Η βασίλισσα της κυψέλης της Μπλέρτα Μπασόλι

Ο σύζυγος της αγνοείται από τον πόλεμο στο Κοσσυφοπέδιο. Αυτή παλεύει να τα βγάλει πέρα φροντίζοντας τα δύο ανήλικα παιδιά της αλλά και τον πεθερό της, πουλώντας μέλι, ενώ κάθε τόσο καλείται να αναγνωρίσει τον άντρα της ανάμεσα σε άλλες σορούς. Ώσπου ενάντια σε μια εχθρική πατριαρχική κοινωνία αποφασίζει να πάρει τη ζωή της στα χέρια της στρατολογώντας και άλλες γυναίκες, δημιουργώντας έναν γυναικείο συνεταιρισμό παραγωγής μιας ντόπιας σάλτσας.

Η ταινία της Μπλέρτα Μπασόλι που εξελίσσεται στο μεταπολεμικό επαρχιακό Κόσοβο και βασίζεται στην αληθινή ιστορία της Φαρίγε Κότι, κατέκτησε και τα τρία μεγάλα βραβεία του World Cinema του Σάντανς, ήτοι Μεγάλο Βραβείο Επιτροπής, σκηνοθεσίας και κοινού, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά στην ιστορία του θεσμού!

Η Φαρίγε είναι μια νέα γυναίκα από το μικρό χωριό Κρούσα του Κοσόβου, της οποίας ο σύζυγος βρίσκεται μεταξύ των εκατοντάδων αγνοουμένων του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο. Παρά τις ελπίδες της, γνωρίζει πως οι πιθανότητες να είναι ζωντανός είναι ελάχιστες. Έχει μείνει μόνη να φροντίζει τα δυο παιδιά τους και τον ηλικιωμένο και με κινητικά προβλήματα πεθερό της με μοναδικό έσοδο τα λίγα χρήματα που βγάζει πουλώντας το μέλι που τρυγάει η ίδια από τα μελίσσια τους.

Η τοπική ένωση γυναικών της δίνει την ευκαιρία να πάρει τη ζωή της στα χέρια της. Η Φαρίγε μαθαίνει να οδηγεί αυτοκίνητο και με χίλια ζόρια, στη αρχή σχεδόν μόνη της, στη συνέχεια πείθοντας όλο και περισσότερες γυναίκες του χωριού της να συμμετάσχουν στήνει έναν γυναικείο συνεταιρισμό παραγωγής Άιβαρ, μιας παραδοσιακής τοπικής σάλτσας πιπεριάς, την οποία προωθούν στα καταστήματα της πόλης.

Οι βαθιά ριζωμένες πατριαρχικές νοοτροπίες του χωριού όμως δεν μπορούν να δεχτούν κάτι τέτοιο και τις χτυπούν ανελέητα. Της σπάνε το αυτοκίνητο, επιχειρούν να τη βιάσουν, την κακολογούν ακόμα και τα παιδιά της, τη στιγμή που αυτή καλείται να αναγνωρίσει τον άντρα της ανάμεσα στα πτώματα που ανακαλύπτονται κάθε τόσο.

Σιγά σιγά όμως οι γυναίκες αντιλαμβάνονται το μέγεθος του εγχειρήματος και τις πραγματικές προθέσεις της Φαρίγε. Βοηθούν η καθεμία όπως μπορεί. Ένα κύμα αλληλεγγύης υψώνεται απέναντι στα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις. Η Φαρίγε καταφέρνει όχι μόνο να κρατήσει την ισορροπία στο σπίτι της, αλλά θα λέγαμε πως βάζει σε τάξη ολόκληρη την περιοχή της δημιουργώντας τον συνεταιρισμό.

Δίχως υπερβολή συνολικά η τοπική κοινωνία ωριμάζει στο πλευρό της. Δίνει το παράδειγμα του ανιδιοτελούς αγώνα που σε συνδυασμό με την μόρφωση που θα έχουν οι επόμενες γενιές θα τους ορίσει μία καλύτερη μοίρα. Παράλληλα όμως δε ξεχνάει το επώδυνο παρελθόν. Η ηθική της δεν της το επιτρέπει. Γίνεται πραγματικά η “Βασίλισσα της Κυψέλης”. Αυτού του μικρού τόπου και τον εκσυγχρονίζει.

Η πραγματική Φαρίγε Κότι με την περίφημη σάλτσα Άιβαρ.

Η ταινία είναι ίσως η σημαντικότερη, έως τώρα, στιγμή του «γυναικείου κύματος» από το Κόσοβο, όπως το βάπτισαν ήδη οι ξένοι. Η ερμηνεία της Ιλκα Γκάσι είναι συγκλονιστική. Μας αποκαλύπτει με έναν αδυσώπητο ρεαλισμό, τη δύσκολη ζωή μιας γενιάς γυναικών στο μεταπολεμικό επαρχιακό Κόσοβο που βρέθηκαν να ζουν δίπλα σε παλαιολιθικούς μεσήλικες άνδρες, με τη φτώχεια, τις πατριαρχικές πεποιθήσεις και το θρήνο, να τους πνίγουν σαν τριπλή μέγγενη.

Οι σκηνές όπου η Φαρίγε μαζί με τον πεθερό της αναζητούν τον αγνοούμενο άνδρα της χωρίς κανένας τους να είναι σίγουρος πως θέλει να μάθει την αναπόφευκτη τραγική αλήθεια, είναι συγκλονιστικές.

Η Βασίλισσα της Κυψέλης aka Hive / Zgjoi
2021 | Έγχρ. | Διάρκεια: 84′ | Κόσοβο | Σκηνοθεσία: Μπλέρτα Μπασόλι
Πρωταγωνιστούν: Ιλκα Γκάσι, Αντριάνα Ματόσι, Κουμρίε Χότζα

πηγές: Filmboy.gr / Flix.gr / Wikipedia / Imdb / alterthess.gr

Και ενώ η συζήτηση για τη γλυφοσάτη μαίνεται, οι αγρότες συνεχίζουν να ψεκάζουν

Η γλυφοσάτη είναι ένα ευρέως φάσματος συστηματικό ζιζανιοκτόνο και ξηραντικό καλλιεργειών που χρησιμοποιείται για να εξοντώσει ζιζάνια, κυρίως μονοετών πλατύφυλλων και αγρωστωδών που ανταγωνίζονται τις καλλιέργειες. Η ζιζανιοκτόνα δράση του ανακαλύφθηκε από τον χημικό της Monsanto, Τζον Ε. Φρανζ το 1970 και τέσσερα χρόνια αργότερα διατέθηκε στην αγορά για γεωργική χρήση με την εμπορική ονομασία Roundup.


Σύντομα η Monsanto διέθεσε στην αγορά και τις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες με αντοχή στη γλυφοσάτη, που επέτρεψε στους αγρότες να εξοντώνουν τα ζιζάνια χωρίς να βλάπτονται οι καλλιέργειές τους. Το 2007 η γλυφοσάτη ήταν το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο ζιζανιοκτόνο στον αμερικάνικο γεωργικό τομέα, και το δεύτερο πιο χρησιμοποιούμενο (μετά από το 2,4-D) στους οικιακούς κήπους.

Το ζιζανιοκτόνο αυτό είναι διασυστηματικό, μη εκλεκτικό, δηλαδή μετακινείται ελεύθερα στους ιστούς των φυτών και καταστρέφει ανεξέλεγκτα. Λόγω των υπολειμμάτων που αφήνει στα φυτικά προϊόντα, των επιβλαβών τους επιδράσεων στην ανθρώπινη υγεία (ο ΠΟΥ το έχει ταξινομήσει ως “πιθανώς καρκινογόνο για τον άνθρωπο“, κατηγορία 2Α) και τις δυσμενείς επιπτώσεις που προκαλεί στο οικοσύστημα, απαγορεύτηκε η χρήση του σε αρκετές χώρες όπως η Αργεντινή, Αυστραλία, Αυστρία, Βέλγιο, Βραζιλία, Καναδάς, Δανία, Τσεχία, Γαλλία, Ιταλία, Ινδία κ.ά. Δυστυχώς στην Ελλάδα το Υπουργείο Γεωργικής Ανάπτυξης ενέκρινε τη χρήση της γλυφοσάτης και χορήγησε πενταετή άδεια διάθεσης στην αγορά μέχρι το τέλος του 2023.

Σχετικά με τις μέλισσες. Οι πρώτες μελέτες έδειξαν ότι η γλυφοσάτη ήταν σχετικά ακίνδυνη για τις μέλισσες, το γόνο και την ανάπτυξη τους. Πρόσφατες όμως μελέτες που δημοσιεύτηκαν το 2021 έδειξαν ότι είναι τοξική για τις μέλισσες. Συσσωρεύεται σε μικρές συγκεντρώσεις στη γύρη και το νέκταρ οι οποίες δεν θανατώνουν άμεσα τις μέλισσες. Η κατανάλωση όμως έστω και μικρών ποσοτήτων αλλοιώνει τη φυσική χλωρίδα του εντέρου των μελισσών δηλαδή θανατώνει τους λακτοβάκιλους, τα ωφέλιμα βακτήρια, τους ζυμομύκητες και άλλους χρήσιμους μικροοργανισμούς με αποτέλεσμα οι μέλισσες να γίνονται περισσότερο επιρρεπείς σε παθογόνες ασθένειες και να μειώνεται σημαντικά η διάρκεια ζωής τους.

Παράλληλα οι υψηλές συγκεντρώσεις γλυφοσάτης στο Roundup που φτάνουν τα 480 g/L βρέθηκαν τοξικές για τους βομβίνους και τις αγριομέλισσες που φωλιάζουν στο έδαφος καθώς το ζιζανιοκτόνο αυτό προσροφάται έντονα από το έδαφος. Λόγω της υψηλής αυτής τοξικότητάς του, επηρεάζεται σημαντικά η επικονίαση με όλες τις δυσμενείς επιπτώσεις στον περιβάλλον.

πηγές: wikipedia, Ανδρέας Θρασυβούλου Ομότιμος Καθηγητής Μελισσοκομίας

Ο μελισσοκόμος απ’ το Χαλέπι

Το 2013, ο Σύρος μελισσοκόμος Ryad Alsous ήπιε το τελευταίο του φλιτζάνι τσάι μέντας στο μπαλκόνι του διαμερίσματός του στη Δαμασκό. Θα έφευγε από την πόλη όπου είχε περάσει όλη του τη ζωή για να μετακομίσει στη Βρετανία. Οκτώ χρόνια αργότερα, πίνει ξανά τσάι μέντας φτιαγμένο στην ίδια τσαγιέρα αλλά αυτή τη φορά στο Χάντερσφιλντ. Η τσαγιέρα είναι το μόνο αντικείμενο που έχει ακόμα από το σπίτι του στη Συρία.

Η πολυκατοικία του είχε βομβαρδιστεί δύο φορές ενώ εκρήξεις στο ανατολικό τμήμα της πόλης γίνονταν καθημερινά. Την ημέρα που έφευγε, ένας δυνατός κρότος εκεί κοντά έκανε τα περιστέρια που είχαν κάτσει στο μπαλκόνι του να πεταχτούν για λίγο στον αέρα. Ταΐζε τα πουλιά για χρόνια και συνειδητοποίησε ότι δεν θα είχαν κανέναν να τα προσέχει από την στιγμή που θα έφευγε. 

«Άφησα το παράθυρό μου ανοιχτό κατά 25 περίπου εκατοστά, αρκετά ώστε να επιτρέψω στα πουλιά να μπαίνουν μέσα. Άνοιξα επίσης όλα τα ντουλάπια της κουζίνας μου για να φάνε τα πουλιά ό,τι είχαμε. Ένιωσα ότι εκείνη τη στιγμή, άλλαζα θέσεις μαζί τους. Εμένα μου επέτρεψαν να μπω στο Ηνωμένο Βασίλειο, μια ασφαλή χώρα, και εγώ τους έδωσα το ασφαλές σπίτι μου για να μείνουν, να φάνε, να πίνουν, να φωλιάσουν και να γεννήσουν απογόνους».

Τουλάχιστον 350.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε 10 χρόνια μαχών στη Συρία, και ο αριθμός αυτός είναι πιθανό να είναι μεγαλύτερος σύμφωνα με τον ΟΗΕ, με 13,5 εκατομμύρια ανθρώπους (ο μισός πληθυσμός) να έχουν εκτοπιστεί βίαια. Λίγα χρόνια μετά την άφιξή του στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου πήγε μαζί με τη σύζυγο του και τα πέντε παιδιά του, ο Alsous ίδρυσε το Buzz Project, μια φιλανθρωπική οργάνωση που βοηθά τους πρόσφυγες να ασχοληθούν με τη μελισσοκομία. Η ιστορία του πώς το έκανε είναι η πηγή έμπνευσης για τον χαρακτήρα του Μουσταφά στο μπεστ σέλερ βιβλίο «The Beekeeper of Aleppo». Όπως ο Alsous έτσι και ο χαρακτήρας του βιβλίου φτάνει στο Γιορκσάιρ, όπου ξεκινά ένα μελισσοκομείο με τις σπάνιες βρετανικές μαύρες μέλισσες και διδάσκει στους πρόσφυγες την τέχνη της παραγωγής μελιού.

Στόχος του Buzz Project είναι να βοηθήσει ανθρώπους σαν αυτόν, που έχουν εξοριστεί από τη χώρα τους, ώστε να νιώσουν σαν στο σπίτι τους σε μια άγνωστη χώρα. Μέχρι τώρα έχει βοηθήσει περισσότερους από 30 πρόσφυγες από χώρες όπως η Συρία, το Σουδάν, το Κουρδιστάν και η Τουρκία. Τη δεκαετία του 1990, τα στρατεύματα του Σαντάμ Χουσεΐν αποστράγγισαν τα έλη της Μεσοποταμίας στο Ιράκ, το μεγαλύτερο υγροτοπικό οικοσύστημα στη Μέση Ανατολή, μειώνοντάς τα στο 10% του αρχικού τους μεγέθους. Δεκαετίες πολέμου έχουν καταστρέψει περισσότερα από τα μισά δάση του Αφγανιστάν. Εν τω μεταξύ, η κλιματική κρίση εκτοπίζει όλο και περισσότερους ανθρώπους. Πέρυσι, υπολογίζεται ότι 30 εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν ΄σε άλλη περιοχή λόγω των πλημμυρών, των καταιγίδων και των πυρκαγιών.

Ο Alsous μιλάει με αγάπη για τη βρετανική ύπαιθρο. Θαυμάζει τους κράταιγους και τις φλαμουριές, τα οποία λατρεύουν και οι μέλισσες. Πήρε την πρώτη του κυψέλη στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2015, χάρη στην Debbie, μια γυναίκα από το Μάντσεστερ που βρήκε στο Facebook. Τώρα έχει 100. Για τον Alsous το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η χώρα της αφθονίας, αλλά η θλίψη για την εγκατάλειψη της χώρας του δε μπορεί να φύγει. «Θυμάμαι κάθε γωνιά της Δαμασκού» λέει. Πριν από λίγους μήνες, η μικρότερη αδερφή του πέθανε από Covid στη Συρία ενώ εκείνος της μιλούσε στο τηλέφωνο. Δε μπορούσε να πάει στο νοσοκομείο για περίθαλψη γιατί δεν είχε καύσιμα. Είχε να την δει από τότε που έφυγε. Τα υπόλοιπα αδέρφια του βρίσκονται επίσης στη Συρία. Κανένας τους δε μπόρεσε να φύγει. Το όνειρό του είναι να γυρίσει και να τους δει μια μέρα. 

Ερωτεύτηκε τις μέλισσες στα 21 του, ενώ τις σπούδαζε γεωπονία. Ο πατέρας του ήταν δημοσιογράφος και η μητέρα του μοδίστρα. Μαζί με έναν φίλο του αγόρασαν 2 παραφυάδες απ’ τις οικονομίες τους, οι οποίες σύντομα έγιναν μελίσσια. Έβγαζε χρήματα πουλώντας μέλι σε φίλους και συγγενείς. Στη Συρία, οι μέλισσες μάζευαν νέκταρ από βαμβάκια, ηλίανθους, ευκάλυπτους, ερείκη και άνθη εσπεριδοειδών. Ο Alsous ήταν μέλος ενός μελισσοκομικού συλλόγου στη Συρία και λέει ότι ο αριθμός των μελισσοκόμων στη χώρα τετραπλασιάστηκε σε 25.000 μεταξύ 1989 και 2011, αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία που να το επιβεβαιώνουν.

Υπολογίζει ότι περισσότερα από τα τρία τέταρτα των κυψελών στη Συρία καταστράφηκαν στον πόλεμο. Ήταν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Δαμασκού και είχε 500 κυψέλες, οι οποίες καταστράφηκαν όλες – είτε πυρπολήθηκαν είτε οι μέλισσες χάθηκαν από πείνα καθώς οι καλλιέργειες στις οποίες βασίζονταν εγκαταλείφθηκαν. Για τον Alsous οι μέλισσες είναι μια ιδανική κοινωνία, συνεργάζονται και φροντίζουν η μία την άλλη. «Μέλισσες σημαίνουν ειρήνη και ζωή» λέει.

πηγή: The Guardian

Το αρχαιότερο απολίθωμα εντόμου επικονιαστή

Αμερικανοί και Κινέζοι ερευνητές ανακάλυψαν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι υπήρχαν έντομα επικονιαστές πριν από 99 εκατομμύρια χρόνια, δηλαδή όταν ακόμα οι πτερόσαυροι κυριαρχούσαν στους ουρανούς.

Από την εποχή του Δαρβίνου, πιστεύεται ότι η επικονίαση με έντομα έπαιξε τεράστιο ρόλο στην απότομη αύξηση της ποικιλίας των ανθοφόρων φυτών που έλαβε χώρα κατά την Κρητιδική περίοδο (145-66 εκατομμύρια χρόνια πριν). Αλλά ενώ τα ανθοφόρα φυτά και τα έντομα ήταν και τα δύο παρόντα εκείνη την εποχή, υπήρχαν ελάχιστα απολιθώματα που να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς αυτούς.

Σ’ αυτή τη νέα μελέτη οι ερευνητές εντόπισαν ένα είδος σκαθαριού λουλουδιών (Angimordella burmitina) παγιδευμένο σε κεχριμπάρι ηλικίας 99 εκατομμυρίων ετών, το οποίο βρέθηκε βαθιά μέσα σε ορυχείο της Μιανμάρ. Μελετώντας δομές όπως τα στοματικά του μέρη και το σχήμα του σώματός του κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το σκαθάρι αυτό ήταν επικονιαστής.

Το A. burmitina βρέθηκε παγιδευμένο σε κεχριμπάρι, μαζί με κόκκους γύρης.
© Nanjing Institute of Geology and Palaeontology

Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας ένα ομοεστιακό οπτικό μικροσκόπιο, ανακάλυψαν ότι υπήρχαν κόκκοι γύρης κρυμμένοι μέσα σε μικροσκοπικές τρίχες στο σώμα του σκαθαριού, υποδηλώνοντας ότι επισκεπτόταν φυτά. Μελέτησαν επίσης τη γύρη που διατηρήθηκε στο κεχριμπάρι και διαπίστωσαν ότι το σχήμα και το μέγεθός της υποδηλώνουν ότι είχε εξελιχθεί για να εξαπλώνεται μέσω των εντόμων.

«Είναι εξαιρετικά σπάνιο να βρεθεί ένα δείγμα, όπου τόσο το έντομο όσο και η γύρη διατηρούνται σε ένα μόνο απολίθωμα», δήλωσε ο καθηγητής βιολογίας David Dilcher που συμμετείχε στην έρευνα. «Εκτός από τη σημασία ως η πρώτη γνωστή άμεση απόδειξη της επικονίασης των ανθοφόρων φυτών από έντομα, αυτό το δείγμα απεικονίζει τέλεια τη συνεργατική εξέλιξη των φυτών και των ζώων κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, κατά την οποία έλαβε χώρα μια πραγματική έκρηξη στην ανάπτυξη των  ανθοφόρων φυτών.»

Το σκαθάρι χαρακτηρίστηκε ως επικονιαστής από τα στοματικά μέρη και το σχήμα του σώματός του.
© Nanjing Institute of Geology and Palaeontology

Πριν από αυτή τη μελέτη, οι παλαιότερες άμεσες ενδείξεις για έντομα που επικονιάζουν ανθοφόρα φυτά προέρχονταν από περίπου 49 εκατομμύρια χρόνια πριν, κατά την εποχή της Παλαιογενούς περιόδου. Η σχέση μεταξύ των εντόμων που επικονιάζουν και των ανθοφόρων φυτών θεωρείται συχνά ως ένα από τα θαύματα της εξέλιξης, καθώς το καθένα απαιτεί από το άλλο για να ευδοκιμήσει.

πηγές:
Sciencefocus (Oldest evidence of insect pollination unearthed)
Pollination of Cretaceous flowers

Συμπλοκές μελισσοκόμων με την αστυνομία στη Χιλή!

Μελισσοκόμοι της Χιλής διαδήλωσαν έξω από το Προεδρικό Μέγαρο στο Σαντιάγκο, για την κλιματική αλλαγή και την εκτεταμένη ξηρασία που αυτή έχει προκαλέσει με αποτέλεσμα να πληγεί η παραγωγή τους.

Κατά τη διάρκεια συμπλοκών με την αστυνομία, οι μελισσοκόμοι απελευθέρωσαν μελίσσια μέσα στην πόλη με αποτέλεσμα 7 αστυνομικοί να μεταφερθούν στο νοσοκομείο, μετά από τσιμπήματα. Τέσσερις μελισσοκόμοι συνελήφθησαν.

Οι μελισσοκόμοι είχαν συγκεντρωθεί για να διαμαρτυρηθούν για την κακή οικονομική τους κατάσταση και να ζητήσουν στήριξη από το κράτος. Όπως δήλωσαν στους δημοσιογράφους “Η ξηρασία που συνεχίζεται εδώ και μια δεκαετία οδηγεί τις μέλισσες στο να πεθαίνουν. Και χωρίς μέλισσες δεν υπάρχει ζωή...”

Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, ζήτησαν μεταρρυθμίσεις ώστε να βελτιωθεί η τιμή του μελιού, η οποία παραμένει χαμηλή παρά τις δυσκολίες στην παραγωγή, ή παροχή επιδοτήσεων. Αξιωματούχοι του Υπουργείου Γεωργίας λένε ότι συμμερίζονται την ανησυχία των διαδηλωτών για τις επιπτώσεις της ξηρασίας, προσθέτοντας ότι παρέχουν βοήθεια εδώ και μήνες σε 20 κοινότητες που αντιμετωπίζουν σοβαρή έλλειψη νερού

πηγή: Reuters, BBC

Τρύγος στην κουμαριά

Η παρατεταμένη περίοδος βροχοπτώσεων που ξεκίνησε το τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου, κατά το οποίο συνήθως συλλέγεται το μέλι της κουμαριάς, καθυστέρησε ιδιαίτερα τον τρυγητό και μας δυσκόλεψε αρκετά στη συγκομιδή.

Η ανθοφορία της κουμαριάς φέτος ήταν όψιμη και πολύ έντονη. Οι υψηλές θερμοκρασίες όμως που επικράτησαν καθ΄όλη τη διάρκεια του φθινοπώρου ώθησαν τα μελίσσια να κρατήσουν γόνο μέχρι αργά, με αποτέλεσμα να καταναλώνεται το μεγαλύτερο μέρος του μελιού που συνέλεγαν. Έπειτα ακολούθησαν εντονότατες βροχές, χαρακτηριστικά στα Θεοδώριανα καταγράφηκαν τα μεγαλύτερα ύψη βροχής στη χώρα με 157 χιλιοστά, με αποτέλεσμα οι μέλισσες να κλειστούν μέσα και να σταματήσει η συλλογή.

Δυστυχώς ο τεράστιος αυτός όγκος νερού έπνιξε εκατοντάδες μελίσσια στην περιοχή του Μεσολογγίου και κυρίως κοντά στον Εύηνο ποταμό. Η πρόσβαση στο δικό μας μελισσοκομείο ήταν δύσκολη λόγω της ολισθηρότητας του κατεστραμμένου εδώ και καιρό οδοστρώματος. Παρ’ όλα αυτά ο τρύγος πραγματοποιήθηκε. Η συγκομιδή μπορεί να ήταν περιορισμένη, η ποιότητα του μελιού όμως μας αποζημίωσε. Η κουμαριά είναι ένα ιδιαίτερο μέλι με χαρακτηριστική υπόπικρη γεύση, η οποία ήταν εντονότατη φέτος και σκουροχάλκινο χρώμα. Μπορείτε να το βρείτε εδώ.

Μια εξαιρετικά δύσκολη μελισσοκομική χρονιά έφτασε στο τέλος της. Η κλιματική αλλαγή είναι πλέον εδώ και όπως φαίνεται θα πρέπει να προσαρμοστούμε στα νέα αυτά δεδομένα. Σας ευχόμαστε καλές γιορτές με υγεία!

Σχετικά με την κουμαριά

Η ανθοφορία της κουμαριάς φέτος ήταν αρκετά όψιμη. Τα μελίσσια ξεκίνησαν να δουλεύουν στα κούμαρα 10 με 15 μέρες αργότερα σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές, ενώ λόγω των υψηλών θερμοκρασιών του φετινού φθινοπώρου κράτησαν γόνο μέχρι αργά το Νοέμβριο, με αποτέλεσμα η συλλογή να είναι περιορισμένη.

Οι παρατεταμένες βροχές που ακολούθησαν κράτησαν τις μέλισσες μέσα και ο τρύγος δεν κατέστη, μέχρι στιγμής εφικτός. Περιμένουμε να βρούμε την ευκαιρία πριν πιάσουν τα κρύα να δούμε αν μπορεί να γίνει κάποιος τρύγος αλλά και να προετοιμάσουμε τα μελίσσια για το ξεχειμώνιασμα.

Δυστυχώς εκτός από τον καιρό έχουμε να αντιμετωπίσουμε και την αδιαφορία της πολιτείας καθώς από το καλοκαίρι έχουμε ενημερώσει Δήμο και Περιφέρεια για την καταστροφή του οδοστρώματος, που οι ίδιοι προκάλεσαν αλλά ποτέ δεν επιδιόρθωσαν με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η προσέγγιση του μελισσοκομείου, για τουλάχιστον 2-3 μέρες μετά από βροχή, λόγω ολισθηρότητας. Σε κάθε περίπτωση θα ενημερώσουμε.

Ο τρύγος του πευκόμελου στη μετά Εύβοια εποχή

Μετά τα γεγονότα του Αυγούστου στην Β. Εύβοια και τη μεγαλύτερη καταστροφή από φωτιά στην ιστορία της Ελλάδας (αυτό που χάθηκε ήταν το 10-12% των δασών ολόκληρης της χώρας), το πλήγμα για την ελληνική μελισσοκομία ήταν τεράστιο. Εκεί παράγονταν το 1/3 του πευκόμελου όλης της χώρας.

Δεδομένου ότι μεγαλύτερο μέρος των μελισσοκόμων της νότιας και κεντρικής Ελλάδας που ζούσαν από το πεύκο της Εύβοιας θα έπρεπε να αναζητήσουν αλλού την τύχη τους, δεν υπήρχε αμφιβολία ότι στα υπόλοιπα πευκοδάση θα δημιουργούνταν το αδιαχώρητο. Στη Χαλκιδική ήδη από τα τέλη του καλοκαιριού ιδιοκτήτες γης που βρίσκονταν δίπλα στα δάση, απαιτούσαν από τους παραγωγούς ιδιαίτερα υψηλά αντίτιμα, που ξεπερνούσαν τα 400-500€ για να φιλοξενήσουν μελίσσια για 20-30 ημέρες, αυξάνοντας σημαντικά το κόστος παραγωγής.

Με όλα αυτά τα προβλήματα αλλά και την απαγόρευση πρόσβασης στα δάση που επιβλήθηκε στους μελισσοκόμους από την κυβέρνηση με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για πάνω από ένα μήνα, καταλήξαμε τελικά στα πεύκα της δυτικής Ελλάδας, όπου ήταν ήδη δύσκολο να βρεις τόπο, τουλάχιστον για μεγάλα κοπάδια.

Εκτός από την Β. Εύβοια, από τις φωτιές φέτος το καλοκαίρι πλήγηκε και η Τουρκία, με αποτέλεσμα το πευκόμελο, ένα μέλι που παράγεται αποκλειστικά στη λεκάνη της μεσογείου και κυρίως σ’ αυτές τις δύο χώρες, να θεωρείται πλέον σπάνιο. Το πευκόμελο είναι ένα πραγματικά εξαιρετικό μέλι, που προέρχεται από μελιτώματα της Μαρσαλίνας της Ελληνικής (Marchalina hellenica), γνωστής και ως εργάτης του πεύκου ή βαμβακάδα. Θεωρείται και όχι άδικα ένα απ’ τα πιο θρεπτικά ελληνικά μέλια.

Δυστυχώς κατά το παρελθόν διάφορες περιβαλλοντικές οργανώσεις, στη διαμάχη που είχε δημιουργηθεί σχετικά με το κατά πόσο η Μαρσαλίνα πληγώνει το δέντρο και η οποία τελικά οδήγησε στην απαγόρευση των εμβολιασμών από το Υπουργείο στις δασικές εκτάσεις του Νομού Αττικής, σε μια προσπάθεια να δυσφημίσουν και να μποϊκοτάρουν το πευκόμελο ώστε να πιέσουν την κατάσταση είχαν επιδοθεί σε έναν πόλεμο συκοφάντησης του μελιού αυτού, φυσικά με ψευδή στοιχεία.

Σύμφωνα με αυτά το πευκόμελο προέρχεται από τα περιττώματα του σκουληκιού των πεύκων. Μερίδα των βίγκαν μάλιστα υιοθέτησε αυτή την άποψη, πηγαίνοντας την και ακόμη παραπέρα, λέγοντας ότι το πευκόμελο είναι ουσιαστικά ζωικό προϊόν και γι αυτό δεν θα πρέπει να καταναλώνεται. Φυσικά τα πράγματα δεν είναι έτσι. Τα έντομα της οικογένειας Ομόπτερα στην οποία ανήκει ο εργάτης του πεύκου μυζούν πολύ μεγάλες ποσότητες χυμών (100 φορές περίπου το βάρος τους). Η περίσσεια αυτή υγρασία και σάκχαρα απομακρύνονται με την εξής διαδικασία: Στο πρόσθιο μέρος του μεσαίου εντέρου υπάρχει ένα φίλτρο μέσω του οποίου, σάκχαρα και υγρασία, μεταπηδούν στο πίσω έντερο και απομακρύνονται άμεσα μέσω του απευθυσμένου ως μελίτωμα.

Δεν περνά δηλαδή ο χυμός από την διαδικασία της πέψης και της απορρόφησης. Συνεπώς το μελίτωμα δεν έχει καμία σχέση με περίττωμα και το πευκόμελο σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί ζωικό προϊόν. Δεν είναι κάτι που περισσεύει μετά από απομάκρυνση θρεπτικών συστατικών, όπως στα περιττώματα, αλλά ο χυμός ανεπεξέργαστος, τον οποίο στη συνέχεια συλλέγουν οι μέλισσες.

Εφημερίδες της εποχής με χαρακτηριστικούς εμπρηστικούς τίτλους. Από το αρχείο του καθηγητή κ. Ανδρέα Θρασυβούλου.

Αντίστοιχα όχι μόνο δεν υπάρχει καμία μελέτη που να ενοχοποιεί τον εργάτη για την ξήρανση των πεύκων, αλλά η μοναδική ερευνητική εργασία του εντόμου αυτού είναι του καθηγητή Δασολογίας Καϊλίδη Δημήτρη, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Δασικά Χρονικά το 1965 (81/82(7-8):161-181) και η οποία κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο εργάτης δε βλάπτει τα πεύκα.

Φυσικοχημικά χαρακτηριστικά πευκόμελου

Το πευκόμελο έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά μελιού μελιτώματος, δηλαδή υψηλή συγκέντρωση τέφρας, υψηλό pH και αγωγιμότητα και χαμηλά ανάγοντα σάκχαρα. Η θρεπτική αξία του πευκόμελου οφείλεται στο μεγάλο αριθμό διαφορετικών ουσιών που συνυπάρχουν στη σύστασή του. Ξεχωριστή θέση κατέχουν τα ιχνοστοιχεία, τα οποία βρίσκονται σε μεγάλες συγκεντρώσεις στο Ελληνικό πευκόμελο, χαρακτηρίζοντάς το ως μέλι υψηλής θρεπτικής αξίας.

Η χημική σύσταση του ελληνικού πευκόμελου (Θρασυβούλου, Μανίκης, Τανανάκη, Τσέλλιος, Καραμπουρνιώτη, Δήμου 2001)

Λόγω της χαμηλής συγκέντρωσης σακχάρων, δεν θεωρείται πολύ γλυκό μέλι. Έχει χρώμα σκούρο κεχριμπάρι (λίγο πιο σκούρο από το θυμαρίσιο). Το άρωμά του θυμίζει έντονα το πικάντικο άρωμα του πευκοδάσους ενώ η γεύση του είναι υπόγλυκη με ξυλώδεις νότες ξηρών καρπών και πεύκου.

Τα φυτά όχι μόνο βλέπουν αλλά υπολογίζουν και το χρόνο!

Όραση ονομάζεται η αντίληψη των φωτεινών ερεθισμάτων του περιβάλλοντος μέσω ενός αισθητήριου οργάνου, του οφθαλμού και η μετέπειτα επεξεργασία και μορφοποίηση του σήματος αυτού από τον εγκέφαλο. Αν θέταμε λοιπόν το ερώτημα «βλέπουν τα φυτά;» τι θα απαντούσατε; Μάλλον όχι θα έλεγαν οι περισσότεροι μιας και τα φυτά δε διαθέτουν ούτε αισθητήρια όργανα ούτε εγκέφαλο. Είναι όμως έτσι;

Κι όμως τα φυτά όχι μόνο αντιλαμβάνονται το φως αλλά μπορούν και υπολογίζουν το χρόνο μέσω αυτού! Άλλωστε η επιβίωση οποιουδήποτε οργανισμού, όσο απλός κι αν είναι (ή φαίνεται ότι είναι), θα ήταν αδύνατη αν δεν είχε αντίληψη του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο βρίσκεται. Στα φυτά, τα φωτεινά ερεθίσματα είναι αυτά που θέτουν σε κίνηση μια σειρά από δευτερογενείς βιοχημικές αλλαγές που έχουν ως αποτέλεσμα την αναπτυξιακή απόκριση του φυτού. Το φυτό αντιλαμβάνεται το φως.

Το φως όμως δεν το αντιλαμβάνονται μόνο τα φυτά αλλά και τα σπέρματα (σπόροι). Κάποια φυτά για να φυτρώσουν δεν αρκεί μόνο η διαβροχή αλλά απαιτείται και φως. Είναι γεγονός ότι από τη στιγμή που το φως ασκεί επίδραση στον οργανισμό (είτε φυτό, είτε σπέρμα), πρέπει να υπάρχει κάποιος φωτοδέκτης, διότι είναι προφανές ότι για να επιδράσει το φως πρέπει να απορροφηθεί.

Έπειτα από μία δεκαετία πειραμάτων γύρω στα 1960, εντοπίστηκε αυτός ο φωτοδέκτης και ονομάστηκε φυτόχρωμα. Το πείραμα είχε ως εξής: ένα σπέρμα εκτίθεται σε μονοχρωματικό φως, δηλαδή σε φως από το οποίο έχουν αφαιρεθεί όλα τα μήκη κύματος (δηλαδή όλα τα χρώματα) εκτός από ένα. Μπορεί να φυτρώσει ή όχι, ανάλογα με την ικανότητα του φωτοδέκτη να απορροφά ή όχι το συγκεκριμένο φως. Βρέθηκε ότι το φυτόχρωμα διεγείρεται στο μέγιστο βαθμό με ερυθρό φως στα 660nm και επανέρχεται σε μη ενεργό μορφή στα 730nm.

Το φυτόχρωμα ουσιαστικά λειτουργεί σα βαλβίδα που ανοίγει, επιτρέποντας τη φύτρωση ή κλείνει ευνοώντας το λήθαργο ανάλογα με τον αριθμό φωτονίων στην ερυθρή (γύρω στα 660nm) ή την εγγύς υπέρυθρη, που δε βλέπει το ανθρώπινο μάτι, (γύρω στα 730nm) περιοχή του φάσματος. Όταν υπερισχύουν τα ερυθρά, το σπέρμα φυτρώνει, όταν υπερισχύουν τα υπέρυθρα ή απουσιάζουν και οι δύο τύποι φωτονίων, δηλαδή στο σκοτάδι, το σπέρμα παραμένει σε λήθαργο.

Η πληροφορία για την θέση του σπέρματος είναι ζωτικής σημασίας. Ένα μικρό σπέρμα για παράδειγμα πρέπει να γνωρίζει αν βρίσκεται στην επιφάνεια του εδάφους ή κάτω από αυτό και πόσο πριν αποπειραθεί να φυτρώσει, καθώς αν βρίσκεται βαθιά είναι καταδικασμένο να αποτύχει λόγω του φτωχού ενδοσπερμίου που διαθέτει. Η πληροφορία αυτή έρχεται από το φως. Γιατί όμως ο φωτοδέκτης λειτουργεί στα όρια μεταξύ της ορατής και εγγύς υπέρυθρης περιοχής του φάσματος;

Υπάρχουν φυτά που αναπτύσσονται στη σκιά και άλλα που επιδιώκουν να βλέπουν το φως του ήλιου. Το σπέρμα λοιπόν ενός ηλιόφιλου φυτού θα αποτύχει αν η θέση που βρίσκεται σκιάζεται από άλλα φυτά. Πρέπει να γνωρίζει αν υπάρχουν ή όχι άλλα φυτά από πάνω του. Τα φύλλα απορροφούν έντονα στην ιώδη/μπλε περιοχή (400-500nm) και στην πορτοκαλί/ερυθρή περιοχή (600-700nm) του ορατού φάσματος. Το εγγύς υπέρυθρο όμως (700-800nm) δεν απορροφάται και διαπερνά το φύλλωμα. Μπορεί να είναι αόρατο στο ανθρώπινο μάτι, αλλά είναι ορατό από το σπέρμα, το οποίο με αυτή την πληροφορία μπορεί να ανιχνεύσει αν υπάρχουν φυτά από πάνω του ή όχι.

Ο φωτοϋποδοχέας δεν περιορίζεται μόνο στην ανίχνευση της θέσης του σπέρματος, αλλά επηρεάζει και τις αναπτυξιακές διαδικασίες, αν για παράδειγμα η ανάπτυξη θα είναι ταχύτερη ή βραδύτερη. Όπως όμως και τα σπέρματα έτσι και τα φυτά οφείλουν να γνωρίζουν τους γείτονες τους. Ισοϋψής γείτονας σημαίνει και επίδοξος ανταγωνιστής για το φως, ειδικά αν διαθέτει μεγαλύτερη ταχύτητα ανάπτυξης. Σε αυτή την περίπτωση ανιχνεύουν το φως που αντανακλάται από τα φύλλα, δηλαδή το πράσινο και όχι το διερχόμενο από αυτά, όπως στην προηγούμενη περίπτωση.

Ο ανταγωνισμός βέβαια για το φως μεταξύ γειτονικών φυτών που οδηγεί στην ανάπτυξη, από ένα ύψος και μετά σταματά. Ίσως η δυσκολία να τραβήξει νερό μέχρι εκεί πάνω, ίσως η δυσκολία αντιμετώπισης των ανέμων και η αδυναμία συγκράτησης του βάρους, ο περαιτέρω ανταγωνισμός δεν ευνοεί κανέναν και έτσι επέρχεται συμβιβασμός, που στην περίπτωση του δάσους εκφράζεται με έναν μέσο με μικρές αποκλίσεις ύψος των δέντρων.

Τα φυτά λοιπόν μπορεί να μη διαθέτουν οφθαλμούς, βλέπουν όμως και μάλιστα σχεδόν από κάθε τους κύτταρο. Και παρά την απουσία κεντρικού συντονιστικού συστήματος (εγκεφάλου), επεξεργάζονται αυτά τα μηνύματα με τρόπο διάχυτο με σχετική ανεξαρτησία των συστατικών μερών κάθε φυτού. Κάθε κλαδί πρέπει να εντοπίσει μόνο του το περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε. Και αυτό είναι το πιο εντυπωσιακό. Κανένα κεντρικό όργανο δε θα μπορούσε να ανιχνεύσει τόσο καλά το φως σε κάθε γωνιά ενός τόσο περίπλοκου αρχιτεκτονικά οργανισμού.

Ο χρόνος

Για έναν ακίνητο οργανισμό όπως τα φυτά είναι καίριας σημασίας η μέτρηση του χρόνου, καθώς τους δίνει τη δυνατότητα να προβλέψουν τις επερχόμενες αλλαγές των εποχών και να προετοιμαστούν κατάλληλα. Η προγραμματισμένη πτώση των φύλλων για παράδειγμα πριν την έλευση του χειμώνα είναι μια εξαιρετικά «ευφυής» διαδικασία, που θέτει σε λήθαργο το σώμα του φυτού, εφοδιάζοντας παράλληλα το χώμα με θρεπτικά στοιχεία. Δεδομένου ότι η διαδικασία της γήρανσης των φύλλων ξεκινάει νωρίτερα από την έλευση του χειμώνα, το φυτό ανιχνεύει έγκαιρα κάποια σήματα από το περιβάλλον και μπαίνει σ’ αυτή την αναπτυξιακή απόκριση.

Ποια όμως σήματα είναι τόσο αξιόπιστα ώστε να μην πέσουν τα φύλλα νωρίτερα ή αργότερα; Το αν κάνει κρύο ή ζέστη θα μπορούσε να μας δώσει την πληροφορία για το αν είναι καλοκαίρι ή χειμώνας. Αν όμως ήταν μια κρύα νύχτα της άνοιξης ή του φθινοπώρου; Η θερμοκρασία θα μπορούσε να παραπλανήσει το φυτό, δε μπορεί να βασιστεί σε αυτή. Κάθε φυλλοβόλο είδος έχει ένα δικό του «παράθυρο» 2-3 εβδομάδων κατά το οποίο ρίχνει τα φύλλα κάθε χρόνο και το τηρεί αυστηρά χωρίς να ξεγελιέται από διακυμάνσεις της θερμοκρασίας. Πως το κάνει αυτό;

Ο πιο αξιόπιστος τρόπος είναι να υπολογίσεις το χρόνο. Πως μπορείς όμως χωρίς ρολόι και ημερολόγιο να βρεις την ημερομηνία; Μια αξιόπιστη μέθοδος είναι η μέτρηση της διάρκειας της ημέρας και της νύχτας. Όμως και πάλι υπάρχουν δύο ημέρες μέσα στο χρόνο που έχουν ίδια διάρκεια ημέρας και νύχτας. Ο καλύτερος τρόπος είναι να υπολογίζεις τη διάρκεια της ημέρας καθημερινά ώστε να μπορείς να καταλάβεις αν η ημέρα μικραίνει ή μεγαλώνει. Αυτό ακριβώς κάνουν τα περισσότερα φυτά. Μετρούν καθημερινά τη διάρκεια της ημέρας (μέσω του φωτός) και αντιλαμβάνονται το χρόνο που περνά.

Η μέτρηση αυτή γίνεται μέσω του φυτοχρώματος. Αυτός ο φωτοδέκτης είναι που περνά από την ενεργό μορφή στη μη ενεργό, ανάλογα με το φως που δέχεται και άρα και στο σκοτάδι της νύχτας. Όταν η περίοδος της νύχτας υπερβεί μια κρίσιμη τιμή, το φυτό μπαίνει σε διαδικασία γήρανσης των φύλλων. Το βιολογικό ρολόι των φυτών υπολογίζει με μεγάλη ακρίβεια τη φωτοπερίοδο. Ακόμα και εκεί όμως υπάρχει μια απόκλιση πχ στην άνθιση σε φυτά του ίδιου είδους που βρίσκονται σε διαφορετικά υψόμετρα. Εκεί η θερμοκρασία επιταχύνει ή καθυστερεί τη διαδικασία, σε καμία περίπτωση όμως δεν επηρεάζει το αρχικό σήμα αλλά μόνο εντός του «παραθύρου» που ορίζεται από τη φωτοπερίοδο.

Έπειτα απ’ όλα αυτά θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι τα φυτά δεν είναι τόσο απλοί οργανισμοί όσο νομίζαμε. Διαθέτουν κάποια μορφή ευφυΐας, αντιλαμβάνονται το περιβάλλον γύρω τους και μεταβάλουν τη συμπεριφορά τους ανάλογα. Σε κάθε περίπτωση έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Βιβλιογραφία:
Γενική Βοτανική (Γιώργος Αϊβαλάκις, Γεώργιος Καραμπουρνιώτης, Κώστας Φασσέας)
Γενική Οικολογία (Δέσποινα Βώκου)
Φυσιολογία Φυτών (Ridge Irene)
Τι θα έβλεπε η Αλίκη στη χώρα των φυτών (Γιάννης Μανέτας)

Τα φυτά όχι μόνο βλέπουν αλλά υπολογίζουν και το χρόνο!

Όραση ονομάζεται η αντίληψη των φωτεινών ερεθισμάτων του περιβάλλοντος μέσω ενός αισθητήριου οργάνου, του οφθαλμού και η μετέπειτα επεξεργασία και μορφοποίηση του σήματος αυτού από τον εγκέφαλο. Αν θέταμε λοιπόν το ερώτημα «βλέπουν τα φυτά;» τι θα απαντούσατε; Μάλλον όχι θα έλεγαν οι περισσότεροι μιας και τα φυτά δε διαθέτουν ούτε αισθητήρια όργανα ούτε εγκέφαλο. Είναι όμως έτσι;

Κι όμως τα φυτά όχι μόνο αντιλαμβάνονται το φως αλλά μπορούν και υπολογίζουν το χρόνο μέσω αυτού! Άλλωστε η επιβίωση οποιουδήποτε οργανισμού, όσο απλός κι αν είναι (ή φαίνεται ότι είναι), θα ήταν αδύνατη αν δεν είχε αντίληψη του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο βρίσκεται. Στα φυτά, τα φωτεινά ερεθίσματα είναι αυτά που θέτουν σε κίνηση μια σειρά από δευτερογενείς βιοχημικές αλλαγές που έχουν ως αποτέλεσμα την αναπτυξιακή απόκριση του φυτού. Το φυτό αντιλαμβάνεται το φως.

Το φως όμως δεν το αντιλαμβάνονται μόνο τα φυτά αλλά και τα σπέρματα (σπόροι). Κάποια φυτά για να φυτρώσουν δεν αρκεί μόνο η διαβροχή αλλά απαιτείται και φως. Είναι γεγονός ότι από τη στιγμή που το φως ασκεί επίδραση στον οργανισμό (είτε φυτό, είτε σπέρμα), πρέπει να υπάρχει κάποιος φωτοδέκτης, διότι είναι προφανές ότι για να επιδράσει το φως πρέπει να απορροφηθεί.

Έπειτα από μία δεκαετία πειραμάτων γύρω στα 1960, εντοπίστηκε αυτός ο φωτοδέκτης και ονομάστηκε φυτόχρωμα. Το πείραμα είχε ως εξής: ένα σπέρμα εκτίθεται σε μονοχρωματικό φως, δηλαδή σε φως από το οποίο έχουν αφαιρεθεί όλα τα μήκη κύματος (δηλαδή όλα τα χρώματα) εκτός από ένα. Μπορεί να φυτρώσει ή όχι, ανάλογα με την ικανότητα του φωτοδέκτη να απορροφά ή όχι το συγκεκριμένο φως. Βρέθηκε ότι το φυτόχρωμα διεγείρεται στο μέγιστο βαθμό με ερυθρό φως στα 660nm και επανέρχεται σε μη ενεργό μορφή στα 730nm.

Το φυτόχρωμα ουσιαστικά λειτουργεί σα βαλβίδα που ανοίγει, επιτρέποντας τη φύτρωση ή κλείνει ευνοώντας το λήθαργο ανάλογα με τον αριθμό φωτονίων στην ερυθρή (γύρω στα 660nm) ή την εγγύς υπέρυθρη, που δε βλέπει το ανθρώπινο μάτι, (γύρω στα 730nm) περιοχή του φάσματος. Όταν υπερισχύουν τα ερυθρά, το σπέρμα φυτρώνει, όταν υπερισχύουν τα υπέρυθρα ή απουσιάζουν και οι δύο τύποι φωτονίων, δηλαδή στο σκοτάδι, το σπέρμα παραμένει σε λήθαργο.

Η πληροφορία για την θέση του σπέρματος είναι ζωτικής σημασίας. Ένα μικρό σπέρμα για παράδειγμα πρέπει να γνωρίζει αν βρίσκεται στην επιφάνεια του εδάφους ή κάτω από αυτό και πόσο πριν αποπειραθεί να φυτρώσει, καθώς αν βρίσκεται βαθιά είναι καταδικασμένο να αποτύχει λόγω του φτωχού ενδοσπερμίου που διαθέτει. Η πληροφορία αυτή έρχεται από το φως. Γιατί όμως ο φωτοδέκτης λειτουργεί στα όρια μεταξύ της ορατής και εγγύς υπέρυθρης περιοχής του φάσματος;

Υπάρχουν φυτά που αναπτύσσονται στη σκιά και άλλα που επιδιώκουν να βλέπουν το φως του ήλιου. Το σπέρμα λοιπόν ενός ηλιόφιλου φυτού θα αποτύχει αν η θέση που βρίσκεται σκιάζεται από άλλα φυτά. Πρέπει να γνωρίζει αν υπάρχουν ή όχι άλλα φυτά από πάνω του. Τα φύλλα απορροφούν έντονα στην ιώδη/μπλε περιοχή (400-500nm) και στην πορτοκαλί/ερυθρή περιοχή (600-700nm) του ορατού φάσματος. Το εγγύς υπέρυθρο όμως (700-800nm) δεν απορροφάται και διαπερνά το φύλλωμα. Μπορεί να είναι αόρατο στο ανθρώπινο μάτι, αλλά είναι ορατό από το σπέρμα, το οποίο με αυτή την πληροφορία μπορεί να ανιχνεύσει αν υπάρχουν φυτά από πάνω του ή όχι.

Ο φωτοϋποδοχέας δεν περιορίζεται μόνο στην ανίχνευση της θέσης του σπέρματος, αλλά επηρεάζει και τις αναπτυξιακές διαδικασίες, αν για παράδειγμα η ανάπτυξη θα είναι ταχύτερη ή βραδύτερη. Όπως όμως και τα σπέρματα έτσι και τα φυτά οφείλουν να γνωρίζουν τους γείτονες τους. Ισοϋψής γείτονας σημαίνει και επίδοξος ανταγωνιστής για το φως, ειδικά αν διαθέτει μεγαλύτερη ταχύτητα ανάπτυξης. Σε αυτή την περίπτωση ανιχνεύουν το φως που αντανακλάται από τα φύλλα, δηλαδή το πράσινο και όχι το διερχόμενο από αυτά, όπως στην προηγούμενη περίπτωση.

Ο ανταγωνισμός βέβαια για το φως μεταξύ γειτονικών φυτών που οδηγεί στην ανάπτυξη, από ένα ύψος και μετά σταματά. Ίσως η δυσκολία να τραβήξει νερό μέχρι εκεί πάνω, ίσως η δυσκολία αντιμετώπισης των ανέμων και η αδυναμία συγκράτησης του βάρους, ο περαιτέρω ανταγωνισμός δεν ευνοεί κανέναν και έτσι επέρχεται συμβιβασμός, που στην περίπτωση του δάσους εκφράζεται με έναν μέσο με μικρές αποκλίσεις ύψος των δέντρων.

Τα φυτά λοιπόν μπορεί να μη διαθέτουν οφθαλμούς, βλέπουν όμως και μάλιστα σχεδόν από κάθε τους κύτταρο. Και παρά την απουσία κεντρικού συντονιστικού συστήματος (εγκεφάλου), επεξεργάζονται αυτά τα μηνύματα με τρόπο διάχυτο με σχετική ανεξαρτησία των συστατικών μερών κάθε φυτού. Κάθε κλαδί πρέπει να εντοπίσει μόνο του το περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε. Και αυτό είναι το πιο εντυπωσιακό. Κανένα κεντρικό όργανο δε θα μπορούσε να ανιχνεύσει τόσο καλά το φως σε κάθε γωνιά ενός τόσο περίπλοκου αρχιτεκτονικά οργανισμού.

Ο χρόνος

Για έναν ακίνητο οργανισμό όπως τα φυτά είναι καίριας σημασίας η μέτρηση του χρόνου, καθώς τους δίνει τη δυνατότητα να προβλέψουν τις επερχόμενες αλλαγές των εποχών και να προετοιμαστούν κατάλληλα. Η προγραμματισμένη πτώση των φύλλων για παράδειγμα πριν την έλευση του χειμώνα είναι μια εξαιρετικά «ευφυής» διαδικασία, που θέτει σε λήθαργο το σώμα του φυτού, εφοδιάζοντας παράλληλα το χώμα με θρεπτικά στοιχεία. Δεδομένου ότι η διαδικασία της γήρανσης των φύλλων ξεκινάει νωρίτερα από την έλευση του χειμώνα, το φυτό ανιχνεύει έγκαιρα κάποια σήματα από το περιβάλλον και μπαίνει σ’ αυτή την αναπτυξιακή απόκριση.

Ποια όμως σήματα είναι τόσο αξιόπιστα ώστε να μην πέσουν τα φύλλα νωρίτερα ή αργότερα; Το αν κάνει κρύο ή ζέστη θα μπορούσε να μας δώσει την πληροφορία για το αν είναι καλοκαίρι ή χειμώνας. Αν όμως ήταν μια κρύα νύχτα της άνοιξης ή του φθινοπώρου; Η θερμοκρασία θα μπορούσε να παραπλανήσει το φυτό, δε μπορεί να βασιστεί σε αυτή. Κάθε φυλλοβόλο είδος έχει ένα δικό του «παράθυρο» 2-3 εβδομάδων κατά το οποίο ρίχνει τα φύλλα κάθε χρόνο και το τηρεί αυστηρά χωρίς να ξεγελιέται από διακυμάνσεις της θερμοκρασίας. Πως το κάνει αυτό;

Ο πιο αξιόπιστος τρόπος είναι να υπολογίσεις το χρόνο. Πως μπορείς όμως χωρίς ρολόι και ημερολόγιο να βρεις την ημερομηνία; Μια αξιόπιστη μέθοδος είναι η μέτρηση της διάρκειας της ημέρας και της νύχτας. Όμως και πάλι υπάρχουν δύο ημέρες μέσα στο χρόνο που έχουν ίδια διάρκεια ημέρας και νύχτας. Ο καλύτερος τρόπος είναι να υπολογίζεις τη διάρκεια της ημέρας καθημερινά ώστε να μπορείς να καταλάβεις αν η ημέρα μικραίνει ή μεγαλώνει. Αυτό ακριβώς κάνουν τα περισσότερα φυτά. Μετρούν καθημερινά τη διάρκεια της ημέρας (μέσω του φωτός) και αντιλαμβάνονται το χρόνο που περνά.

Η μέτρηση αυτή γίνεται μέσω του φυτοχρώματος. Αυτός ο φωτοδέκτης είναι που περνά από την ενεργό μορφή στη μη ενεργό, ανάλογα με το φως που δέχεται και άρα και στο σκοτάδι της νύχτας. Όταν η περίοδος της νύχτας υπερβεί μια κρίσιμη τιμή, το φυτό μπαίνει σε διαδικασία γήρανσης των φύλλων. Το βιολογικό ρολόι των φυτών υπολογίζει με μεγάλη ακρίβεια τη φωτοπερίοδο. Ακόμα και εκεί όμως υπάρχει μια απόκλιση πχ στην άνθιση σε φυτά του ίδιου είδους που βρίσκονται σε διαφορετικά υψόμετρα. Εκεί η θερμοκρασία επιταχύνει ή καθυστερεί τη διαδικασία, σε καμία περίπτωση όμως δεν επηρεάζει το αρχικό σήμα αλλά μόνο εντός του «παραθύρου» που ορίζεται από τη φωτοπερίοδο.

Έπειτα απ’ όλα αυτά θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι τα φυτά δεν είναι τόσο απλοί οργανισμοί όσο νομίζαμε. Διαθέτουν κάποια μορφή ευφυΐας, αντιλαμβάνονται το περιβάλλον γύρω τους και μεταβάλουν τη συμπεριφορά τους ανάλογα. Σε κάθε περίπτωση έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Βιβλιογραφία:
Γενική Βοτανική (Γιώργος Αϊβαλάκις, Γεώργιος Καραμπουρνιώτης, Κώστας Φασσέας)
Γενική Οικολογία (Δέσποινα Βώκου)
Φυσιολογία Φυτών (Ridge Irene)
Τι θα έβλεπε η Αλίκη στη χώρα των φυτών (Γιάννης Μανέτας)