργειες στο Ισραήλ- και απέδωσαν. Η όποια ανάπτυξη οφείλεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία- ήρθαμε κάποιοι “τρελαμένοι”, επενδύσαμε εδώ πάνω και παρασύραμε σε μια αναπτυξιακή κινητικότητα και τους Δήμους. Ο τόπος είναι πανέμορφος, αλλά από μόνο του αυτό δεν φτάνει».

«Πλέον τα νούμερα της επισκεψιμότητας κινούνται συνεχώς ανοδικά- δεν πρέπει όμως να εφυσυχάζουμε γιατί η Ελλάδα βρίθει από παραδείγματα περιοχών που αναπτύχθηκαν άναρχα, χωρίς σχέδιο, χωρίς σεβασμό στο περιβάλλον. Σε βάθος χρόνου αυτή η “ανάπτυξη” απέβη μοιραία- υποβαθμίστηκε το φυσικό περιβάλλον και διαμορφώθηκε ένα τουριστικό προϊόν που δεν έχει ποιότητα και εντέλει το πουλάνε φτηνά σε τουρίστες που έρχονται για να γίνουν “φέσι”. Αυτός είναι ο κίνδυνος από ’δω και πέρα. Ελπίζω να τον αποφύγουμε».

Φώτης Δελημήτρος_ Ορεινό Καταφύγιο Μελισσουργών.

«Πως αντέχετε να ζείτε στην πόλη;»

Όταν ο Φώτης Δελημήτρος, τον Οκτώβριο του ’13, 26 χρονών τότε, ανέλαβε με τον τότε συνεταίρο του το Ορειβατικό Καταφύγιο των Μελισσουργών, το οίκημα, ιδιοκτησίας του τοπικού Δήμου, ήταν διαλυμένο. «Είχε καταντήσει να είναι στάβλος, κάποιος έβαζε τα γελάδια του- είχε φτιαχτεί για να λειτουργήσει ως καταφύγιο αλλά εμείς το παραλάβαμε κλειστό, σε πολύ κακή κατάσταση», μου λέει στην αυλή του καταφυγίου που, πέντε χρόνια μετά, θυμίζει το «Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι»…

«Η προσπάθεια ήταν συλλογική- μας βοήθησαν πολλοί φίλοι. Ήρθαμε όλοι μαζί και ξεκινήσαμε να δουλεύουμε- “μαζέψαμε” τις υγρασίες και τα νερά, στοκάραμε, βάψαμε, στήσαμε την κουζίνα και ξεκινήσαμε να διαμορφώνουμε εσωτερικά τον χώρο. Τον δεύτερο χειμώνα ήταν όλα πολύ καλύτερα». Πλέον ο χώρος είναι «για διαφήμιση» του ελληνικού ορεινού τουρισμού- μπορεί να φιλοξενήσει έως 35 επισκέπτες, υπάρχει οργανωμένη κουζίνα, ενώ η σάλα με το τζάκι, τις παχιές φλοκάτες και την θέα στο βουνό έχει μαγνητικές ιδιότητες…. «Πλέον δεν είμαστε μόνο καταφύγιο αλλά και αναγνωρισμένο hostel», μου λέει ο Φώτης, ενώ εργάζεται με το λαπτοπ του πάνω στο μεγάλο μοναστηριακό τραπέζι και με φόντο τις τζουμερκιώτικες κορυφογραμμές.

Ηλικιωμένος βοσκός στους Καλαρρύτες.

«Είναι ένας μικρός, ορεινός παράδεισος τα Τζουμέρκα», μου λέει ο ίδιος- «το αγαπημένο μου σύμπλεγμα είναι η περιοχή που ορίζουν τα χωριά Μελισσουργοί- Πράμαντα- Ματσούκι- Καλαρρύτες: εκεί μέσα έχει ποτάμια, βαθρες, φαράγγια, καταρράκτες, απίστευτες διαδρομές. Και πλέον έχουμε επισκέπτες απ’ όλον τον κόσμο- Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία, ΗΠΑ, ακόμα και από Ινδία έχουν έρθει ορειβάτες. Και όλοι ενθουσιάζονται. Ειδικά οι Έλληνες, όσοι έρχονται πρώτη φορά θα επισκεπτούν ξανά την περιοχή δύο και τρεις φορές τον επόμενο χρόνο- ώστε να απολαύσουν τα Τζουμέρκα όλες τις εποχές. Γιατί καθεμιά σου δίνει άλλες εικόνες και εμπειρίες, άλλη συγκίνηση».

Το ελατοδάσος των Μελισσουργών, κοντά στο ορειβατικό καταφύγιο.

Φέυγοντας για την Άρτα, ο ήλιος δύει βάφοντας τα βουνά με ζεστές πινελιές. «Δεν σου λείπει η πόλη;», τον ρωτάω. «Είμαι μεγαλωμένος σ’ ένα χωριό της Μαγνησίας, τον Άγιο Γεώργιο Φερρών, αργότερα έζησα στην Θεσσαλονίκη. Λοιπόν, δε μου λείπει τίποτα από την πόλη, αυτά που προσφέρει, ένα σινεμά ή θέατρο τα κάνω επιλεκτικά. Με ρωτάνε συχνά, να όπως εσύ τώρα, πως αντέχω εδώ πάνω… – εγώ απορώ και ανταπαντώ, πως αντέχετε εσείς εκεί…».

Τσέκας Χρήστος_ Μάστορας μιας τέχνης που χάνεται.

«Μακάρι όλα τα ορεινά χωριά να ήταν ακόμα πέτρινα»

Συναντιόμαστε με τον πετρά Χρήστο Τσέκα στη Γέφυρα της Πλάκας, ακριβολογώντας στο βάθρο της που έχει απομείνει στην ανατολική όχθη του Αράχθου. Παραδοσιακός μάστορας της πέτρας είναι πια από τους ελάχιστους που απέμειναν να ασκούν αυτή την διαχρονική ηπειρώτικη τέχνη στα Τζουμερκοχώρια. Μιλήσαμε σε ένα διάλειμμα της εργασίας που ο ίδιος πρόσφερε εθελοντικά στην αποκατάσταση και συντήρηση του παλιού μονοπατιού που οδηγούσε στην ιστορική γέφυρα.

Όταν μου είπε πως πηγαινοέρχεται στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ για δουλειά, έμεινα, αφελώς μάλλον, έκπληκτος… «Δουλεύαμε στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου στο Ρόσκο (Roscoe). Ξεκινήσαμε πέρσι το φθινόπωρο, σταματήσαμε απ’ τον καιρό όπως χειμώνιαζε και ξαναπήγαμε το Πάσχα, μέχρι τον Ιούλιο. Πολύ δουλειά- απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ κόβαμε, πελεκάγαμε (πέτρες) και κτίζαμε σε στυλ βυζαντινό. Περιμένω τηλέφωνο για να ξαναπάω».

Δεν έχει δουλειές εδώ;

Κάτι πάει να κινηθεί με τους ξενώνες και τον τουρισμό, αλλά λίγα πράγματα ακόμη. Και οι μάστορες στα χωριά μας είναι πλέον μετρημένοι στα δάχτυλα, οι παλιοί αποσύρθηκαν, τα νέα παιδιά φεύγουν.

«Εδώ υπάρχει τεράστια παράδοση στην πέτρα και τα παλιά κτίσματα- όμως δεν τα συντηρούμε, δεν έχουμε αυτόν τον πολιτισμό… Πιο εύκολα γκρεμίζουμε. Ούτε το κράτος επενδύει χρήματα σε αυτή την τέχνη και την κληρονομιά- θα ήταν ωραίο να γίνει μια σχολή και να βγάζει νέους πετράδες, αλλά κι αυτοί που θα δουλέψουν μετά; Θα έπρεπε να υπάρχουν υποδομές και δράσεις, ένα πρόγραμμα αναστήλωσης παλιών κτηρίων».

Φθινόπωρο, ο Άραχθος ποταμός στη Γέφυρα Πλάκας. Σήμερα, με την γέφυρα ακόμα γκρεμισμένη, το τοπίο φαίνεται ακρωτηριασμένο. Σε δύο χρόνια οι ειδικοί εκτιμούν ότι το πρότζεκτ αναστήλωσης της γέφυρας θα έχει ολοκληρωθεί.

«Αν γινόταν οργανωμένα μια τέτοια προσπάθεια και τα χωριά μας ήταν όλα σαν το Συρράκο, θα υπήρχε ανταποδοτικότητα από τον τουρισμό, σίγουρα», μου λέει.

Γεράκι πάνω από το Συρράκο.

Παπαγεωργίου Δημήτρης_ Trekking (Hellas) στα Τζουμέρκα

«Τα Τζουμέρκα είναι οι ελληνικές Άλπεις»

Δημήτρης Παπαγεωργίου

Γεννημένος στα Τζουμέρκα (Κυψέλη) και μεγαλωμένος στην Άρτα, ο Δημήτρης Παπαγεωργίου είναι από τους πρωτοπόρους της ευρύτερης περιοχής στα σπορ του βουνού. «Ο πατέρας μου ήταν πετράς, κτίστης. Δούλευε σε όλα τα χωριά των Τζουμέρκων και το καλοκαίρι με έπαιρνε μαζί του- ανεβαίναμε στα βουνά και μου έδειχνε τα μονοπάτια που περπάταγε μικρός », μου λέει ο Δημήτρης. «Έτσι ερωτεύτηκα το βουνό. Και ειδικά τα Τζουμέρκα».

«Εικοσάρης έκανα σχολές βουνού, σχολές ποταμού- εκπαιδεύτηκα από τον Χρήστο Λάμπρη, που είναι επίσης Τζουμερκιώτης, ένας από τους πρώτους Έλληνες στα Ιμαλάϊα και την Ανταρκτική και ιδρυτής της TrekkingHellas, της πρώτης ελληνικής εταιρείας για δραστηριότητες στη φύση. Πλέον, είμαι ο ίδιος εκπαιδευτής οδηγών βουνού και διευθύνω το γραφείο της εταιρείας στα Τζουμέρκα- η βάση μας είναι στη Γέφυρα της Πλάκας. Από εκεί εξορμούμε για όλες τις δραστηριότητες».

Φθινόπωρο στα Τζουμέρκα.

Όπως;

Ράφτιγκ σίγουρα, canyoning επίσης, δηλαδή καταρρίχηση με σκοινια σε καταρράκτες- η περιοχή ευνοεί πολύ αυτή τη δραστηριότητα γιατί έχει πολλά νερά και καταρράκτες, με περισσότερες από δέκα διαδρομές canyoning όλες τις εποχές του χρόνου. Έχουμε ποδηλατικά events, ακόμα και πολυήμερα οπότε με καλά mountainbikes κυκλώνουμε τα Τζουμέρκα. «Τρέχουμε» πεζοπορικά προγράμματα από χωριό σε χωριό, όπου παρατηρούμε την τέχνη της πέτρας, την αρχιτεκτονική, τα μονοπάτια. Κάνουμε και περιβαλλοντική εκπαίδευση με σχολεία- μαθαίνουμε για τη μελισσοκομία, βλέπουμε την ζωή σε στάνες αλπικές, επισκεπτόμαστε μύλους και αλέθουμε για να φτιάξουμε ψωμί. Τον Φλεβάρη που έχουν παγώσει όλα οργανώνουμε και πάγο- αναρριχήσεις.

Καταρράκτης

«Τα Τζουμέρκα είναι ιδιαίτερη περιοχή, ένα βορειοαλπικό τοπίο με εκπληκτική φύση, βλάστηση και σπάνια φυτά- έχουν δέκα κορυφές πάνω από 2.000 μέτρα και περισσότερα από 12 είδη ενδημικών βοτάνων. Θυμάμαι μια οικογένεια Αμερικάνων που έκανε ράφτιγκ και είχαν ενθουσιαστεί, μου έλεγαν ότι αν δεν είχαν κλείσει τις επόμενες διακοπές τους στο Γκραν Κάνυον, εδώ θα ξανάρχονταν. Παλιοί ορειβάτες, δάσκαλοί μας, έλεγαν ότι προπόνηση στην Ελλάδα έκαναν σε 3 βουνά: στα Τζουμέρκα, στην Γκαμήλα και στον Όλυμπο».

Αγαπημένη σου δραστηριότητα στα Τζουμέρκα;

Το καγιάκ σε άγρια ποτάμια. Δεμένος στο σκάφος, με διπλό κουπί και περνάς τον Άνω Καλαρρύτικο, πηδάς από καταρράκτες και περνάς αφρισμένα νερά… Δυνατό ποτάμι για extreme καγιάκερς- έρχονται από το εξωτερικό και κατασκηνώνουν την άνοιξη για να “κάνουν” αυτά τα ποτάμια.

Τζουμέρκα, φθινόπωρο και πρώτα χιόνια.

Πηγή: huffingtonpost.gr
φωτογραφίες: Κώστας Μαυροπάνος
Facebook: Ορειβατικό Καταφύγιο Πραμάντων
Google: Ορεινό Καταφύγιο Μελισσουργών
Facebook: Trekking Hellas (Tzoumerka)

Ποταμός Αχέροντας: Τα νερά που γέννησαν τους μύθους

Κρυμμένος καλά στους μίτους του μύθου και στα κάθετα φαράγγια που τον αγκαλιάζουν, ο μεγάλος ποταμός της Βορειοδυτικής Ελλάδας λικνίζεται μαιανδρικά πριν καταλήξει στο Ιόνιο, συμβολίζοντας με τους θρύλους του τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις της φύσης.

Ο Αχέροντας

Γιος της Γης, ο μυθικός ποταμός Αχέροντας έκανε το μοιραίο λάθος ενώ εξελισσόταν η Τιτανομαχία να προσφέρει νερό στους Τιτάνες για να σβήσουν τη δίψα τους. Ο Δίας έγινε έξαλλος. Μαύρισε τα νερά του και τον καταδίκασε να γίνει για πάντα το όριο μεταξύ του κόσμου των ζωντανών και των νεκρών. Εκεί που ο Αχέροντας συναντούσε τον ποταμό των δακρύων, Κωκυτό, τοποθέτησε η λαϊκή φαντασία την είσοδο του υποχθόνιου κόσμου. Στην πύλη του στεκόταν ο φοβερός Κέρβερος, αδελφός της Λερναίας Υδρας και γιος της Εχιδνας.

Αυτός είναι ο μύθος που χάνεται στους αιώνες. Η σημερινή αλήθεια είναι ότι ο υπέροχος, δυνατός Αχέροντας, είναι ένα ποτάμι με σπάνιες ομορφιές και μοναδικά οικοσυστήματα στο Δέλτα, στις πηγές και στις απότομες χαράδρες του, που πηγάζει από τα όρη του Σουλίου και διανύοντας με διαδοχικούς μαιανδρισμούς μια υδάτινη διαδρομή 64 χιλιομέτρων εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος, στον κόλπο του Γλυκέα.

Κατάβαση με κανό στις Πύλες του Αδη.

Ψυχοπομπός Ερμής και Χάροντας
Η απολαυστική περιήγηση στον Αχέροντα δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει με μια ιχνηλασία στα απομεινάρια του αρχαίου παρελθόντος. Σε ανασκαφές που άρχισαν το 1958 στον λόφο πάνω από τη συμβολή του ποταμού με τον Κωκυτό ανακαλύφθηκε το αρχαιότερο ελληνικό νεκρομαντείο…

Εδώ οι ζωντανοί έρχονταν σε επαφή με τους νεκρούς με διάφορες τελετουργίες και παρακάλια προς τους θεούς του Κάτω Κόσμου, αλλά και τους ίδιους τους νεκρούς. Νεκρομαντεία στον ελλαδικό χώρο κατά την αρχαιότητα υπήρχαν πολλά όπως του Ταίναρου, της Ερμιόνης, της Φιγαλείας, της Ιεράπολης στη Φρυγία και της Κύμης στην Κάτω Ιταλία. Απ’ όλα όμως το πιο αρχαίο, φημισμένο κι ονομαστό ήταν αυτό της Εφύρας στη γη της Θεσπρωτίας.

Το ταξίδι προς το αιώνιο σκοτάδι δεν ήταν απλό. Ο ψυχοπομπός Ερμής, ως θεός της πορείας ήταν αυτός που μετέφερε τις ψυχές των θνητών μέχρι τις πύλες του Αδη, στην αρχή του φαραγγιού του Γκορίλα κοντά στο χωριό Σεριζιανά. Για να διαπλεύσουν οι ψυχές το ποτάμι έπρεπε να προσφύγουν στις υπηρεσίες του θλιβερού περαματάρη Χάροντα. Πρώτη του φροντίδα είναι να λάβει τον οβολό που κάθε «επιβάτης» όφειλε να έχει στο στόμα του. Οσοι νεκροί δεν είχαν το κόμιστρο των πορθμείων καταδικάζονταν σε αιώνια περιπλάνηση στις τραχιές χαράδρες και στα σκιερά φαράγγια του Αχέροντα.

Ο βαρκάρης κατέβαινε βιαστικά το ποτάμι κουβαλώντας τις ψυχές για να τις παραδώσει με τη σειρά του στον Αδη. Στη μακριά διαδρομή του στη χώρα των Θεσπρωτών ο Αχέροντας εξαφανιζόταν εδώ κι εκεί μέσα σε βαθιές αβύσσους και ξανάβγαινε στην επιφάνεια, φτάνοντας κοντά στην αρχαία πόλη Εφύρα, που σχηματιζόταν η Αχερουσία λίμνη.

Η μικρή εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στο ηρωικό Κούγκι.

Τα αρχαία δρώμενα του Νεκρομαντείου της Εφύρας
Ανηφόρισα τον λόφο στο χωριό Μεσοπόταμος και πέρασα την πύλη του Νεκρομαντείου. Από εδώ ψηλά αποκαλύπτεται το πανόραμα της μυθικής χώρας του Αδη που περιβάλλεται από βουνά και ράχες και διαρρέεται από τρία ποτάμια που σμίγουν κι ενωμένα χύνονται στον κόλπο του Γλυκέα.

Ο Αχέροντας, ο Κωκυτός και ο βουβός Πυριφλεγέθοντας που στα παρόχθια λιβάδια του, τα γεμάτα ασφόδελους, έκαναν βόλτες οι ψυχές των νεκρών (οι φερτές φωσφορικές ύλες που κατεβάζει έχουν σαν αποτέλεσμα να λαμπυρίζει μέσα στη νύχτα).

Είναι συγκλονιστικό πόσο οι αρχαίες παραδόσεις για τον Αχέροντα συγχωνεύτηκαν με τις μετέπειτα χριστιανικές. Σύμφωνα με παλιούς θρύλους στη σπηλιά του βουνού Γκορίλα κοντά στο σημερινό χωριό Γλυκή, όπου βρίσκονται και πολλές πηγές του ποταμού, ζούσε ένας δράκος που έκανε το νερό πικρό και θανατηφόρο (ο Αχέροντας ονομάζεται και Μαυροπόταμος).

Για να τον καλοπιάσουν οι γύρω κάτοικοι του πρόσφεραν κάθε χρόνο μια κόρη για να την καταβροχθίσει. Ο άνθρωπος που σύμφωνα με την παράδοση μπόρεσε και σκότωσε τον δράκο που μόλυνε τα νερά του ποταμού λεγόταν Αηδονάτος και ήταν επίσκοπος Ευροίας, ο μετέπειτα Αϊ-Δονάτος που η γιορτή του στις 30 Απριλίου πανηγυρίζεται και σήμερα με μεγαλοπρέπεια σε όλα τα χωριά που βρίσκονται κοντά στον Αχέροντα. Το νερό έγινε πάλι γλυκό και το χωριό που βρισκόταν στην έξοδο του φαραγγιού του Αχέροντα ονομάστηκε Γλυκή. Από το όνομα του Αϊ-Δονάτου η πόλη της Παραμυθιάς και τα περίχωρά της ονομάζονταν Αϊδονάτι. Καζάς Αηδονάτου γραφόταν η επαρχία στα τούρκικα κατάστιχα.

Το Νεκρομαντείο της Εφύρας είναι κτίσμα του 3ου προχριστιανικού αιώνα. Μέχρι και έναν σεληνιακό μήνα παρέμεναν οι χρηστηριαζόμενοι για να μυηθούν στην πολύπλοκη διαδικασία επαφής με τους αγαπημένους τους νεκρούς. Μια διαδικασία σκοτεινή και απόλυτα σιωπηλή.

Προτού εισέλθουν στην ιερή αίθουσα μασούσαν σπόρους, φύλλα και κουκιά που προκαλούσαν ζάλη και οπτασίες, στα πλαίσια της στέρησης των αισθήσεων που επέβαλε η όλη διαδικασία. Με τέτοια κουκιά και σπόρους βρέθηκαν γεμάτα πιθάρια στο Νεκρομαντείο. Για τον εξαγνισμό του ιερού χώρου θυμιάτιζαν με καιόμενο θειάφι. Ο χρηστηριαζόμενος περνούσε από το ιερό της Περσεφόνης, όπου άφηνε το τάμα του, εισερχόταν στον περίβολο και δια της μεγάλης δυτικής πύλης στον βόρειο διάδρομο. Εχανε πια το φως της ημέρας και προετοιμαζόμενος για την επαφή με τους νεκρούς υποβαλλόταν σε μυστηριακές τελετές. Ετρωγε ορισμένο φαγητό (χοιρινό, θαλασσινά, οστρακοειδή), πλενόταν, μασούσε ναρκωτικούς καρπούς και φέροντας μαζί του το αγγείο με τα άλφιτα (χοντροαλεσμένα δημητριακά) και δύο λιθάρια προχωρούσε για τον ανατολικό διάδρομο.

Αποτροπιαστικά σύμβολα και ιερές σπονδές
Προτού εισέλθει στον δεύτερο διάδρομο έριχνε δεξιά του τη μία πέτρα για να αφήσει το κακό πίσω του (αποτρόπαια λίθος) και έπλενε συμβολικά τα χέρια του σε πιθάρι με νερό που ήταν τοποθετημένο στην είσοδο (η πρακτική επιβιώνει μέχρι και τις μέρες μας, καθώς στην Ηπειρο εξακολουθούν μετά τις κηδείες να ρίχνουν νερό πίσω τους). Ο οδηγός-μαντολόγος ψιθύριζε ευχές και ιερά, ακατάληπτα λόγια επικαλώντας και προτρέποντας τους χθόνιους θεούς να επιτρέψουν την επικοινωνία του χρηστηριαζομένου με τα φαντάσματα των νεκρών. Στον ανατολικό διάδρομο που ακούγονταν τα μακάβρια γαβγίσματα του Κέρβερου ο χρηστηριαζόμενος προχωρούσε σε έναν μαιανδρικό λαβύρινθο που συμβόλιζε την περιπλάνηση των ψυχών στον Αδη και το αδιέξοδο της ανθρώπινης ζωής και από εκεί εισερχόταν στο κυρίως ιερό.

Μπαίνοντας έριχνε και τον δεύτερο αποτρόπαιο λίθο για να εξορκιστεί το κακό από πάνω του και έκανε σπονδές με μέλι, κρασί, γάλα και λάδι θέλοντας να εξευμενίσει τη ζήλια των νεκρών για τους ζωντανούς και τον Επάνω Κόσμο. Την ίδια στιγμή που οι ιερείς έκαιγαν δάφνες και λιβάνια ο χρηστηριαζόμενος αντίκριζε στο βάθος της ιερής αίθουσας τη σκιά του ειδώλου του νεκρού. Εδώ προκύπτει και το μεγάλο ερώτημα. Ηταν οι ιερείς μύστες και πνευματιστές που νόμιζαν ότι πράγματι έρχονταν σε επαφή με την άλλη πλευρά ή μήπως έστηναν μια καλοστημένη παράσταση θεάτρου σκιών εκμεταλλευόμενοι τη συγκίνηση και τις παραισθήσεις των χρηστηριαζομένων;

Ειδυλλιακή βαρκάδα κοντά στις εκβολές του Αχέροντα.

Οι πρωταγωνιστές του μύθου
Κάποιοι πιο επώνυμοι, πάντως, είχαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν απευθείας επίσκεψη στον Κάτω Κόσμο. Ο μουσικός Ορφέας μην αντέχοντας τον χωρισμό της πολυαγαπημένης του Ευρυδίκης κατέβηκε στον Αδη και με τη λύρα του συγκίνησε τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη που του επέτρεψαν να την πάρει μαζί του με την προϋπόθεση να μη γυρίσει να την κοιτάξει μέχρι να ανέβει στη γη.

Ο ανυπόμονος Ορφέας αθέτησε την υπόσχεση και η Ευρυδίκη εξαφανίστηκε. Από κοντά και τα πρωτοπαλίκαρα του αρχαίου κόσμου. Ο Ηρακλής και ο Θησέας.

Συγκλονιστική, ίσως η συγκλονιστικότερη απ’ όλες, είναι και η κάθοδος του Οδυσσέα στον Αδη ύστερα από τη συμβουλή της Κίρκης να συναντήσει εκεί τον νεκρό μάντη Τειρεσία για να μάθει τι ακόμα του επιφυλάσσει η μοίρα στο ταξίδι του για την Ιθάκη.

«Εμπα στο καράβι σου και ο βοριάς θα σε οδηγήσει στον Αχέροντα. Μη φοβηθείς. Εμπα μέσα στον ωκεανό του ποταμού δέσε το καράβι σου και πεζός τράβα για τον Αδη. Θα δεις δάσος από λεύκες και ιτιές. Είναι το δάσος στο βασίλειο της Περσεφόνης. Εκεί που ο Πυριφλεγέθοντας πέφτει στον Αχέροντα και σμίγουν με τον Κωκυτό υπάρχει βράχος, κομμάτι της Στύγας. Ανέβα ψηλά και κάνε σπονδές και θα δεις να πετάγονται μέσα από το Ερεβος μιλιούνια οι ψυχές των νεκρών μαζί με την ψυχή του Τειρεσία.»

Εφτασε ο Οδυσσέας, ακολουθώντας κατά γράμμα τις συμβουλές της Κίρκης και εξιλέωσε την Περσεφόνη με παρακάλια, θυσιάζοντας στους νεκρούς, χύνοντας κρασί και μέλι. Πετάχτηκαν από τη χαράδρα του βράχου μελίσσι οι ψυχές. Ο Οδυσσέας μιλάει με τον Τειρεσία, συναντιέται με τον Αγαμέμνονα που κλαίει σαν παιδί για τη δολοφονία του, συναντά τον Αχιλλέα που επιστρέφει απ’ το λιβάδι με τους ασφόδελους, γεμάτος χαρά που άκουσε καλά λόγια για τον γιο του, Νεοπτόλεμο.

Ένας παλιός, πέτρινος νερόμυλος στο μονοπάτι για το Σούλι.

Βλέπει ακόμα τον Τάνταλο να σκύβει σκασμένος από τη δίψα να πιει νερό κι εκείνο να χάνεται και τον Σίσυφο να παιδεύεται στο απέναντι βουνό να ανεβάσει το θεόρατο λιθάρι και μόλις το φτάνει στην κορυφή, να του κατρακυλάει. Τέλος, συναντά και συνομιλεί με τη μητέρα του, Αντίκλεια, που είχε αφήσει ζωντανή φεύγοντας από την Ιθάκη, στη λυρικότερη και συγκινητικότερη ίσως στιγμή της Οδύσσειας.

-«Την είδα και τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα, η ψυχή μου λύπη»

-«Γιε μου πώς ήλθες ζωντανός στο ζοφερό σκοτάδι

δύσκολο είναι όσοι ζουν να δουν τον κόσμο τούτο…»

Ιστορικές επιδρομές και αρχαιολογικές ανασκαφές
Το 167 π.Χ. το Νεκρομαντείο δέχεται σφοδρή επίθεση από τους Ρωμαίους του Αιμίλιου Παύλου. Οι μάντεις και το προσωπικό του ιερού μανταλώνουν τις πόρτες και αντιστέκονται. Ο εχθρός βάζει σε ενέργεια τις πολιορκητικές μηχανές και οι τοίχοι σπάζουν. Ο,τι γλιτώνει από τους καταπέλτες παραδίδεται στην πυρά.

Κι όμως, το κάψιμο του Νεκρομαντείου από τους Ρωμαίους και το θάψιμο των ερειπίων του ίσως και να έσωσε το μοναδικό αυτό μνημείο της αρχαιότητας από την ολοκληρωτική καταστροφή. Οι γεροντότεροι στο Μεσοπόταμο θυμούνται ότι σαν παιδιά κατρακυλούσαν λιθάρια από τον λόφο ενώ θυμούνται και κάποιους Ιταλούς που το 1914 ανέβηκαν στον λόφο φόρτωσαν δεκαπέντε άλογα και αναχώρησαν ανενόχλητοι για την πατρίδα τους. Το 1958 ύστερα από τις επίμονες προσπάθειες του Σπύρου Μουσελίμη, επιμελητή αρχαιοτήτων, λογοτέχνη και ακούραστου ερευνητή της θεσπρωτικής γης αρχίζουν ανασκαφές στον λόφο του Αγιου Γιάννη του Πρόδρομου από τον Σωτήρη Δάκαρη (1916-1996), πανεπιστημιακό καθηγητή και πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που συνεχίζονται μέχρι και το 1964, που αποκαλύπτεται ολόκληρος ο χώρος του Νεκρομαντείου, των διαδρόμων, του δωματίου και του περιβόλου.

Οι πλούσιοι βιότοποι του άγριου ποταμού
Το οδοιπορικό στον Αχέροντα θα ακολουθήσει πορεία ανάποδη από τη ροή του ποταμού και το πλωτό ταξίδι του Χάροντα. Με αφετηρία το χωριό Γλυκή θα επιχειρούσα την «Αχέροντος ανάβαση» στις Πύλες του Αδη. Ο ποταμός, εγκαταλείποντας το, σχεδόν μονίμως σκιερό φαράγγι του μετά τη Γλυκή, κυλούσε προς τα δυτικά, τροφοδοτούσε τη βαλτώδη λίμνη Αχερουσία και από εκεί συνέχιζε την πορεία του έως τις κοντινές εκβολές του.

Στο Αλωνάκι της Αμμουδιάς με τα σμαραγδένια νερά.

Μετά την οριστική αποξήρανση της λίμνης Αχερουσίας τη δεκαετία του ’50 με σκοπό την δημιουργία της εύφορης πεδιάδας του Φαναρίου, ο μυθικός ποταμός συνεχίζει πλέον απευθείας τη ροή του προς το μεγάλης φυσικής αξίας οικοσύστημα του Δέλτα του. Δύο αξιοσημείωτοι ελώδεις υγρότοποι σχηματίζονται. Το μεγάλο έλος της Αμμουδιάς και το μικρότερο της Βελανιδοράχης καλύπτονται από χιλιάδες καλαμιές, βούρλα, σκλήθρα, φράξους και αλμυρίκια. Περισσότερα από 150 είδη πουλιών έχουν παρατηρηθεί στην περιοχή των εκβολών του Αχέροντα καθιστώντας ιδιαίτερα αξιόλογη την ορνιθοπανίδα της περιοχής.

Η χλωρίδα του Δέλτα περιλαμβάνει 415 είδη. Ανάμεσά τους και είδη με περιορισμένη εξάπλωση, όπως το ρακοβότανο, η λουίζα, η κραμπουτσάνα, αλλά και ο πανέμορφος λευκός κρίνος της θάλασσας που σχηματίζει μικρά λιβάδια στις αμμούδες των εκβολών. Η μαγεία της περιοχής των εκβολών του ποταμού συμπληρώνεται από την εντυπωσιακή παραλία της Αμμουδιάς, του Αμονιού, της Λούτσας και του κόλπου του Οδυσσέα. Ισως ο καλύτερος τρόπος για τη γνωριμία με την περιοχή του Δέλτα να είναι το μικρό ποταμόπλοιο που πραγματοποιεί εκδρομές από το ποτάμιο λιμάνι της Αμμουδιάς μέχρι και το χωριό Μεσοπόταμος. Πρόκειται μάλιστα για την ίδια διαδρομή που ακολούθησε κι ο Οδυσσέας αναζητώντας τον νεκρό μάντη Τειρεσία στο βασίλειο του Πλούτωνα…

Τα περίφημα πηγάδια του Σουλίου.

Το δυσπρόσιτο ανάγλυφο στα περίφημα Στενά
Από το χωριό Γλυκή (περίπου 20 χλμ. από τις εκβολές) ξεκινά το μονοπάτι που διασχίζει το περίφημο φαράγγι του Αχέροντα. Η Σκάλα της Τζαβέλαινας ανηφορίζει στα στενά και το αχολόγημα του ποταμού γίνεται όλο και εντονότερο. Το δυσπρόσιτο ανάγλυφο της περιοχής των Στενών του Αχέροντα, η τραχύτητα των γύρω βουνών, η πλούσια βλάστηση και τα καθαρά και ορμητικά νερά του ποταμού συνθέτουν ένα τοπίο ιδιαίτερης ομορφιάς. Σε αρκετά τμήματα εκεί που η ροή του το καλοκαίρι είναι ομαλή, σχηματίζονται νερόλακκοι και μικρές λίμνες, τόποι ιδανικοί για τη διαβίωση πολλών αμφιβίων και ψαριών. Σε άλλες πλευρές, ο ποταμός κυλά ορμητικά μέσα από κατακόρυφους και ψηλούς βράχους. Κάποιες φορές το ύψος τους ξεπερνά κατά πολύ τα 100 μέτρα, ενώ το πλάτος του ποταμού στα σημεία αυτά φτάνει τα δύο μέτρα.

Στις βραχώδεις πλαγιές των Στενών του Αχέροντα φωλιάζουν πολλά είδη αρπακτικών πουλιών, όπως γερακίνες, ξεφτέρια, βραχοκιρκίνεζα, ασπροπάρηδες και φιδαετοί. Μεγάλα θηλαστικά, όπως λύκοι και αγριογούρουνα, αναζητούν τροφή και καταφύγιο στις δασωμένες πλαγιές του φαραγγιού, ενώ άλλα θηλαστικά της περιοχής των Στενών είναι η αλεπού, ο ασβός, το πετροκούναβο, η νυφίτσα, η αγριόγατα και ο δασοποντικός. Στα νερά του ποταμού ζει η βίδρα, ένα σπάνιο υδρόβιο θηλαστικό που ζει μόνο σε καθαρά νερά με πλούσια παρόχθια βλάστηση. Τέλος, στα νερά του Αχέροντα αναπαράγονται περισσότερα από εννέα είδη ψαριών, ένα από τα οποία είναι ο περίφημος αχερωνογοβιός, ένα ενδημικό είδος που πήρε το όνομα του ποταμού.

Με πενήντα λεπτά πορεία φτάνω στη γέφυρα του Ντάλα. Ασπρα βράχια σκαλισμένα από τον χρόνο και το νερό. Το μονοπάτι διακόπτεται από το Τσαγγαριώτικο ρέμα. Από εδώ, μία ώρα ανηφορική διαδρομή οδηγεί στο ιστορικό χωριό Σαμονίβα, στο Μέσα Σούλι.

Το ιερό του Νεκρομαντείου Μεσοποτάμου, όπου οι αρχαίοι έπαιρναν τον χρησμό.

Τα ανυπότακτα Σουλιωτοχώρια αντιστάθηκαν για χρόνια σθεναρά στον Αλή Πασά και τελικά -όπως σε πολλές περιπτώσεις στην Ιστορία μας- βρέθηκε ο προδότης για να δώσει τη λύση. Ο Πήλιος Γούσης πρόδωσε το Σούλι και ο καλόγερος Σαμουήλ ανατίναξε το Κούγκι στέλνοντας στον άλλο κόσμο Τούρκους και Σουλιώτες.

Ηρωικοί τόποι γεμάτοι κάστρα, δάση και γεφύρια
Το εντυπωσιακό Κάστρο της Κιάφας (μαζί με τα χωριά Σαμονίβα, Αβαρίκο και Σούλι αποτελούσαν το περίφημο τετραχώρι, τον πυρήνα της αυτόνομης ομοσπονδίας των Σουλιωτών) με άφησε άφωνο με το μέγεθος και την οχύρωσή του πάνω στο απόκρημνο βουνό. Μετά την πτώση του Σουλίου, ο Αλή Πασάς επισκεύασε το κάστρο και εγκατέστησε μόνιμη φρουρά. Το φρούριο της Κιάφας -που σώζεται σχεδόν ακέραιο- αποτελεί και το ύστατο σημείο άμυνας των Σουλιωτών κατά τη δεύτερη και οριστική εκδίωξή τους το 1822.

Επιστροφή στη γέφυρα του Ντάλα και περπάτημα σε μονοπάτι με νοτιοανατολική κατεύθυνση και επίπονη πορεία που οδηγεί στις Πύλες του Αδη κοντά στο χωριό Σεριζιανά. Στη θέση Ταμπουράκια στη χαρακτηριστική στροφή του ποταμού προς την Ανατολή ένα δάσος με πυκνές ιτιές που αχνίζει από την πρωινή δροσιά. Μια εικόνα συναρπαστική και συνάμα απόκοσμη που ταιριάζει απόλυτα με την περιγραφή της Κίρκης για το δάσος της Περσεφόνης. Κυκλάμινα, ίριδες, ανεμώνες, νάρκισσοι αλλά και φτέρες, ασφάκες και σκυλοκρεμμύδες.

Περπατώντας στον περίβολο στο Κούγκι.

Το Κάστρο της Κιάφας κρέμεται στα βράχια του φαραγγιού. Η θέα και η βοή του ποταμού γίνονται πιο συγκλονιστικές. Το μονοπάτι παρουσιάζει κάποιες δυσκολίες, ιδιαίτερα για όσους υποφέρουν από υψοφοβίες. Σκαλοπάτια και προστατευτικά κιγκλιδώματα έχουν τοποθετηθεί για το πέρασμα των δύσκολων σημείων. Αντικρίζω επιτέλους τις Πύλες του Αδη, το λιμάνι του θλιβερού βαρκάρη Χάροντα, τον τόπο όπου ο Ηρακλής πάλεψε με τον Κέρβερο. Τα λόγια τα δικά μου μάλλον περιττεύουν μπροστά στην εικόνα άγριας ομορφιάς και την τρομακτική βοή του μυθικού ποταμού που κυλά με ορμή ανάμεσα στα βράχια, οδηγώντας τις ψυχές στο βασίλειο του Πλούτωνα. Καλύτερα να μιλήσουν οι στίχοι από την ανεπανάληπτη δημοτική μας παράδοση.

Στο χαροπόταμο πλέει η κόρη
σκιά ωχρόλυπη με τ’ άξιο αγόρι
Στη μαύρη βάρκα του στέκετ’ ο Χάρος
και στον Αχέροντα πάει κουρσάρος.
Ακούει το μούγκρισμα το ερημάδι
του στοιχειού τ’ άγριου κάτου στον Αδη
και τρέμει σύγκορμη κατασκιασμένη
που παίνει η άμοιρη, τι την προσμένει;

Κείμενο – Φωτογραφίες: Αντώνης Δήμας. Πηγή: Έθνος

Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων

Το Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και χαράδρας Αράχθου γεωγραφικά εκτείνεται στις ορεινές περιοχές, των νομών Ιωαννίνων, Άρτας και Τρικάλων (Κεντρική οροσειρά Πίνδου) είναι μια ανοιχτή χερσαία περιοχή περίπου 820 τετρ. χλμ. που ο  κύριος σκοπός ίδρυσής του είναι η διατήρηση της φυσικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς, καθώς και της άγριας ζωής, παράλληλα με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται με την προστασία της φύσης, έτσι ώστε όλα τα γνωρίσματα, φυσικά, ιστορικά και πολιτιστικά της προστατευόμενης περιοχής να διατηρηθούν ανεπηρέαστα για τις μελλοντικές γενιές.

Η πανίδα στο Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό χερσαίων, υδρόβιων και ιπτάμενων ασπονδύλων, αμφίβιων, ερπετών, πουλιών και θηλαστικών. Όσον αφορά στα σπονδυλόζωα έχουν καταγραφεί συνολικά 197 είδη, ενώ οι υπάρχουσες μελέτες που αφορούν τα ασπόνδυλα είναι περιορισμένες και ως σήμερα παραμένει άγνωστος ο αριθμός των ειδών που ζουν στα ενδιαιτήματα της περιοχής. Στα αλπικά λιβάδια ζουν πολλά είδη πεταλούδων, αλλά και νυχτοπεταλούδων. Ορισμένα είδη πεταλούδων έχουν περιορισμένη παγκόσμια εξάπλωση και κάνουν στην περιοχή μια από τις λιγοστές εμφανίσεις τους στον ελλαδικό χώρο.

The Spotted Fritillary- Melitaea didyma

Εκτός από τα Λεπιδόπτερα, ενδημισμός παρατηρείται και σε άλλες οικογένειες των εντόμων όπως τα ορθρόπτερα, τα κολεόπτερα και τα χερσαία ασπονδύλα, τα οποία αν και δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά στο ευρύ κοινό, έχουν ιδιαίτερη επιστημονική και βιογεωγραφική αξία.

The moth – Zygaena transalpina

Στα κρυστάλλινα νερά των παραπόταμων του Αράχθου και του Αχελώου ζουν 7 είδη ψαριών, ενώ ακόμη διατηρούνται ορισμένοι αμιγείς πληθυσμοί της άγριας πέστροφας. Στα ρέματα, τα υγρά αλπικά λιβάδια, στους εποχικούς νερόλακκους της περιοχής αναπαράγονται 6 είδη αμφιβίων. Ο ελληνικός βάτραχος (Rana graeca) ζει κοντά στην κοίτη των ορεινών ρεμάτων, η κιτρινομπομπίνα συναντάται σε υγρές θέσεις με βλάστηση, ενώ οι φρύνοι και οι σαλαμάνδρες μετά την περίοδο αναπαραγωγής τους βρίσκουν καταφύγιο στα δάση.

Η Κίτρινη μπομπίνα (The Yellow – bellied toad)

Στα διαφορετικά ενδιαιτήματα του πάρκου βρίσκουν καταφύγιο 19 είδη της ερπετοπανίδας (1 χερσαία χελώνα, 8 είδη σαυρών και 10 είδη φιδιών). Οι πληθυσμοί πολλών ειδών αυτής της παρεξηγημένης ομάδας ζώων, έχουν μειωθεί, λόγω των πιέσεων από ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Τα ερπετά είναι σημαντικά για τα οικοσυστήματα και στις τροφικές αλυσίδες τόσο ως θηρευτές όσο και ως θηράματα.

Η σαλαμάνδρα της φωτιάς (The Fire salamander)

Όλα τα είδη των ερπετών προστατεύονται σύμφωνα με την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ενώ για ορισμένα είδη όπως τα φίδια (Elaphe quatuorlineata, Zamenis situla), η μεσογειακή χελώνα (Testudo hermanni), ισχύει πιο αυστηρό πλαίσιο προστασίας και σαν χώρα έχουμε αναλάβει την υποχρέωση να εφαρμόσουμε ειδικότερα μέτρα, προκειμένου να προστατεύσουμε τους πληθυσμούς τους. Επιπλέον, στο Εθνικό Πάρκο καταγράφηκε για πρώτη φορά η παρουσία της οχιάς των λιβαδιών (Vipera ursinii) που αποτελεί ενδημικό υποείδος της οροσειράς της Πίνδου.

Όρνιο (The Griffon Vulture)

Η περιοχή φιλοξενεί σημαντικό αριθμό στρουθιόμορφων και αρπακτικών πτηνών (περίπου 150 είδη). Η παρουσία πολλών ειδών των αρπακτικών, καθώς και πολλών μεγάλων θηλαστικών δικαιολογεί και την αναγκαιότητα θεσμοθέτησης της περιοχής ως Εθνικού Πάρκου. Συνολικά συναντώνται εδώ 36 είδη αρπακτικών των οικογενειών Accipitridae, Falconidae. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos),  το Όρνιο (Gyps fulvus), το βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus), ο Πετρίτης (Falco peregrinus) κ.α..

Αετομάχος (The Red – backed shrike)

Στα κωνοφόρα δάση φωλιάζουν 7 ειδών δρυοκολαπτών μεταξύ αυτών ο μαύρος δρυοκολάπτης (Dryocopus martius), ενώ οι ορθοπλαγιές του Λάκμου και των Τζουμέρκων αποτελούν κατάλληλο ενδιαίτημα φωλεοποίησης για αρκετά ορεινά είδη, όπως ο χιονόστρουφος (Montifringilla nivalis), η χιονάδα (Eremophila alpestris), τα οποία αναζητούν τη λεία τους στα αλπικά και υποαλπικά λιβάδια της περιοχής.

The Greater Horseshoe bat

Το Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και Χαράδρας Αράχθου αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική περιοχή για τα θηλαστικά, καθώς στα διαφορετικά ενδιαιτήματα της περιοχής έχει καταγραφεί η παρουσία του ¼ των ειδών των θηλαστικών που απαντώνται στην Ελλάδα (30 είδη θηλαστικών που ανήκουν σε 17 οικογένειες). Πιο αναλυτικά, στην περιοχή ζουν 4 είδη εντομοφάγων (Insectivora), ένα είδος λαγόμορφου (Lagomorpha), και 8 είδη τρωκτικών (Rodentia), 4 είδη πληφόρων αρτιοδάκτυλων θηλαστικών (Artiodactyla) και 8 είδη σαρκοφάγων θηλαστικών.

Στα σπήλαια και στις σχισμές των βράχων ζουν τουλάχιστον 5 είδη χειροπτέρων (οικογενειες Rhinilophidae και Vespertilionidae), τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας εξαιτίας της καταστροφής των ενδιαιτημάτων τους.

Αγριόγιδο

Η παρουσία της Αρκούδας (Ursus arctos) είναι αισθητή στο μεγαλύτερο τμήμα του Εθνικού Πάρκου, η οποία για να ικανοποιήσει τις τροφικές της ανάγκες μετακινείται σε μεγάλες αποστάσεις. Η ευρύτερη περιοχή αποτελεί το νοτιοδυτικό όριο της γεωγραφικής εξάπλωσης της αρκούδα στη χώρα μας. Ο αγριόγατος (Felis sylvestris), είναι ένα εντυπωσιακό αιλουροειδές που μπορεί να σας ξαφνιάζει αν αποφασίσετε να διαβείτε τα δασωμένα μονοπάτια στο Εθνικό Πάρκο. Οι καλοί ιχνηλάτες, σίγουρα θα βρουν βιοδηλωτικά ίχνη της βίδρας (Lutra lutra) κατά μήκος των οχθών των ποταμών, παρόλο που τα τελευταία χρόνια οι πληθυσμοί της έχουν μειωθεί σημαντικά, σε παγκόσμιο επίπεδο, εξαιτίας της ανθρώπινης όχλησης και της μείωσης της τροφής της.

Το Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra balcanica), διατηρεί μικρούς πληθυσμούς τα Τζουμέρκα και συναντάται σε επικλινείς καλυμμένες με δάση πλαγιές που καταλήγουν προς τα πάνω σε απόκρημνες κορυφές με σάρες, λούκια και περισσότερο ή λιγότερο οριζόντια διαζώματα με άφθονη ποώδη βλάστηση που συνήθως γειτνιάζουν αναλόγως του υψομέτρου με υπαλπικά λιβάδια. Η παρουσία του Ζαρκαδιού (Capreolus capreolus) αποτελεί ενδείκτη της πολυμορφίας και της ποικιλότητας των οικοσυστημάτων του Εθνικού Πάρκου.

Όσον αφορά στα κτηνοτροφικά είδη, αξίζει να αναφερθούμε στην εκτροφή του προβάτου καλαρρύτικης φυλής (μπούτσικο) από τους κατοίκους των χωριών Καλαρρύτες και  Συρράκο. Οι παλιοί κτηνοτρόφοι υποστηρίζουν ότι τα πρόβατα αυτής της φυλής προήλθαν από τη διασταύρωση του Ορεινού Ηπειρωτικού προβάτου με το πρόβατο της φυλής comisana, άτομα της οποίας μεταφέρθηκαν από τη Σικελία, στα μέσα του18ου αιώνα, από Συρρακιώτες εμπόρους με σκοπό την παραγωγή μαλλιού καλύτερης ποιότητας. Ο συνολικός πληθυσμός αυτής της φυλής στην Ελλάδα ανέρχεται σε 5.000 άτομα.

πηγή: tzoumerka-park.gr

Η γέφυρα της Επισκοπής

Η γέφυρα της Επισκοπής συνδέει τους νομούς Ευρυτανίας και Αιτωλοακαρνανίας και δημιουργήθηκε μαζί με την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, σε υψόμετρο 300 μέτρων και χτίστηκε πάνω απ’ το ομώνυμο χωριό που χάθηκε στα νερά της λίμνης.

episkopi1

Η Επισκοπή ήταν ένα μεγάλο χωριό, στο σημείο που περνούσε ο ποταμός Μέγδοβας. Το μέρος ήταν πεδινό, το πιο εύφορο του νομού Ευρυτανίας, και το χωριό βρισκόταν ακριβώς πάνω στον οδικό άξονα που συνδέει το Καρπενήσι με το Αγρίνιο. Το 1965, άρχισε η κατασκευή του φράγματος των Κρεμαστών το οποίο δημιούργησε την ομώνυμη τεχνητή λίμνη τα νερά της οποίας κατέκλυσαν την Επισκοπή και τα άλλα μικρότερα χωριά της περιοχής.

episkop2

Οι κάτοικοι του χωριού, αφού πήραν κάποιες αποζημιώσεις για τις χαμένες τους περιουσίες, εγκατέλειψαν την περιοχή και εγκαταστάθηκαν κυρίως στο Αγρίνιο αλλά και σε άλλες πόλεις όπως στο Καρπενήσι, στη Λαμία, στην Αθήνα, αλλά και στο εξωτερικό. Κάποιοι κάτοικοι, ωστόσο, παρέμειναν στην περιοχή και έχτισαν το σημερινό μικρό χωρίο που βρίσκεται δίπλα από τη γέφυρα που ενώνει Ευρυτανία και Αιτωλοακαρνανία. Απέναντι ακριβώς, στην πλευρά της Αιτωλοακαρνανίας βρίσκεται το χωριό Ψηλόβραχος.

episkop3

Στο παλιό χωριό, βρισκόταν ο ναός της Παναγίας της Επισκοπής, από τα σπουδαιότερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας. Ο ιστορικός αυτός ναός υπήρξε κατά τα Βυζαντινά χρόνια έδρα της Επισκοπής Λιτζάς και Αγράφων και μαρτυρά τη σπουδαιότητα του χωριού κατά την εποχή εκείνη. Υπολογίζεται πως δημιουργήθηκε κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (8ος – 9ος αιώνας). Όταν αποφασίστηκε η κατασκευή της τεχνητής λίμνης έγιναν έρευνες στο ναό και ανακαλύφθηκαν τρία στρώματα τοιχογραφιών, του 8ου-9ου αιώνα, του 11ου και του 13ου. Οι τοιχογραφίες αφαιρέθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο των Αθηνών, όπου βρίσκονται και σήμερα.

πηγή: Wikipedia

Λίμνη Κρεμαστών : 50 χρόνια μετά… ένα οδοιπορικό στο χώρο και το χρόνο!

Αν στο μύθο της αρχαιότητας ο Ηρακλής νικώντας τον μεταμορφωμένο σε ταύρο Αχελώο, παίρνει το κέρας σαν σύμβολο της αφθονίας, στα Κρεμαστά η γνώση και η τεχνολογία στα χέρια των ανθρώπων που δούλεψαν εκεί μεταμορφώνουν την ορμή του σε ηλεκτρικό ρεύμα και τα νερά του σε μια τεράστια λίμνη, αλλάζοντας οριστικά το τοπίο και τη ζωή των ανθρώπων που κατοικούσαν κοντά του.

kremasta1

Από το 1955 η Ελλάδα προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της με πρώτη προτεραιότητα σ΄ ολόκληρη την ελληνική επικράτεια τον εκτεταμένο εξηλεκτρισμό της χώρας. Ανάμεσα στα φαράγγια και τα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας δημιουργούνται γαιοφράγματα και λίμνες που αλλάζουν οριστικά την εικόνα της. Το «ιδανικό» της εκβιομηχάνισης προσθέτει στο ελληνικό τοπίο νέα ιδεολογικά σύμβολα που εξυμνούν το βιομηχανικό πολιτισμό και τις αρετές της τεχνολογίας. Η μονόπλευρη ανάδειξη της νησιωτικής Ελλάδας που θεμελίωσε η μεταπολεμική τουριστική πολιτική, αγνοούσε την ομορφιά της άλλης Ελλάδας που σιγά–σιγά σήμερα ανακαλύπτουμε.

Πριν την έναρξη του έργου ο χώρος των Κρεμαστών και ότι κάλυψαν τα νερά της λίμνης είναι ένα κράμα όπου γη, άνθρωπος, παραδόσεις και το ίδιο το ποτάμι συνθέτουν ένα ενιαίο, σχεδόν κλειστό σύνολο. Η περιοχή διαθέτει μια απαράμιλλη φυσική ομορφιά και παρ’ ότι είναι φορτωμένη με σημαντικά ιστορικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία, παραμένει αθέατη και αναξιοποίητη.

gefyraepiskopis-boubourisgiannis-1

Αυτές τις εικόνες του φυσικού χώρου διαδέχονται εκείνες όπου η περιοχή αποψιλώνεται και το τοπίο τεμαχίζεται. Στα Κρεμαστά η φυσική αγριάδα του τοπίου αντιδιαστέλλεται με την επιβλητικότητα του συνεχούς υψούμενου φράγματος και των εργοταξίων που το περιβάλλουν. Γερανοί, βαριά μηχανήματα, αδρανή υλικά, συνθέτουν ένα τραυματισμένο τοπίο με την αθέατη πλευρά που αφορά τη συμμετοχή και των ντόπιων στο έργο.

Τα έργα στα Κρεμαστά σημάδεψαν με θετικές και αρνητικές επιπτώσεις έναν κόσμο που για αιώνες μέχρι τότε ζούσε έτσι όπως ο καθένας ήξερε και μπορούσε με τις παραδοσιακές ασχολίες, τα αγροτικά και την κτηνοτροφία. Όμως η εποχιακή αναζήτηση δουλειάς στο φράγμα, παράλληλα με τις ασχολίες τους σιγά- σιγά τους οδηγεί σε σταθερότερη εργασία, κάνοντας συνολικά επαναπροσδιορισμούς που τους απομακρύνει από το χθες.

kremasta2

Η διαδικασία αναζήτησης μεροκάματου και οι συνθήκες εργασίας καθορίζονταν από σημειώματα παραγόντων της εποχής, ανθρώπων των μηχανισμών και της εξουσίας με αντάλλαγμα τη χειραγώγηση και τον έλεγχο. Το Αγρίνιο αποτέλεσε το κέντρο διερχομένων για τα Κρεμαστά, από εκεί δίνονταν τα σημειώματα για τις εταιρίες όπου η παντοδυναμία του εργοδηγού και του επιστάτη ήταν αδιαμφισβήτητη.

Κάποια οικήματα στον οικισμό πάνω από το φράγμα αλλά και κοντά σ’ αυτό δέχονταν να ξεκουράζουν τα κουρασμένα απ’ τη δουλειά κορμιά των εργατών που συνωστίζονταν σ’ αυτά χωρίς όρια. Μια συμβίωση προβληματική, άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ελλάδας, κουβαλώντας ο καθένας τα δικά του βάσανα, συνυπήρχαν σε ασυντήρητα κτήρια, όπου οι πόρτες γίνονταν κρεβάτια και όταν έφευγε ο ένας για βάρδια, πήγαινε να κοιμηθεί ο άλλος. Από το ξεκίνημα των έργων η «Astoria», ένα καφέ-μπαρ στον οικισμό πάνω από το φράγμα  ήταν μετά την δουλειά, ο τόπος συνάντησης των συμπατριωτών μας για επικοινωνία, ένα τηλεφώνημα. Να πάρουν ή να στείλουν κάποιο μήνυμα ή λίγα χρήματα στην οικογένεια,  στα χωριά μας που όλο και κάποιος πήγαινε ή έρχονταν.

kremasta3

Οι συγκρούσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο. Για εργατική νομοθεσία και δικαιώματα ούτε λόγος. Η περιοχή μας παρά τους τραυματισμούς και τις αναπηρίες  συμπατριωτών δεν θρήνησε θύματα, από άλλες περιοχές όμως, άνθρωποι στοίχειωσαν με το αίμα τους το έργο φτάνοντας, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΔΕΗ, τους 30 νεκρούς τουλάχιστον!!! Η λαϊκή μας μούσα εκφρασμένη από άγνωστους παραδοσιακούς τραγουδοποιούς και οργανοπαίκτες αποτύπωσε αυτό τον τραγικό απολογισμό σε ένα 45αρι δισκάκι της εποχής του pic-up τότε και γινόταν ανάρπαστο τόσο απ’ τους εργάτες του τεράστιου αυτού έργου όσο και από τους κατοίκους στην περιοχή μας, «Κακό μεγάλο έγινε στα έργα του Αχελώου, σκοτώθηκαν πολλά παιδιά μέσα στις γαλαρίες…..»

kremasta4

Χαρακτηριστικό δείγμα υποτίμησης των μέτρων ασφαλείας και της ανθρώπινης ζωής από την ίδια την πολιτεία εκείνα τα …δίσεκτα  χρόνια, ήταν η αντιμετώπιση  μιας αυθόρμητης απόπειρας διαμαρτυρίας μετά από εργατικό δυστύχημα με ένα νεκρό στα έγκατα μιας από τις γαλαρίες όπου έφερε την Επιθεώρηση Εργασίας μόνο μέχρι τα γραφεία της εταιρίας στον οικισμό Ορφανού πάνω από το φράγμα και όχι στον τόπο του δυστυχήματος, ενώ έξω από τη γαλαρία ο εργοδηγός απ’ τη μια πλευρά της εισόδου και ο ταμίας της εταιρίας απ’ την άλλη, διάβαζαν τα ονόματα της βάρδιας και οι εργαζόμενοι στη σειρά είχαν να επιλέξουν αν θα μπουν μέσα για δουλειά ή θα περάσουν απ’ τον ταμία για εξόφληση και απόλυση. Για σωματείο βέβαια ούτε λόγος, εκείνα τα χρόνια  κάθε κίνηση για συνδικάτο ήταν αδιανόητη όχι μόνο από τους εργοδότες, αλλά από τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό.

kremasta5

Σε αυτή την σειρά έξω από την γαλαρία που έπρεπε «να αποφασίσω με το πιστόλι  στον κρόταφο» βρέθηκα ό ίδιος ο γράφων σαν εργαζόμενος,  σε μια τρυφερή ηλικία, βίαιης ωρίμανσης  που σημάδεψε τη ζωή μου και την αντίληψη μου για τον κόσμο, το δίκιο και το άδικο, τα εργατικά δικαιώματα, στη δεύτερη φάση των έργων που συνεχίστηκαν για χρόνια και μετά την λειτουργία του φράγματος και την  δημιουργία της λίμνης.

Η ολοκλήρωση του έργου υπογραμμίζεται απ’ την κυριαρχία των πυλώνων που θα μεταφέρουν το ρεύμα, τις συντεταγμένες σήραγγες εκτροπής, την εγκατάσταση του εργοστασίου παραγωγής, τον τεράστιο υπερχειλιστή.

kremasta12

Το φράγμα δεν είναι μόνο ένα κολοσσιαίο έργο. Η κατασκευή του συνεργεί στη γένεση ενός καινούργιου τοπίου, καθώς η τεχνητή λίμνη δημιουργεί απρόβλεπτους νέους φυσικούς συσχετισμούς. Ο άνθρωπος, βέβαια, από την αρχαιότητα επιχειρούσε το δυναμικό έλεγχο των φυσικών στοιχείων με αναπόφευκτες κοινωνικές και αισθητικές συνέπειες. Έτσι και η δημιουργία της λίμνης γεννά ταυτόχρονα βίαιες ανατροπές, διαταράσσει τον κοινωνικό ιστό και θέτει αναπάντητα ερωτήματα κατά πόσο ορίζεται φυσικό τοπίο αυτό που απαρτίζεται από φυσικά στοιχεία αλλά δεν είναι, όμως, αποτέλεσμα φυσικής διαδικασίας.

Ο Ξεριζωμός

Πολλοί που ο τόπος τους θα χάνονταν κάτω απ’ τα νερά της λίμνης έπρεπε να αποφασίσουν για το μετά.

Ο χρόνος και η λήθη τείνει να σβήσει απ’ τις μνήμες μας τις συγκλονιστικές εικόνες μιας βίαιης ανατροπής και να χαθεί έτσι μία σημαντική πλευρά της ιστορίας των κατοίκων της περιοχής μας. Ο ξεριζωμός των χωριών μας που βρίσκονται στην κοίτη του Αχελώου με τους παραποτάμους του και μέσα στα προβλεπόμενα όρια της στάθμης της λίμνης , ήταν μια σκληρή δοκιμασία. Τα παιδιά μας πρέπει να ξέρουν ότι κάτω απ’ τη σημερινή ομορφιά της λίμνης, που η φύση δημιούργησε ξανά και μπορούν σήμερα να χαίρονται, υπάρχουν θαμμένα χωριά, υπάρχουν τα δάκρυα των ανθρώπων που ξεριζώθηκαν βίαια απ΄ τον τόπο τους, πληρώνοντας το τίμημα του εξηλεκτρισμού και της ανάπτυξης της σημερινής σύγχρονης Ελλάδας.

kremasta6

Το 1963 με την ολοκλήρωση του φράγματος για όσους είχαν χωράφια ή σπίτια που θα έπνιγε η λίμνη, άρχισε η διαδικασία καταγραφής των περιουσιακών τους στοιχείων προκειμένου να αποζημιωθούν. Την ίδια χρονιά η περιοχή μας δοκιμάζεται από πρωτοφανείς  πλημμύρες, χωριά ολόκληρα χάνονται κάτω από την λάσπη παίρνοντας μαζί τους για πάντα ανθρώπους, όπως στο Μικρό Χωριό, ένα κομμάτι της Τατάρνας, το παλιό χωριό Παλιοκάτουνο, τα Κέδρα και πολλά άλλα, ενώ ο Αχελώος τεράστιος και αγέρωχος δέχεται όλο αυτό τον όγκο νερού, χωρίς αντιπλημμυρικά έργα, πνίγει στη λάσπη τον κάμπο της  κοιλάδας του κι ένα μεγάλο μέρος απ΄ τα χωράφια που υπήρχαν εκεί δεν ξεχωρίζουν για να καταγραφούν. Τίτλοι ιδιοκτησίας δεν υπάρχουν και πολλά απ’ αυτά χαρακτηρίζονται σαν ιδιοκτησίας « ελληνικού δημοσίου». Αρκετοί συμπατριώτες μας  οδηγούνται μέσω των κομματαρχών στα γραφεία  των πολιτικών παραγόντων στη γνωστή πελατειακή λογική και σε ένα όργιο επιλεκτικών διευθετήσεων.

Η αυθαίρετη καταγραφή και αποτίμηση των αποζημιώσεων απ’ τη ΔΕΗ ξεσήκωσε αντιδράσεις και  διοργανώνεται συλλαλητήριο διαμαρτυρίας στη γέφυρα στο χωριό Σίδερα της Επισκοπής όπου συμμετέχουν όλα τα χωριά που ξεριζώνονταν και έχαναν τις περιουσίες τους. Όμως το μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα της εποχής δεν επιτρέπει τέτοιες «οχλοκρατικές και ύποπτα καθοδηγούμενες εκδηλώσεις» κατά της «καθεστηκυίας και εννόμου τάξεως». Τα τάγματα εφόδου της Χωροφυλακής επιτίθενται στους διαδηλωτές βάναυσα με δακρυγόνα και συλλήψεις και οδηγούν πολλούς στα κρατητήρια και τις φυλακές με βαριές κατηγορίες. Έτσι ένας αγώνας για να έχουν και οι ίδιοι οι κάτοικοι λόγο στον ξεριζωμό τους καταστέλλεται πριν ξεκινήσει…

kremasta7

Χαρακτηριστικό στοιχείο που καταγράφει και τη νοοτροπία της εποχής, ιδιαίτερα όσων έχαναν τα σπίτια τους, είναι οι εναλλακτικές προτάσεις της ΔΕΗ για αποκατάσταση των πληγέντων στον κάμπο του Αγρινίου, και κυρίως στα χωριά Μεγάλη Χώρα, Τριαντέικα, κ. α. όπου σήμερα ζουν και προοδεύουν οι συμπατριώτες μας και οι επίγονοι τους. Κυκλοφορούσαν στα χωριά μας οι κατόψεις των σπιτιών που η ΔΕΗ αναλάμβανε την υποχρέωση να παραδώσει στους δικαιούχους όπου προέβλεπαν ένα ή δυο δωμάτια, κουζίνα και λουτρό. Με το δικό μας χαρακτηριστικό τρόπο διακωμωδούνταν ιδιαίτερα η ύπαρξη λουτρού (wc) μέσα στο σπίτι και  εκφράζονταν η βεβαιότητα  ότι όλα αυτά είναι παραμύθια και ότι τίποτα δεν πρόκειται να γίνει, γι’ αυτό καλά θα κάναμε να προτιμήσουμε τις αποζημιώσεις σε χρήμα. Πολλοί με διάφορους τρόπους πέτυχαν και τα δύο, άλλοι προτίμησαν τα χρήματα. Η περιοχή μας βγαίνοντας μόλις από μια ανταλλακτική οικονομία όπου οι ανάγκες καλύπτονταν κύρια με ανταλλαγές προϊόντων και ο κόσμος δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένος με χρήματα και μάλιστα μεγάλα ποσά, για ένα διάστημα είχαμε διάφορα κωμικοτραγικά φαινόμενα αλόγιστης σπατάλης αυτών των χρημάτων χωρίς να πιάσουν τόπο και να αξιοποιηθούν σωστά, ευτυχώς από λίγους.

kremasta8

Οι μπουλντόζες αρχίζουν το γκρέμισμα, τα σπίτια ισοπεδώνονται και μόνο οι εκκλησίες παραμένουν όρθιες από το… «φόβο των Αγίων». Οι άνθρωποί μας μαζεύουν το κουράγιο τους και ότι μπορούν να πάρουν μαζί τους αναζητώντας νέους τόπους να στεγάσουν τα όνειρά τους Οι εικόνες είναι συγκλονιστικές: Οι άνθρωποι αρνούνται την οπισθοχώρηση της παράδοσης μπροστά στον καλπάζοντα εκσυγχρονισμό του οποίου γίνονται θύματα. Φορτώνουν ότι μπορούν να πάρουν μαζί τους, ακόμα και από τα γκρεμίσματα των σπιτιών τους, όπως ξυλεία, λαμαρίνες, πορτοπαράθυρα. Πολλοί δεν μπορούν να τους αποχωριστούν και ξεθάβουν τα κόκκαλα των νεκρών τους. Νέες πατρίδες τους υποδέχονται για να ξαναπιάσουν το κουβάρι της ζωής τους απ’ την αρχή, όχι όμως όπως ήξεραν, αλλά όπως βρήκαν.

kremasta13

Μαζί με το έργο ισοπέδωσης των κτιρίων, για ένα με δύο χρόνια εκατοντάδες συμπατριώτες μας ανέλαβαν να αποψιλώσουν και να εκμεταλλευτούν τα δάση μέχρι το ύψος της στάθμης που προβλέπονταν να φτάσουν τα νερά της λίμνης. Τσεκούρια, κόφτρες και για πρώτη φορά αλυσοπρίονα αποδεκάτισαν χιλιάδες στρέμματα δάσους με πουρνάρια, αριές, βαλανιδιές, πλατάνια και άλλα είδη ξυλείας  για την παραγωγή  καυσόξυλων και ξυλοκάρβουνου που αναπτύχτηκε σε συνεταιριστική βάση και για πολλά χρόνια αργότερα συνεχίστηκε σαν μια παράλληλη δραστηριότητα και συνέβαλλε στην τοπική οικονομία.

Η λίμνη άρχισε να κατακλύζει μέρα με τη μέρα τον τόπο. Κάτω απ’ τα νερά της χάνονται για πάντα σημαντικά μνημεία, γεφύρια, εκκλησίες, μοναστήρια, σπίτια, χωράφια, αλώνια. Από τα διάφορα ξάγναντα στα υψώματα περιφερειακά της λίμνης, οι άνθρωποι  καθημερινά παρακολουθούν την άνοδο της στάθμης και αποχαιρετούν με σπαραγμό αγαπημένα μέρη συνδεδεμένα απόλυτα με την ζωή τους και την ύπαρξη τους. Οι ξεριζωμένοι σφραγίζουν με ένα  τελευταίο θολό απ’ τα δάκρυα βλέμμα τον τόπο τους που θα διατηρείται μόνο στη μνήμη. Οι ηλικιωμένοι δεν θα ξαναγυρίσουν για να ταφούν στα χώματα που έζησαν.

kremasta9

Σε λίγο πάνω απ’ τα σπίτια και τα αγαπημένα μέρη θα περνά ένα φέρυ-μπόουτ για να τους μεταφέρει με τα τελευταία υπάρχοντά τους στο νέο τόπο που εγκαθίστανται. Τους δρόμους που διέκοψε η λίμνη αναλαμβάνουν τώρα να συνδέσουν τούτα τα φέρυ-μπόουτ. Δύο, τα μεγαλύτερα που ναυπηγήθηκαν επί τόπου, θα εξυπηρετήσουν με πορθμείο (για χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή της γέφυρας Επισκοπής) τον οδικό άξονα Καρπενησίου- Αγρινίου. Υπάρχουν ακόμα οι προβλήτες κάτω από το χωριό Αι Γιώργης από την πλευρά της Ευρυτανίας και πάνω από το πνιγμένο χωριό Αι Βασίλης από την πλευρά την Αιτωλ/νίας. Τα δύο μικρότερα φέρυ, κάθε Δευτέρα και Παρασκευή ξαναζωντανεύουν τις αυτοσχέδιες προβλήτες των παραλίμνιων χωριών από ανθρώπους που ακόμα δεν το παίρνουν απόφαση και πηγαινοέρχονται ανάμεσα στον παλιό και στον νέο τόπο διαμονής, μαζί με ζώα και πράγματα μέχρι την κατασκευή της γέφυρας Τατάρνας, ενός έργου με παγκόσμια κατασκευαστικά ρεκόρ και τεράστιο κόστος για την εποχή, που θα μπορούσε να ονομάζεται και «γέφυρα της ντροπής» αφού για 15 ολόκληρα χρόνια παρέμενε ανεκμετάλλευτη χωρίς δυνατότητες πρόσβασης και οδικής σύνδεσης και από τις δύο πλευρές της.

kremasta10

Το δρομολόγιο ξεκινά το πρωί  από την προβλήτα του Αι Βασίλη και συνδέει τα χωριά της Ευρυτανίας με αυτά του Βάλτου φτάνοντας μέχρι  τη Σιβίστα και τα στενά παλιά περάσματα του Αχελώου στο δρόμο για Εμπεσό. Επιστρέφει σε μια αντίστροφη πορεία το απόγευμα στον Αι Βασίλη με ανταπόκριση λεωφορείου για το Αγρίνιο. Οι ανύπαρκτοι δρόμοι της Ευρυτανίας και το μακρινό Καρπενήσι αναδείχνει τη νέα συγκοινωνία  σαν τη σωτήρια λύση επικοινωνίας για τα παραλίμνια χωριά, ενώ δεν είναι λίγα τα δρομολόγια εκτάκτου ανάγκης με  τα αυτοσχέδια φορεία στους ώμους των κατοίκων για να μεταφέρουν ασθενείς στις προβλήτες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ιδιαίτερα σημαντική στην διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης, των τοπίων και των πολιτιστικών και ιστορικών μνημείων που χάθηκαν  καθώς και της τραγικότητας των στιγμών αυτής της βίαιης ανατροπής είναι οι φωτογραφίες και το υλικό έτσι όπως καταγράφηκε και σώζεται από τον αείμνηστο Κώστα Μπαλάφα, έναν από του μεγαλύτερους Έλληνες φωτογράφους της Εθνικής μας Αντίστασης και της μεταπολεμικής Ελλάδας. Μεγάλο μέρος αυτού του υλικού διατέθηκε από τον φωτογράφο στο Μουσείο Φωτογραφίας της Θεσσαλονίκης και παρουσιάστηκε σε σχετική έκθεση πριν περίπου μια δεκαετία με τίτλο «Τα αντίρροπα ρεύματα του Αχελώου». μερικές από τις οποίες δημοσιεύουμε.

kremasta11

Οι ανατροπές όμως στη ζωή μας σαν συνέπεια αυτού του τεράστιου έργου δεν σταματούν εδώ. Ο σχηματισμός της λίμνης βάζει σε νέες περιπέτειες τον τόπο μας, αφού οι γεωλογικές μεταβολές που συντελούνται κατά την δημιουργία της  δημιουργούν τοπικούς σεισμούς και  νέα δεινά σε όσους απόμειναν στα χωριά μας. Ένα νέο κύμα ξεριζωμένων δίνει την  χαριστική βολή που μαζί με την φτώχεια  επιδεινώνουν την εγκατάλειψη με μία ανεπίστροφη πορεία μέχρι σήμερα. Χρόνο με το χρόνο οι κάτοικοι λιγοστεύουν, οι νέοι μας αναζητούν μια καλλίτερη ζωή μετανάστες στο εξωτερικό και στα μεγάλα αστικά κέντρα ή στο Καρπενήσι όπου τους παραχωρούνται οικόπεδα και κάποια δάνεια για να στεγαστούν. Νέες οικογένειες δημιουργούνται πλέον σπάνια, τα σχολεία κλείνουν, στα μελαγχολικά καφενεία και στις πλατείες λίγοι απόμαχοι συνθέτουν ένα σκηνικό εγκατάλειψης και παρακμής.

Τα μετέπειτα χρόνια της ψεύτικης ευημερίας και των επιδοτήσεων δεν στάθηκαν ικανά να αλλάξουν την μοίρα του τόπου. Το όνειρο του διορισμού στο δημόσιο που συντήρησαν και εξέθρεψαν οι ίδιοι πολιτικοί που μας κουνούν σήμερα το δάκτυλο για τους δημοσίους υπαλλήλους και ψηφίζουν «ναι σε όλα» για… να μας σώσουν, δρούσε αποτρεπτικά στο να δημιουργηθούν υποδομές και προϋποθέσεις για να  πιστέψουν όσοι παρέμειναν η ήθελαν να επιστρέψουν και να αξιοποιήσουν με τον κόπο τους. τις όποιες νέες αναπτυξιακές  δυνατότητες που διέθετε η περιοχή.

kremasta134

Σήμερα με τις  μνημονιακές πολιτικές, όλα αυτά τα έργα που κόστισαν τόσες δαπάνες, στερήσεις και πόνο για τον  εξηλεκτρισμό και την αναγκαία ανάπτυξη της χώρας μας, παραδίνονται βορά στα νύχια των διεθνών κερδοσκόπων απατεώνων που αποκαλούνται επενδυτές από τους ντόπιους εκπροσώπους τους, πωλούνται όσο-όσο διαψεύδοντας τις ελπίδες όσων θυσιαστήκαν στο βωμό για την αυτοδύναμη ανάπτυξη και για την ανεξαρτησία της χώρας μας. Τα υδροηλεκτρικά φράγματα και ολόκληρη η ΔΕΗ παραδίδονται στα ιδιωτικά συμφέροντα μαζί με όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τη δημόσια περιουσία και όλα αυτά ονομάζονται σωτηρία της χώρας μας. Τι και αν δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά κάθε χρόνο μετά τα μνημόνια, ξαναγυρίζουν στη λάμπα πετρελαίου και στην ξυλόσομπα, τι και αν το ρεύμα το νερό και άλλες παροχές όπως η παιδεία, η υγεία, από κοινωνικά αγαθά γίνονται εμπόρευμα, τι και αν το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής μας οδηγεί σε βαθύτερη ύφεση και ανεργία, γι’ αυτούς τώρα είναι η ευκαιρία και δεν θα την χάσουν, οι συνέπειες δεν τους αφορούν, αυτές αφορούν εμάς τα θύματα της πολιτικής τους. Γι’ αυτούς υπέρτατη αξία πάνω από τις ζωές μας είναι το κέρδος, έτσι αντιλαμβάνονται τη «σωτηρία της χώρας» πάνω στα συντρίμμια της κοινωνίας. Αυτή όμως είναι και η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι της οργής μας για να παρασύρει τα φράγματα και τις όποιες ακόμα αναστολές και ψευδαισθήσεις  μας συγκρατούν και ανεχόμαστε μια καταστροφή που ξαναγυρίζει τη ζωή μας πίσω σε κείνα τα χρόνια και που ξεδιάντροπα  την ονομάζουν «σωτηρία». Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα είναι μακριά αυτή η μέρα.

[youtube https://www.youtube.com/watch?v=i6j1ajUnEog]

ΥΓ. Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε το 2003 στο περιοδικό «Απεραντιακά» τεύχος 102 από τον Θωμά Κώτσια υπεύθυνο έκδοσης του περιοδικού και μέλος τότε του Δ.Σ. του Συλλόγου Απεραντίων, αναφέρονταν όμως στα όρια του τ. Δήμου Απεραντίων. Σήμερα στη μνημονιακή εποχή των μεγάλων ανατροπών και του ξεπουλήματος της ΔΕΗ, το άρθρο βελτιωμένο απ’ τον ίδιο με περισσότερα στοιχεία και γενικότερες αναφορές στο σύνολο της περιοχής μας, δημοσιεύεται  στο ιστολόγιο “Ευρυτάνας ιχνηλάτης” με αφορμή και τα 50 χρόνια από την μεγάλη κοινωνική και περιβαλλοντική ανατροπή που έφερε στη Δυτική Ευρυτανία και την γειτονική μας Αιτωλοακαρνανία.

Του Θωμά Κώτσια (πηγή: Ευρυτάνας ιχνηλάτης)

Τζουμέρκα

Τα Αθαμανικά Όρη, ή αλλιώς Τζουμέρκα, είναι ένας μεγάλος ορεινός όγκος της Κεντρικής Πίνδου με ποικιλόμορφο τοπίο, πλούσια βλάστηση στα χαμηλά και όμορφα αλπικά οροπέδια. Η παραδοσιακή ονομασία «Τζουμέρκα» σημαίνει «ελλέβορος» στα σλάβικα, ενώ η επίσημη ονομασία «Αθαμανικά» κατάγεται από το αρχαίο φύλο των Αθαμάνων που άκμασαν στη περιοχή τον 3ο αιώνα π.Χ.

tzoumerka1

Τα Αθαμανικά Όρη είναι μια μακρόστενη οροσειρά που εκτείνεται από βορά προς νότο σε ένα μήκος 30 χλμ. και οριοθετεί τρεις νομούς: Ιωαννίνων, Άρτας και Τρικάλων, χωρίζοντας σαν τείχος την Ήπειρο με την Θεσσαλία. Η οροσειρά χωρίζεται σε δύο κύρια τμήματα από το Μελισσουργιώτικο ποτάμι, την Κακαρδίτσα στα βόρεια που βρίσκεται στα όρια των νομών Ιωαννίνων και Τρικάλων και στα κυρίως Τζουμέρκα στα νότια που το μεγαλύτερο τμήμα τους ανήκει στον νομό Άρτας. Ψηλότερες κορυφές του βόρειου τμήματος είναι η Κακαρδίτσα (2.429 μ.), ο Καταραχιάς (2.299 μ.), η Χίλια εξήντα (2.253 μ.), η Τσούμα Πλαστάρι (2.188 μ.) και ο Κρυάκουρας (2.100 μ.), ενώ στα νότια ξεχωρίζουν το Καταφίδι (2.393 μ.),  η Στρογγούλα (2.107 μ.),το  Γερακοβούνι (2.211 μ.), το Αγκάθι (2.080 μ.) και η Σκλάβα (2.067 μ.).

Στα βόρεια ο ορεινός όγκος χωρίζεται από την Περιστέρα με τα ρέματα του Μονοδεντρίου και του Νέγρη, δυτικά καταλήγει στην κοιλάδα του Άραχθου, ανατολικά ορίζεται από τον ποταμό Αχελώο και στα νότια καταλήγει στα Όρη του Βάλτου. Το βουνό αποτελείται από ασβεστόλιθο και φλύσχη με ένα μεγάλο πλήθος πηγών και μικρών ποταμών να το διατρέχουν και να σχηματίζουν πολλούς καταρράκτες, οι οποίοι καταλήγουν στον Άραχθο και στον Αχελώο. Στα ανατολικά του βουνού απλώνονται τα δύο οροπέδια της Κωστελάτας, ένα από τα πιο ιστορικά βοσκοτόπια της Ελλάδας.

Τα Τζουμέρκα στο παρελθόν είχαν πυκνά δάση, αλλά με τα χρόνια έχουν υποστεί έντονη αποψίλωση, από την εκτεταμένη υλοτομία και την κτηνοτροφία. Στα χαμηλά και στις χαράδρες απαντώνται πουρνάρια, αριές, φυλίκια, κουμαριές, κουτσουπιές, κοκκορεβυθιές και δάφνες, πιο ψηλά αναπτύσσονται φυλλοβόλα όπως γάβροι, φράξοι, σφενδάμια, βελανιδιές, οστριές, καστανιές και λίγες οξιές, Στα ρέματα αναπτύσσονται πλατάνια, ιτιές και σκλήθρα, λίγο ψηλότερα αναπτύσσονται δάση κωνοφόρων (έλατα και μαυρόπευκα) και στις κορφές απλώνονται τα μεγάλα αλπικά οροπέδια της περιοχής με τα στεπόμορφα χορτολίβαδα.

tzoumerka2

Συνολικά, στην περιοχή των Τζουμέρκων έχουν καταγραφεί περισσότερα από 500 είδη φυτών, αλλά θεωρείται ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα καθώς το βουνό δεν έχει μελετηθεί διεξοδικά. Σημαντικά είδη της περιοχής είναι ο Solenanthus albanicus, οι ενδημικές Alchemilla fallax και A. plicatula, η κενταύρια Centaurea triamularia, το αγριογαρύφαλλο Dianthus sylvestris, η Alkanna noneiformis, ο Rhinanthus mediterraneus, το γάλιο Galium degenii, η Aubrieta scardica, η Achillea absinthoides, το Edraianthus graminifolius, η καμπανούλα Campanula rotundifolia, το Onosma helveticum, το Hieracium trikalense, το Sedum atratum, ο κρόκος Crocus veluchensis, ο κρίνος Lilium candidum, ο νάρκισσος Narcissus poeticus, η Saxifraga marginata, η φριτιλάρια Fritillaria thessala, οι αγριοπανσέδες Viola pyrenaica, V. orphanidis και πολλές ορχιδέες όπως οι Epipactis microphylla, Dactyloriza sambucina, D. saccifera, κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ανατολικές πλαγιές έχει διαπιστωθεί η παρουσία της ορχιδέας Ophrys insectifera, ενός σπάνιου είδους ορχιδέας της Ευρώπης που η Ελλάδα είναι το ανατολικότερο σημείο εξάπλωσης της.

Eκτιμάται ότι στην περιοχή απαντούν περίπου 100 είδη πουλιών μερικά από τα οποία είναι πολύ σπάνια όπως το όρνιο και ο ασπροπάρης. Άλλα αρπακτικά είδη που ζουν στο βουνό είναι ο χρυσαετός, ο σταυραετός, η γερακίνα, ο πετρίτης, το βραχοκιρκίνεζο, το διπλοσάινο, ο σφηκιάρης, το ξεφτέρι, ο μπούφος και ο φιδαετός. Η ορνιθοπανίδα συμπληρώνεται από είδη όπως βραχοτσοπανάκοι, μαύροι δρυοκολάπτες, σταυρομύτες, κιτρινοκαλιακούδες, κοκκινοκαλιακούδες, κοράκια, βουνοτσιροβάκοι, αετομάχοι, γυδοβυζάχτρες, γαλαζοκότσυφες, πυρροκότσυφες, τοιχοδρόμοι, χιονόσπινοι, χιονόστρουθοι, ενώ σημαντική είναι η παρουσία από σπάνιες πετροπέρδικες.

tzoumerka3(φωτ.: Πάνος Οικονόμου)

Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει την πολύ σπάνια οχιά των λιβαδιών (Vipera ursinii) με τα Τζουμέρκα να αποτελούν το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης στην Ευρώπη. Άλλα είδη είναι ο αλπικός τρίτωνας, η σαλαμάνδρα, η κιτρινομπομπίνα, ο γραικοβάτραχος, ο φρύνος, η πρασινόσαυρα, το νερόφιδο, η σαΐτα και η κοινή οχιά. Από τα θηλαστικά σημαντική είναι η περιστασιακή παρουσία της αρκούδας, του λύκου και του αγριόγατου. Αλλά είδη είναι οι βίδρες, τα ζαρκάδια, οι αγριόχοιροι, οι νυφίτσες, τα κουνάβια, οι ασβοί, οι αλεπούδες, οι λαγοί, οι δασομυωξοί, οι δεντρομυωξοί και οι σκίουροι. Τα αγριόγιδα, αν και έχουν  κυνηγηθεί πολύ, ακόμα ζούνε στις πιο απομακρυσμένες περιοχές του βουνού. Στα νερά των γύρω ποταμών ζουν εννέα είδη ψαριών, με πιο χαρακτηριστικό είδος την πέστροφα.

πηγή: naturagraeca.com

Αμβρακικός: Η μικρή Μεσόγειος

Το αλμυρό νερό του Ιονίου σμίγει με το γλυκό νερό του Λούρου και του Αραχθου δημιουργώντας μια κιβωτό ζωής για ψάρια και πουλιά. Πάνω σε έναν απέραντο καθρέφτη αντανακλάται η ομορφιά των σκαφών των ψαράδων, των πελεκάνων με τα κατακόκκινα ράμφη που έχουν ανέβει ήδη στις φωλιές τους πάνω στα νησάκια, η γοητευτική Παναγιά της Ροδιάς, τα ασημένια ψάρια στην προκυμαία της Πρέβεζας και τα πολύχρωμα στα ψηφιδωτά της Νικόπολης.

amvrakikos1
Ο πολιτισμός των νερών
Αυτό είναι ένα από τα λιγότερο προβεβλημένα θαύματα του μεγάλου στρατηλάτη, του Αλέξανδρου. Ομως, σύμφωνα με την παράδοση, αυτός δημιούργησε τον Αμβρακικό, ανοίγοντας το στενό της Πρέβεζας. Και το αλμυρό νερό του Ιονίου που έσμιξε με το γλυκό του Λούρου και του Αραχθου δημιούργησε μια ξεχωριστή κιβωτό ζωής για ψάρια, πουλιά και ανθρώπους, και έναν επίσης ιδιαίτερο πολιτισμό, που χρωματίζεται από την υγρασία – διάβαζε ομορφιά – της ακουαρέλας:

Το συνειδητοποιήσαμε παρακολουθώντας πέρυσι τέτοιον καιρό τον ζωγράφο Πάβλο Χαμπίδη να βάζει υγρές πινελιές ακουαρέλας στα σχέδια με μελάνι που έκανε εκ του φυσικού, όπως στο «Νταλιάνι στη Λάσκαρα», έναν από τους πολλούς παραδοσιακούς τρόπους ψαρέματος που επιβιώνουν ακόμη στον κόλπο και εμπλουτίζουν τα πολιτισμικά του κοιτάσματα. Γιατί το ψάρεμα είναι κομμάτι της ζωής και του πολιτισμού αυτού του υγροτόπου από τα πρώτα βήματα της ιστορίας του ανθρώπου, χιλιάδες χρόνια πριν.

Η χαρά του βυθού αποτυπώνεται με ωραία χρώματα και στα ψηφιδωτά της βασιλικής του Αγίου Δουμετίου της Νικόπολης, ψάρια και χταπόδια, που θυμηθήκαμε ότι την Κυριακή του Ασώτου, η «παλιοπαρέα» θα συγκεντρωνόταν, όπως κάθε χρόνο, στο Σεϊτάν Παζάρ της Πρέβεζας για να τα απολαύσει. Μαζί τους ήταν ο Νίκος και η Μαίρη Γέρου και η Νένη Γέρου που μας μύησαν στη γεύση του Αμβρακικού. Θυμηθήκαμε επίσης ότι οι πελεκάνοι της Ροδιάς θα συγυρίζουν πάλι αυτή την εποχή τις φωλιές τους στα νησάκια της λιμνοθάλασσας για να γεννήσουν τα αβγά τους. Ε, δεν θέλαμε και άλλα για να κάνουμε ένα ακόμη ταξίδι σε γοητευτικά νερά…

amvrakikos2

Η μικρογραφία της μεγάλης θάλασσας
Ο Αμβρακικός, με είκοσι ακέραιες λιμνοθάλασσες, είναι μικρογραφία της Μεσογείου. Εχει ένα στενό άνοιγμα προς το Ιόνιο 370 μέτρων, όπως και η μεγάλη θάλασσά μας έχει ένα σχετικά στενό άνοιγμα από τις Ηράκλειες Στήλες προς τον Ατλαντικό. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται πολλά χρόνια τα νερά για να ανανεωθούν και «κρατάνε» τη ρύπανση από τα φυτοφάρμακα κυρίως. Κάτω από το άνοιγμα του Αμβρακικού περνά η υποθαλάσσια σήραγγα που φέρνει γρήγορα τους επισκέπτες από το Ακτιο στην Πρέβεζα.

Παρ’ όλη την ευαισθησία στη ρύπανση, οι σαρδέλες εισβάλλουν ακόμα από το Ιόνιο στον Αμβρακικό και ξοπίσω τους έρχονται και τα δελφίνια, κάπου 150, εμβλήματα του κόλπου μαζί με τους πελεκάνους. Υπάρχει όμως ένα πλήθος μορφών ζωής εκτός από τα προβεβλημένα. Σπάνια πουλιά, ο λευκοτσικνιάς, ο αργυροτσικνιάς, ο λευκοτσικνιάς, ο κορμοράνος, το φοινικόπτερο, ο αγριόκυκνος κάνουν την εμφάνισή τους εδώ. Αυτός βέβαια που κερδίζει πάντα τις εντυπώσεις είναι ο αργυροπελεκάνος. Είναι ο μεγαλύτερος από όλα τα είδη πελεκάνων και την εποχή που φωλιάζει η σακούλα κάτω από το ράμφος του είναι κατακόκκινη. Αυτό τον κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακό.

Οι αργυροπελεκάνοι ψαρεύουν στον Αμβρακικό όπως και οι ψαράδες, αλλά σε διαφορετικά σημεία του κόλπου. Οι πελεκάνοι τρώνε ψάρια χαμηλής εμπορικής αξίας, ενώ οι ψαράδες κυνηγούν αλιεύματα που έχουν υπολογίσιμη εμπορική αξία. Οι πελεκάνοι, τα δελφίνια και οι άνθρωποι είναι οι μεγαλύτεροι ψαράδες της περιοχής. Τις δραστηριότητες στον κόλπο μπορείτε να παρακολουθήσετε από το παρατηρητήριο στο λόφο της Αγίας Αικατερίνης (κοντά στο χωριό Στρογγυλή), το οποίο προσφέρει πανοραμική θέα των λιμνοθαλασσών Ροδιάς και Τσουκαλιού και του βάλτου της Ροδιάς με τον απέραντο καλαμιώνα. Μία ακόμη φιγούρα σπάνιου ζώου τσαλαβουτά στα νερά στη Στρογγυλή. Ο νεροβούβαλος επιβιώνει μόνο στην Κερκίνη, όταν ένα μικρό κοπάδι μεταφέρθηκε εδώ και έγινε μεγάλο. Τώρα ζουν κι άλλοι στο Δέλτα του Αξιού και στη λίμνη Βιστωνίδα.

amvrakikos4

Το απίθανο ταξίδι των χελιών
Τα χέλια είναι τα ελάχιστα όντα, που περνούν από το άνοιγμα του Αμβρακικού και το Γιβραλτάρ. Τα ασημόχελα, πια, ενηλικιώνονται και ωριμάζουν σεξουαλικά πραγματοποιώντας ένα απίθανο ταξίδι που διαρκεί έναν χρόνο. Το σήμα δίνεται μια «χελοβραδιά», τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο – λιγότερο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο – όταν το φεγγάρι βρίσκεται στο τελευταίο τέταρτό του και στην αρχή του νέου, φυσά δυνατός νοτιάς, βρέχει και το σκοτάδι είναι έντονο. Σε όλη τη διάρκεια του μεγάλου ταξιδιού τους τα χέλια δεν τρώνε, μόνο ακουμπούν το ένα το άλλο με την ουρά τους.

Ετσι φτάνουν στον βόρειο Ατλαντικό, στη θάλασσα των Σαργάσσων, για να ζευγαρώσουν στο κέντρο των μεγάλων θαλάσσιων ρευμάτων. Αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο ταξίδι τους. Το πρώτο ήταν όταν νεαρά γυαλόχελια ακόμη μπήκαν στο ρεύμα από τη θάλασσα των Σαργάσσων που γεννήθηκαν και ήλθαν στον Αμβρακικό, όπου έμειναν από 8 ως 14 χρόνια για τα αρσενικά και 10 ως 18 χρόνια για τα θηλυκά, μέχρι να γίνουν κιτρινόχελα και μετά ασημόχελα για να πραγματοποιήσουν το ταξίδι της επιστροφής.

Είναι τόσο θαυμαστό αυτό το ταξίδι των χελιών για τη διαιώνιση του είδους, που φαντάζει πολύ ταπεινό να σκεφτούμε ότι αποτελούν έναν εξαιρετικό μεζέ. Μάλιστα οι ψαράδες τα πιάνουν στα στόμια των λιμνοθαλασσών, την ώρα που ξεκινούν το μεγάλο ταξίδι τους προς τη θάλασσα. Αν και τόσο νόστιμα, καταναλώνονται γύρω από τους χελότοπους και κυρίως εξάγονται σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης.

amvrakikos5

Στον Αμβρακικό μια από τις πολλές συνταγές είναι καπνιστό χέλι με κριθαράκι. Για μια μερίδα, βάζουν στο τηγάνι μια κουταλιά της σούπας βούτυρο και δύο ελαιόλαδο και σοτάρουν τον μάραθο κομμένο σε φέτες με αλάτι και πιπέρι. Μόλις μαραθεί βάζουν 200 γραμμ. κριθαράκι και 200 ml ζωμό ψαριού. Τα αφήνουν να χυλώσουν σε χαμηλή φωτιά και μετά ρίχνουν μισό κουταλάκι του γλυκού σκόρδο τριμμένο. Στο τέλος βάζουν 100 γραμμ. χέλι καπνιστό κομμένο σε μικρά κομμάτια, τον άνηθο ψιλοκομμένο και δύο κουταλιές της σούπας λεμόνι.

Το «μουγκρητό» του βάλτου
Ενα σωρό θρύλοι και παραδόσεις έχουν δημιουργηθεί γύρω από τα μουγκρίσματα του ήταυρου. Και όπως διασώζει ο Νικόλαος Πολίτης, όταν μουγκρίζει ο ήταυρος, κάτι κακό θα συμβεί στον τόπο. Αυτός όμως που μουγκρίζει στους βάλτους είναι ένας πολύ σπάνιος ερωδιός σε μέγεθος γαλοπούλας. Ο Αμβρακικός είναι ο πρώτος υγρότοπος όπου αποδεδειγμένα φωλιάζουν ελάχιστοι ήταυροι. Η φωνή του, που ακούγεται χιλιόμετρα μακριά, μοιάζει σαν υπόκωφο μούγκρισμα ενός θεριού που είναι κρυμμένο σε πλημμυρισμένους, ψηλούς καλαμιώνες. Η μη εξαφάνιση του άγνωστου πουλιού είναι ένα μεγάλο στοίχημα και γι’ αυτό ο Φορέας Διαχείρισης Υγροτόπων Αμβρακικού το έχει κάνει σύμβολό του.

amvrakikos3

Τα καθημερινά της Νικόπολης και της Πρέβεζας
Τα πουλιά έπαιζαν πάντα ιδιαίτερο ρόλο σε αυτόν τον τόπο. Πριν από τη ναυμαχία στο Ακτιο (31 π.Χ.) δύο χελιδόνια έχτισαν τη φωλιά τους στην πρύμνη της ναυαρχίδας της Κλεοπάτρας που είχε το όνομα «Αντωνιάς». Αλλα χελιδόνια ήλθαν και σκότωσαν τους νεοσσούς του ζευγαριού και κατέστρεψαν τη φωλιά. Αυτός ήταν κακός οιωνός για την τελευταία βασίλισσα της δυναστείας των Πτολεμαίων της Αιγύπτου. Και επιβεβαιώθηκε.

Εξω από τη «μύτη» του Αμβρακικού, ο στόλος του Οκταβιανού Αυγούστου έβαλε τέρμα στην Ελληνιστική εποχή καταστρέφοντας την αρμάδα του Μάρκου Αντωνίου – που βγήκε από τον Αμβρακικό – και της μοιραίας Κλεοπάτρας που ξαφνικά έφυγε από κοντά του και τον απέσπασε από τον πόλεμο. Μια καταστροφή όμως έγινε η αιτία να δημιουργηθεί μια θαυμαστή πόλη, η Νικόπολη, σύμβολο της αναμέτρησης δύο κόσμων και της ανατολής του νέου.

Παρ’ όλα τα θαυμαστά που συνέβησαν στη Νικόπολη, κάποια πράγματα έμειναν διαχρονικά και καθημερινά. Οπως, ας πούμε, το ψάρεμα. Στα μωσαϊκά δάπεδα της βασιλικής του Δουμετίου (6ος αιώνας) εμφανίζεται με εκπληκτικά χρώματα ο ενάλιος κόσμος, ψαράδες, ψάρια, χταπόδια. Μέσα στο ωραίο, καινούργιο μουσείο της Νικόπολης υπάρχουν προθήκες με αγκίστρια και άλλα σύνεργα που δείχνουν ότι το ψάρεμα ήταν πάντα μια ξεχωριστή ενασχόληση σε αυτόν τον τόπο.

Και σήμερα οι ψαράδες δίνουν χρώμα στην προκυμαία της Πρέβεζας. Μία-μία οι βάρκες έρχονται και πλευρίζουν και οι ψαράδες ξεφορτώνουν στο μουράγιο όλα του Αμβρακικού τα καλά. Ενα πλήθος ανθρώπων περιμένουν εκεί για να αγοράσουν, αλλά και επισκέπτες για να απολαύσουν αυτές τις εμβληματικές σκηνές.

amvrakikos6

Γαρίδες, πίνες και χάβαρα
«Γαρίδες; Ναι, αλλά Αμβρακικού» λέει ο Ρότζερ Μουρ στην ταινία του Τζέιμς Μποντ «Για τα μάτια σου μόνο» που γυρίστηκε στην Ελλάδα. Και πράγματι οι γαρίδες του κόλπου είναι ιδιαίτερες, μαγειρεμένες απλά (στο τηγάνι με λάδι, σκόρδο, δενδρολίβανο και μαϊντανό) ή πιο πολύπλοκα με την παραδοσιακή πρεβεζάνικη συνταγή που μας έδωσε ο Νίκος Γέρος: γάμπαρες με κολοκυθάκια και πατάτες. Τσιγαρίζουν ελαφρά στο λάδι τις φρέσκες γαρίδες μέχρι να πάρουν κόκκινο χρώμα και μετά βάζουν τριμμένη ντομάτα, ψιλοκομμένο σκόρδο, κολοκυθάκια κομμένα ροδέλες και πατάτες κυδωνάτες, προσθέτουν νερό και τα αφήνουν να βράσουν. Με πατάτες γίνεται και ο κέφαλος πλακί, αν και πιο χαρακτηριστική γεύση της περιοχής είναι ο κέφαλος πετάλι ψητός στα κάρβουνα. Ξεχωριστή λιχουδιά είναι οι τηγανητές πίνες, αλλά και τα ιδιότροπα χάβαρα, σπάνια πια στον Αμβρακικό, που γίνονται αχνιστά με σκόρδο ή με κοφτό μακαρονάκι.

Το «χρυσό» αβγοτάραχο
Οι μπάφες στα διβάρια της Λογαρούς και του Τσουκαλιού «εγκυμονούν» το αβγοτάραχο του Αμβρακικού που πολλοί θεωρούν ανώτερο από όλα. Την παράδοση του πατέρα τους Δημήτρη Κουσιάδη συνεχίζουν στη Νέα Σαμψούντα η σύζυγος και οι κόρες του Μαρία και Σοφία (τηλ. 26820 51369), πλάθοντας με υπομονή και μυστική συνταγή τα σακούλια με τα αβγά με αλάτι και μετά κερώνοντας το χρυσό αβγοτάραχο, έναν εξαιρετικό μεζέ για τσίπουρο με ή χωρίς γλυκάνισο.

amvrakikos7

Χρώματα στην Παναγιά της Ροδιάς
Η Παναγιά της Ροδιάς, στην όχθη του Αμβρακικού πιο πέρα από τη Στρογγυλή, ταξιδεύει μες στα χρώματα. Μέσα οι ζωγράφοι δημιούργησαν ένα εντυπωσιακά πολύχρωμο όραμα και έξω ο κόλπος απλώνει τα εξίσου λαμπερά χρώματά του μπροστά στα μάτια του επισκέπτη, ειδικά την ώρα του δειλινού. Το μοναστήρι πρωτοχτίστηκε, λένε, το 970, όταν στην Κωνσταντινούπολη βασίλευε ο Ιωάννης Τσιμισκής. Και απ’ έξω το καθολικό του μεταβυζαντινού μοναστηριού με τον κυλινδρικό τρούλο είναι ιδιαίτερο, όμως μέσα ο επισκέπτης που θα ανοίξει τη διπλοασφαλισμένη πόρτα του θα βρεθεί κάτω από τον χρωματικό καταρράκτη, ασυνήθιστο στην αυστηρή ορθόδοξη ζωγραφική. Το καθολικό είναι κατάγραφο από τοιχογραφίες με έντονα μπλε κάμπο αντί για χρυσό και επιπλέον πράσινα, κίτρινα και κόκκινα χρώματα. Οι αγιογράφοι Αθανάσιος, Γεώργιος και Βασίλειος «εκ Σαμαρίνης» κατέγραψαν το 1884 στους τοίχους την Παλαιά και Καινή Διαθήκη με λαϊκότροπη τεχνική αλλά με αφοσίωση στις Γραφές. Εδώ τον Δεκαπενταύγουστο γίνεται αξέχαστο πανηγύρι.

πηγή: Το Βήμα (φωτογραφίες αντλήθηκαν από τα blogs: rodiawetlands.gr, deepinbirds.wordpress.com)

Το φαράγγι που ενώνει δύο γίγαντες

Στην καρδιά της Πίνδου δύο από τα ομορφότερα χωριά της Ελλάδας ενώνονται με δύο μονοπάτια και χωρίζονται από έναν ποταμό που αυτή την εποχή περιβάλλεται από ένα πυρρόξανθο δάσος.

pindos1Σε πολλά σημεία του φαραγγιού δημιουργούνται μικρές, ειδυλλιακές λίμνες.

Στα νοτιοανατολικά του Νομού Ιωαννίνων, εκεί όπου ο τεράστιος Λάκμος ενώνεται με τα Τζουμέρκα, δύο χωριά έχουν την τύχη να έχουν στα πόδια τους ένα φαράγγι εκπληκτικής ομορφιάς το οποίο διακρίνεται για την άγρια, ανέγγιχτη φύση του. Για πολλούς ταξιδιώτες το Συρράκο και οι Καλαρρύτες ανήκουν, απλά και χωρίς μεγάλο συναγωνισμό, στα ομορφότερα ορεινά χωριά της Ελλάδας. Χτισμένα στις πλαγιές των μικρότερων βουνών που ενώνουν το όρος Περιστέρι (Λάκμος) με την Καλιακούδα (βορειότερη κορυφογραμμή των Τζουμέρκων), οι δύο παραδοσιακοί οικισμοί περιβάλλονται από πυκνά δάση που τα διατρέχουν δεκάδες ρέματα που γεννιούνται στις χιονάδες των μεγάλων κορυφών.

Το Συρράκο και οι Καλαρρύτες διατηρούν στο απόλυτο την παραδοσιακή ηπειρώτικη αρχιτεκτονική με τα πετρόχτιστα σπίτια και τις χαρακτηριστικές στέγες από σχιστόλιθο και κατέχουν ξεχωριστή θέση στα βλαχοχώρια της περιοχής που περιλαμβάνουν ακόμα το Παλαιοχώρι, το Βαθύπεδο και το Ματσούκι. Η γύρω περιοχή είναι γεμάτη από τοπωνύμια με υπέροχες βλάχικες ονομασίες αλλά και απομακρυσμένα ξωκλήσια και μονές, με κυρίαρχη τη Μονή Κηπίνας, που αξίζει κανείς να επισκεφθεί.

pindos4Μικρά γεφύρια σάς μεταφέρουν από τη μία όχθη του Χρούσια στην άλλη.

Τα δύο χωριά έχουν ως ξεκάθαρο σύνορο ένα φαράγγι που είναι γνωστό με διάφορα ονόματα, από τα οποία έχει επικρατήσει η ονομασία Φαράγγι του Σταυραετού. Στην κοίτη του φαραγγιού κυλάει ο ποταμός Χρούσιας, που πήρε το όνομά του από τον μυθολογικό γενάρχη των βασιλιάδων της Ηπείρου Χρούσιο, γιο του Νεοπτόλεμου κι εγγονό του Αχιλλέα. Ο Χρούσιας γεννιέται στον Μέγα Τράπο, στην Πλάκα και την Κουρκούμπετα, τις νοτιότερες ψηλές κορυφές του Λάκμου, και με κατεύθυνση προς τα νότια ενώνεται μετά από τέσσερα χιλιόμετρα με το ρέμα Ξερολάγκαδο που έρχεται από το διάσελο της Γκρουμιλιάσας.

Στη συνέχεια ο ποταμός περνάει ανάμεσα από τα δύο χωριά, όπου σχηματίζεται το φαράγγι, και λίγο μετά στρέφεται προς τα δυτικά, όπου ενώνεται με τον Μελισσουργιώτικο και μαζί πλέον κυλάνε προς τον μεγάλο Αραχθο ποταμό.

Περπάτημα στο φαράγγι
Το συνολικό μήκος του φαραγγιού δεν ξεπερνάει, χονδρικά, τα 6 χλμ., και οι παλιές πλακόστρωτες στράτες που ένωναν τα δύο χωριά σάς κατεβάζουν εύκολα στην καρδιά του. Τα κύρια μονοπάτια τέμνουν κάθετα το φαράγγι στο βόρειο και το νότιο τμήμα του, δημιουργώντας έτσι μια κυκλική διαδρομή που περιλαμβάνει και αρκετό περπάτημα σε χωματόδρομους και άσφαλτο.

pindos2Οι πέτρινοι παλιοί νερόμυλοι ορίζουν το φθινοπωρινό τοπίο.

Ομως, αξίζει κανείς να κατέβει στην κοίτη και να περπατήσει παράλληλα με τον Χρούσια στα μικρότερα μονοπάτια που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι για να κατέβουν στον ποταμό, στους νερόμυλους, στα μικρά τους μποστάνια κοντά στις όχθες. Το μόνο πρόβλημα που μπορεί να συναντήσετε είναι η πυκνή βλάστηση που σε λίγα σημεία μπορεί να σας μπερδέψει. Με αφετηρία λοιπόν το Συρράκο και τα 1.150 μέτρα υψόμετρο, το πλακόστρωτο μονοπάτι φτάνει στην κοίτη του ποταμού, όπου βρίσκονται διάσπαρτοι παλιοί πετρόκτιστοι μύλοι και γεφύρια. Από εδώ μικρές διαδρομές σάς οδηγούν πιο βόρεια σε μια παράλληλη πορεία που συναντάει κανείς καταρράκτες και λιμνούλες, ανάμεσα στα κάθετα βράχια του φαραγγιού.

Για όσους διαθέτουν πιο εξερευνητικό πνεύμα, αξίζει να ακολουθήσουν προς τα νότια την κοίτη και να περπατήσουν μέσα στο πυκνό δάσος σε μια πορεία περίπου 2,5 χιλιομέτρων η οποία ενώνει το βόρειο πλακόστρωτο μονοπάτι με το νότιο. Κοντά στο τέλος της διαδρομής υπάρχει και το περίφημο γεφύρι της Κουιάσας. Η βλάχικη ονομασία του σημαίνει «σκιερός τόπος» και το μονότοξο γεφύρι με ύψος 18 μέτρα και μήκος 20 μέτρα στέκεται ακόμα ακμαίο, ενώνοντας τις δύο όχθες του Χρούσια. Από εδώ διαλέξτε να ανεβείτε στους Καλαρρύτες από το μονοπάτι και όχι από την άσφαλτο, σε μια μικρή διαδρομή που κοιτάει το πέταλο του Μπάρου και την επιβλητική κορφή του Καταραχιά.

Παρθένα, άγρια φύση
Η ονομασία Σταυραετός του φαραγγιού δεν είναι τυχαία, καθώς στην περιοχή ζουν μεγάλα σπάνια αρπακτικά της ορνιθοπανίδας, μαζί με δεκάδες άλλα μεγάλα και θαυμαστά ζώα.

pindos3Το παραδοσιακό Συρράκο είναι η αφετηρία για τις πεζοπορίες σας.

Οι ντόπιοι συμβουλεύουν τους πεζοπόρους να τραγουδάνε και να φωνάζουν στα περπατήματά τους, και αυτό γιατί μέσα στην πυκνή βλάστηση μπορεί να κρύβεται κάποια αρκούδα που κατέβηκε για αναζήτηση τροφής στο ποτάμι. Στον ουρανό πετάνε μεγαλόπρεποι χρυσαετοί, φιδαετοί και πετρίτες, στα κρύα νερά του ποταμού οι βίδρες κυνηγάνε ψάρια και καβούρια και μπορεί από μακριά να δείτε κάποιο ζαρκάδι να χώνεται με σβελτάδα στα πυκνά βάτα.

Το ιδιαίτερο γνώρισμα του φαραγγιού είναι η μεγάλη ποικιλία από δέντρα, η οποία δημιουργεί ένα πλούσιο μεικτό δάσος. Αυτή την εποχή μάλιστα τα δέντρα χαρίζουν στον ταξιδιώτη ένα πολύχρωμο σκηνικό, καθώς οι βελανιδιές, οι φλαμουριές, τα πλατάνια, οι κουτσουπιές και ένα σωρό άλλα είδη γεμίζουν από καφετιά, κόκκινα και κίτρινα χρώματα.

Κείμενο: Δαυίδ Κουτσογιαννόπουλος
Φωτογραφίες: ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΗΛΑΣ
πηγή: Έθνος

Άρτα: Γέφυρα στους αιώνες

Η διαχρονική συνέχεια της Αρτας είναι πραγματικά σπάνια: από την αρχαία Αμβρακία μέχρι το Δεσποτάτο της Ηπείρου και το σήμερα, η Αρτα πάντα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή, κάτι που συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας.

arta1Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου, μετά τα Ιωάννινα, και μία από εκείνες τις πόλεις που έχουν συνδέσει άρρηκτα το όνομά τους με το πιο σπουδαίο τους αξιοθέατο: κι αν ακόμα δεν έχεις έρθει ποτέ, ξέρεις τι πρέπει να δεις οπωσδήποτε στην Αρτα. Ενα είναι το γεφύρι άλλωστε που ξέρεις από μικρός, το γεφύρι της Αρτας, το χιλιοτραγουδισμένο και πολυθρύλητο. Και δικαίως βέβαια: μπορεί να μην είναι το πιο περίπλοκο τεχνικά (εκτός κι αν έλεγε την αλήθεια ο θρύλος με τη γυναίκα του πρωτομάστορα…), όμως λίγο η λαϊκή δοξασία, λίγο το γεγονός πως για κάποιο διάστημα αποτελούσε το σύνορο ανάμεσα στην απελευθερωμένη και την ακόμη υπόδουλη Ελλάδα, το γεφύρι απέκτησε σχεδόν μυθικές διαστάσεις.

Το πέτρινο γεφύρι λοιπόν που ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού Αραχθου, βρίσκεται στην είσοδο της σύγχρονης πόλης της Αρτας. Με μήκος 145 μ., 4 συνολικά καμάρες, το γεφύρι αυτό του 17ου αι. δικαιολογεί και επιβεβαιώνει τις προσδοκίες. Απέναντι ακριβώς, θα δεις το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο Αρτας, καθώς και τον Πλάτανο του Αλή, όπως λέγεται το γέρικο πλατάνι όπου λέγεται πως… κρεμούσε ο τρομερός πασάς τους εχθρούς του.

Πέρα από τους θρύλους και τις δοξασίες πάντως, η Αρτα έχει παρόν· και το ζει έντονα. Για να τη γνωρίσεις θα πρέπει να σεργιανίσεις τους κεντρικούς της πεζόδρομους, την Σκουφά, την Αγίου Κωνσταντίνου, τη Μάτσου και την Παντοκράτορος, καθώς και τις πλατείες Κιλκίς και Εθνικής Αντιστάσεως, όπου χτυπάει η καρδιά της σύγχρονης Αρτας. Σημείο αναφοράς είναι το περίφημο Ρολόι, ένας παλιός οθωμανικός πύργος του 19ου αι., και βέβαια το Κάστρο, ο σταθερός φρουρός της πόλης, που έχτισαν τον 13ο αι. οι Κομνηνοί του Βυζαντίου, όταν η πόλη ήταν η πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Μπροστά από το Κάστρο εκτείνεται μία από τις πιο χαρακτηριστικές συνοικίες της Αρτας, η γειτονιά των Ταμπακιάδων, με τα χαμηλά σπίτια και τις γραφικές αυλές. Για μια πανοραμική άποψη της πόλης μπορείς να ανέβεις στην Περάνθη, έναν πευκόφυτο λόφο με θέα σε όλη την πόλη και τον ποταμό Αραχθο.

arta10Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το καύχημα των Κομνηνών

Από τον πρωτότυπο αρχιτεκτονικό της τύπο και μόνο αντιλαμβάνεσαι πως εδώ πρέπει να συμβαίνει κάτι σπουδαίο. Ο λόγος γίνεται βέβαια για τον εντυπωσιακό ναό της Παναγίας της Παρηγορήτισσας, στο κέντρο της πόλης, δίπλα στην πολυσύχναστη πλατεία Σκουφά. Ο πελώριος, κυβόσχημος ναός δεν μοιάζει με κανέναν άλλον που έχεις δει: αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός των Κομνηνών, των βυζαντινών αρχόντων του Δεσποτάτου της Ηπείρου, που μέλημά τους ήταν να κατασκευάσουν κάτι καινοτόμο και εντελώς ασυνήθιστο για να στεγάσει τη Μητρόπολη της πολιτείας. Ο στόχος επετεύχθη, όπως θα διαπιστώσεις.

Ο ναός χτίστηκε την περίοδο 1285-1289 (κατά μία από τις επικρατέστερες εκδοχές) από τον Μιχαήλ Β’ Νικηφόρο Α’ Κομνηνό Δούκα, συνεχίζοντας στην ουσία μια παλαιότερη κατασκευή που μάλλον δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αν και έχουν περάσει κοντά οκτακόσια χρόνια από τα εγκαίνια του ναού, πολλά είναι τα ιδιαίτερα στοιχεία του που ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζουν, όπως η οροφή με τους πέντε πλίνθινους τρούλους ή η σπάνια μείξη διαφορετικών τεχνοτροπιών που εναρμονίζονται χωρίς χτυπητές αντιθέσεις: ανάγλυφες διακοσμήσεις με προφανή τη φράγκικη επιρροή δίπλα σε αρχαιοελληνικούς μαιάνδρους, ενώ παραδίπλα, στα τόξα, παρατηρείς γοτθική γλυπτή διακόσμηση, κατά πάσα πιθανότητα έργο Ιταλών μαστόρων που εργάζονταν στην κατασκευή του ναού.

arta11Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ακόμη ένα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ο κεντρικός τρούλος της Παρηγορήτισσας. Από τη μια, βλέπεις να στολίζει τον τρούλο ένα πελώριων διαστάσεων περίτεχνο ψηφιδωτό που απεικονίζει τον Παντοκράτορα, κάτι ιδιαίτερα σπάνιο στους ελληνορθόδοξους ναούς· και από την άλλη, παρατηρείς πως ο τρούλος αυτός στηρίζεται σε πανύψηλους κίονες, κάτι που επίσης δεν απαντάται συχνά. Αξίζει μάλιστα να παρατηρήσεις πως όσο ορθώνονται προς την οροφή, οι κίονες σμικραίνουν, έτσι ώστε όταν πια συναντούν τον τρούλο να δίνουν μια αίσθηση «πυραμίδας».

Η Παναγιά η Παρηγορήτισσα μπορεί να είναι ο πιο εντυπωσιακός ναός στην Αρτα, δεν είναι όμως και ο παλαιότερος. Τον «τίτλο» αυτό έχει ο βυζαντινός ναός του Αγίου Βασιλείου, με την εντυπωσιακή κεραμοπλαστική διακόσμηση, χτισμένος κι αυτός τον 13ο αι., σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις των ειδικών μελετητών.

Μια ανέλπιστη ανακάλυψη
Γεμάτη βυζαντινά μνημεία είναι η Αρτα. Μέσα στα σπλάχνα της πόλης θα ανακαλύψεις ωστόσο και ένα μνημείο που θα σε πάει πολύ πιο πίσω στον χρόνο. Οι εργασίες που γίνονταν σε ένα οικόπεδο της πόλης έφεραν στο φως τα απομεινάρια ενός αρχαίου ναού δωρικού ρυθμού, περίπου του 500 π.Χ. Είναι ο ναός του Απόλλωνα Πύθιου Σωτήρα, από τους πλέον σημαίνοντες λατρευτικούς χώρους της αρχαίας Αμβρακίας, από τον οποίο διασώζονται μονάχα η κρηπίδα και η ευθυντηρία (η επίστρωση των θεμελίων), καθώς και το θεμέλιο του βάθρου όπου δέσποζε ο ανδριάντας του θεού. Η είσοδος στον χώρο είναι ελεύθερη για το κοινό.

arta2Τμήμα της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου, με το παλιό σχολείο να διακρίνεται ολόκληρο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το χωριό της λίμνης

Δημιουργήθηκε ως απόρροια των υδροηλεκτρικών και αρδευτικών έργων στην περιοχή, και κυρίως χάρη στην κατασκευή του φράγματος Πουρναρίου. Η ομώνυμη τεχνητή λίμνη, λίγα μόλις χιλιόμετρα βόρεια της Αρτας, έφερε πράγματι τα ποθητά αποτελέσματα των ιθυνόντων, πότισε τις καλλιέργειες, παράλληλα ωστόσο έφερε μοιραία και την εξαφάνιση ενός ολόκληρου χωριού. Εξαφάνιση; Κι όμως, όχι οριστική! Κάθε φορά που τα νερά της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου αποσύρονται, λόγω εποχής, αποκαλύπτονται κάποια από τα παλιά κτίσματα της Κάτω Κλημεντίνης, ένας οικισμός που είχε ήδη εγκαταλειφθεί λίγο πριν από την κατασκευή του φράγματος. Οι εικόνες που δημιουργούνται είναι στ’ αλήθεια υποβλητικές: φαντάσου ένα ολόκληρο σχολείο να ξεμυτίζει σιγά-σιγά μέσα από τα νερά, σαν ένα μήνυμα από το παρελθόν, κι έπειτα να βυθίζεται και πάλι όταν η στάθμη της λίμνης επανέρχεται σε υψηλότερα επίπεδα.

arta3Ηλιοβασίλεμα στην Κορωνησία.  Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Νησί με τα όλα του…

Κορωνησία όνομα και πράγμα! Τι κι αν μπορείς να έρθεις και με το αυτοκίνητό σου ή ακόμα και πεζός; Η Κορωνησία είναι νησί με τα όλα του, και μάλιστα με πολύ περισσότερα από όσα ίσως θα περίμενες να συναντήσεις σε ένα τόσο δα νησάκι καταμεσής του Αμβρακικού. Με περίπου 25 χλμ. να τη χωρίζουν από την Αρτα, η Κορωνησία είναι ένας μικρός παράδεισος για τους παρατηρητές πουλιών, για υπαίθριες δραστηριότητες, για περιηγητές που γοητεύονται από βυζαντινά μνημεία (έχει κι απ’ αυτά!), ακόμα και για τους… καλοφαγάδες. Η μεγάλη πλειονότητα των περίπου 350 μόνιμων κατοίκων της Κορωνησίας ασχολούνται με την αλιεία, πράγμα που σημαίνει πως το φρέσκο ψάρι δεν λείπει ποτέ από τα (άφθονα) ταβερνάκια του μικρού νησιού.

Στην Κορωνησία μην παραλείψεις να σταθείς στον βυζαντινό ναό της Παναγίας (7ος ή 10ος αι.) με τον ωραίο τρούλο, ενώ αν θέλεις να ασχοληθείς, έστω και ερασιτεχνικά, με το birdwatching στην περιοχή, μπορείς να απευθυνθείς στο Κέντρο Ερευνας και Πληροφόρησης (τηλ. 26810 74772). Τέλος, αν και ο κόλπος του Αμβρακικού δεν ενδείκνυται γενικά για μπάνιο, καθώς σε πολλά σημεία ο βυθός είναι βαλτώδης, περιμετρικά της Κορωνησίας θα βρεις μικρές παραλίες που είναι κατάλληλες για κολύμπι. Θυμήσου ακόμα πως στο νησί γίνεται μεγάλη γιορτή τον Δεκαπενταύγουστο, όπου ξεχωρίζει η Γιορτή της Σαρδέλας.

arta4Οι βάρκες ξεμυτίζουν ανάμεσα από τους καλαμιώνες στις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Πέτρινα αριστουργήματα
Στο σκληρό ηπειρώτικο τοπίο μία λύση είχαν οι παλιοί κάτοικοι ώστε να μη μένουν αποκομμένοι από τον κόσμο: να δαμάσουν τη γη φτιάχνοντας γεφύρια. Κι έτσι, οι Ηπειρώτες μάστορες έβαλαν όλο το μεράκι και την τέχνη τους, και από τα χέρια τους βγήκαν αριστουργήματα που μένουν ακλόνητα στο πέρασμα των δεκαετιών και των αιώνων. Σ’ ολόκληρη την Ηπειρο και τη Δυτική Μακεδονία θα συναντήσεις άπειρα τέτοια γεφύρια, ένα ωστόσο από αυτά είναι το πιο ονομαστό: είναι το περίφημο γεφύρι της Πλάκας, που ζεύγει τις όχθες του ποταμού Αραχθου, πολύ κοντά στην πόλη της Αρτας. Το γεφύρι χτίστηκε στα 1866 -η λαϊκή δοξασία μάλιστα θέλει να επαναλαμβάνεται κι εδώ ο θρύλος «να στεριώσουν άνθρωπο»- και είναι το μεγαλύτερο μονότοξο στα Βαλκάνια, με τόξο ανοίγματος 40 μ., μήκος 61 μ. και μέγιστο ύψος 21 μ.

arta5Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Ασπιλη Αθαμανία

Μία από τις πιο συγκλονιστικές περιοχές της Αρτας, της Ηπείρου κι ολόκληρης της Ελλάδας συνοψίζεται σε μία λέξη: Τζουμέρκα. Παραδοσιακά χωριά που «φυτρώνουν» στις κατάφυτες πλαγιές, άφθονα τρεχούμενα νερά, οροσειρές που κόβουν την ανάσα και συνθέτουν έναν φυσικό καμβά ανυπέρβλητης ομορφιάς, πέρα από κάθε περιγραφή.

Τα Αθαμανικά Ορη, όπως είναι και η επίσημη ονομασία της οροσειράς που γνωρίζουμε ως «Τζουμέρκα», αποτελούν κομμάτι της Πίνδου, το βορειότερο μάλιστα τμήμα τους ανήκει διοικητικά στα Ιωάννινα, με το κεντρικό και νότιο να ανήκουν στην Αρτα. Με αφετηρία την πρωτεύουσα του νομού, μπορείς να ακολουθήσεις διαδρομές είτε προς τα Αγναντα είτε αρχικά προς τα Θεοδώριανα, που θα σε περάσουν από περιοχές σπάνιας φυσικής ομορφιάς, χωρίς μάλιστα να παρουσιάζουν ιδιαίτερες δυσκολίες για τον οδηγό, ειδικά αυτήν την εποχή: ολόκληρη η διαδρομή άλλωστε είναι πλέον ασφαλτοστρωμένη.

Εκκινώντας λοιπόν από την Αρτα, μια διαδρομή που συστήνεται για να γνωρίσεις τα αρτινά Τζουμέρκα είναι εκείνη με κατεύθυνση τα ορεινά Αγναντα. Ο δρόμος θα σε περάσει πρώτα από την τεχνητή λίμνη Πουρναρίου και το χωριό της Ροδαυγή, για να συνεχίσει έπειτα προς την Πλατανούσσα και το Μονολίθι. Από το χωριό αυτό ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει, για να φτάσει στον ποταμό Αραχθο και το περίφημο γεφύρι της Πλάκας (το αυτοκίνητο περνάει από τη σύγχρονη γέφυρα). Από εδώ τα Αγναντα απέχουν μόλις 7,5 χλμ., κι αυτά μάλιστα σε πολύ όμορφη διαδρομή. Το υψόμετρο στο κεφαλοχώρι των Αγνάντων φτάνει περίπου τα 700 μ.· το χωριό μάλιστα διαθέτει και αρκετές υποδομές, αν θελήσεις να διανυκτερεύσεις εδώ ή να έχεις τον οικισμό ως αφετηρία για εξορμήσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Συνεχίζοντας λίγο βορειότερα, στα όρια πια με τα Ιωάννινα, θα συναντήσεις το χωριό Κτιστάδες, με το όνομά του να αποκαλύπτει γρήγορα την ιδιαίτερη τέχνη των κατοίκων του. Οι Κτιστάδες απέχουν από την Αρτα περίπου 63 χλμ., ωστόσο για να φτάσεις στο επόμενο από τα τζουμερκοχώρια της διαδρομής θα πρέπει να… πατήσεις Ιωάννινα, να ακολουθήσεις δηλαδή τον δρόμο που για λίγο μπαίνει μέσα στα όρια του γειτονικού νομού.

arta7Οι γραφικοί Μελισσουργοί, με την «άγρια» θέα στα βουνά. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Μελισσουργοί και Θεοδώριανα
Περίπου 73 χλμ. από την Αρτα, οι ορεινοί Μελισσουργοί είναι σίγουρα από τα ωραιότερα χωριά των Τζουμέρκων. Εχεις από τη μια ένα πανέμορφο και φροντισμένο χωριό, με τη γραφική πλατεία του, τον ναό του Αγίου Νικολάου, ακόμα κι έναν μικρό καταρράκτη λίγο έξω από τον οικισμό, κι από την άλλη μια εκπληκτική θέα στα άγρια βουνά, που ολοκληρώνει την υπέροχη αίσθηση που σου αφήνει το χωριό.

Για να συνεχίσεις τη διαδρομή σου στα αρτινά τζουμερκοχώρια μετά τους Μελισσουργούς, θα πρέπει να πάρεις τον δρόμο από τον οποίο ήρθες, με κατεύθυνση προς τα Αγναντα. Από εκεί, στρίψε αριστερά προς τον Καταρράκτη, ένα χωριό που θεωρείται από τα πιο ανερχόμενα τουριστικά. Το πιο εντυπωσιακό αξιοθέατο του χωριού δεν είναι άλλο από τους διπλούς καταρράκτες λίγο έξω από τον οικισμό (γύρω στα 4 χλμ.): θα πρέπει να θυμάσαι ωστόσο πως αυτήν την εποχή οι καταρράκτες ουσιαστικά στερεύουν (καλοκαίρι γαρ…), έχε στον νου σου ωστόσο πως τον χειμώνα τα νερά τους χυμούν ορμητικά στην πλαγιά, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό θέαμα. Πολύ κοντά στον Καταρράκτη βρίσκεται και το Δασικό Χωριό Κέδρος.

arta6Το παλιό και το νέο γεφύρι στα Θεοδώριανα. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Περιήγησης συνέχεια, κατεύθυνση προς τον Νότο και σειρά έχει η Κυψέλη, περίπου 23 χλμ. από τον Καταρράκτη (και 60 από την Αρτα). Εδώ αξίζει να σταθείς στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ζωής του ντόπιου Παντελή Καραλή, στην πλατεία του χωριού, που φιλοξενεί εκατοντάδες (ίσως πλέον και χιλιάδες) εκθέματα από το σπίτι, το χωράφι, το κοπάδι του παραδοσιακού Αρτινού (τηλ. 26850 71390).

Συνεχίζοντας έρχεσαι στο όμορφο Βουργαρέλι, από τα μεγαλύτερα τζουμερκοχώρια, έπειτα στο χωριό Αθαμάνιο για να καταλήξεις ύστερα από συνολικά 75 χλμ. (από την Αρτα) στα Θεοδώριανα: ένα από τα πιο όμορφα αθαμανικά χωριά, με απίστευτα πλούσια νερά που φροντίζουν να χαρίζουν τη δροσιά τους χειμώνα-καλοκαίρι.

arta8Στο αρχαιολογικό μουσείο της Αρτας. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Η αίγλη της Αμβρακίας

Αν οι βόλτες στα μουσεία και στους πολιτιστικούς χώρους είναι για σένα αναπόσπαστο κομμάτι ενός ταξιδιού, η επίσκεψη στην Αρτα είναι ό,τι ιδανικότερο. Κι αν πάλι δεν είσαι (ακόμα) φανατικός των μουσείων, πάλι η επίσκεψη στην Αρτα είναι αυτή που θα σε κάνει να αναθεωρήσεις.

Ξεκίνημα με το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, ένας νέος χώρος-κύτταρο πολιτισμού, με την άψογη διαρρύθμιση των χώρων να συμβάλλει στην καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων, με επίκεντρο βέβαια την ιστορία της αρχαίας Αμβρακίας. Το μουσείο διακρίνεται σε τρεις ενότητες, «τα εν δήμω», «τα εν οίκω» και «τα εν τάφω», όπου και παρουσιάζονται ευρήματα από ανασκαφές στην περιοχή, που τοποθετούνται χρονολογικά από την παλαιολιθική εποχή έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η πλειονότητα των εκθεμάτων προέρχεται από τις έρευνες στο πρυτανείο, το μικρό και το μεγάλο θέατρο, τον ναό του Απόλλωνα και τα δύο αρχαία νεκροταφεία που έχουν εντοπιστεί στη σημερινή Αρτα.

arta9Το Λαογραφικό Μουσείο. Φωτογραφία: Ηρακλής Μήλας

Το Ιστορικό Μουσείο Σκουφά είναι μία ακόμα απαραίτητη στάση σε μια επίσκεψη στην Αρτα. Το θέμα και εδώ είναι η ιστορία της πολιτείας από τα χρόνια της αρχαιότητας μέχρι τις μέρες μας, που εδώ ωστόσο δίνεται με τρόπο διαφορετικό. Η ιστορία της Αρτας παρουσιάζεται μέσα από σκηνογραφικές συνθέσεις που αναπαριστούν σκηνές τόσο από την καθημερινότητα όσο και από συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες. Το μουσείο αφιερώνει συνθέσεις στην αρχαία Αμβρακία, στη βυζαντινή εποχή, στην Τουρκοκρατία, στην απελευθερωμένη πια Αρτα καθώς και σε διάφορες κοινωνικές και επαγγελματικές δραστηριότητες των Αρτινών.

Το χαρακτηριστικό κόκκινο κτίσμα που στέκει απέναντι στο γεφύρι της Αρτας, που κάποτε λειτουργούσε ως μεθοριακός σταθμός, σήμερα στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της Αρτας. Η εντυπωσιακή όσο και φροντισμένη του εμφάνιση, με το έντονο κόκκινο χρώμα, δεν προδίδει ούτε κατά διάνοια την ηλικία του (χτίστηκε το 1864), ωστόσο είναι στο εσωτερικό του εκεί όπου αρχίζει να εκτυλίσσεται το πραγματικό ταξίδι στο παρελθόν. Το Λαογραφικό λοιπόν περιλαμβάνει πλούσιες συλλογές που εκθέτουν με προσεγμένο τρόπο τη ζωή στην Αρτα: το κοινωνικό γίγνεσθαι, τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, τις αγροτικές ασχολίες, τη ζωή στο σπίτι και την οικογένεια, τα εργαστήρια των επαγγελματιών, ακόμη και το γνωστό καρναβάλι της Αρτας.

Σημαντικά μουσεία και χώροι πολιτισμού που θα πρέπει να επισκεφθείς είναι ακόμα το Μουσείο Κλασικών Αρχαιοτήτων, στη Μονή της Παρηγορήτισσας, η Δημοτική Πινακοθήκη «Γ. Μόραλης» με μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, ενώ αρκετά έξω από την πόλη, στην τοποθεσία Κόπραινα, στις όχθες του Αραχθου, θα βρεις το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, το Μουσείο Αλιείας και το Μουσείο Φάρων.

Αρχαιολογικό Μουσείο Αρτας (θέση Τρίγωνο, 26810 21191, http://www.artasmuseum.gr/)

Ιστορικό Μουσείο Σκουφά (πλατεία Σκουφά, 26810 22795) Λαογραφικό Μουσείο Σκουφά (Γέφυρα Αραχθου, 26810 22192).

Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Αραχθου (Κόπραινα, 26810 69654, http://kpe-arach.art.sch.gr/).

Πηγή: Έθνος (κείμενο: Γιάννης Μαντάς)