Χέρι- χέρι πωλείται το 80% του μελιού που παράγεται στη χώρα μας

Σε μια δύσκολη χρονιά για τους Έλληνες μελισσοκόμους εξελίχθηκε το 2016. Τόσο η παραγωγή όσο και η κατανάλωση καταγράφουν αρνητικό πρόσημο, ενώ, όπως μας εξηγεί ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος, Βασίλης Ντούρας, η αυξημένη φορολογία αναμένεται να… γονατίσει τον κλάδο που παλεύει να επιβιώσει κάτω από αντίξοες συνθήκες.

honey-jar

Ειδικότερα, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος τονίζει: «Φέτος, είναι μία δύσκολη μελισσοκομική χρονιά με ελάχιστα ανθόμελα, καθόλου μέλι ελάτης και περιορισμένες ποσότητες θυμαρίσιου λόγω τον αντίξοων καιρικών συνθηκών» και προσθέτει: «Το μόνο παρήγορο είναι η σχετικά καλή απόδοση των πεύκων

Το πευκόμελο αποτελεί το 60%-65% της συνολικής παραγωγής και, στην πρώτη συγκομιδή, τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, είχαμε καλή απόδοση, όπως και στη δεύτερη συγκομιδή, από τον Σεπτέμβριο. Ο Οκτώβρης, όμως, υπήρξε ένας προβληματικός μήνας, καθώς λόγω καιρού δεν παράχθηκε η μεγαλύτερη δυνατή ποσότητα. Με τα πεύκα μόνο να αποδίδουν, προβλέπεται μία μέτρια χρονιά. Αρνητικό αντίκτυπο στη φετινή παραγωγή έχουν και οι ζημιές από τις πλημμύρες στην Πελοπόννησο, αλλά και οι καταστροφικές πυρκαγιές στη Θάσο και την Εύβοια.

Σε ερώτησή μας σχετικά με τις ποσότητες που θα πρέπει να παράγει ένας μελισσοκόμος, ώστε να μπορεί να επιβιώσει, ο κ. Ντούρας μας αναφέρει: «Ένας επαγγελματίας μελισσοκόμος θα πρέπει να βγάζει τουλάχιστον 20 κιλά μέλι για να είναι βιώσιμος λόγω και του μεγάλου κόστους παραγωγής και των εξόδων. Οι τιμές, από την άλλη, είναι χονδρικής και δεν έχουν καμία σχέση με τις τιμές των 10, 12, 15 ευρώ το κιλό που βρίσκει ο καταναλωτής στο ράφι. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής ενός μελισσοκόμου θα πουληθεί στα 3,5 με 4 ευρώ το κιλό».

Ωστόσο, μιλώντας μαζί του, μας αναφέρει και ακόμα ένα πρόβλημα, το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο, παρουσιάζεται για πρώτη φορά: «Φέτος, για πρώτη χρονιά, παρατηρήθηκε κάμψη στην αγορά μελιού. Το 2015, παρά την κρίση, η ζήτηση είχε σημειώσει αύξηση στην κατανάλωση μελιού». Μας ξεκαθάρισε, ωστόσο, ότι αυτά είναι τα επίσημα στοιχεία για το 20% της ελληνικής παραγωγής, αφού «το 80% πωλείται χέρι με χέρι κατευθείαν από τον παραγωγό στον καταναλωτή. Οι οκτώ στους δέκα Έλληνες τρώνε μέλι κατευθείαν από τους παραγωγούς και τις λαϊκές αγορές».

ntouras

Ανάγκη το «Ελληνικό Σήμα»

Μιλώντας με τον κ. Ντούρα για το μείζον πρόβλημα των ελληνοποιήσεων στο μέλι, που για δεκαετίες αποτέλεσε τροχοπέδη για τον κλάδο, μας τόνισε: «Μετά το 2011, που καταφέραμε να επιτύχουμε την αναγραφή της χώρας συγκομιδής, οι ελληνοποιήσεις μειώθηκαν, αλλά κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι μηδενίστηκαν. Όμως, μετά την εξέλιξη αυτή, οι τυποποιητές άρχισαν να ζητούν μέλι από Έλληνες παραγωγούς.

Εμείς, ως Ομοσπονδία, προωθούμε την προσπάθεια να αποκτήσουμε και σήμανση “Ελληνικό Σήμα”, όπως συμβαίνει στην περίπτωση και άλλων προϊόντων (γάλα κ.ά.). Θα είναι κάτι πρόσθετο, που θα ενισχύσει την ταυτότητα του ελληνικού μελιού». Επιπλέον, τόνισε πως εάν ευοδοθεί και αυτή η προσπάθεια, τόσο οι τυποποιητές όσο και οι παραγωγοί θα πρέπει να τηρούν συγκεκριμένους κανόνες και διαδικασίες, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιούν το συγκεκριμένο σήμα. «Πιθανότατα με το σήμα αυτό να δοθεί και μία μικρή ώθηση στην υπεραξία του μελιού», συμπληρώνει.

Σε ερώτησή μας σχετικά με τις ελληνικές εξαγωγές και εισαγωγές, ο κ. Ντούρας επεσήμανε ότι «έως το 2014 κάναμε εισαγωγές ένα μεγάλο ποσοστό βουλγαρικού μελιού (σ.σ. στην ουσία κινεζικό που περνούσε μέσω Βουλγαρίας). Από το 2015, επειδή υπήρξε μεγάλο πρόβλημα με τα μέλια της Κίνας, που τις περισσότερες φορές δεν ήταν καν μέλι, η ΕΕ  ανέθεσε στα τρία μεγαλύτερα εργαστήρια μελιού της Ευρώπης να βρουν μία ταχεία μέθοδο ανάλυσης μελιού, ώστε να εντοπίζεται η προέλευση και η ποιότητά του, προκειμένου οι διακινητές του κινεζικού μελιού να μην μπορούν να… εξαπατούν την ευρωπαϊκή αγορά. Έχει διαπιστωθεί από αναλύσεις ότι το κινεζικό μέλι στην ουσία ήταν μείγμα σιροπιού από ρύζι και παντζάρι. Έτσι, το 2015 περιορίστηκαν οι εισαγωγές μας από τη Βουλγαρία, αλλά μας… ήρθαν 500 τόνοι από την Πολωνία, μία χώρα που δεν έχει υπολογίσιμη παραγωγή μελιού».

Σε σχέση, πάντως, με την υπόλοιπη Ευρώπη –σύμφωνα με τον μελισσοκόμο κ. Ντούρα–διαθέτουμε καλή νομοθεσία για το μέλι και αυτός «είναι ένας από τους λόγους που η κρίση δεν “γονάτισε” τη μελισσοκομία».

Θηλιά το ασφαλιστικό για τους μελισσοκόμους

Με τα πιο μελανά χρώματα περιέγραψε ο κ. Ντούρας το μέλλον των παραγωγών εξαιτίας των αλλαγών στις ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις. Φέρνοντας ως παράδειγμα τον εαυτό του, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Από 1.000 ευρώ που πλήρωνα στον ΟΓΑ, θα κληθώ να πληρώσω 7.500 ευρώ και δεν αποκλείεται να φτάσει και στα 10.000 ευρώ. Αυτά τα χρήματα δεν υπάρχουν. Υπερκέρδη δεν υφίστανται. Το ασφαλιστικό (27%) και το φορολογικό (22%) είναι σημαντικός αρνητικός παράγοντας για την εξέλιξη της αγροτικής παραγωγής. Είναι εγκληματικό» και πρόσθεσε: «Ακόμα μία αστοχία έχει να κάνει με την κατάργηση του τεκμαρτού εισοδήματος. Με αυτόν τον τρόπο, αυτό που μας λέει η κυβέρνηση είναι ότι ένας παραγωγός που κρατάει βιβλία είναι εντάξει, ενώ αυτός που δεν κρατάει ψεύτης».

πηγή: ypaithros.gr

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *