Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμφώνησε να αυξήσει την ετήσια ποσοστιαία ποσόστωση εισαγωγής μελιού από την Ουκρανία χωρίς δασμούς από 6.000 τόνους σε 35.000 τόνους ανά έτος, προκαλώντας τις αντιδράσεις των Ευρωπαίων μελισσοκόμων καθώς στην Ουκρανία χρησιμοποιούνται αντιβιοτικά τα οποία απαγορεύονται στην Ευρώπη.

Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν τα αντιβιοτικά μετρονιδαζόλη και χλωραμφαινικόλη για τα οποία στην ΕΕ δεν υπάρχει επιτρεπτό όριο καταλοίπων στο μέλι λόγω της επικινδυνότητάς τους στην ανθρώπινη υγεία (παράρτημα ΙV, Καν. 37/2010). Η European Beekeeping Association (EBA) κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καθυστερήσει την προγραμματισμένη αύξηση των αδασμολόγητων εισαγωγών μελιού από την Ουκρανία, προειδοποιώντας ότι η κίνηση αυτή κινδυνεύει να εντείνει τις πιέσεις στην αγορά μελιού της ΕΕ, εάν δεν υπάρξουν ισχυρότεροι ποιοτικοί έλεγχοι, σύμφωνα με το AFP.
Η Επιτροπή έχει συμφωνήσει να αυξήσει το ετήσιο αδασμολόγητο όριο εισαγωγής από 6.000 τόνους σε 35.000 τόνους. Σε επιστολή της προς την Επιτροπή, που δημοσιεύτηκε από το σλοβενικό πρακτορείο STA, η EBA υποστήριξε ότι η ευρωπαϊκή αγορά ήδη αντιμετωπίζει «ολοένα αυξανόμενο ανταγωνισμό από φθηνό εισαγόμενο μέλι, συχνά αμφίβολης ποιότητας και ασαφούς προέλευσης λόγω έλλειψης αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου». Το Ουκρανικό μέλι διακινείται σε εξευτελιστικές τιμές που κυμαίνονται στα $2/kg.
Η Ουκρανία είναι μεγάλος παραγωγός μελιού και μπορεί να κατακλύσει την ευρωπαϊκή αγορά με φθηνό μέλι. Στο πλαίσιο της συμφωνίας DCFTA (Deep and Comprehensive Free Trade Area), που ίσχυε πριν από τον πόλεμο με τη Ρωσία το 2022, η ΕΕ είχε χορηγήσει στην Ουκρανία μόνο ένα πολύ μικρό αδασμολόγητο όριο εισαγωγής μελιού, το οποίο εξαντλούνταν συνήθως μέσα στις πρώτες εβδομάδες κάθε νέου έτους.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ΕΕ ανέστειλε προσωρινά το σύστημα ποσοστώσεων, παρέχοντας απρόσκοπτη πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά ώστε να εξασφαλιστεί σημαντική πηγή εσόδων για το Κίεβο. Παρ’ όλα αυτά, η Ουκρανία εξακολουθεί να έχει εμπορικό έλλειμμα €20 δισ. με την ΕΕ.
Η ελεύθερη πρόσβαση των ουκρανικών αγροτικών προϊόντων στις αγορές της ΕΕ έχει προκαλέσει τριβές με τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Η Πολωνία επέβαλε μονομερώς απαγόρευση στις εισαγωγές ή τη διαμετακόμιση ουκρανικών σιτηρών, όταν τα φθηνά ουκρανικά σιτηρά κατέστρεψαν την εγχώρια αγορά το 2023. Τυπικά, η χάραξη εμπορικής πολιτικής της ΕΕ ανήκει στις Βρυξέλλες, καθιστώντας την απαγόρευση της Βαρσοβίας παράνομη· ωστόσο η Πολωνία αγνόησε τις εντολές για επανεκκίνηση του εμπορίου. Στις 5 Ιουλίου έληξαν οι παρεκκλίσεις από το σύστημα ποσοστώσεων και, χωρίς την πλήρη υποστήριξη όλων των κρατών-μελών, οι Βρυξέλλες προσπαθούν να επανεισαγάγουν ορισμένες παρεκκλίσεις κατά περίπτωση.
Το μέλι βρίσκεται στο επίκεντρο αυτών των διαφωνιών. Η EBA δήλωσε ότι υπάρχουν «σημαντικά νομοθετικά κενά που επιτρέπουν τη νοθεία του μελιού», επικαλούμενη ανεπαρκείς ελέγχους στα σύνορα, κακή ιχνηλασιμότητα και έλλειψη ενιαίων μεθόδων επαλήθευσης της γνησιότητας σε επίπεδο ΕΕ. Ζήτησε να αναβληθεί οποιαδήποτε αύξηση των ουκρανικών εισαγωγών μέχρι να θεσπιστούν «πιο αξιόπιστα συστήματα ελέγχου της ποιότητας του μελιού».
Εκφράζοντας παράλληλα τη στήριξή της προς την Ουκρανία, η EBA σημείωσε ότι «κάθε νέα εμπορική συμφωνία πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τα συμφέροντα των Ευρωπαίων αγροτών, ειδικά στον ευαίσθητο τομέα της μελισσοκομίας».
Και στην Ελλάδα όμως μελισσοκομικές οργανώσεις αντιτίθενται στην αύξηση των αδασμολόγητων εισαγωγών μελιού από την Ουκρανία. Θεωρούν ότι επειδή οι εισαγωγές από την Ουκρανία θα αυξηθούν σημαντικά λόγω του αφορολόγητου, είναι απαραίτητο, όταν και αν οι αρχές εντοπίσουν “ελληνικό” μέλι με υπολείμματα αντιβιοτικών τερραμυκίνης, σουλφαδιαζόλης, χλωρομφαινικόλης, μετρονιδιαζόλης κ.ά να βεβαιωθούν πρώτα για τη γεωγραφική προέλευσή του και μετά να προβούν σε οποιαδήποτε ανακοίνωση.













